ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δεσποτικές Εορτές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δεσποτικές Εορτές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2021

Κήρυγμα Μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου στον εσπερινό της Μεταμορφώσεως


Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος

 
(+ Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης)

 

Ὅπως ὅλα τά γεγονότα πού μᾶς διηγοῦνται οἱ ἅγιοι Εὐαγγελισταί ἔγιναν διά τήν σωτηρίαν ἡμῶν, ἔτσι καί ἡ Θεία Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου ἔγινε δι’ ἡμᾶς καί διά τήν σωτηρίαν ἡμῶν. Δέν ὑπάρχει κάτι στή ζωή τοῦ Κυρίου μας, πού νά μήν ἔχει σωτηριολογική σημασία, πού νά μήν ἀφορᾶ τήν σωτηρία μας. Γι’ αὐτό ἄλλωστε ἐνηνθρώπισε ἔγινε ἄνθρωπος διά τήν σωτηρία μας. 

 

Καί ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου μας μᾶς ὑποδεικνύει ὄχι μόνον τήν θεότητα τοῦ Κυρίου καί τήν δόξαν τήν ὁποίαν εἶχε πλησίον τοῦ Οὐρανίου Πατρός Του, πρό τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου, προαιωνίως -καί τήν ὁποίαν ἐπ’ ὀλίγον ἐφανέρωσε εἰς τούς Μαθητάς του, δέν ἐφανέρωσε τήν πλήρη δόξα Του, ἀλλά κάτι ἀπ’ τή δόξα Του, καθώς ἠδύναντο, ὅπως λέει ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας-, ἀλλά κι ἔτσι μᾶς ὑπέδειξε ποιός εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς δικῆς μας ζωῆς.

 

Εἶναι νά μετέχουμε τοῦ Θείου Φωτός, τῆς Δόξης τοῦ Θεοῦ, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Διότι κατά τούς Ἁγίους Πατέρες ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ Δόξα Του, εἶναι τό Ἄκτιστο Φῶς. Εἶναι ἡ θέα τοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου. Ἀπ’ τή μιά λοιπόν μεριά ὁ Κύριος μεταμορφώνεται γιά νά βεβαιωθοῦν καί οἱ Μαθηταί Του, πού θά ἐσκανδαλίζοντο μετά ἀπό λίγο μέ τόν Σταυρικό Του θάνατο, ὅτι ὄντως εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός ἀληθινός. Ἀλλά καί μεταμορφώνεται γιά νά πεῖ καί σέ μᾶς πώς ὅ,τι συνέβη σέ μένα πρέπει νά γίνει καί σέ σᾶς. Εἴμεθα κεκλημένοι ὅλοι νά μεταμορφωθοῦμε. Βέβαια, ὁ Κύριος μετεμορφώθη δι’ ἰδίας Αὐτοῦ δυνάμεως. Ἐμεῖς θά πρέπει νά μεταμορφωθοῦμε «ἀπό δόξης εἰς δόξαν», πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ὄχι διά τῆς δικῆς μας δυνάμεως, ἀλλά διά τῆς Χάριτος καί τοῦ Φωτός τοῦ Μεταμορφωθέντος Κυρίου.

 

 Γιά τό Φῶς αὐτό μιλοῦσε καί ἡ Παλαιά Διαθήκη καί κάποιοι ὅπως ὁ Μωϋσῆς, ὅπως ἀκούσαμε, ἔλαβαν δόξαν Θεοῦ. Ἀλλά κανείς δέν τόλμησε νά πεῖ στήν Παλαιά Διάθηκη, ὅσο κι ἄν ἔλαβε κάποια Χάριν καί Δόξαν ἀπό τόν Θεόν, ὅτι «ἐγώ εἰμι τό Φῶς τοῦ Κόσμου». Μόνο ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐτόλμησε νά τό πεῖ γιατί Αὐτός εἶναι καί ἡ ζωή, εἶναι τό πᾶν. Καί τώρα πῶς ἐμεῖς, οἱ ἐμπαθεῖς, οἱ ἁμαρτωλοί, θά μετάσχουμε τοῦ Θείου Φωτός; Πῶς θά γίνουμε κι ἐμεῖς φῶς; Πῶς θά ὑποχωρήσουν τά πάθη μας πού εἶναι σκότος; Καί οἱ ἁμαρτίες πού εἶναι σκότος; Καί πῶς σιγά – σιγά τό σκότος πού εἶναι ἐν ἡμῖν θά λιγοστεύει καί θά αὐξάνει τό φῶς τοῦ Χριστοῦ; Αὐτός εἶναι ὁ ἀγῶνας μας καί γι’ αὐτό βλέπουμε τόν Κύριο Μεταμορφωθέντα καί βλέπουμε ποῦ πρέπει νά φθάσουμε κι ἐμεῖς. Διότι κάθε Χριστιανός πρέπει νά γίνει μιμητής τοῦ Χριστοῦ καί ὅ,τι συνέβη στόν Χριστό νά γίνει καί στήν δική μας ζωή, ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὅτι πρέπει νά ὁδεύσωμεν διά τῶν βαθμίδων τῆς πνευματικῆς τελειώσεως, τῆς πνευματικῆς ἡλικίας τοῦ Χριστοῦ κι ὅ,τι συνέβη στόν Χριστό νά γίνη καί σέ μᾶς.

 

Ἄρα, λοιπόν, καί σέ μᾶς πρέπει νά γίνη Μεταμόρφωσις διά τοῦ φωτός τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου μας. Κι ἐδῶ εἶναι ὁ ἀγῶνας μας. Πῶς μέ τήν μετάνοιά μας, μέ τήν προσευχή μας, μέ τήν ταπείνωσί μας, μέ τήν ὑπακοή μας, μέ τήν συμμετοχή στό φωτιστικό Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Κυρίου -διότι καί ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι Φῶς- ὡς μετέχοντες αὐτῶν ὅλων τῶν ἁγίων χαρισμάτων τοῦ Τριαδικοῦ μας Θεοῦ, θά μπορέσουμε κι ἐμεῖς λίγο – λίγο νά λιγοστεύουμε μέσα μας τό σκότος καί νά αὐξάνη τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ;

 

Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι βλέποντας τόν Μεταμορφωθέντα Κύριον βλέπουν καί τόν ἑαυτόν τους. Διά μέν τόν ἑαυτόν μας λυπούμεθα, διότι δέν βλέπουμε τό Φῶς αὐτό νά λάμπη στήν ὕπαρξή μας. Διά δέ τόν Μεταμορφωθέντα Κύριον χαιρόμεθα καί τόν εὐχαριστοῦμε καί τόν δοξάζουμε. Τόν παρακαλοῦμε ὅμως σήμερα ταπεινά νά μᾶς βοηθήση νά ποθήσωμε τό ἄκτιστον Φῶς, τό Φῶς τοῦ Προσώπου Του. Νά ποθήσωμε νά ἀντικαταστήσωμε τόν ἔσω ἄνθρωπο, νά τόν κάνουμε φωτεινό, ὅπως φωτεινός εἶναι ὁ Χριστός, πού εἶναι ὅλος Φῶς καί ὅλος Ζωή καί ὅλος Ἀνάστασις καί ὅλος Ἀλήθεια.

 

Κι ἔτσι, ἀγωνιζόμενοι τόν καλόν ἀγῶνα, ἐφαρμόζουμε τό Ἅγιον Θέλημα τοῦ Κυρίου, γιατί τό Θέλημα τοῦ Κυρίου, ὅπως πολλές φορές τό ἔχουμε πεῖ, εἶναι νά γίνουμε θεοί κατά Χάριν. Καί πῶς θά γίνει κανείς θεός κατά Χάριν ἄν εἶναι μέσα στό σκότος καί ἄν τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ δέν ἔχει πλημμυρίσει τήν ὕπαρξί του;

 

 Ψάλλουμε δέ καί στήν Δοξολογία «ἐν τῷ φωτί Σου ὀψόμεθα φῶς». Πράγματι μποροῦμε νά δοῦμε φῶς μόνο ἐν τῷ φωτί τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ. Ἔχομεν Χριστόν λάμποντα. Ἔχομεν Θεοτόκον φωτεινοτάτην. Ἔχομεν Ἁγίους φωτεινούς καί ἐμεῖς καλούμεθα νά γίνουμε φῶς.

 

Ὁ Θεός νά μᾶς βοηθήση καί οἱ εὐχές ὅλων τῶν Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ἐπέτυχαν τόν φωτισμόν, τήν ἔλλαμψι, τήν θέωσι, εἶδαν τό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως καί ἐθεάθησαν πολλοί ἀπό αὐτούς μέσα στό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως. Διότι, οἱ Ἅγιοι ὄχι μόνο εἶδαν τό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως, ἀλλά καί τούς εἶδαν μέσα σ’ αὐτό τό φῶς ὅσοι ἦσαν ἄξιοι νά τούς ἴδουν. Θυμᾶστε ἀπό τόν βίο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὅτι ὅταν ἦταν ἡ ὥρα νά παραδώση τήν ἁγία του ψυχή, δύο ἱερεῖς πού ἦταν ἐκεῖ, ἕνας ἱερομόναχος καί ἕνας ἔγγαμος, ἄξιοι ἱερεῖς, εἶδαν τό πρόσωπό του νά λάμπη ὅλο μές στό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως. Μποροῦσε ὁ Ἅγιος Παλαμᾶς, πού ἦρθε στό Ἅγιο Ὄρος εἴκοσι ἐτῶν καί λαχταροῦσε νά ἀπαλλαγῆ ἀπό τό σκότος φωνάζοντας συνεχῶς «φώτισόν μου τό σκότος», μποροῦσε νά μήν εἰσακουσθῆ ἡ προσευχή του καί νά μήν λάμψη μέσα του τό φῶς τοῦ Χριστοῦ; Αὐτό τό φῶς λοιπόν ἄς ζηλέψουμε κι ἐμεῖς κατά κάποιον τρόπο. Μέ ἕναν ἅγιον ζῆλον κι ἄς παρακαλέσουμε τόν Κύριον νά μᾶς ἀξιώση νά ἀγωνιστοῦμε γι’ αὐτό τό φῶς, τό αἰώνιο φῶς, τό ἄκτιστο φῶς, τό φῶς πού εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί γιά τό ὁποῖο εἴμεθα κεκλημένοι. Καί ἐάν ἀπό αὐτή τή ζωή κάτι κι ἐμεῖς δοῦμε ἀπό αὐτό τό φῶς ἔχωμε ἐλπίδα ὅτι θά μᾶς ἀξιώση ὁ Κύριος νά ζήσωμε καί ἐν τῷ φωτί τῆς οὐρανίου Βασιλείας, τήν ὁποίαν εὔχομαι εἰς πάντας ὑμᾶς. Ἀμήν.

 

-------------------------------------------------------------

 πηγή

Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος: Ποιὸ εἶναι τὸ νόημα τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Χριστιανοσύνης

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ  ΠΑΤΡΩΝΟΣ

Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος εἶναι μία ἀπὸ τὶς ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἑορτὲς τῆς Χριστιανοσύνης. Ἕως τὸν 4ο αἰώνα ἡ Μεταμόρφωση γιορταζόταν πρὶν το Πάσχα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῶν ἐγκαινίων τοῦ Ναοῦ τῆς Μεταμορφώσεως, τὸν ὁποῖο ἔχτισε ἡ Ἁγία Ἑλένη στὸ ὅρος Θαβώρ, ἐπικράτησε ὁ ἑορτασμὸς τοῦ γεγονότος νὰ γίνεται στὶς 6 Αὐγούστου.

 

Ἡ Μεταμόρφωση συνιστᾶ ὕπατη μύηση, ἀποτελεῖ τὸ μέγιστο μάθημα μυστικῆς θεολογίας. Και ἡ ἐλάχιστη λεπτομέρεια εἶναι διδακτική: τί ἤθελε νὰ ἀποκαλύψει ὁ Ἰησοῦς μὲ τὴ Μεταμόρφωση, γιατί πῆρε μόνο τρεῖς μαθητές του, γιατί ἔπρεπε νὰ ἀνεβοῦν σὲ ὅρος, γιατί ἔπρεπε νὰ πέσουν σὲ ὕπνο οἱ μαθητὲς καὶ τί συμβολίζει αὐτό, τί συμβολίζει τὸ λευκὸ φῶς, γιατί ἦταν μαζί Του ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Προφήτης Ἠλίας, γιατί δὲν μπορεῖ ἡ μυστικὴ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ νὰ περιγραφεῖ καὶ νὰ ὁρισθεῖ, καὶ ἄλλα πολλὰ ποὺ νιώθει ὁ ἔχων μυστικὴ ἐμπειρία.

 

Μία λαογραφικὴ συνήθεια ποὺ ἀξίζει ἐδῶ νὰ ἀναφερθεῖ: στὶς ἀγροτικὲς περιοχὲς συνηθίζεται ἀνήμερα τῆς Μεταμόρφωσης νὰ προσκομίζονται στὶς ἐκκλησίες γιὰ νὰ εὐλογηθοῦν μὲ εἰδικὴ εὐχὴ τὰ πρῶτα σταφύλια τῆς χρονιᾶς, τὰ ὁποία στὴ συνέχεια διανέμονται στὸ ἐκκλησίασμα.

 

Διαβάζουμε ἀπὸ τὸ «Κήρυγμα καὶ Θεολογία Β’» τοῦ Γεωργίου Π. Πατρώνου (ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, 2003)

 

Ἡ Μεταμόρφωση ὡς ἱστορικὸ γεγονὸς

Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα δὲν ἀφήνει καμιὰ ἀμφιβολία γιὰ τὴν ἱστορικότητα τοῦ γεγονότος τῆς μεταμόρφωσης τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Κύριος παραλαμβάνει τρεῖς ἀπὸ τοὺς μαθητές του, τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη καὶ μεταμορφώνεται «ἔμπροσθεν αὐτῶν». Ἡ μαρτυρία τῶν τριῶν εἶναι ἰδιαίτερα σημαντική. Δὲν πρόκειται, ἑπομένως, γιὰ θεολογικὸ μύθο. Βέβαια πρόκειται γιὰ μία πνευματικὴ ἐμπειρία τῶν τριῶν μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ, ὅμως ἡ ἐμπειρία αὐτὴ ἑδράζεται σὲ ἱστορικὸ γεγονὸς καὶ συνδέεται μὲ ἐξωτερικὰ εὔληπτα φαινόμενα. Βλέπουν τὸν Κύριο στὴν κορυφὴ τοῦ ὅρους νὰ λάμπει τὸ πρόσωπο του «ὡς ὁ ἥλιος» καὶ τὰ ἐνδύματά του νὰ γίνονται «λευκὰ ὡς τὸ φῶς». Παρατηρούν δίπλα στὸν μεταμορφούμενο Διδάσκαλο νὰ παρίστανται ὡς «μάρτυρες» τοῦ γεγονότος δύο σημαντικὰ πρόσωπα τῆς ἰουδαϊκῆς ἀποκαλυπτικῆς καὶ τῆς ἐσχατολογικῆς παράδοσης τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, τὸν Μωυσῆ καὶ τὸν Ἠλία. Ὅλα αὐτὰ φανερώνουν ἕνα εἶδος θεοφάνειας μέσα στὸν μεσσιανολογικὸ χαρακτήρα τοῦ γεγονότος.

 

Παράλληλα ὁ λαὸς εἶναι συγκεντρωμένος, κατὰ τὴ διήγηση τῆς περικοπῆς, κάτω στοὺς πρόποδες τοῦ Ὅρους, μαζὶ μὲ τοὺς ὑπόλοιπους μαθητὲς καὶ περιμένουν τὸν Κύριο νὰ κατέβει ἀπὸ τὸ Θαβώρ, νὰ τοὺς κηρύξει τὴ νέα πίστη καὶ νὰ θεραπεύσει τοὺς βασανισμένους ἀσθενεῖς τους. Ὅλη ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἔχει μία θαυμαστὴ ρεαλιστικὴ προσέγγιση τοῦ γεγονότος. Δὲν ἀφήνει περιθώρια γιὰ καμιὰ ἀμφισβήτηση, ὅτι ἐδῶ πρόκειται γιὰ μία ἁπλὴ ἀλλὰ γεμάτη σαφήνεια περιγραφὴ ἑνὸς πραγματικοῦ ἱστορικοῦ συμβάντος. Αὐτὸ τὸ συμβὰν πραγματοποιεῖται «ἔμπροσθεν» ὄχι μόνο τῶν μαθητῶν ἀλλὰ καὶ τοῦ λαοῦ καὶ ἑπομένως δὲν ἐπιδέχεται καμιὰ ἀμφισβήτηση. Ἀντίθετα ἕνα τέτοιο ἱστορικὸ γεγονὸς ὑπόκειται σὲ ἱστορικὴ διερεύνηση καὶ θεολογικὴ ἑρμηνεία, ὥστε νὰ ἐξαχθοῦν τὰ κατάλληλα συμπεράσματα πρὸς ἐνίσχυση τῆς πίστεως καὶ τῆς οἰκοδομῆς τῶν πιστῶν.

 

Τὰ εὐαγγελικὰ ἱστορικὰ γεγονότα δὲν πρέπει νὰ ἀπομονώνονται καὶ νὰ τὰ ἐπενδύουμε μὲ τὸ ἔνδυμα τοῦ θεολογικοῦ μύθου. Εἶναι μέρος τῆς γενικότερης ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητας, ἡ δὲ ἀποκάλυψη τοὺς ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὴν παγκόσμια ἱστορία καὶ ἰδιαίτερα μὲ τὴν ἱστορία τοῦ σχεδίου τῆς θείας Οἰκονομίας. Τὸ γεγονὸς τῆς μεταμορφώσεως, μάλιστα, ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὸ ἱστορικὸ γίγνεσθαι καὶ μὲ τὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς ἀνθρωπότητας πρὸς τὴν τελείωση καὶ τὴ θέωση.

 

Ἡ θεολογικὴ ἑρμηνεία τοῦ γεγονότος

Στὸ γεγονὸς τῆς μεταμόρφωσης ἔχουμε τὰ ἕξης ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα γιὰ μία οὐσιαστικὴ θεολογικὴ προσέγγιση. Καταρχὴν ἔχουμε τὴν ἐμφάνιση τοῦ Μωϋσῆ καὶ τοῦ Ἠλία, δύο προσώπων τῆς ἱερῆς ἱστορίας τοῦ Ἰσραὴλ ποὺ συνδέονται ἄμεσα μὲ τὴν ἔλευση καὶ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Μεσσία. Ὁ χαρακτήρας τοῦ γεγονότος, ἑπομένως, εἶναι σαφῶς μεσσιανολογικὸς καὶ ἄρα ἡ ὅλη εὐαγγελικὴ διήγηση εἶναι καθαρὰ χριστοκεντρικὴ. Μὲ ἄλλα λόγια ἔρχεται νὰ φωτίσει τὸ μυστήριο τοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ δώσει σαφῆ ἀπάντηση στὸ ἱστορικὸ ἐρώτημα «τὶς γὰρ οὗτος ἔστιν;».

 

Ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι μόνο ἱστορικὸ πρόσωπο, ποὺ γεννᾶται σὲ κάποιο συγκεκριμένο χῶρο καὶ χρόνο, «ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας καὶ ἐν ἡμέραις Ἡρώδου τὸν Μεγάλου»,ποὺ γενεαλογεῖται ὡς μέλος κάποιας συγκεκριμένης οἰκογένειας τῆς φυλῆς καὶ τοῦ γένους Δαβίδ, ἀλλὰ εἶναι καὶ ὁ ἀναμενόμενος διὰ μέσου τῶν αἰώνων Χριστὸς τοῦ Κυρίου ποὺ θὰ ἔρθει γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτὴ δὲ ἡ ἔλευσή του θὰ ἐπιβεβαιωθεῖ, κατὰ τὴν παράδοση, ἀπὸ τὴν παρουσία τῶν ἀποκαλυπτικῶν προσώπων τοῦ Μωϋσῆ καὶ τοῦ Ἠλία.

 

Ἡ παρουσία δὲ αὐτὴ τοῦ Μωϋσῆ καὶ τοῦ Ἠλία ἔχει μία βαθιὰ παράδοση στὴν ἐσχατολογία καὶ τὴ μεσσιανολογία τοῦ Ἰσραήλ. Ὅπως καὶ ἡ ἐμφάνιση, κατὰ μία ἄλλη παράλληλη παράδοση, τοῦ Μωϋσῆ καὶ τοῦ Ἐνώχ. Τὰ πρόσωπα αὐτὰ ἀποτελοῦν τὴν ἐγγύηση καὶ τὴν ἐπιβεβαίωση μίας ἀληθινῆς μεσσιανικῆς παρουσίας ἀλλὰ καὶ θεοφάνειας . Καὶ δὲν ἐπιβεβαιώνουν μόνο τὴν παρουσία τοῦ Μεσσία -Χριστοῦ στὸ ἱστορικὸ παρόν, ἀλλὰ τὰ ἴδια τὰ πρόσωπα αὐτὰ ὑπάρχει παράδοση ὅτι θὰ συνοδεύσουν τὸν Χριστὸ καὶ κατὰ τὴ δευτέρα καὶ ἔνδοξη ἐσχατολογικὴ παρουσία. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ τὸ γεγονὸς τῆς μεταμόρφωσης ἀποτελεῖ πρόγευση καὶ προμήνυμα καὶ τῆς ἔνδοξης δευτέρας παρουσίας. Ἔτσι στὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔχουμε τὴν ἱστορία τῆς μεταμόρφωσης, ἀλλὰ καὶ τὴν προοπτική της ἐσχατολογικῆς ἐξέλιξης καὶ πλήρωσης.

 

Τὸ δεύτερο ἐνδιαφέρον στοιχεῖο τῆς μεταμόρφωσης εἶναι ἡ ἐμφάνιση καὶ ἡ παρουσία τοῦ ἀκτίστου φωτός. Τὸ φῶς τῆς μεταμόρφωσης περιβάλλει κατὰ κύριο λόγο τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ κατ’ ἐπέκταση τοὺς μαθητές, τὸν κόσμο ὅλο καὶ ὅλη τὴν κτίση. Διερωτᾶται βέβαια κανεὶς τί εἴδους φῶς εἶναι αὐτὸ καὶ ποιὰ ἡ σημασία του. Μήπως πρόκειται γιὰ μία ἁπλὴ ἀνταύγεια ἀκτίνων τοῦ ἡλίου ποὺ φωτίζουν τὰ πράγματα καὶ λαμπρύνουν τὰ ἀντικείμενα, ἢ πρόκειται γιὰ κάποιο ἄλλο «φῶς», ἄλλης φύσεως καὶ ἄλλης ποιότητας; Τὸ ἐρώτημα αὐτὸ ποὺ τίθεται ἀπὸ πολλοὺς ἀπαιτεῖ ὄχι μόνο ἱστορικὴ προσέγγιση ἀλλὰ καὶ θεολογικὴ διερεύνηση.

 

Ἡ πατερικὴ ἑρμηνευτικὴ θεολογία κάνει ἐνδιαφέρουσες προσεγγίσεις. Εἰδικότερα ὁ Μέγας Βασίλειος στὸ ἔργο τοῦ «Ἑξαήμερος», σχολιάζοντας τὰ γεγονότα τῆς ἀρχικῆς δημιουργίας, ὁμιλεῖ σὲ κάποιο σημεῖο γιὰ ἕνα πρωταρχικὸ «φῶς» τῆς πρώτης ἡμέρας. Αὐτὸ τὸ «φῶς» τὸ ἀποκαλεῖ «φῶς καθαρότατον», «εἰλικρινὲς» καὶ « ἄϋλον ».

 

Τὸ διακρίνει δὲ μὲ κάθε σαφήνεια ἀπὸ τὸ γνωστό μας φῶς τοῦ ἡλίου καὶ τῆς σελήνης καὶ ἀφήνει νὰ νοηθεῖ ὅτι μᾶλλον πρόκειται γιὰ κάποιο «ἄκτιστο» φῶς ποὺ νὰ δηλώνει τὴν παρουσία τοῦ δημιουργοῦ Θεοῦ. Πολὺ ἀργότερα, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς θὰ μιλήσει καὶ αὐτὸς πάλι μὲ μεγάλη σαφήνεια γιὰ τὴν ὕπαρξη ἑνὸς « ἀκτίστου φωτὸς» καὶ θὰ τὸ διακρίνει ἀπὸ κάθε κτιστὸ καὶ ὑλικῆς φύσεως φῶς. Τὸ κτιστὸ ἀνήκει στὴ δημιουργία καὶ στὸν κόσμο μας, τὸ ἄκτιστο ἀνήκει στὸ θεὸ καὶ στὴν παρουσία του. Τὸ ἕνα εἶναι ὑλικὸ καὶ θαμπό, τὸ ἄλλο εἶναι « ἄϋλο » καὶ «καθαρότατο». Ἑπομένως, ἡ θεολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου συναντᾶται μὲ τὴν ἑρμηνεία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὡς προηγούμενο γιὰ μᾶς γιὰ τὴν κατανόηση τοῦ φωτὸς τῆς μεταμόρφωσης καὶ τοῦ φωτὸς τοῦ κενοῦ τάφου καὶ τῆς ἀνάστασης. Αὐτὸ τὸ ἴδιο φῶς πληροὶ τὴν πνευματική μας πορεία καὶ μεταμορφώνει τὶς ὑπάρξεις μας. Ὑπ’ αὐτὴ τὴν ἔννοια τὸ φῶς τῆς μεταμόρφωσης τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος ἐπιδέχεται βαθιὰ θεολογικὴ προσέγγιση καὶ δὲν μᾶς ἐπιτρέπει μονοσήμαντες καὶ ἀφελεῖς ἑρμηνεῖες.

 

Ἡ πνευματικὴ προοπτική της Μεταμόρφωσης

Ἡ μεταμόρφωση, πέρα ἀπὸ ἱστορικὸ γεγονὸς μὲ βαθύτατη θεολογικὴ σημασία, προβάλλεται καὶ ὡς πρόταση γιὰ ἐμπειρία ζωῆς. Ἡ ἐμπειρία αὐτὴ δὲν πρέπει νὰ συσχετίζεται μόνο μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ μεταμορφωθέντος Χριστοῦ, ἀλλὰ νὰ ἀναφέρεται καὶ στὴν προσωπικὴ ζωὴ ὅλων μας. Ἡ θεία ἐμπειρία ἀποτελεῖ τὸν τύπο καὶ τὸ σταθερὸ σημεῖο ἀναφορᾶς γιά μας. Ἀκριβῶς, ὅπως ἡ ἐμπειρία αὐτή, καθαρὰ πνευματικῆς φύσεως, χαρακτήρισε ἀρχικά τους μαθητὲς τοῦ Κυρίου καὶ στὴ συνέχεια ὅλο τὸ λαὸ ποὺ παρίσταται στὸ θαῦμα, ὡς συνέχεια καὶ ἐπακόλουθό του γεγονότος τῆς μεταμόρφωσης.

 

Ὁ Χριστὸς μὲ τὴ μεταμόρφωση ἔδειξε στὸν κόσμο τὸ ἀληθινό του πρόσωπο καὶ τὸ μυστήριο τῆς παρουσίας του. Δὲν εἶναι μόνο ἄνθρωπος, εἶναι καὶ Θεός. Προσέλαβε τὴν κτιστὴ ἀνθρώπινη φύση. Ὅμως στὴ μεταμόρφωση φάνηκε καὶ ἡ ἄκτιστη θεία λαμπρότητα καὶ δόξα του. Στὸν κόσμο μᾶς παρουσιάσθηκε ὡς ἀνθρώπινη καὶ θεία παρουσία. Ἡ προαιώνια θεία φύση τοῦ εἰσέρχεται στὸν κόσμο καὶ ἐνανθρωπίζεται . Τὸ ἄκτιστο συναντᾶ καὶ προσλαμβάνει τὸν κτιστὸ ἄνθρωπο καὶ τὸν θεώνει . Αὐτὸ εἶναι ἕνα ἀρχικὸ ἀλλὰ βαθύτατα οὐσιαστικὸ στοιχεῖο τοῦ γεγονότος τῆς μεταμόρφωσης.

 

Ὡς συνέπεια αὐτοῦ του γεγονότος ἔχουμε καὶ τὴ συγκλονιστικὴ ἐμπειρία τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου. Καὶ ἡ ἐμπειρία αὐτὴ δὲν ἦταν τυχαία. Ἡ συγκλονιστικὴ ἐντύπωσή τους καὶ ἡ ἐλκτικότητα τοῦ γεγονότος ἦταν τόσο ἰσχυρὴ ποὺ ἐκφράζουν ἀμέσως τὴν ἐπιθυμία τους ἡ ἐμπειρία αὐτὴ νὰ εἶναι διαρκείας καὶ νὰ τοὺς συνοδεύσει σὲ ὅλη τους τὴ ζωή. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἐκφράζει ἡ πρότασή τους νὰ φτιάξουν σκηνὲς καὶ νὰ παραμείνουν στὸ Θαβώρ, βιώνοντας ἀδιάκοπα τὴν ἐμπειρία τῆς μεταμόρφωσης. Δὲν γνωρίζουμε ἐπακριβῶς τὸ περιεχόμενο αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας τους. Ὁ Εὐαγγελιστὴς δὲν μᾶς περιγράφει δυστυχῶς τί ἐσήμαινε γιὰ τοὺς μαθητὲς ἡ κορυφαία ἐκείνη στιγμὴ τῆς μεταμόρφωσης τοῦ Κυρίου. Αὐτὸ ὅμως ποὺ γνωρίζουμε εἶναι ἡ ἀρχικὴ συγκλονιστική τους ἐντύπωση καὶ ὅτι οἱ ἴδιοι ἄρχισαν νὰ γεύονται τοὺς ἐσχατολογικοὺς καρποὺς τῆς μεταμόρφωσης στὴν προσωπική τους ζωή.

 

Ἡ μεταμόρφωση, ἑπομένως, στὴν πνευματικὴ διάσταση δὲν πρέπει νὰ ἑρμηνεύεται καὶ νὰ κατανοεῖται ὡς ἀτομικὸ γεγονός, ποὺ ἄφορα μόνο στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ. Και οὔτε ἀκόμη περιοριστικὰ καὶ ἐπιλεκτικά, ὡσὰν νὰ ἀναφέρεται μόνο σὲ τρεῖς ἐκλεκτοὺς μαθητὲς καὶ σὲ δύο ἀποκαλυπτικὲς μορφὲς τοῦ παρελθόντος. Εἶναι ἕνα γεγονὸς καθολικῆς σημασίας. Ἀρχικὰ ξεκινάει ἀπὸ τὸν Κύριο, συνεπαίρνει στὴ συνέχεια τοὺς τρεῖς μαθητές, προεκτείνεται πρὸς τοὺς Δώδεκα καὶ δὶ’ αὐτῶν φτάνει σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ σὲ ὅλη τὴν κτίση. Ἔτσι, κατὰ συνέπεια, δικαιούμαστε νὰ ὁμιλοῦμε γιὰ τὴ μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ κόσμου, τῆς φύσης καὶ τῆς κτίσης, γιὰ τὴ μεταμόρφωση ὅλης της δημιουργίας, εἴτε ὑλικῆς εἴτε πνευματικῆς.

 

Σχέση τῆς Μεταμόρφωσης μὲ τὸ θαῦμα

 Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος σχετίζει τὸ γεγονὸς τῆς μεταμόρφωσης μὲ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας ἑνὸς υἱοῦ ποὺ «σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει». Ἐνῶ οἱ τρεῖς μαθητὲς ἐπιμένουν γιὰ μία μόνιμη κατοίκηση στὸ Θαβὼρ καὶ οὐσιαστικὰ γιὰ «ἰδιοποίηση» τοῦ γεγονότος τῆς μεταμόρφωσης, ὁ μεταμορφωθεῖς Κύριος τούς λέει ὅτι πρέπει νὰ κατέβουν κάτω στὴν κοιλάδα, ὅπου οἱ ὑπόλοιποι μαθητὲς καὶ ὁ λαός. Ἐκεῖ κάτω ὅλοι ἀναμένουν ὄχι μόνο ν’ ἀκούσουν τὸ κήρυγμα ἀπὸ τὸν Διδάσκαλο, ἀλλὰ καὶ νὰ γευθοῦν τοὺς θαβώριους καρποὺς τῆς μεταμόρφωσης.

 

 Γνωρίζουμε ἀπὸ τὴ σχετικὴ εὐαγγελικὴ διήγηση, ὅτι κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ γεγονότος τῆς μεταμόρφωσης ἕνας πατέρας ἔχει μεταφέρει τὸν ἄρρωστο γιό του καὶ οἱ μαθητὲς προσπαθοῦν νὰ τὸν θεραπεύσουν χωρὶς κανένα ἀποτέλεσμα. Ὅλοι καὶ ὅλα βρίσκονται σὲ ἀδιέξοδο. Ἡ πίστη παραμένει ἀνενεργός, ἡ δύναμη τῶν μαθητῶν δὲν εἶναι ἀποτελεσματικὴ καὶ τὸ θαῦμα δὲν τελεσιουργεῖται . Καὶ αὐτὸ ὀφείλεται στὸ γεγονὸς τῆς «ἀπουσίας» τοῦ Κυρίου, ἀφοὺ «ἄνευ αὐτοῦ οὐ δύνασθε ποιῆσαι οὐδέν». Η μεταμόρφωση δὲν εἶναι μία μαγικὴ λέξη, ἀλλὰ ἐνεργὸς δύναμη πίστεως ποὺ τελεσιουργεῖ τὸ θαῦμα. 

 

--------------------------------------------------------

πηγή

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2020

Ἡ Ὑπαπαντὴ - Περιγραφή τῆς εἰκόνας

Παλαιὸς Μητροπολιτικὸς Ναὸς Ἁγίου Μηνᾶ.
Ἡ Ὑπαπαντὴ (Ἐργο Γεωργίου Καστροφυλάκου 1746) 

Ὁ ἁγιογράφος τῆς εἰκόνας τῆς Ὑπαπαντῆς τοποθετεῖ τή σκηνή στό ναό, μπροστά στό Ἅγιο Βῆμα χριστιανικῆς ἐκκλησίας. Διακρίνονται τό βημόθυρο, ἡ Ἁγία Τράπεζα, τό θολωτό κιβώριο, ποῦ τό στηρίζουν τέσσερις κολόνες. Ὅπως παρατηρήθηκε, «οἱ κολόνες φαίνονται ἐπάνω ἀπό τούς φωτοστεφάνους μέ τρόπον ὥστε νά ἐπισημαίνονται οἱ μορφές καί σύγχρονα νά συνεχίζονται οἱ ὄρθιες τάσεις στή σύνθεση». Ἡ Θεοτόκος «λυγερόσωμος ὡς νεαρά κυπάρισσος» ἁπλώνει τά χέρια της γιά νά παραλάβει τό Βρέφος ἀπό τό Συμεών. Ἐκεῖνος μέ τά δύο του χέρια σκεπασμένα κρατεῖ τό Βρέφος ποῦ μέ ἁπλωμένο τό δεξί του χέρι καί κοιτάζοντας τήν Παναγία λαχταράει νά πέσει στήν ἀγκαλιά της. Ἡ σεβάσμια καί ἅγια μορφή τοῦ Συμεών ἐντυπωσιάζει. «Ἡ κεφαλή του εἶναι μακρόμαλλη καί ἀναμαλλιασμένη, μέ τούς πλοκάμους συνεστραμμένους ὡς ὀφίδια, τό γένειόν του ἀναταραγμένον, τό πρόσωπόν του σεβάσμιον κατά πολλά καί πατριαρχικόν, οἱ πόδες του λυγισμένοι, πατοῦν ἐπάνω εἰς τό ὑποπόδιον κλονιζόμενοι. Τά ὄμματα του εἶναι ὡσάν δακρυσμένα, καί φαίνεται ὡς νά λέγη' «Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν σου, Δέσποτα» (Φ. Κόντογλου).

Ἀξίζει νά παρατηρηθεῖ πώς ἐνῶ ἡ εἰκόνα παρουσιάζει τή σκηνή σαράντα μέρες μετά τή Γέννηση τοῦ Ἰησοῦ, τό νήπιο δέν παρουσιάζεται σπαργανωμένο. Ἔχει φωτοστέφανο, κρατάει στό χέρι εἰλητό, ἔχει βασιλική καί θεϊκή ἐμφάνιση. Αὐτό δέ γίνεται χωρίς λόγο. Τό Παιδί εἶναι ὁ Ἐμμανουήλ, «μεθ' ἡμῶν ὁ Θεός», ὁ Θεάνθρωπος. Εἶναι «ὁ ἄναρχος Λόγος τοῦ Πατρός, ἀρχήν λαβών χρονικήν, μή ἐκστάς τῆς αὐτοῦ Θεότητος», «ὁ ὀχούμενος ἐν ἅρμασι Χερουβίμ καί ὑμνούμενος ἐν ᾄσμασι Σεραφίμ», ὅπως λένε τά τροπάρια τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς.


Πίσω ἀπό τή Θεοτόκο στέκει ἡ προφῆτις Ἄννα. Ἡ στάση της προδίδει τό προφητικό της χάρισμα. Τό ἕνα της χέρι εἶναι ὑψωμένο σέ σχῆμα ὁμιλίας καί τό ἄλλο, τό ἀριστερό, κρατάει ἀνοιχτό εἰλητάριο πού γράφει σέ μικρά μαῦρα κεφαλαῖα' «Τοῦτο τό Βρέφος οὐρανόν καί γῆν ἐστερέωσεν». Τό κεφάλι της μέ μελετημένη κλίση εἶναι γυρισμένο πρός τόν Ἰωσήφ «πού ἔρχεται πίσω της, σάν ν’ ἀπευθύνει σ’ αὐτόν τόν προφητικό λόγο, ἐνῶ κοιτάζει τό θεατή».

Ὑπαπαντὴ (1700-1750), Ἁγιογράφος Ἰωάννης

Στήν ἄκρη ἀριστερά ὁ Ἰωσήφ προχωρεῖ κρατώντας πάνω στήν πτυχή τοῦ ἐνδύματός του (σ’ ἄλλες εἰκόνες μέσα σέ κλουβί) τά δύο τρυγόνια ἤ τά δύο περιστεράκια. Τά πουλιά αὐτά, ὅπως λέει τό παρακάτω ἀπόσπασμα ἀπό ὕμνο τοῦ ἑσπερινοῦ της ἑορτῆς, συμβόλιζαν τούς ἀπό τούς Ἰουδαίους καί ἐθνικούς χριστιανούς, καθώς καί τίς δύο διαθῆκες, τήν Παλαιά καί τήν Καινή, τῶν ὁποίων ἀρχηγός εἶναι ὁ Χριστός. «Ὁ τοῖς Χερουβίμ ἐποχούμενος καί ὑμνούμενος ὑπό τῶν Σεραφίμ, σήμερον τῷ θείῳ ἱερῷ κατά νόμον προσφερόμενος, πρεσβυτικαῖς ἐνθρονίζεται ἀγκάλαις' καί ὑπό Ἰωσήφ εἰσδέχεται δῶρα θεοπρεπῶς, ὡς ζεῦγος τρυγόνων τήν ἀμίαντον Ἐκκλησίαν καί τῶν ἐθνῶν τόν νεόλεκτον (= νεοσύλεκτο) λαόν' περιστερῶν δέ δύο νεοσσούς, ὡς ἀρχηγός Παλαιᾶς τέ καί Καινῆς...» (Δοξαστικό στιχηρῶν). Παρόμοια λένε καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας γιά τό συμβολισμό τῶν πουλιῶν αὐτῶν.

------------------------------------------------------
πηγή: Ἀποστολική Διακονία - Ὁ μυστικός κόσμος τῶν Βυζαντινῶν εἰκόνων
πηγή ψηφιακού κειμένου: agiazoni.gr

Πέμπτη 21 Μαΐου 2015

"Η Ανάληψη του Κυρίου"


(Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης)

"Όπως στη Μεταμόρφωση του Κυρίου δεν μεταμορφώθηκε ο Χριστός αλλά οι Απόστολοι -ο Χριστός πάντοτε ήταν φωτεινός, περισσότερο απ' ότι τον είδαν οι Απόστολοι πάνω στο Θαβώρ -, έτσι ακριβώς και τώρα ανελήφθη η ανθρωπίνη φύσις, ως ένδυμα που έκρυβε την φανεινότητα της θεότητος. Κατά κάποιον τρόπο, ο πεσμένος άνθρωπος έφυγε από την τροχιά της γης, και τώρα θριαμβεύει ο καινός άνθρωπος, ο αιώνιος Χριστός, ο Θεός και άνθρωπος".

------------------------------------------------------ 
Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου, "Λόγιοι Εόρτιοι Μυσταγωγικοί", εκδ. Ίνδικτος.

Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2015

"Η Υπαπαντή του Κυρίου"

  
(Αρχιμανδρίτης Ιωήλ Γιαννακόπουλος)

Ἡ Θεοτόκος μετὰ τὴν γέννησιν τοῦ Χριστοῦ ὡς Ἑβραία ἔπρεπε διὰ δύο λόγους νὰ μεταβῇ εἰς τὸν ναόν: Πρῶτον διὰ τὸν ἑαυτόν της καὶ δεύτερον διὰ τὸν πρωτότοκον υἱόν της.

Ὑποχρέωσις πρὸς τὸν ἑαυτόν της ἦτο ὁ νομικὸς καθαρισμός της, ὁ σαραντισμός της, ὅπως θὰ ἐλέγομεν σήμερον. Κατὰ τὸν νόμον δηλαδὴ(Έξ.13,2) πᾶσα Ἑβραία λεχὼ τὴν τεσσαρακοστὴν ἡμέραν ἀπὸ τῆς γεννήσεως τοῦ ἄρρενος τέκνου της ἔπρεπε νὰ ἐμφανισθῇ εἰς τὸν ναόν, ἵνα καθαρισθῇ. Κατὰ τὸν καθαρισμὸν τοῦτον ἦτο ὑποχρεωμένη αὐτὴ, ἐὰν ἦτο πτωχὴ «τοῦ δοῦναι θυσίαν κατὰ τὸ εἰρημένον(Γαλ. 4,5) ζεῦγος τρυγόνων ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν». Ὁ καθαρισμὸς οὗτος δὲν ἦτο σωματικός τις καθαρισμὸς διὰ λόγους ὑγιεινούς, ἀλλὰ νομικός. Διὰ τούτου δηλαδὴ ὑπεμιμνήσκετο γενικῶς μὲν ἡ ἁμαρτωλότης τοῦ ἀνθρώπου, εἰδικῶς δὲ ἡ διὰ τῆς γεννήσεως μετάδοσις τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Τοῦτο φαίνεται ἐκ τοῦ ὅτι, εἰς περίπτωσιν καθ’ ἣν ἡ Ἑβραία λεχὼ ἐγέννα κόρην, ἦτο ἀκάθαρτη οὐχὶ ἐπὶ τεσσαράκοντα ἡμέρας ἀλλὰ ἐπὶ ὀγδοήκοντα εἰς ἀνάμνησιν, ὅτι ἡ Εὒα ἦτο πρωτουργὸς τῆς πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων. Ἡ θυσία τῶν προσφερομένων τρυγόνων καὶ περιστερῶν, τὰ ὁποῖα δὲν ἐκαθάριζον ἀλλὰ ὑπενθυμίζον μόνον τὴν ἀκαθαρσίαν, ὑπεδήλωνον τὴν ἀνάγκην τῆς ἐλεύσεως λυτρωτοῦ, τοῦ Χριστοῦ.

Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

"Η Υπαπαντή του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού"


 (π. Γιώργης Δορμπαράκης)

«Αφού πέρασαν σαράντα ημέρες, μετά τη σωτήρια ενανθρώπηση του Κυρίου, τη γέννησή Του άνευ ανδρός από την αγία αειπάρθενο Μαρία, κατά τη σεβασμιότατη αυτή ημέρα, η πάναγνη Μητέρα Του και ο δίκαιος Ιωσήφ έφεραν τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό στο Ιερό, σύμφωνα με τη συνήθεια του σκιώδους και νομικού γράμματος, του Μωσαϊκού Νόμου. Τότε και ο γηραιός και πρεσβύτης Συμεών, που είχε δεχθεί ως χρησμό από το Άγιο Πνεύμα ότι δεν θα πεθάνει, πριν να δει τον Χριστό Κυρίου, δέχτηκε αυτόν στην αγκαλιά του, και αφού ευχαρίστησε και ομολόγησε τον Θεό, φώναξε: «Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα Σου»: τώρα μπορείς να πάρεις τον δούλο σου, Κύριε, ειρηνικά. Και μετά, γεμάτος χαρά, έφυγε από τη ζωή αυτή, ανταλλάσσοντας τα επίγεια με τα ουράνια και αιώνια. Η σύναξη αυτή τελείται στον σεβάσμιο Ναό της αχράντου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, που βρίσκεται στις Βλαχέρνες».

"Λόγος εις την Υπαπαντήν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και εις την Θεοτόκον και εις τον Συμεών"


(Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος)

Δεν φορεί μόνο σάρκα ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, αλλά και περιτέμνεται σύμφωνα με τον Μωσαϊκό νόμο, για να μην έχη πρόφασι η απιστία των Ιουδαίων. Γιατί έρχεται προς τον νόμο για χάρι του ίδιου του νόμου, για να ελευθερώση τους μαθητές του μέσω της πίστεως που βασιζόταν στον νόμο. Και παίρνει σάρκα και περιτέμνεται κι αυτός μαζί με τους Ιουδαίους. Πήρε το ίδιο με αυτούς σώμα, πήρε και την ίδια περιτομή. Έκανε α­ναντίρρητη την συγγένειά Του με αυτούς, ώστε να μη τον αρνη­θούν, Αυτόν, ο οποίος ήταν ο Χριστός που έρχεται από την γενιά του Δαυίδ, και που αυτοί προσδοκούσαν. Έδειξε το γνώρισμα της συγγενείας Του με αυτούς. Γιατί, αν ακόμη και μετά την περιτομή Του έλεγαν «δεν ξέρουμε από πού είναι»[1], εάν δεν είχε περιτμηθή κατά σάρκα, η άρνησίς τους θα είχε κάποια εύλογη πρόφασι.

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013

"H νηστεία των Χριστουγέννων"


(Μη­τρο­πολίτης Ν. Σμύρ­νης Συμεών)

1. Δεύτερη μακρά περίοδος νηστείας μετά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι η νηστεία των Χριστουγέννων, γνωστή στη γλώσσα του ορθοδόξου λαού μας και ως σαραντα(η)μερο. Περιλαμβάνει και αυτή σαράντα ημέρες, όμως δεν έχει την αυστηρότητα της νηστείας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Αρχίζει την 15η Νοεμβρίου και λήγει την 24η Δεκεμβρίου.

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2013

"Η νηστεία των Χριστουγέννων"


(Τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιμανδρίτου π. Μάρκου Κ. Μανώλη)

Εἰς τὴν ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μας, εὐλαβεῖς χριστιανοί, ἀπὸ τὸν μῆνα Νοέμβριον ἀρχίζομεν νὰ αἰσθανώμεθα μέσα εἰς τὸ προεόρτιον κλῖμα τῶν Χριστουγέννων: Καὶ μὲ τὴν νηστείαν, ποὺ ἀρχίζει τὴν ἑπομένην τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Φιλίππου, ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς θεσπεσίους ὕμνους: «Ὁ ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων, λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, κλίνας οὐρανοὺς κατέρχεται· τουτέστι, τὸ ἀταπείνωτον αὐτοῦ ὕψος ἀταπεινώτως ταπεινώσας συγκαταβαίνει τοῖς ἑαυτοῦ δούλοις, συγκατάβασιν ἄφραστόν τε καὶ ἀκατάληπτον συγκατέβη· καὶ Θεὸς ὤν τέλειος, ἄνθρωπος τέλειος γίνεται, καὶ ἐπιτελεῖται τὸ πάντων καινὸν καινότατον, τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν Ἥλιον, δι᾽ οὗ ἡ ἄπειρος τοῦ Θεοῦ ἐμφανίζεται δύναμις· τί γὰρ μεῖζον τοῦγενέσθαι τὸν Θεὸν ἄνθρωπον;». 

Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

"Στή Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ"


(Όσιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας) 

1. – Ἡ σημερινή λαμπρή ἡμέρα τῆς Μεταμόρφωσης, ἀπαιτεῖ νά ἐξηγήσω στήν ἀγάπη σας -ἀνάλογα μέ τή Χάρη πού μοῦ δόθηκε ἀπό τόν Χριστό πού μεταμορφώθηκε- τό μυστήριο τῆς ἑορτῆς. Καί ἔτσι, ἀφοῦ μάθουμε τή δύναμη τοῦ μυστηρίου πού κρύβεται μέσα της, νά ἑορτάζουμε ἀπό δῶ καί πέρα ὄχι μόνο ψάλλοντας ἱερούς ὕμνους, ἀλλά καί μέ σωστή ζωή. Ἐπειδή αὐτό ἀκριβῶς, δηλαδή ἡ προκοπή μας στά καλά ἔργα, ἀποδεικνύει καί ὅτι ἔχουμε ἐπίγνωση τῆς δωρεᾶς πού ἀξιωθήκαμε καί ὅτι ἔχουμε ἀνακαλύψει τό θησαυρό της, τιμώντας ἔτσι σεβαστικά τήν ἑορτή καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα μας.

2. – Ἐκεῖνος πού βαδίζει σέ πεδιάδα περπατάει εὔκολα, ἐπειδή ὁ τόπος εἶναι ὁμαλός καί διευκολύνει τήν ὁδοιπορία. Ὅποιος ὅμως ἀνεβαίνει σέ βουνό κοπιάζει καί λούζεται στόν ἱδρώτα, ἐξαιτίας τῆς ἀνηφοριᾶς, τῆς σωματικῆς πίεσης καί τῆς κόπωσης πού ἐκείνη προκαλεῖ.


Σάββατο 3 Αυγούστου 2013

"Λόγος στὴν Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ"

 
(Όσιος Βασίλειος Σελευκείας)

Ὁ ἥλιος, σὰν ἁπλώνει στὴν γῆ τὶς ἀκτίνες του, καλύπτει τοὺς χοροὺς τῶν ἄστρων καὶ σκοτίζει τὸ φέγγος τῆς σελήνης, ἀφαιρώντας τὴν θέα τῶν φωτεινῶν σωμάτων μὲ τὴν ἀσύγκριτη λαμπρότητά του. Σταματᾶ τὴν νύχτα διαλύοντας μὲ τὸ φῶς τὸ σκοτάδι, ἐνδύει τὰ πάντα μὲ τὴν χάρη τοῦ φωτὸς ἀφαιρώντας τὸ μαῦρο τους ἔνδυμα καὶ δείχνει τὶς μεγάλες πεδιάδες στεφανωμένες μὲ ἄνθη, πορφυρὴ τὴν θάλασσα, καὶ αὐτὸς μόνος του καταυγάζει τὸ πρόσωπο τῆς ὁρατῆς κτίσεως.

Ὡστόσο, ἂν καὶ εἶναι τόσο μεγάλος, δὲν ἔφθασε ἀκόμη στὴν ἀκρότητα τοῦ φέγγους. Διότι ὀφθαλμοὶ θνητοὶ τολμοῦν καὶ τὸν βλέπουν, καὶ πολλὲς φορὲς ὁ δρόμος τοῦ σύννεφου ἀναχαίτισε τὶς μαρμαρυγές του, καὶ ὁ βαθὺς ἴσκιος τῶν δένδρων κάλυψε τὴν αὐγή, κι ἡ νύχτα, παίρνοντας θάρρος ἀπὸ τὸν νόμο τοῦ Δημιουργοῦ, μοιράζεται ἴσα τὸν χρόνο μαζί του. Ἐπειδὴ ἀκριβῶς ὁ ἀνθρώπινος βίος εἶναι πλήρης κόπων καὶ πόνων, γι’ αὐτὸ ὁ Κτίστης ἅπλωσε τὴν ἡμέρα πρὸς ἐργασίαν, ἡ δὲ νύχτα, ὅταν ἔλθει καὶ βρεῖ τὸν κουρασμένο, δίνει μὲ τὸ πλάγιασμα τὴν ξεκούραση, χαλαρώνει μὲ τὸν ὕπνο τὰ μέλη τοῦ σώματος, παρέχει χρόνο στὴν φύση νὰ συγκεντρώσει λίγο-λίγο τὴν δύναμή της.


Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

"Ὁμιλία εἰς τὴν Θείαν Μεταμόρφωσιν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ"


(Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς)

Ὁ Προφήτης Ἡσαΐας προεῖπε γιὰ τὸ εὐαγγέλιο ὅτι «λόγο συντετμημένο θὰ δώσει ὁ Κύριος ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἡσ. 10, 25). Συντετμημένος λόγος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ μέσα σὲ λίγες λέξεις περικλείει πλούσιο νόημα. Ἂς ἐπανεξετάσουμε λοιπὸν σήμερα ὅσα ἔχουμε ἐκθέσει κι ἂς προσθέσουμε ὅσα ὑπολείπονται, γιὰ νὰ ἐμφορηθοῦμε ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὰ ἐναποκείμενα ἄφθαρτα νοήματα καὶ ὁλόκληροι νὰ καταληφθοῦμε ἀπὸ τὰ θεῖα.

«Τὸν καιρὸ ἐκεῖνο παραλαμβάνει ὁ Ἰησοῦς τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη καὶ τοὺς ἀνεβάζει σὲ ὄρος ὑψηλὸ κατ᾽ ἰδίαν. Ἐκεῖ μεταμορφώθηκε ἐνώπιόν τους καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπό Του ὅπως ὁ ἥλιος» (Ματθ. 17, 1). Ἰδοὺ τώρα εἶναι καιρὸς εὐπρόσδεκτος, σήμερα ἡμέρα σωτηρίας, ἀδελφοί, ἡμέρα θεία, νέα καὶ ἀΐδιος, ποὺ δὲν μετρεῖται μὲ διαστήματα, δὲν αὐξομειώνεται, δὲν διακόπτεται ἀπὸ νύκτα.

Διότι εἶναι ἡ ἡμέρα τοῦ Ἥλιου τῆς δικαιοσύνης, ὁ ὁποῖος δὲν ὑφίσταται ἀλλοίωση ἢ σκιὰ ἕνεκα μετατροπῆς» (Ἰακ. 1, 7). Αὐτός, ἀφ᾽ ὅτου φιλανθρώπως ἔλαμψε σὲ μᾶς μὲ εὐδοκία τοῦ Πατρὸς καὶ συνεργία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μᾶς ἐξήγαγε ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ θαυμαστό του φῶς, συνεχίζει γιὰ πάντα νὰ λάμπει πάνω ἀπὸ τὰ κεφάλια μας ὡς ἄδυτος ἥλιος.

Ἐπειδή, λοιπόν, εἶναι δικαιοσύνης καὶ ἀλήθειας ἥλιος, δὲν ἀνέχεται νὰ φέγγει καὶ νὰ γνωρίζεται ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ μετέρχονται τὸ ψεῦδος ἢ ὑψώνουν τὴν ἀδικία μὲ λόγια ἢ τὴν ἐπιδεικνύουν μὲ ἔργα. Ἀλλὰ ἐμφανίζεται καὶ γίνεται πιστευτὸς ἀπὸ τοὺς ἐργάτες τῆς δικαιοσύνης καὶ τοὺς ἐραστὲς τῆς ἀλήθειας καὶ αὐτοὺς εὐφραίνει μὲ τὶς λάμψεις Του. Αὐτὸ εἶναι ποὺ λέει ἡ Γραφὴ «Φῶς ἀνέτειλε γιὰ τὸν δίκαιο καὶ ἡ σύζυγός του εὐφροσύνη» (Ψαλμ. 96, 12). Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ψαλμωδὸς προφήτης ἄδει πρὸς τὸν Θεό: «Τὸ Θαβὼρ καὶ ὁ Ἑρμὼν θὰ ἀγαλλιάσουν στὸ ὄνομά σου» (Ψαλμ. 88, 12), προαναγγέλλοντας τὴν εὐφροσύνη ποὺ προκλήθηκε ἀργότερα στὸ ὄρος ἀπὸ τὴν ἔλλαμψη ἐκείνη σ᾽ αὐτοὺς ποὺ τὴν εἶδαν.

Ὁ δὲ Ἡσαΐας λέει: «λύσε κάθε δεσμὸ ἀδικίας, διάλυσε τοὺς κόμπους βιαίων συνθηκῶν, κάθε ἄδικη συμφωνία ἀναίρεσε» (Ἠσ. 58, 6). Καὶ κατόπιν: «Τότε θὰ ξεχυθεῖ σὰν τὴν αὐγὴ τὸ φῶς σου καὶ τὰ ἰάματά σου γρήγορα θὰ ἀνατείλουν, θὰ πορεύεται ἐνώπιόν σου ἡ δικαιοσύνη σου καὶ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ θὰ σὲ προστατεύει» (Ἠσ. 58, 8). Καὶ πάλι, «ἐὰν ἀφαιρέσεις ἀπὸ σένα δεσμὸ καὶ χειρονομία καταδικαστικὴ καὶ κακολογία, καὶ δώσεις στὸν πεινασμένο ἄρτο μὲ τὴν ψυχή σου καὶ χορτάσεις ψυχὴ ταπεινωμένη, τότε θὰ ἀνατείλει μέσα ἀπὸ τὸ σκοτάδι τὸ φῶς σου καὶ τὸ σκοτάδι σου θὰ γίνει σὰν μεσημέρι» (Ἠσ. 58, 9). Πράγματι, τοὺς καθιστᾶ κι αὐτοὺς ἄλλους ἥλιους, πάνω στοὺς ὁποίους ὁ ἥλιος αὐτὸς θὰ λάμψει ἀπλέτως· «διότι θὰ λάμψουν καὶ οἱ δίκαιοι ὅπως ὁ ἥλιος στὴν βασιλεία τοῦ Πατρός τους» (Ματθ. 13, 43).

Ἂς ἀποβάλλουμε λοιπόν, ἀδελφοί, τὰ ἔργα τοῦ σκότους, κι ἂς ἐργαζόμαστε τὰ ἔργα τοῦ φωτός, ὥστε ὄχι μόνο νὰ βαδίσουμε εὐσχημόνως σὰν σὲ τέτοια ἡμέρα, ἀλλὰ καὶ ἡμέρας υἱοὶ νὰ γίνουμε. Καὶ ἂς ἀνεβοῦμε στὸ ὄρος, ὅπου ὁ Χριστὸς ἔλαμψε, γιὰ νὰ δοῦμε τί συνέβη ἐκεῖ. Ἢ μᾶλλον, ἐὰν εἴμαστε ὅπως πρέπει καὶ ἔχουμε γίνει ἄξιοι τέτοιας ἡμέρας, ὁ ἴδιος ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ θὰ μᾶς ἀνεβάσει στὸν κατάλληλο καιρό. Τώρα ὅμως, παρακαλῶ, ἐντείνετε καὶ ἀνυψῶστε τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς διάνοιας πρὸς τὸ φῶς τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, ἕως ὅτου μεταμορφωθεῖτε μὲ τὴν ἀνακαίνιση τοῦ νοῦ σας καὶ ἔτσι ἀποκτώντας τὴν θεία αἴγλη ἀπὸ ψηλά, νὰ γίνετε σύμμορφοι μὲ τὸ ὁμοίωμα τῆς δόξας τοῦ Κυρίου (Φιλ. 3, 21), τοῦ ὁποίου τὸ πρόσωπο ἐπάνω στὸ ὄρος ἔλαμψε σήμερα σὰν τὸν ἥλιο.

Τί σημαίνει «σὰν τὸν ἥλιο;» Κάποτε τὸ ἡλιακὸ φῶς δὲν ὑπῆρχε σὰν σὲ σκεῦος στὸν δίσκο τοῦτο. Τὸ μὲν φῶς εἶναι πρωτογεννημένο, τὸν δὲ δίσκο τὴν τετάρτη ἡμέρα δημιούργησε ὁ Κτίστης τῶν πάντων, ἀνάβοντας σ᾽ αὐτὸν τὸ φῶς καὶ κάμνοντάς τον ἄστρο ποὺ φέρνει τὴν ἡμέρα καὶ συγχρόνως φαίνεται τὴν ἡμέρα. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ τὸ φῶς τῆς θεότητας κάποτε δὲν βρισκόταν σὰν σὲ σκεῦος στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνο μὲν εἶναι πρὶν ἀπὸ κάθε ἀρχὴ καὶ δίχως ἀρχή. Τοῦτο δὲ τὸ πρόσλημμα, τὸ ὁποῖο ἔλαβε ἀπὸ μᾶς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, δημιουργήθηκε γιὰ χάρη μας στοὺς ὕστερους χρόνους, λαμβάνοντας ἐντός του τὸ πλήρωμα τῆς θεότητας. Ἔτσι ἐμφανίσθηκε φωστήρας θεοποιὸς καὶ συνάμα θεοφεγγής. Ἔτσι ἔλαμψε τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ὅπως ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτιά Του ἔγιναν λευκὰ ὅπως τὸ φῶς. Ὁ δὲ Μᾶρκος λέει «στιλπνὰ καὶ λευκὰ πολὺ σὰν χιόνι, τέτοια ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ λευκάνει γναφέας ἐπὶ τῆς γῆς» (Μαρκ. 9, 3).


Λαμπρύνθηκε, λοιπόν, μὲ τὸ ἴδιο φῶς καὶ τὸ προσκυνητὸ ἐκεῖνο σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ἱμάτια, ἀλλ᾽ ὄχι ἐξίσου. Διότι τὸ μὲν πρόσωπό Του σὰν τὸν ἥλιο ἔλαμψε, τὰ δὲ ἱμάτια, ἐφόσον ἄγγιζαν τὸ σῶμα Του, ἔγιναν φωτεινά. Καὶ ἔδειξε μὲ αὐτὸ ποιές εἶναι οἱ στολὲς τῆς δόξας, ποὺ θὰ ἐνδυθοῦν κατὰ τὸν μέλλοντα αἰῶνα ὅσοι πλησίασαν τὸν Θεό, καὶ ποιά εἶναι τὰ ἐνδύματα τῆς ἀναμαρτησίας, τὰ ὁποῖα ὅταν ἀπέβαλε ὁ Ἀδὰμ λόγῳ τῆς παραβάσεως, φαινόταν γυμνὸς καὶ αἰσθανόταν ντροπή. Ὁ μὲν θεῖος Λουκᾶς λέει: «Ἔγινε ἡ μορφή Του διαφορετικὴ καὶ ἡ ἐνδυμασία Του λευκὴ καὶ ἀπαστράπτουσα», βλέποντας ὅτι ὅλα τὰ ἐκεῖ τελούμενα δὲν ἔχουν κάτι ἀντίστοιχο νὰ συγκριθοῦν. Ὁ δὲ Μᾶρκος εἰκονίζει μὲν τὰ ἱμάτια, λέγοντας ὅμως ὅτι εἶναι στιλπνὰ καὶ λευκὰ σὰν χιόνι ἔδειξε καὶ αὐτὸς ὅτι οἱ εἰκόνες καὶ τὰ παραδείγματα ὑστεροῦν ἔναντι τῆς θέας τῶν ἱματίων ἐκείνων. Διότι τὸ χιόνι εἶναι μὲν λευκό, ἀλλ᾽ ὄχι στιλπνό. Ἔχει πάντα ἀνώμαλη ἐπιφάνεια, ἐφόσον ὅλο ἀποτελεῖται ἀπὸ μικρὲς φυσαλίδες λόγῳ τῆς μίξεως τοῦ ἐνυπάρχοντος σ᾽ αὐτὸ ἀέρα. Ὅταν δηλαδὴ τὸ σύννεφο δὲν ἔχει ἀκόμη συσταθεῖ τελείως καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἀποβάλει τὸν ἐνυπάρχοντα ἀέρα, πήζει ἀπὸ τὴν σφοδρότητα τοῦ ψύχους καὶ ἔτσι κατέρχεται γεμᾶτο ἀέρα, λευκὸ καὶ ἀνώμαλο, ὅπως περίπου ὁ ἀφρός.

Ἐπειδή, λοιπόν, δὲν ἀρκοῦσε τὸ λευκὸ τοῦ χιονιοῦ, γιὰ νὰ παραστήσει τὴν τερπνότητα τῆς θέας ἐκείνης, συμπεριλήφθηκε καὶ τὸ στιλπνό, δείχνοντας καὶ μ᾽ αὐτὰ ὁ εὐαγγελιστὴς τὴν ὑπερφυῆ φύση τοῦ φωτὸς ἐκείνου, μὲ τὸ ὁποῖο τὰ ἱμάτια ἐκεῖνα ἔγιναν στιλπνὰ καὶ λευκά. Πράγματι, δὲν εἶναι ἰδιότητα τοῦ φωτὸς νὰ καθιστᾶ λευκὰ καὶ στιλπνὰ αὐτὰ ποὺ φωτίζει, ἀλλὰ νὰ δείχνει τὸ χρῶμα τους. Ἀντιθέτως, ἐκεῖνο, καθὼς φαίνεται, τὰ ἀποκάλυψε ἢ μᾶλλον τὰ ἀλλοίωσε, πρᾶγμα ποὺ δὲν συνιστᾶ ἰδιότητα αἰσθητοῦ φωτός. Τὸ δὲ ἀκόμη παραδοξότερο, ὅτι καὶ ὅταν τὰ ἀλλοίωσε, τὰ διατήρησε πάλι ἀναλλοίωτα, ὅπως φάνηκε λίγο ἀργότερα. Πῶς νὰ τὰ ἐνεργεῖ αὐτὰ φῶς γνώριμο σὲ μᾶς; Γι᾽ αὐτὸ ὁ εὐαγγελιστὴς θέλοντας νὰ δείξει ὑπερφυῆ ὄχι μόνο τὴν ὑπεροχικὴ λαμπρότητα καὶ ὀμορφιὰ τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ καὶ τὴν ὡραιότητα τῶν ἐνδυμάτων, παραμέρισε μὲ τρόπο τὴν φυσικὴ ὡραιότητα συνάπτοντας τὴν στιλπνότητα μὲ τὸ λευκὸ τοῦ χιονιοῦ. Ἐπειδὴ ὅμως καὶ ἡ τέχνη μαζὶ μὲ τὴν φύση ἐπινοεῖ τὸ ὡραῖο, θέτοντας ἐκείνη τὴν ὀμορφιὰ πάνω ἀπὸ τεχνητοὺς ὡραϊσμούς, ἀναφέρει: «τέτοια, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ λευκάνει γναφέας ἐπάνω στὴν γῆ».

Ἀλλ᾽ ὅμως ὁ προαιώνιος Λόγος, ποὺ σαρκώθηκε γιὰ μᾶς, ἡ ἐνυπόστατη σοφία τοῦ Πατρός, φέρει ὁπωσδήποτε μέσα Του καὶ τὸν λόγο τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος· τοῦ ὁποίου τὸ γράμμα εἶναι σὰν ἐνδυμασία· λευκὸ καὶ σαφές, συνάμα δὲ στιλπνὸ καὶ λαμπρὸ καὶ σὰν μαργαριτάρι, μᾶλλον δὲ θεοπρεπὲς καὶ ἔνθεο γι᾽ αὐτοὺς ποὺ βλέπουν πνευματικὰ τὰ τοῦ Πνεύματος καὶ ἑρμηνεύουν θεοπρεπῶς τὶς λέξεις τῶν κειμένων καὶ δείχνουν ὅτι τὰ λόγια τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος εἶναι τέτοια, ποὺ γναφέας ἐπάνω στὴν γῆ, δηλαδὴ σοφὸς τοῦ κόσμου τούτου, δὲν μπορεῖ νὰ διασαφήσει. Καὶ τί λέω νὰ διασαφήσει; Δὲν μπορεῖ νὰ τὰ κατανοήσει, οὔτε ὅταν τὰ ἑξηγεῖ ἄλλος. Διότι, καθὼς λέει ὁ ἀπόστολος, «ψυχικὸς ἄνθρωπος δὲν δέχεται τὰ τοῦ Πνεύματος, οὔτε μπορεῖ νὰ τὰ γνωρίσει» (Α´ Κορ. 2, 14). Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐσφαλμένως θεωρεῖ αἰσθητὲς τὶς ἀσύλληπτες καὶ θεῖες καὶ πνευματικὲς ἐλλάμψεις, «ἐρευνώντας πράγματα ποὺ δὲν εἶδε, μάταια ὑπερυφανευόμενος μὲ τὸν ὑποδουλωμένο στὴν ἁμαρτία νοῦ του» (Κολ. 2, 18).

Ἀλλ᾽ ὁ Πέτρος, ποὺ ὁ νοῦς του φωτίσθηκε ἀπὸ τὴν θεσπέσια ἐκείνη θέα καὶ ἀνυψώθηκε πρὸς θεῖο ἔρωτα καὶ πόθο μεγαλύτερο, μὴ θέλοντας πλέον νὰ ἀποχωρισθεῖ τὸ φῶς ἐκεῖνο, «καλὸ εἶναι νὰ εἴμαστε ἐδῶ», ἔλεγε στὸν Κύριο, «ἂν θέλεις, ἂς κατασκευάσουμε ἐδῶ τρεῖς σκηνές, μία γιὰ σένα, μία γιὰ τὸν Μωϋσῆ καὶ μία γιὰ τὸν Ἠλία», μὴ γνωρίζοντας τί λέει. Διότι, βέβαια, δὲν εἶχε φθάσει ὁ καιρὸς τῆς ἀποκαταστάσεως. Ὅταν ἔλθει ὁ καιρός, δὲν θὰ χρειασθοῦμε σκηνὲς χειροποίητες. Πέρα ἀπὸ αὐτό, δὲν ἔπρεπε νὰ ἐξισώνει τὸν Δεσπότη μὲ τοὺς δούλους μὲ τὴν ὁμοιότητα τῶν σκηνῶν. Ὁ μὲν Χριστὸς ὡς Υἱὸς γνήσιος στοὺς κόλπους τοῦ Πατρὸς βρίσκεται, οἱ δὲ προφῆτες ὡς υἱοὶ γνήσιοι τοῦ Ἀβραὰμ στοὺς κόλπους τοῦ Ἀβραὰμ ὅπως πρέπει θὰ κατοικήσουν. Καθὼς λοιπὸν ὁ Πέτρος στὴν ἄγνοιὰ του ἔλεγε αὐτά, «ἰδού, νεφέλη φωτεινὴ τοὺς ἐπισκίασε», διακόπτοντας τοὺς λόγους τοῦ Πέτρου καὶ δείχνοντας ποιά εἶναι ἡ σκηνὴ ποὺ ἁρμόζει στὸν Χριστό. Τί ἦταν ὅμως αὐτὴ ἡ νεφέλη καὶ πῶς, ἐνῶ ἦταν φωτεινή, τοὺς ἐπισκίασε; Μήπως εἶναι αὐτὴ τὸ ἀπρόσιτο φῶς, στὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς κατοικεῖ, τὸ φῶς ποὺ ἐνδύεται σὰν ἱμάτιο; Διότι λέει: «αὐτὸς ποὺ καθιστᾶ τὰ σύννεφα ἄμαξά Του» (103, 4) καὶ «ἔθεσε τὸ σκότος περικάλυμμά Του σὰν κυκλικὴ σκηνὴ» (Ψαλμ. 17, 13), ἐνῶ ὁ ἀπόστολος λέει: «εἶναι ὁ μόνος ποὺ ἔχει ἀθανασία καὶ κατοικεῖ σὲ φῶς ἀπρόσιτο» (Α´ Τιμ. 6, 16). Ὣστε τὸ ἴδιο εἶναι ἐδῶ καὶ φῶς καὶ σκότος, ποὺ ἐπισκιάζει ἀπὸ ἀσύγκριτη λαμπρότητα.


Καθολικό Ιεράς Μονής Μεταμόρφωσης Του Σωτήρος 

Ζαβορδας Γρεβενών

Ἀλλὰ καὶ αὐτό, ποὺ λίγο πρὶν εἶδαν τὰ μάτια τῶν ἀποστόλων, χαρακτηρίζεται ὡς ἀπρόσιτο ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς θεολόγους. «Σήμερα εἶναι φωτὸς ἀπροσίτου ἄβυσσος. Σήμερα φωτίζει τοὺς ἀποστόλους ἀπεριόριστη ἔκχυση θείας αἴγλης στὸ Θαβώρ». Καὶ ὁ μέγας Διονύσιος ἀποκαλώντας γνόφο τὸ ἀπρόσιτο φῶς, ὅπου λέγεται ὅτι κατοικεῖ ὁ Θεὸς λέει ὅτι «σ᾽ αὐτὸν τὸν γνόφο εἰσέρχεται ὅποιος ἀξιώνεται νὰ γνωρίσει καὶ νὰ δεῖ τὸν Θεό». Ἑπομένως τὸ ἴδιο φῶς ἦταν αὐτὸ ποὺ πρωτύτερα ἔβλεπαν νὰ λάμπει ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου οἱ ἀπόστολοι καὶ ἡ φωτεινὴ νεφέλη ποὺ κατόπιν ἐπισκίασε. Ἀλλὰ στὴν ἀρχὴ ἐπειδὴ ἔλαμπε μετριότερα, ἐπέτρεπε τὴν ὅραση. Ὅταν ὅμως διαχύθηκε μὲ πολὺ μεγαλύτερη ἔνταση, ἦταν γι᾽ αὐτοὺς ἀόρατο λόγῳ τῆς ἀσύγκριτης λαμπρότητας. Καὶ ἔτσι ἐπισκίασε τὴν πηγὴ τοῦ θείου καὶ ἀεννάου φωτός, τὸν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης Χριστό. Ἄλλωστε, καὶ στὸν αἰσθητὸ ἥλιο τὸ ἴδιο φῶς καὶ τὴν ὅραση παρέχει μέσω τῆς ἀκτίνας καὶ ἀφαιρεῖ πάλι τὴν ὅραση, ὅταν κατάματα τὸν κοιτάξει κανείς, διότι ἡ λαμπρότητά του εἶναι ὑπεράνω τῆς δυνατότητας τῶν ὀφθαλμῶν μας.

Ἀλλ᾽ ὁ μὲν αἰσθητὸς ἥλιος φαίνεται ὅπως εἶναι ἐκ φύσεως καὶ ὄχι ὅπως θέλει, οὔτε μόνο σὲ ὅποιους θέλει. Ὁ δὲ ἥλιος τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς δικαιοσύνης Χριστός, ἔχοντας ὄχι μόνο φύση καὶ φυσικὴ λαμπρότητα καὶ δόξα, ἀλλὰ καὶ θέληση ἀνάλογη, φωτίζει προνοητικῶς καὶ σωτήρια μόνο ὅσους θέλει καὶ ὅσο θέλει. Ἔτσι θέλησε καὶ φάνηκε σὰν ἥλιος ἐνώπιον τῶν ἀποστόλων καὶ μάλιστα ὄχι ἀπὸ μεγάλη ἀπόσταση. Ἔπειτα ἔλαμψε πιὸ ἔντονα κατὰ τὴν θέλησή Του καὶ ἀπὸ τὴν ἀσύγκριτη φωτεινότητα ἔγινε ἀόρατος στὰ μάτια τῶν ἀποστόλων, σὰν νὰ εἰσῆλθε σὲ φωτεινὴ νεφέλη. Ἀλλὰ καὶ φωνὴ ἀκούσθηκε ἀπὸ τὴν νεφέλη: «Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν ὁποῖον εὐδόκησα, Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε». Ὅταν ὁ Κύριος βαπτίσθηκε στὸν Ἰορδάνη, ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοὶ καὶ ἡ ἴδια ἀκούσθηκε φωνὴ ἀπὸ τὴν δόξα ἐκείνη ἀσφαλῶς, τὴν ὁποία δόξα καὶ ὁ Στέφανος ἀργότερα ἐνατένισε, ὅταν ἄνοιξαν γι᾽ αὐτὸν οἱ οὐρανοὶ καὶ καταλήφθηκε ἀπὸ τὸν Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Τώρα ἀκούσθηκε ἀπὸ τὴν νεφέλη, ποὺ ἐπισκίασε τὸν Ἰησοῦ. Ἑπομένως εἶναι αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ ὑπερουράνια δόξα τοῦ Θεοῦ. Πῶς λοιπὸν εἶναι αἰσθητὸ φῶς τὸ ὑπερουράνιο;

Ι.Μ. Μεγάλου Μετεώρου (Μεταμόρφωσης του Σωτήρος)
Δίδαξε δὲ ἡ ἀπὸ τὴν νεφέλη φωνὴ τοῦ Πατρός, ὅτι ὅλα ἐκεῖνα τὰ πρὸ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας Ἰησου Χριστοῦ, οἱ νομοθεσίες, οἱ υἱοθεσίες, ἦταν ἀτελῆ καὶ δὲν ἔγιναν οὔτε τελέσθηκαν σύμφωνα μὲ προηγούμενο θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ παραχωρήθηκαν γιὰ τὴν μέλλουσα αὐτὴ τοῦ Κυρίου παρουσία καὶ ἐπιφάνεια. Αὐτὸς λοιπὸν εἶναι ἐκεῖνος, στὸν ὁποῖο εὐδοκεῖ καὶ ἀναπαύεται καὶ εὐαρεστεῖται τέλεια ὁ Πατήρ, ὅπως σὲ Υἱὸ ἀγαπητό. Γι᾽ αὐτὸ καὶ παραγγέλλει Αὐτὸν νὰ ἀκοῦμε καὶ σ᾽ Αὐτὸν νὰ πειθαρχοῦμε. Καὶ ὅταν λέει «εἰσέλθετε ἀπὸ τὴν στενὴ πύλη, διότι εἶναι πλατειὰ καὶ ἄνετη ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια, ἐνῶ στενὴ καὶ δύσβατη ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ζωή», Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε. Κι ὅταν λέει πῶς τὸ φῶς αὐτὸ εἶναι βασιλεία τοῦ Θεοῦ, Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε, σ᾽ Αὐτὸν νὰ πιστεύετε καὶ τέτοιου φωτὸς νὰ καθιστᾶτε ἀξίους τοὺς ἑαυτούς σας.

Ὅταν λοιπὸν φάνηκε ἡ φωτεινὴ νεφέλη καὶ ἤχησε ἀπὸ τὴν νεφέλη ἡ πατρικὴ φωνή, ἔπεσαν, λέει, μὲ τὸ πρόσωπο στὴν γῆ οἱ μαθητές· ὄχι ἐξ αἰτίας τῆς φωνῆς, ἀφοῦ καὶ ἄλλοτε πολλὲς φορὲς ἀκούσθηκε, ὄχι μόνο στὸν Ἰορδάνη ἀλλὰ καὶ στὰ Ἱεροσόλυμα ὅταν πλησίαζε τὸ σωτήριο πάθος. Πράγματι, ὅταν ὁ Κύριος εἶπε «Πάτερ, δόξασε τὸ ὄνομὰ Σου» ἦλθε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό: «Τὸ ὄνομά μου τὸ δόξασα καὶ πάλι θὰ τὸ δοξάσω» (Ἰω. 12, 28), καὶ ὅλος μὲν ὁ ὄχλος ἄκουσε, ἀλλὰ κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς δὲν ἔπεσε. Ἐδῶ ὅμως ὄχι μόνο φωνή, ἀλλὰ καὶ φῶς ἀπεριόριστο συνάμα φάνηκε. Εὐλόγως, λοιπόν, κατάλαβαν οἱ θεοφόροι Πατέρες ὅτι γι᾽ αὐτὸν τὸν λόγο ἔπεσαν πρηνεῖς οἱ μαθητές, ὄχι γιὰ τὴν φωνή, ἀλλὰ γιὰ τὸ παράξενο καὶ ὑπερφυὲς φῶς. Διότι καὶ πρὶν φθάσει ἡ φωνὴ ἦσαν φοβισμένοι, ὅπως λέει ὁ Μᾶρκος, σαφῶς ἀπὸ τὴν θεοφάνεια ἐκείνη.

Ὅμως, ὅταν μὲ ὅλα αὐτὰ ἀποδεικνύεται ὅτι τὸ φῶς ἐκεῖνο εἶναι θεῖο καὶ ὑπερφυὲς καὶ ἄκτιστο, τί παθαίνουν πάλι αὐτοὶ ποὺ ἐπιδίδονται μὲ ὑπερβολικὸ ζῆλο στὴν θύραθεν καὶ σαρκικὴ παιδεία καὶ δὲν μποροῦν νὰ γνωρίσουν τὰ τοῦ Πνεύματος; Κατρακυλοῦν σὲ ἄλλο γκρεμό. Δὲν τὸ ὀνομάζουν θεία δόξα, οὔτε βασιλεία Θεοῦ, οὔτε κάλλος, οὔτε χάρη, οὔτε λαμπρότητα, ὅπως ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς θεολόγους διδαχθήκαμε, ἀλλὰ ἰσχυρίζονται ὅτι τοῦτο εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο προηγουμένως ἔλεγαν ὅτι εἶναι αἰσθητὸ καὶ κτιστό. Ὁ δὲ Κύριος στὰ εὐαγγέλια λέει πὼς τούτη ἡ δόξα δὲν εἶναι κοινὴ μόνο σ᾽ Αὐτὸν καὶ τὸν Πατέρα, ἀλλὰ καὶ στοὺς ἁγίους ἀγγέλους, καθὼς γράφει ὁ θεῖος Λουκᾶς: «ὅποιος ντραπεῖ νὰ ὁμολογήσει ἐμένα καὶ τὴν διδασκαλία μου στὴν γενεὰ αὐτή, θὰ ντραπεῖ καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου γι αὐτόν, ὅταν ἔλθει μέσα στὴν δόξα Του καὶ τὴν δόξα τοῦ Πατρὸς καὶ τῶν ἁγίων ἀγγέλων» (Λουκ. 9, 26). Αὐτοὶ λοιπὸν ποὺ ἰσχυρίζονται πὼς ἡ δόξα αὐτὴ εἶναι οὐσία, θὰ δεχθοῦν ὅτι αὐτὴ εἶναι κοινὴ οὐσία τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀγγέλων, πρᾶγμα ποὺ ἀποτελεῖ ἐσχάτη ἀσέβεια.

Μάλιστα, ὄχι μόνο οἱ ἄγγελοι, ἀλλὰ καὶ οἱ ἅγιοι μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων μετέχουν σ᾽ αὐτὴ τὴν δόξα καὶ βασιλεία. Ἀλλ᾽ ὁ μὲν Πατὴρ καὶ ὁ Υἱὸς μαζὶ μὲ τὸ θεῖο Πνεῦμα ἔχουν φυσικὴ τούτη τὴν δόξα καὶ βασιλεία, οἱ δὲ ἅγιοι ἄγγελοι καὶ ἄνθρωποι τὴν ἀποκτοῦν κατὰ χάρη, δεχόμενοι ἀπὸ ἐκεῖ τὴν ἔλλαμψη. Ἄλλωστε καὶ ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας, ποὺ ἐμφανίσθηκαν μαζί Του σ᾽ αὐτὴ τὴν δόξα, αὐτὸ ἀκριβῶς μᾶς παρέστησαν. Ὁ δὲ Μωϋσῆς φάνηκε κοινωνὸς τῆς θεϊκῆς δόξας ὄχι μόνο τώρα ἐπάνω στὸ Θαβώρ, ἀλλὰ καὶ τότε ποὺ τὸ πρόσωπό του δοξάσθηκε τόσο, ὥστε νὰ μὴ μποροῦν οἱ Ἰσμαηλῖτες νὰ τὸ ἀντικρύσουν. Τοῦτο δηλώνει καὶ αὐτὸς ποὺ λέει ὅτι ὁ Μωϋσῆς δέχθηκε στὸ θνητὸ πρόσωπό του τὴν ἀθάνατη δόξα τοῦ Πατρός. Καθὼς καὶ ἐκεῖνος πού, ὅταν ὁ Εὐνόμιος χαρακτήριζε ἀμετάδοτη πρὸς τὸν Υἱὸ τὴν δόξα τοῦ Παντοκράτορα, τὸν ἀντέκρουσε λέγοντας ὅτι, δὲν θὰ ἀνεχόμουν τέτοιο λόγο, ἀκόμη κι ἂν ἀναφερόταν στὸν Μωϋσῆ.

Κοινή, λοιπόν, καὶ μία εἶναι ἡ δόξα καὶ ἡ βασιλεία καὶ ἡ λαμπρότητα τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἁγίων Του. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ψαλμωδὸς προφήτης ψάλλει: «ἡ λαμπρότητα τοῦ Θεοῦ μας θὰ εἶναι ἐπάνω μας» (Ψαλμ. 89, 19). Ἀλλὰ κανεὶς μέχρι τώρα δὲν τόλμησε νὰ πεῖ ὅτι εἶναι μία καὶ κοινὴ ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἁγίων. Καὶ βέβαια κοινὴ φάνηκε τελευταῖα ἐπάνω στὸ ὄρος ἡ θεία λαμπρότητα τῆς θεότητας τοῦ Λόγου καὶ τῆς ἀνθρώπινης σάρκας. Ὅτι εἶναι ὅμως κοινὴ ἡ οὐσία τῆς θεότητας καὶ τῆς σάρκας, θὰ τὸ ἔλεγαν ὁ Εὐτυχὴς καὶ ὁ Διόσκορος καὶ ὄχι αὐτοὶ ποὺ θέλουν νὰ εἶναι εὐσεβεῖς. Καὶ τὴν μὲν δόξα αὐτὴ καὶ λαμπρότητα, ὅπως καὶ τώρα τὴν εἶδαν οἱ συνοδοιπόροι τοῦ Ἰησοῦ, ὅλοι θὰ τὴν ἀντικρύσουν, ὅταν ὁ Κύριος φανεῖ νὰ λάμπει ἀπὸ ἀνατολὴ ἕως δύση. Κανεὶς ὅμως δὲν στάθηκε στὴν ὑπόσταση καὶ οὐσία τοῦ Θεοῦ καὶ εἶδε ἢ περιέγραψε τὴν θεία φύση. Καὶ τὸ μὲν θεῖο τοῦτο φῶς δίδεται μὲ μέτρο καὶ ἐπιδέχεται τὸ μᾶλλον καὶ ἦττον μεριζόμενο δίχως νὰ διαιρεῖται, κατὰ τὴν ἀξία αὐτῶν ποὺ τὸ δέχονται. Ἡ ἀπόδειξη εἶναι κοντά. Τὸ μὲν πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἔλαμψε πιὸ πολὺ ἀπ᾽ τὸν ἥλιο, τὰ δὲ ἱμάτια ἔγιναν λαμπρὰ καὶ λευκὰ σὰν χιόνι. Καὶ ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας στὴν ἴδια θεάθηκαν δόξα, ἀλλὰ κανεὶς τους δὲν ἄστραψε τότε σὰν ἥλιος. Καὶ οἱ ἴδιοι οἱ μαθητὲς μέρος τοῦ φωτὸς ἐκείνου εἶδαν, μέρος δὲν μπόρεσαν νὰ ἀτενίσουν.

Ἔτσι λοιπὸν μετρεῖται καὶ μερίζεται, δίχως νὰ διαιρεῖται, τὸ φῶς ἐκεῖνο καὶ ἐπιδέχεται αὐξομείωση. Καὶ ἕνα μέρος αὐτοῦ γνωρίζεται τώρα ἕνα μέρος ἀργότερα. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ θεῖος Παῦλος λέει: «τώρα κατὰ μέρος γνωρίζουμε καὶ κατὰ μέρος προφητεύουμε» (Α´ Κορ. 13, 9). Ὅμως τελείως ἀμέριστη καὶ ἀκατάληπτη εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ καὶ καμμιὰ οὐσία δὲν ἐπιδέχεται αὐξομειώσεις. Κατὰ τὰ ἄλλα, εἶναι γνώρισμα τῶν καταραμένων Μεσσαλιανῶν τὸ νὰ νομίζουν ὅτι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ γίνεται ὁρατὴ στοὺς κατ᾽ αὐτοὺς ἀξίους. Ἐμεῖς ὅμως ἀνατρέποντας καὶ τοὺς παλαιοὺς καὶ τοὺς σύγχρονους κακοδόξους καὶ πιστεύοντας, καθὼς διδαχθήκαμε, ὅτι οἱ ἅγιοι βλέπουν καὶ κοινωνοῦν ὄχι τὴν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ βασιλεία καὶ δόξα καὶ λαμπρότητα καὶ φῶς ἀπόῤῥητο καὶ θεία χάρη, ἂς ὁδεύσουμε πρὸς τὴν λάμψη τοῦ φωτὸς τῆς χάριτος, γιὰ νὰ γνωρίσουμε καὶ νὰ θεωρήσουμε τρίφωτη Θεότητα, ποὺ ἀκτινοβολεῖ ἑνιαία ἀπόῤῥητη αἴγλη ἀπὸ μία τρισυπόστατη φύση. Καὶ τὰ μάτια τοῦ νοῦ ἂς ἀνυψώσουμε πρὸς τὸν Λόγο, ποὺ εἶναι τώρα μὲ τὸ σῶμα Του ἐγκατεστημένος πάνω ἀπὸ τὶς οὐράνιες ἁψῖδες. Αὐτός, θεοπρεπῶς καθήμενος στὰ δεξιὰ τῆς μεγαλωσύνης, σὰν ἀπὸ μακρυνὸ τόπο μᾶς στέλνει αὐτὸ τὸ μήνυμα: «ὅποιος θέλει νὰ παραστεῖ σ᾽ αὐτὴ τὴν δόξα, ἂς μιμεῖται κατὰ τὸ δυνατὸν καὶ ἂς πορεύεται τὴν ὁδὸ καὶ τὴν πολιτεία, τὴν ὁποία ὑπέδειξα μὲ τὸν ἐπίγειο βίο μου».

Ἂς παρατηροῦμε, λοιπόν, μὲ τοὺς ἐσωτερικοὺς ὀφθαλμοὺς τὸ μέγα τοῦτο θέαμα, τὴν φύση μας νὰ ζεῖ αἰωνίως μὲ τὸ ἄϋλο πῦρ τῆς θεότητος. Καὶ ἀφοῦ ἀποβάλουμε τοὺς δερμάτινους χιτῶνες, τοὺς ὁποίους φορέσαμε ἐξαιτίας τῆς παραβάσεως, τὰ γεώδη καὶ σαρκικὰ φρονήματα, ἂς σταθοῦμε σὲ γῆ ἁγία, ἀναδεικνύοντας ὁ καθένας τὴν δική του γῆ ἁγία διὰ τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἀνατάσεως πρὸς τὸ Θεό, ὥστε νὰ ἔχουμε παῤῥησία, ὅταν ἔρχεται ὁ Θεὸς μέσα σὲ φῶς, καὶ προστρέχοντας νὰ φωτισθοῦμε καὶ φωτιζόμενοι νὰ ζήσουμε αἰωνίως μαζὶ Του πρὸς δόξα τῆς τρισήλιας καὶ μοναρχικωτάτης λαμπρότητας, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων.


----------------------------------------------------------

Τρίτη 26 Απριλίου 2011

"Στη Φωτοφόρο και Αγία Ανάσταση του Κυρίου"


(Άγιος Γρηγόριος Νύσσης)

1. «Εὐλογητός ὁ Θεός» (Λουκ. 1, 68). Ἄς ἐπαινέσομε σήμερα τόν Μονογενή Θεό τόν δημιουργό τῶν οὐρανίων, αὐτόν πού ἔσκυψε πάνω στίς μυστικές λαγόνες τῆς γῆς καί μέ τίς φωτοφόρες ἀκτίνες του φώτισε ὅλη τήν οἰκουμένη. Ἄς ὑμνήσομε σήμερα τήν ταφή τοῦ Μονογενοῦς, τήν ἀνάσταση τοῦ Νικητῆ, τή χαρά τοῦ κόσμου, τή ζωή τῶν λαῶν (Ἰω. 16, 20. Λουκ. 2, 10). Ἄς ὑμνήσομε σήμερα αὐτόν πού φόρεσε τήν ἁμαρτία (Β´ Κορ 5, 21). 

Ἄς εὐφημήσομε σήμερα τόν Θεό Λόγο, πού ντρόπιασε τή σοφία τοῦ κόσμου (Α´ Κορ. 1, 20), ἐπιβεβαίωσε τήν ἀναγγελία τῶν προφητῶν, συγκέντρωσε τήν ὁμάδα τῶν ἀποστόλων, διάδωσε τήν κλήση τῆς Ἐκκλησίας καί τή χάρη τοῦ Πνεύματος. Γιατί νά, ἐμεῖς πού κάποτε ἤμαστε ξένοι ἀπό τήν ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ (Ἐφ. 2, 13.19), γνωρίσαμε τό Θεό καί ἐκπληρώθηκε ὅ,τι ἔχει γραφεῖ: «θά θυμηθοῦν καί θά στραφοῦν στόν Κύριο ὅλα τά πέρατα τῆς γῆς καί θά πέσουν νά τόν προσκυνήσουν ὅλες οἱ φυλές τῶν λαῶν» (Ψαλμ. 21, 28).


Τρίτη 12 Απριλίου 2011

"Ομιλία εις την αγίαν εορτήν των Βαΐων και εις τον πώλον"


(Άγιος Ευλόγιος Αλεξανδρείας)

Εορτάζουμε σήμερα οι πιστοί επίσκεψιν βασιλικήν ας υποδεχθούμε τον Βασιλέα θεοπρεπώς. Ήλθε λοιπόν η ώρα, ας μη κοιμώμεθα, ας υψώσωμε τον νου προς τον Θεόν,  μη σβύσωμε το πνεύμα, ας ανάψωμε χαρμόσυνες λαμπάδες, ας ανανεώσωμε τον χιτώνα της ψυχής, ας βαστάσωμε νικηφόρως τα βάϊα και ας βοήσωμε μαζί με τον όχλον, ας υμνήσωμε όπως τα παιδιά, μαζί τους: «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». 

Ιδού ότι ήλθεν, ιδού εφανερώθη, ιδού έφθασε. Πάλιν εισέρχεται στην Ιερουσαλήμ, πάλι σταυρός ετοιμάζεται, πάλι σχίζεται το χειρόγραφο του Αδάμ, πάλιν ο Παράδεισος ανοίγεται, πάλι γίνεται ένοικός του ο ληστής, πάλιν η εκκλησία χορεύει, πάλιν η πονηρά Συναγωγή χηρεύει, πάλιν οι δαίμονες αισχύνονται, πάλιν οι Ιουδαίοι μαίνονται, πάλιν οι πιστοί διασώζονται.


Πέμπτη 5 Αυγούστου 2010

"Ὁμιλία εἰς τὴν Θείαν Μεταμόρφωσιν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ"


(Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς)

Ὁ Προφήτης Ἡσαΐας προεῖπε γιά τό εὐαγγέλιο ὅτι «λόγο συντετμημένο θά δώσει ὁ Κύριος ἐπί τῆς γῆς» (Ἡσ. 10, 25). Συντετμημένος λόγος εἶναι ἐκεῖνος, πού μέσα σέ λίγες λέξεις περικλείει πλούσιο νόημα. Ἄς ἐπανεξετάσουμε λοιπόν σήμερα ὅσα ἔχουμε ἐκθέσει κι ἄς προσθέσουμε ὅσα ὑπολείπονται, γιά νά ἐμφορηθοῦμε ἀκόμη περισσότερο ἀπό τά ἐναποκείμενα ἄφθαρτα νοήματα καί ὁλόκληροι νά καταληφθοῦμε ἀπό τά θεῖα.

Στηρίξτε......

  • Ο εύκολος πόλεμος - Κανείς από εμάς δεν ξέρει τι είναι ο πόλεμος. Έχουμε ακούσει ιστορίες, έχουμε δει βίντεο και εικόνες, έχουμε διαβάσει για αυτόν, Οι παππούδες μας, μας με...
    Πριν από 6 χρόνια