Γιατί το Πάσχα της ζωής προς το οποίο κατευθύνεται και καταλήγει η
μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι Πάσχα σταυρώσιμο και αναστάσιμο. Ο Σταυρός
εκβάλλει στην Ανάσταση· η Ανάσταση ριζώνεται στο Σταυρό. Το ένα δεν
αποχωρίζεται από το άλλο.
(Ανδρέας Θεοδώρου - Ομιλία που έγινε στη σειρά «Λαϊκό Κήρυγμα» της Εταιρείας Φίλων του Λαού [απόσπασμα])
Η γιορτή της Σταυροπροσκυνήσεως είναι αναμφισβήτητα μια από τις μεγαλύτερες γιορτές της Ορθοδοξίας, την οποία ιδιαιτέρως ευλαβείται και τιμά το χριστεπώνυμό της πλήρωμα.
Κατ’ αυτήν προβάλλεται -και καλούνται oι πιστοί να προσκυνήσουν- τον τίμιο Σταυρό, πάνω στον οποίο ο Χριστός, αφού άπλωσε τις άγιες παλάμες του, “ήνωσε τα το πριν διεστώτα”, απέθανε κατά τη σάρκα του ο Θεός και με την υπέρτατη θυσία του, την αγάπη του και την υπακοή του, στις οποίες κορυφώθηκε το μυστήριο της θείας του κενώσεως, εξιλέωσε τον αμαρτωλό άνθρωπο ενώπιον του αγίου Θεού, ικανοποίησε τη θεία δικαιοσύνη για τις αμαρτίες και την ενοχή ολοκλήρου του κόσμου, εξαγόρασε το πλάσμα του από την κακότητα του διαβόλου και την αρπάγη(δίκτυ) του θανάτου, καταβάλοντας ως λύτρο το πανάγιο αίμα του, αίμα όχι ενός “ψιλού” (=απλού) ανθρώπου, αλλά το αίμα του Υιού της Παρθένου και του Θεού, και κατάργησε με το πάθος του το μεσότοιχο της έχθρας, που δημιουργήθηκε μεταξύ Θεού και ανθρώπου, από τότε που ο τελευταίος με την αλόγιστη παρακοή του εκδιώχθηκε από τον αρχαίο παράδεισο της Εδέμ. Με το σταυρικό θάνατό του ο Χριστός κατέλυσε τη δύναμη του διαβόλου, θανάτωσε το θάνατο και άνοιξε διάπλατα την οδό που οδηγεί στα φωτεινά σκηνώματα της θείας βασιλείας! Επί του σταυρού ο άνθρωπος έγινε και πάλι πολίτης του Παραδείσου, γύρισε πίσω στην αληθινή του πατρίδα, στήθηκε στο πραγματικό βάθρο της υπάρξεώς του και απέβαλε τα ράκη της φθοράς, με τα οποία τον έντυσε το αλόγιστο πταίσμα της Εδέμ.[…]