(ο βίος που παρατίθεται δεν υπάρχει στο διαδίκτυο -απ' όσο ξέρω)
Ο δούλος του Θεού Αντώνιος γεννήθηκε το 785 στο Φωσάτον, κωμόπολη πλησίον των Ιεροσλύμων. Στο άγιο Βάπτισμα έλαβε τοόνομα Ιωάννης και οι ευλαβείς γονείς του τον έβαλαν, παιδί ακόμη, να υπηρετεί έναν αναχωρητή που εγκαταβίωνε στο βουνό. Ο αναχωρητής προανήγγειλε στο νεαρό παιδία ότι θα είχε λαμπρό μέλλον στον κόσμο και ότι θα περνούσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ως μοναχός. Μετά τον θάνατο των γονέων του, ο νεαρός Ιωάννης εγκαταστάθηκε στην Αττάλεια της Μικράς Ασίας· εκεί τον διέκρινε ο πατρίκιος του βυζαντινού στόλου και τον πήρε στην υπήρεσία του. Η εξέλιξή του στην ιεραρχία υπήρξε γρήγορη και λαμπρή και ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Β΄ (820-829) τον τοποθέτησε διοικητή του Θέματος των Κιβυραιωτών.
Περιβεβλημένος δόξα και τιμές, ο Ιωάννης επιθυμούσε να νυμφευθεί, ο ερημίτης όμως του έστειλε έναν απεσταλμένο για να του υπενθυμίσει τα όσα του είχε προαναγγείλει. Ο Ιωάννης υπάκουσε στην βούληση του Θεού· διοργάνωσε ένα μεγάλο δείπνο, οι καλεσμένοι του μέθυσαν και εκείνος δίχως να τον πάρουν είδηση διέφυγε με τον υπηρέτη του Θεόδωρο. Ένας στυλίτης, ο Ευστράτιος, τους έκειρε και τους δύο μοναχούς και ενδύθηκαν το αγγελικό Σχήμα λαμβάνοντας τα ονόματα Αντώνιος και Σάββας. Ξεκίνησαν ένα μεγάλο ταξίδι και διέσχισαν την Μικρά Ασία για να διαφύγουν τους απεσταλμένους του αυτοκράτορα που τους αναζητούσαν. Τέλος, ο Αντώνιος εγκαταστάθηκε σ' ένα ερημικό κελί στον Όλυμπο της Βιθυνίας, όχι πολύ μακριά από την Μονή των Ευνούχων, και τέθηκε υπό την πνευματική καθοδήγηση του Ιακώβου, οσίου και αυστηρού ερημίτη, πρώην επισκόπου Αγχιάλου. Ο Αντώνιος κατηγορήθηκε άδικα στον αυτοκράτορα Θεόφιλο για καταχρήσεις που έγιναν όσο ήταν ακόμη διοικητής, και πέρασε αρκετούς μήνες στην φυλακή. Όταν αποφυλακίσθηκε, επέστρεψε στον Όλυμπο της Βιθυνίας και παρευρέθη στις τελευταίες στιγμές του πνευματικού του πατρός. Μετά την κοίμηση του Ιακώβου, ο Αντώνιος εγκαταστάθηκε αλλού, σ' ένα κελλί μαζί με τον Σάββα, τον πρώην υπηρέτη του.
Αν και είχε αποκτήσει πνευματική εμπειρία από τους πολυετείς ασκητικούς αγώνες του ερημιτικού βίου, διαβάζοντας μια ημέρα τα λόγια του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος: ὅστις καθ' ησυχίαν καθήμενος, ἐπέγνω τήν ἑαυτοῦ ἀσθένειαν καί ἀπέλθών πέπρακεν ἑαυτόν ὑπακοῇ, οὖτις τυφλός ὤν, ἀκόπως πρός Χριστόν ἀνέβλεψεν", ο άγιος Αντώνιος απεφάσισε να υποταγείστον κοινοβιακό βίο ώστε να δρέψει τους καρπούς της υπακοής. Απέκρυψε την ταυτότητά του και την αρχοντική του καταγωγή και έγινε δεκτός στην Μονή της Κίου της Βιθυνίας. Εκεί με ζήλο μεγαλύτερο από εκείνον των νέων μοναχών, ανέλαβε τα πλέον ταπεινά και κοπιαστικά διακονήματα, στο μαγειρείο και στον αμπελώνα. Δοκιμάσθηκε σκληρά από τον ηγούμενό του· τα ενδύματά του ήταν κουρελιασμένα και τα υποδήματά του τρύπια, υπηρετούσε όμως όλους τους αδελφούς με υπομονή δίχως να μεμψιμοιρεί , αναμένοντας από τον Θεό παρηγορία και ανταμοιβή στο πέρας των αγώνων του. Μια νύχτα είδε σε ενύπνιο έναν άνδρα ένδοξο που κρατούσε στο χέρι του μια ζυγαριά. Στην αριστερή μεριά ήταν όλα τα αμαρτήματα που είχε διαπράξει ο Αντώνιος από την νεότητά του, στην δεξιά μεριά ήταν η αξίνα με την οποία ο άγιος ξερίζωνε τα αγριόχορτα στον κήπο του κοινοβίου. Η ζυγαριά έκλινεπρος την δεξιά μεριά και ο άνδρας του είπε: "Ιδού εδέχθη ο Κύριος τους κόπους σου και συγχωρέθηκαν τα αμαρτήματά του".
Μετά την κοίμηση του ηγουμένου Ιγνατίου ο Αντώνιος επέστρεψε στο κελλί του στο Πάνδημου του Ολύμπου και έζησε ως αναχωρητής μέχρι τον θάνατο του αυτοκράτορα Θεοφίλου, για να αποφύγει τον άγριο διωγμό που εξαπέλυσε ο αυτοκράτορας κατά των ομολογητών των ιερών εικόνων. Μετά τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας και την αναστήλωση των εικόνων(843), οι μοναχοί μπορούσαν πλέον να επανακάμψουν στα μοναστήρια τους και ο Αντώνιος έγινε δεκτός στη Μονή Ηρακλείου στον Όλυμπο, από τον ηγούμενό της Μακάριο. Οι συμμοναστές του του συμπεριφέρονταν με σεβασμό και τιμή, ενώ εκείνος αποζητούσε την περιφρόνηση, τον χλευασμό και κάθε είδους δοκιμασίες· για τον λόγο αυτό, ο διάπυρος δούλος του Θεούζήτησε να του επιτραπεί να επιστρέψει στην ησυχία. Ο ηγούμενος ωστόσο τον έστειλε στους Άγιους Πάντες, μετόχι της Μονής στην Κωνσταντινούπολη, όπου κατά τρόπο παράδοξο ο Αντώνιος βρήκε την ησυχία που ποθούσε. Ήταν σαν να μετέφερε ο άγιος την έρημο μέσα στην καρδιά της πόλεως. Έζησε επτά χρόνια απολύτως έγκλειστος και κατόπιν συγκατατέθηκε να δέχεται επισκέπτες και να πηγαίνει ο ίδιος σε άλλους μοναχούς της περιοχής για να συνομιλεί μαζί τους περί των θείων πραγμάτων. Κατέβαλλε κάθε προσπάθεια για να αποφεύγει τον έπαινο των ανθρώπων, ο Θεός όμως τον αξίωσε να επιτελεί πολλά θαύματα. Θεράπευσε τον ξακουστό στρατηγό πατρίκιο Πετρωνά, αδελφό της αυτοκράτειρας Θεοδώρας, ο οποίος έγινε πνευματικό του τέκνο. Ακολουθώντας την συμβουλή του Αντωνίου, ο Πετρωνάς έδωσε την μάχη του Ποσόν. και κατήγαγε λαμπρή και περίτρανη νίκη κατά των στρατευμάτων των Αράβων (3 Σεπτεμβρίου 863), κατά την διάρκεια της οποίας βρήκε τον θάνατο ο εμίρης της Μελιτινής Ομάρ, μέγας εχθρός του Βυζαντίου. Ο γενναίος στρατηγός έγινε θριαμβευτικά δεκτός στην Βασιλεύουσα, και μη θέλοντας να αποχωριστεί πλέον τον γέροντα ασκητή, τον εγκατέστησε στην οικία του, ώστε να επωφελείται ανά πάσα στιγμή από τους λόγους του και από την οσιακή του παρουσία.
Αργότερα, ο άγιος Αντώνιος σε ηλικία ογδόντα πέντε ετών, καταβεβλημένος από τους ασκητικούς αγώνες, ασθένησε και και αποσύρθηκε σε μια μονή της Βασιλεύουσας. Ο Πετρωνάς έτρεξε να τον συναντήσει και με δάκρυα παρεκάλεσε τον Κύριο να τον πάρει κι εκείνον από τον μάταιο αυτό κόσμο μαζί με τον πνευματικό του πατέρα. Επιστρέφοντας στην οικία του έπεσε άρρωστος και ξεψύχησαν και οι δύο την ίδια στιγμή. Ο όσιος μετέστη στον χορό των αγίων, παίρνοντας μαζί του την ψυχή του πνευματικού τέκνου του, αιτούμενος υπέρ αυτής μετά παρρησίας, το έλεος του Κυρίου (865).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.