(για πρώτη φορά στο διαδίκτυο)
Η κενοδοξία είναι η πρωτότοκη θυγατέρα της υπερηφάνειας. γι' αυτό και πολλές φορές λέγεται κι αυτή, αντί για τη μητέρα της, πρώτη από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα .
Από αυτή γεννιούνται και πολλά άλλα αμαρτήματα. Ας πούμε γι' αυτή λίγα πράγματα, επειδή γράψαμε αρκετά για τη μητέρα της. Να γνωρίζεις με ακρίβεια, για να καταλάβεις τη φύση της, ότι τα ανθρώπινα τιμητικά αγαθά είναι πέντε. Ο έπαινος, η τιμή, η φήμη, η δόξα και η αιδώς ή ευλάβεια.
Έπαινος είναι να εγκωμιάζεις κάποιον με καλά λόγια για την αρετή του.
Έπαινος είναι να εγκωμιάζεις κάποιον με καλά λόγια για την αρετή του.
Τιμή είναι να τον προσέχεις και να τον σέβεσαι ως ένδειξη της εκλεκτότητάς του.
Φήμη είναι φανέρωση και μαρτυρία του λαού σε κάποιο έργο τιμημένο.
Δόξα είναι μια καθαρή επίγνωση της αξιότητας των άλλων ενωμένη με έπαινο.
Ευλάβεια είναι μια πράξη με την οποία τιμάς όπως πρέπει την αγαθότητα του πλησίον.
Κενοδοξία, λοιπόν, είναι μια άτακτη επιθυμία να επιδεικνύεις και να φανερώνεις την αξία σου και την ευγενική καταγωγή σου ή κάποια αγαθοεργία, για να αποκτήσεις δόξα ή φήμη ή οτιδήποτε άλλο από αυτά που αναφέραμε παραπάνω.
Αν το κάνεις βέβαια για τη δόξα του Θεού και νουθέτηση του πλησίον, δεν αμαρτάνεις, γιατί ο Κύριος θέλει να φανερώνονται τα καλά έργα, για να δοξάζεται η χάρη του.
Στην κενοδοξία αμαρτάνει πολύ όποιος πράττει κάποιο από τα προαναφερθέντα πέντε αγαθά με κακή πρόθεση, δηλαδή βάζει σε αυτά το δικό του συμφέρον. Όποιος καυχιέται πως έκανε αμαρτία, δηλαδή φόνευσε ή πόρνευσε ή τίποτε άλλο παρόμοιο.
Όποιος, για να απολαμβάνει τιμή από τους ανθρώπους, παραβαίνει το νόμο, όπως οι δικαστές, οι οποίοι, για να μη χάσουν τη φιλία του βασιλιά ή κάποιου άλλου άρχοντα ή ό,τι ζητάνε, βγάζουν άδικη απόφαση. Όποιος για ανθρώπινη δόξα τολμάει και κάνει μια υπηρεσία που δε γνωρίζει και ζημιώνεται ο πλησίον, για παράδειγμα: διδάσκει, γιατρεύει, αγορεύει στο δικαστήριο, διδάσκει παιδιά και άλλα όμοια.
Οι θυγατέρες της κενοδοξίας είναι επτά.
Η πρώτη είναι η καύχηση, όταν υψώνεις τον εαυτό σου με λόγια περισσότερο απ' όσο αξίζει πραγματικά στην ευγενική καταγωγή ή στην γνώση, ή στον πλούτο και σε άλλα παρόμοια.
Η δεύτερη είναι η εφεύρεση νέων πραγμάτων, για παράδειγμα να βρίσκεις νέα μέθοδο, να φτιάχνεις φαγητά, φορέματα και άλλα και να κάνεις τους άλλους να σε θαυμάζουν.
Η τρίτη είναι η υποκρισία, όταν υποκρίνεσαι και προσποιείσαι ότι είσαι πιο ενάρετος από τους άλλους, το οποιο αν το κάνεις, ακόμα και για νουθεσία άλλων, αμαρτάνεις.
Η τέταρτη είναι η δυσπείθεια, δηλαδή το πείσμα.
Η πέμπτη η ασυμφωνία.
Η έκτη η φιλονικία.
Και η έβδομη η παρακοή.
Αυτά τα επτά είναι αμαρτήματα απρεπή, όχι όμως και θανάσιμα. Εκτός αν το κάνει κάποιος από καταφρόνηση του θείου νόμου ή για σκανδαλισμό πολύ του πλησίον. Και να ξέρεις ότι ο παμπόνηρος δαίμονας έχει συνήθεια να κάνει τρεις λάκκους σε κάθε καλό έργο, για να σε ρίξει σε έναν από αυτούς, εάν τα καταφέρει.
Πρώτον, βάζει δυσκολία και σου αποδεικνύει στην πράξη αδύνατη, για να σε κάνει να δειλιάσεις, να μην αρχίσεις το αγαθό έργο.
δεύτερον, μηχανορραφεί και αγωνίζεται να σε πείσει να μην το κάνεις για το Θεό αλλά για άλλο σκοπό και με άλλη πρόθεση.
Και αν δει πως δε σε νίκησε σε ένα από αυτά τα δύο, παλεύει να σε ρίξει στον τρίτο λάκκο, δηλαδή σε επαινεί και σε δοξάζει για να κενοδοξήσεις, για να σκορπίσει η κενοδοξία τον καρπό της αγαθοεργίας. Αρκούν τόσα για την κενοδοξία, επειδή θεωρείται ένα με τη μητέρα της. Και τις συμβουλές που γράψαμε για κείνην μπορείς να τις χρησιμοποιήσεις και σ' αυτή. Εκτός όμως από εκείνες έχε και τούτην ξεχωριστά για την κενοδοξία.
Είναι αλήθεια ότι υπήρξαν στον κόσμο άνθρωποι περίφημοι και πιο ξακουστοί από εσένα, όμως πέθαναν και ίσως να τιμωρούνται αιώνια στην κόλαση, και εμείς τους επαινούμε και τους μακαρίζουμε διηγούμενοι τη δόξα τους.
Τί όφελος λοιπόν, τους δίνει η μεγάλη φήμη και το ξακουστό όνομα εδώ στη γη; Και ποια βοήθεια έχει η ψυχή τους από τον έπαινο των ανθρώπων; Καμμία. Λοιπόν, είναι ωφελιμότερο για σένα, άνθρωπε, να στρέφεις το βλέμμα σουαπό την επίγεια και πρόσκαιρη δόξα στην ουράνια και αΐδια, και από τους ανθρώπους στο Θεό, και σε αυτό να ξοδεύεις κάθε σου πράξη, γιατί δε σε έπλασε για την κενή και μάταιη δόξα αλλά για την αληθινή και ουράνια. Και αυτή τη ζωή στην έδωσε για να απολαύσεις μέσω αυτής τον σκοπό σου.
Τα μέσα είναι οι αρετές και η καλλιέργειά τους. Άσε, λοιπόν, την ματαιότητα της δόξας του πλάνου κόσμου, εάν θέλεις να αξιωθείς την επουράνια δόξα, για την οποία ο Θεός σε ετοίμασε. Και κάνε τα εξής τρία πράγματα, με όση δύναμη έχεις, για να αποφύγεις παντελώς την κενοδοξία.
Πρώτον, να κρατάς κρυφές τις αγαθοεργίες και τις αρετές σου, να μην τις ξέρει κανείς.
Δεύτερον, όταν σε επαινούν οι άνθρωποι, να συλλογίζεσαι τις αμαρτίες σου και να έχεις πόνο και λύπη καρδιάς για τον έπαινο που σου λένε εξαιτίας της λίγης αρετής που βλέπουν ενώ τι αμαρτίες σου δεν τις ξέρουν.
Τρίτον και τελευταίον, πρόσφερε και δίνε στον ευεργέτη Θεό κάθε έπαινο, γιατί αυτός είναι η αιτία κάθε καλού και σε αυτόν αξίζει κάθε δόξα και ευχαριστία. Γιατί χωρίς τη θεία βοήθεια και χάρη τίποτα δεν θα κατόρθωνες από μόνος σου. Εάν ο Κύριος δεν οικοδομήσει τον οίκο των αρετών, μάταια κοπιάζουμε. Καλύτερα να είσαι αμαρτωλός με ταπείνωση παρά δίκαιος υπερήφανος. Γιατί, ακόμα κι αν κατορθώσεις όλες τις αρετές και έχεις υπερηφάνεια, κολάζεσαι, όπως μπορείς να μάθεις από αυτά τα δύο παραδείγματα, τα οποία ταιριάζουν στο παραπάνω κεφάλαιο της υπερηφάνειας, αλλά για να μη γίνει εκείνο πολύ μεγάλο και τούτο πολύ μικρό, τα γράψαμε εδώ.
Στο ανθισμένο Λιβάδι, σε ένα μοναστήρι ήταν ένας μοναχός πολυλογάς, τον οποίο τον βαρέθηκε μια μέρα ο ηγούμενος και του είπε να σιωπήσει και να μην ξαναμιλήσει καθόλου. Αυτός ντράπηκε και σιώπησε και από εκείνη την ώρα δεν είπε τίποτα, και τόσο πρόκοψε με την αρετή αυτής της σιωπής, ώστε αξιώθηκε να γνωρίζει τα απόκρυφα των αδελφών. Και αποκάλυψε σ' αυτόν ο Θεός πάμπολλα μυστήρια.
Στα όρια αυτού του μοναστηριού ήταν ένας ερημίτης ονομαστός και περίφημος, ο οποίος ασθένησε βαριά και κινδύνευε να πεθάνει και ζήτησε από το μοναστήρι να πάει κάποιος πνευματικός να τον κοινωνήσει.
Ξεκίνησε, λοιπόν, ο ηγούμενος με τον αδελφό εκείνο τον άλαλο, και εκεί που πήγαιναν τους συνάντησε ένας ληστής, ο οποίος πήγαινε και αυτός στον ασκητή από ευλάβεια, για να πάρει από αυτόν ευλογία. Όταν, λοιπόν, κοινωνούσε ο ερημίτης, ήταν εκεί κοντά και ο ληστής με φόβοκαι τρόμο πολύ, κρίνοντας ανάξιο τον εαυτό του να στέκεται μπροστά σε τέτοιον άγιο.
Τότε λέει με δάκρυα στον αββά:
"Άγιε του Θεού, χαρά σε σένα. Μακάρι να ήταν και η δική μου ψυχή, του αμαρτωλού, στα μέτρα της αρετής σου".
Τότε ο άγνωστος ασκητής δεν ταπεινώθηκε να πει: "... Αδελφέ, αμαρτωλός είμαι κι εγώ όπως κι εσύ" και άλλα τέτοια, ή τουλάχιστον να σιωπήσει με πόνο καρδιάς σ' αυτόν τον έπαινο, αλλά είπε τα εξής προς τον ληστή: "Καθένας το αγαθό επιθυμεί".
Όταν τα άκουσε αυτά ο άλαλος, έκλαψε πικρά. Έπειτα όταν επέστρεφε στο μοναστήρι τον ακολουθούσε και ο ληστής χύνοντας πολλά δάκρυα, πράγμα που ήταν θαύμα εξαίσιο. Και θρηνώντας με όλη του την καρδιά ζητούσε να εξομολογηθεί, έχοντας πάρει απόφαση σταθερή κι ακλόνητη να μην αμαρτήσει πια, ακόμα και αν έπαιρναν και την ζωή του, αλλά να περάσει ασκητικά τον βίο του.
Και έτσι, ακολουθώντας τους με εκείνη τη μετάνοια και τη συντριβή καρδίας, ξεψύχησε. Βλέποντάς το αυτό ο μοναχός, γέλασε και χάρηκε πολύ. Και αφού έφτασαν στο μοναστήρι, τον ρώτησε ο ηγούμενος την αιτία γιατί έκλαψε όταν κοινωνούσε τον ερημίτη και γέλασε όταν ο ληστής ξεψύχησε.
Και αυτός του είπε:
"Όταν κοινώνησε ο ασκητής και είπε ο ληστής να ήταν σαν εκείνον, υπερηφανεύτηκε έχοντας θάρρος για τη νηστεία του και την άσκηση, και κολάστηκε ο άθλιος, γιατί ο Κύριος μισεί τους υπερήφανους και τους βδελύσσεται. Και μετά ο ληστής ερχόταν πίσω μας με πολλή συντριβή καρδίας για να εξομολογηθεί και είχε αποφασίσει να πάει στην άσκηση, να κάνει μεγάλη μετάνοια και αγώνα μέχρι θανάτου, και πεθαίνοντας με αυτή τη θεάρεστη απόφαση, σώθηκε".
Ακόμη στο "Πατερικό" μπορούμε να διαβάσουμε τούτο το φοβερό και άξιο θρήνων πολλών και δακρύων διήγημα, το οποίο το γράφω εδώ, στο τέλος αυτού του λόγου, για σφραγίδα των άλλων για να το βλεπουν οι ενάρετοι και να έχουν φόβο και προσοχή για να μη χάσουν αθλίως τους κόπους τους.
Ήταν, λοιπόν, ένας ασκητής στην έρημο και έμαθε ότι πέθανε ο αδελφός του, ο οποίος είχε ένα παιδία τριών χρονών, και πήγε ο γέροντας και πήρε το βρέφος στο κελί του και το ανέθρεψε με πολλή επιμέλεια μαθαίνοντάς του την τάξη της μοναχικής πολιτείας.
Και ζούσε με πολλή σκληραγωγία και άσκηση, τόσο που θαύμαζε ο γέροντας πολύ βλέποντάς τον να έχει τέτοιο ζήλο στα πνευματικά. Νήστευε, αγρυπνούσε, έκανε μετάνοιες και έπραττε και άλλα όμοια. Γι' αυτό ο γέροντας δόξαζε το Θεό νομίζοντας ότι ήταν άγιος άνθρωπος. Όταν όμως έγινε ο νέος δεκαοκτώ χρονών, πέθανε. Και ο γέροντας προσευχόταν στον Θεό καθημερινά για να του φανερώσει σε ποιο μέρος του παραδείσου ανέπαυσε τον ανιψιό του.
Αφού προσευχήθηκε πολλές φορές, είδε έκσταση και είδε το παιδί σε έναν τόπο βρωμισμένο και δυσωδέστατο. Και κραύγασε μεγαλόφωνα από τη λύπη του προς τον Κύριο λέγοντας με δάκρυα τα εξής: Ω Θεέ πολυέλεε, τι αδικία έκανες, να βάλεις τέτοιον άνθρωπο ενάρετο στην κόλαση, ο οποίος ήταν παρθένος και εγκρατής. Ψωμί δεν έφαγε ποτέ του, μόνο με χορτάρια και νερό τρεφόταν, και άλλες πολλές αγαθοεργίες τελούσε πάντοτε. Λοιπόν, γιατί να τον κολάσεις τον άθλιο;".
Και όταν τα είπε αυτά, άκουσε φωνή που του έλεγε:
"Μη βλασφημείς, γέροντα, γιατί ο Θεός δεν κάνει ποτέ αδικία. Όταν δίδασκες στο παιδί τις τάξεις της άσκησης, γιατί, αμαθή, δεν τον συμβούλεψες την ταπείνωση; Γνώριζε λοιπόν, ότι νόμιζε πως ήταν άγιος και γι' αυτό δίκαια χάθηκε. γιατί ο Κύριος αντιτάσσεται στους υπερήφανους".
Πάρτε παράδειγμα, ακροατές, και μην υπερηφανευτεί κανένας, ακόμα και αν τηρήσει όλες τις εντολές αλλά καλύτερα ας εξευτελίζει εδώ τον εαυτό του, για να δοξασθεί εκεί αιώνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.