Το Ελληνικό ΓΣ μετά την επιτυχή έκβαση της αναχαίτισης της ιταλικής εισβολής, έλαβε τις παρακάτω αποφάσεις:
• Σε πρώτη φάση να μετακινήσει το σύνολο των δυνάμεών του δυτικά του ορεινού όγκου της Πίνδου και να εξασφαλίσει τον ανεφοδιασμό τους μέσω της αμαξιτής οδού Κορυτσά - Ερσέκα - Λεσκοβίκι - Μέρτζανη - Ιωάννινα. Η λύση αυτή επιλέχθηκε επειδή παρουσίαζε μεγάλη ευκολία ανεφοδιασμού των δυνάμεων που ενεργούσαν στις ορεινές περιοχές και παρείχε δυνατότητα ταχύτερης μετακίνησης δυνάμεων από το ένα τμήμα του θεάτρου επιχειρήσεων στο άλλο, δηλαδή από την Ηπειρο στη Δυτική Μακεδονία, σε σύγκριση με το δρομολόγιο Κορυτσά - Καστοριά - Γρεβενά - Καλαμπάκα - Μέτσοβο - Ιωάννινα.
• Σε δεύτερη φάση να προωθήσει τις ελληνικές δυνάμεις σε βάθος μέσα στο έδαφος της Βορείου Ηπείρου για να εξασφαλίσει το λιμάνι των Αγίων Σαράντα και την εγκάρσια οδό Αγιοι Σαράντα - Κακαβιά - Μέρτζανη - Λεσκοβίκι για την υποστήριξη των μελλοντικών επιχειρήσεων. Με τον τρόπο αυτόν θα περιοριζόταν το μήκος των οδικών μεταφορών σε σύγκριση με τη χρησιμοποίηση του λιμανιού της Πρέβεζας.
Η Πρώτη Φάση της Δεύτερης Περιόδου του Ελληνοϊταλικού Πολέμου (14 Νοεμβρίου -23 Νοεμβρίου 1940)
Κατά την πρώτη φάση των επιχειρήσεων οι Ιταλοί διέθεταν τις παρακάτω δυνάμεις:
• Στην Πίνδο και τη Δυτική Μακεδονία ήταν ανεπτυγμένη η 9η Ιταλική Στρατιά (όπως είχε μετονομαστεί το XXVI Σώμα Στρατού "Κορυτσάς") με πέντε μεραρχίες πεζικού, δύο μεραρχίες αλπινιστών, ένα σύνταγμα αλπινιστών, δύο συντάγματα βερσαλιέρων και αριθμό μελανοχιτώνων και Αλβανών.
• Στο μέτωπο της Ηπείρου ήταν ανεπτυγμένη η 11η Ιταλική Στρατιά (όπως είχε μετονομαστεί το XXV Σώμα Στρατού “Τσαμουριάς") με τρεις μεραρχίες πεζικού, μία τεθωρακισμένη μεραρχία, μία μεραρχία ιππικού, ένα σύνταγμα βερσαλιέρων και αριθμό μελανοχιτώνων και Αλβανών.
Τα ελληνικά τμήματα είχαν την παρακάτω διάταξη:
• Στον παραλιακό τομέα της Ηπείρου ήταν προσανατολισμένο το Α' ΣΣ με τις II και VIII Μεραρχίες Πεζικού, τη Μεραρχία Ιππικού και το Απόσπασμα Λιούμπα.
Εικόνα από το αλβανικό μέτωπο |
• Στη Δυτική Μακεδονία ήταν προσανατολισμένο το Γ’ ΣΣ με τις IX, X και XV Μεραρχίες Πεζικού.
• Αργότερα, μεταξύ Β’ και Γ’ ΣΣ δημιουργήθηκε η Ομάδα Μεραρχιών “Κ", την οποία συνιστούσαν το στρατηγείο του Ε΄ ΣΣ και οι X και XI Μεραρχίες Πεζικού. Τα δύο σώματα στρατού και η ομάδα μεραρχιών υπάγονταν στο ΤΣΔΜ. Κύριο γεγονός της περιόδου αυτής ήταν η κατάληψη της Κορυτσάς.
Στον τομέα Ηπείρου και Πίνδου οι ελληνικές δυνάμεις κατόρθωσαν στον παραλιακό τομέα να αποκαταστήσουν το εθνικό έδαφος χωρίς όμως να αποτρέψουν την πυρπόληση της Ηγουμενίτσας και στις 23 Νοεμβρίου να εγκατασταθούν στην οροθετική γραμμή. Στον τομέα της Πίνδου το Β΄ ΣΣ κατόρθωσε να εκδιώξει τους Ιταλούς από τον θύλακα της Κόνιτσας, να φτάσει στην οροθετική γραμμή, να εισβάλει στο βορειοηπειρωτικό έδαφος, να καταλάβει το Λεσκοβίκι και την Ερσέκα και να θέσει υπό τον έλεγχό του την εγκάρσια οδό Λεσκοβίκι - Ερσέκα.
Στον τομέα του ΤΣΔΜ η εντολή για την ενέργεια επιθετικών επιχειρήσεων είχε δοθεί από τις 2 Νοεμβρίου, όταν δεν είχε κριθεί ακόμα ο αγώνας στην Ηπειρο και την Πίνδο. Αντικειμενικός σκοπός του ΓΣ ήταν η ανακούφιση των δυνάμεων που αγωνίζονταν στην Ηπειρο και η αποκοπή της οδού Ερσέκα - Κορυτσά ώστε να μη έχουν τη δυνατότητα οι Ιταλοί να διοχετεύουν εύκολα δυνάμεις από το ένα θέατρο επιχειρήσεων στο άλλο. Στις 6 Νοεμβρίου το Γ΄ ΣΣ υπέβαλε στο ΤΣΔΜ το σχέδιο επίθεσης, το οποίο χαρακτηρίστηκε πολύ φιλόδοξο σε σχέση με τις μέχρι τότε διαθέσιμες δυνάμεις. Την κατάσταση διευθέτησε με παρέμβασή του το ΓΣ, που όρισε ως ημέρα έναρξης της επίθεσης την 14η Νοεμβρίου.
Το υψίπεδο Κορυτσάς κατέχει κεντρική θέση ως προς τον χώρο Ηπείρου, Αλβανίας και Δυτικής Μακεδονίας και πλευρική ως προς την κοιλάδα του Αώου. Από το υψίπεδο ξεκινούν οδεύσεις κατά μήκος της κοιλάδας του ποταμού Δεβόλη που οδηγούν προς Βεράτι. Από εκεί επίσης ξεκινούν οδεύσεις που οδηγούν προς Πόγραδετς. Δυνάμεις οι οποίες κινούνται κατά μήκος της κοιλάδας του Δεβόλη αποτελούν απειλή για τον αμυνόμενο στη μέση κοιλάδα του Αώου (τοποθεσία Τρεμπεσίνας - Μπούμπεσι - Ντράβα). Το υψίπεδο Κορυτσάς φράσσεται από ανατολικά από τους ορεινούς όγκους της Μόροβας και του Ιβάν. Τα δύο αυτά φυσικά οχυρά υψώματα είναι απότομα και δασωμένα εκτός από τις κορυφές τους που είναι γυμνές και είναι γεμάτα με βαθιές χαραδρώσεις. Ανάμεσά τους περνάει ο Δεβόλης ο οποίος έχει ελάχιστα περάσματα στην περιοχή εκείνη, σχηματίζοντας τη στενωπό Τσαγκόνι. Η κύρια οδική αρτηρία περνά από αυτή τη στενωπό και συνδέει τη Φλώρινα με την Κορυτσά μέσω Μπίγλιστας. Μια άλλη όδευση από Κορυτσά σε Μπόζιγκραντ ενώνεται με την κύρια οδό στο ύψος Μπίγλιστας, περνώντας από τη διάβαση της Ντάρτζας. Αυτή τη φυσικά οχυρή περιοχή οι Ιταλοί την είχαν ενισχύσει με ημιμόνιμα έργα και έργα εκστρατείας, με ιδιαίτερη έμφαση στη διάβαση της Ντάρτζας και κατά μήκος της οδού Μπόζιγκραντ - Κορυτσά. Η διάταξη των Ιταλών στην τοποθεσία ήταν η εξής:
• 29η Μεραρχία Πεζικού "Πιεμόντε" ανεπτυγμένη στο Ιβάν και βορειότερα.
• 19η Μεραρχία Πεζικού "Βενέτσια" ανεπτυγμένη στην κεντρική και βόρεια Μόροβα.
• 49η Μεραρχία Πεζικού "Πάρμα" ανεπτυγμένη στη νότια Μόροβα και νοτιότερα.
Στη διάρκεια της μάχης ενεπλάκησαν επίσης οι:
• 53η Μεραρχία Πεζικού "Αρέτσο".
• 2η Μεραρχία Αλπινιστών "Τρεντίνα".
• Μια επιλαρχία 30-50 αρμάτων της 131 ΤΘ Μεραρχίας "Κένταυροι".
Αποστολή των Ιταλών ήταν η άμυνα μέχρι εσχάτων επί της τοποθεσίας Ιβάν - Μόροβα για να προστατευθεί το υψίπεδο της Κορυτσάς και οι συγκοινωνίες προς Πόγραδετς και Ερσέκα. Η κύρια αμυντική προσπάθεια ήταν στη διάβαση και τον αυχένα της Ντάρτζας.
Το Γ΄ ΣΣ το οποίο είχε αναλάβει την επιχείρηση, ήταν υποχρεωμένο βάσει διαταγών του ΤΣΔΜ να διαθέσει δυνάμεις για να εξασφαλίσει με κάθε θυσία την άμυνα της κατεχόμενης τοποθεσίας. Και οι δυνάμεις αυτές δεν ήταν ευκαταφρόνητες: δύο τάγματα πεζικού της XV Μεραρχίας από τη λίμνη Πρέσπα μέχρι το όρος Γκόρμπες και τρία τάγματα πεζικού της IX Μεραρχίας από το όρος Γκόρμπες μέχρι τη Φλατσάτα. Οι νότιες διαβάσεις του Γράμμου εξασφαλίζονταν από την I Μεραρχία του Β΄ΣΣ. Ετσι το Γ΄ΣΣ διέθετε για την επίθεση τις παρακάτω δυνάμεις:
• XV Μεραρχία Πεζικού υπό τον υποστράτηγο Α. Μεταξά, με επτά τάγματα πεζικού στον Πυξό προσανατολισμένη προς το Ιβάν.
• IX Μεραρχία Πεζικού υπό τον υποστράτηγο X. Ζυγούρη, με έξι τάγματα πεζικού προσανατολισμένη προς την κεντρική και βόρεια Μόροβα.
• X Μεραρχία Πεζικού υπό τον υποστράτηγο Π. Γαζή, με έξι τάγματα πεζικού στο Νεστόριο προσανατολισμένη προς τη νότια Μόροβα και νοτιότερα.
• Ενα τάγμα πολυβόλων.
• Ομάδα αναγνώρισης ΣΣ.
• 37 πυροβολαρχίες (14 βαριές, 14 ορειβατικές και 9 πεδινές).
Το σχέδιο του Γ΄ΣΣ στηριζόταν στον αιφνιδιασμό και βασιζόταν στο δόγμα που είχε δημιουργηθεί τότε επειδή ο Ελληνικός Στρατός δεν διέθετε άρματα ή επαρκή αντιαρματικά για να αντιμετωπίσει τα ιταλικά τεθωρακισμένα: "πάντοτε επί των κορυφών των ορέων και ουδέποτε δια του αναπεπταμένου εδάφους των κοιλάδων". Για τον λόγο αυτόν η διάταξη του Γ΄ΣΣ ήταν τέτοια ώστε να ευνοεί τον αιφνιδιασμό και για να τον επιτύχει καλύτερα αποφασίστηκε να αρχίσει η επίθεση χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού. Η επίθεση θα εκτοξευόταν σε τρεις κατευθύνσεις:
• Νεστόριο - Ντάρτζα - Ντένοβ - Κορυτσά με την X Μεραρχία. Η κατεύθυνση αυτή αποτελούσε την κύρια προσπάθεια επειδή το έδαφος ήταν δύσβατο και ορεινό, μη επιτρέποντας τη χρήση αρμάτων εκτός οδών στην περιοχή εκείνη.
• Πολυάνεμος - Σβέτι Ατανάς (Αγιος Αθανάσιος)
- Κορυτσά με την IX Μεραρχία.
• Πυξός - Ιβάν - Κορυτσά με τη XV Μεραρχία.
Αντικειμενικός σκοπός ήταν η περίσχεση της Μόροβας και η κατάληψη της Κορυτσάς.
Η επίθεση εκτοξεύθηκε στις 06.30 της 14ης Νοεμβρίου χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού σε ολόκληρο το μέτωπο από τη λίμνη Πρέσπα μέχρι την κορυφή Γκούμπελ (2247) του Γράμμου. Η όλη επιχείρηση διήρκεσε μέχρι τις 27 Νοεμβρίου και διαιρείται σε τέσσερις φάσεις.
Κατά την πρώτη φάση (14-16 Νοεμβρίου) οι ελληνικές δυνάμεις έλαβαν την επαφή με την κύρια αμυντική τοποθεσία των Ιταλών από την πρώτη ημέρα (στον τομέα Ηπείρου οι Ιταλοί χρειάστηκαν πέντε ημέρες για το ίδιο αποτέλεσμα). Την 14η οι Ιταλοί αιφνιδιάστηκαν και έτσι οι μεραρχίες του Γ΄ΣΣ σημείωσαν σημαντικές επιτυχίες. Συγκεκριμένα η XV ΜΠ κατέλαβε τον "προμαχώνα του Ιβάν", το περίφημο ύψωμα 1480 το οποίο και διατήρησε παρά την αντίδραση των Ιταλών. Η IX ΜΠ πέρασε τον Δεβόλη και πέτυχε διάρρηξη της εχθρικής γραμμής στο ύψος του χωριού Σαλ. Η X ΜΠ κατέλαβε το χωριό Μπόζιγκραντ και τα υψώματα νότια από τα χωριά Νικολίτσι και Καλάν. Την άλλη ημέρα οι Ιταλοί που είχαν συνέλθει από τον αιφνιδιασμό, προέβαλαν σκληρή αντίσταση. Παρόλα αυτά στο κέντρο η IX Μεραρχία πέτυχε στις 16 να διευρύνει το ρήγμα στο Σαλ και να καταλάβει το Σβέτι Ατανάς κοντά στον αυχένα της Ντάρτζας. Την ίδια ημέρα οι Ιταλοί ενέπλεξαν στον αγώνα και την 53η Μεραρχία "Αρέτσο".
Η δεύτερη φάση (17-20 Νοεμβρίου) ήταν η πιο κρίσιμη. Στις 17 Νοεμβρίου το ΤΣΔΜ έθεσε στη διάθεση του Γ΄ΣΣ την XIII Μεραρχία Πεζικού η οποία έλαβε ως αποστολή να επιτεθεί το πρωί της 18ης στον τομέα μεταξύ XV και IX Μεραρχίας. Οι τρεις μεραρχίες του Γ΄ΣΣ την ημέρα εκείνη σημείωσαν σημαντικές επιτυχίες. Η XV ΜΠ κατέλαβε τα χωριά Μοτσορίτσε και Γκολομπέρντα στη διάβαση Τσαγκόνι και απείλησε με περίσχεση το Ιβάν. Η IX Μεραρχία κατέλαβε την κορυφογραμμή της Μόροβας στον τομέα της και η X ΜΠ έπειτα από σκληρό αγώνα έφθασε δύο χιλιόμετρα νότια του αυχένα της Ντάρτζας. Στις 18 Νοεμβρίου το Γ΄ΣΣ ενισχύθηκε με την XI Μεραρχία Πεζικού η οποία, μαζί με τη X ΜΠ, αποτέλεσε όπως αναφέρθηκε την Ομάδα Μεραρχιών "Κ" (ΟΜΚ). Την ημέρα εκείνη συνέβη το δυσάρεστο ατύχημα της XIII Μεραρχίας, το οποίο είχε ως συνέπεια την αφαίρεση της διοίκησης από τον μέραρχό της. Συγκεκριμένα η XIII Μεραρχία είχε οργανώσει ένα απόσπασμα από το ενισχυμένο 23ο Σύνταγμα Πεζικού και τρεις μοίρες πυροβολικού με αποστολή να επιτεθεί στην κατεύθυνση Καπετίτσα - Ζέμπλακ. Στις 02.00 της 18ης Νοεμβρίου υπό καταρρακτώδη βροχή το απόσπασμα του 23ου ΣΠ συγκεντρώθηκε στους χώρους εξόρμησής του. Ομως στις 02.30 δόθηκε νέα διαταγή με την οποία η κατεύθυνση επίθεσης του αποσπάσματος άλλαζε προς το ύψωμα Χόστιτσε. Η αλλαγή αυτή απαιτούσε ορισμένες μετακινήσεις οι οποίες πραγματοποιήθηκαν νύκτα και μέσα σε βροχή, με αποτέλεσμα να χαλαρώσουν οι δεσμοί μεταξύ των τμημάτων και να επικρατήσει σύγχυση. Τελικά δύο από τα τάγματα του αποσπάσματος έλαβαν επαφή με την εχθρική τοποθεσία, καθηλώθηκαν προ του υψώματος Χόστιτσε και έχασαν κάθε επαφή με το Σύνταγμα και τη Μεραρχία. Τα άλλα δύο τάγματα, αν και δέχθηκαν μόνο πυρά αεροπορίας, κατελήφθησαν από πανικό και υποχώρησαν άτακτα. Ο διοικητής του αποσπάσματος αποδιοργανώθηκε σε τέτοιο σημείο ώστε υπέβαλε αναφορά στη Μεραρχία παρουσιάζοντας την κατάσταση ως απελπιστική. Ο μέραρχος, αν και βρισκόταν εκεί και μπορούσε να ελέγξει την κατάσταση, εξέλαβε "τοις μετρητοίς" την αναφορά του διοικητή του αποσπάσματος και διέταξε τη σύμπτυξή του. Ευτυχώς η απόφασή του αυτή δεν μεταβιβάστηκε προς εκτέλεση. Ο διοικητής του Γ΄ΣΣ έσπευσε επί τόπου, αντελήφθη την πραγματική κατάσταση και αφαίρεσε τη διοίκηση από τον μέραρχο και τον διοικητή του αποσπάσματος. Τη διοίκηση της XIII Μεραρχίας ανέθεσε στον αρχηγό πυροβολικού του Γ΄ΣΣ, υποστράτηγο Σωτ. Μουτούση. Ο νέος μέραρχος ανέλαβε τη διοίκηση της Μεραρχίας στις 03.00 της 19ης Νοεμβρίου και έλαβε δρακόντεια μέτρα για την αποκατάσταση της τάξης και της πειθαρχίας. Εχει μείνει ιστορική η διαταγή την οποία έστειλε στις μονάδες της Μεραρχίας:
"Αμα λήψει της παρούσης τα προς τα οπίσω τυχόν κινούμενα τμήματα να αγκιστρωθούν επί του εδάφους με μέτωπον προς Μόροβαν, τα δε τυχόν εν επαφή μετά του εχθρού άμα τη έω να επιτεθούν και εν αδυναμία να αμυνθούν επί τόπου. Την επίθεσιν θα υποστηρίξω δια του βαρέως πυροβολικού και θα την παρακολουθήσω έφιππος εκ του σύνεγγυς".
Κατά την τρίτη φάση (19-21 Νοεμβρίου) το σημαντικότερο γεγονός υπήρξε η κατάληψη την 21η Νοεμβρίου του ζωτικής σημασίας υψώματος 1878 της Μόροβας. Οι Ιταλοί γνώριζαν πολύ καλά ότι η κατάληψή του σήμαινε κατάρρευση όλης της τοποθεσίας. Η IX Μεραρχία ενισχυμένη με τέσσερα τάγματα της XIII κατέλαβε την 19η Νοεμβρίου την κορυφή 1805 της Μόροβας και μέχρι το βράδυ της 21ης είχε θέσει υπό τα πυρά της την οδό Μπομπότιστα - Ντάρτζα.
Κατά την τέταρτη περίοδο (22-27 Νοεμβρίου) οι δυνάμεις του ΤΣΔΜ κατέλαβαν την Κορυτσά και εξασφάλισαν τον ευρύτερο χώρο του υψιπέδου. Ενώ το ΤΣΔΜ εξέδιδε διαταγές προς το Γ΄ΣΣ και την ΟΜΚ για τη συνέχιση της επίθεσης και την ολοκλήρωση της κατάληψης της Μόροβας και της στενωπού Τσαγκόνι, οι Ιταλοί φοβούμενοι μήπως κυκλωθούν στο υψίπεδο της Κορυτσάς μετά την υποχώρηση των δυνάμεών τους στην περιοχή Ερσέκας, υποχώρησαν προς την κοιλάδα του Δεβόλη τη νύκτα της 21/22 Νοεμβρίου. Το πρωί της 22ας Νοεμβρίου οι μονάδες του ΤΣΔΜ συνέχισαν την προέλασή τους. Τμήματα της IX Μεραρχίας εισήλθαν στην Κορυτσά μέσα σε απερίγραπτο ενθουσιασμό του ελληνικού πληθυσμού. Η κατάληψη της Κορυτσάς, σε λιγότερο από έναν μήνα μετά την ιταλική εισβολή, ανέβασε το ηθικό του στρατού αλλά και όλου του ελληνικού λαού στα ύψη. Οι πανηγυρισμοί στην Αθήνα και τις άλλες πόλεις δεν είχαν προηγούμενο. Ο Γεώργιος Βλάχος έγραφε μεταξύ άλλων στην "Καθημερινή":
"Μας εξύπνησαν πώς, ξημερώματα, με το στιλέτον, με την φαλτσέταν, αδιάφορο. Μας εξύπνησαν για να ζήσωμεν την ημέραν την χθεσινήν. Μας εξύπνησαν για να μας πάρουν την Ηπειρον, τα Ιωάννινα, τα νησιά, δια να μας διορίσουν δούλους των και να κατακλέψουν τον τόπον. Και - κατά λάθος εσημαιοστόλισαν τα μπαλκόνια μας και μας εμάζεψαν δάφνας από τους κήπους και μας εκάλεσαν σε συναγερμόν και μας έστειλαν παράφρονας εκ χαράς στους δρόμους...".
Μέχρι τις 27 Νοεμβρίου το ΤΣΔΜ εξασφάλισε ευρέως το υψίπεδο Κορυτσάς. Ο αντικειμενικός σκοπός του ΓΣ είχε επιτευχθεί. Οι απώλειες του ΤΣΔΜ ήταν μεγάλες. Οι αριθμοί που ακολουθούν αποτελούσαν μόνο εκτίμηση: 34 αξιωματικοί και 590 οπλίτες φονευθέντες, 82 αξιωματικοί και 2.266 οπλίτες τραυματίες.
Τη μοιραία για τους Ιταλούς 21η Νοεμβρίου, ο υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας επέδωσε στον πεθερό του μια καυστική επιστολή του Χίτ-λερ. 0 Γερμανός δικτάτορας με πολύ αυστηρή γλώσσα τόνιζε ότι η επιχείρηση κατά της Ελλάδας έπρεπε να είχε καθυστερήσει μέχρι να βελτιώνονταν οι καιρικές συνθήκες και οπωσδήποτε μέχρι να γινόταν γνωστό το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών. Ο Χίτλερ τόνισε ότι η επιχείρηση είχε "δυσάρεστες ψυχολογικές επιπτώσεις" ενώ χαρακτήρισε τις στρατιωτικές συνέπειες "πολύ σοβαρές". Ο Μουσολίνι αναγκάστηκε να καταπιεί την προσβολή και να απαντήσει ότι οι "ατυχίες" των στρατευμάτων του οφείλονταν στις αντίξοες καιρικές συνθήκες, τη σχεδόν πλήρη διάλυση των αλβανικών δυνάμεων και τη στάση της Βουλγαρίας. Κατέληξε λέγοντας ότι ετοίμαζε 30 μεραρχίες για να εξαφανίσει (!) την Ελλάδα και ότι τα χειρότερα είχαν περάσει.
Σε ό,τι αφορά την ενημέρωση του ιταλικού λαού, η κυβερνητική προπαγάνδα χαρακτήρισε την υποχώρηση από την Κορυτσά ως... στρατηγικό ελιγμό ο οποίος αποσκοπούσε στο να παρασύρει τους Ελληνες από την ευνοϊκή γι’ αυτούς τοποθεσία, σε έδαφος όπου θα τους νικούσε με την ησυχία του ο Ιταλικός Στρατός. Το Ράδιο Ρώμη μάλιστα επιχείρησε έναν μάλλον ατυχή ιστορικό παραλληλισμό:
"Μια φορά ζούσε στην Ηπειρο ένας βασιλιάς που τον έλεγαν Πύρρο και που έπρεπε να πολεμήσει με τους Ρωμαίους. Στη διάρκεια της πρώτης φάσης του πολέμου το έργο του φάνηκε εξαιρετικά εύκολο. Νίκησε τους Ρωμαίους αλλά ο στρατός του υπέστη τόσες απώλειες ώστε τα υπολείμματά του νικήθηκαν εύκολα από τις ρωμαϊκές λεγεώνες στη μάχη που ακολούθησε. Η εξάντληση του αντιπάλου είναι καμιά φορά πιο πλεονεκτική από μια γρήγορη νίκη".
Η Δεύτερη Φάση της Δεύτερης Περιόδου του Ελληνοϊταλικού Πολέμου (24 Νοεμβρίου 1940 -6 Ιανουαρίου 1941)
Μετά την επιτυχή έκβαση του αγώνα στην Ηπειρο και την κατάληψη της Κορυτσάς, το ΓΣ μελέτησε το θέμα της συνέχισης των επιχειρήσεων κατά μήκος των αξόνων Ιωάννινα - Αυλώνα και Φλώρινα - Κορυτσά - Ελβασάν. Επειτα από συνεκτίμηση όλων των παραγόντων και κυρίως των προβλημάτων ανεφοδιασμού των σωμάτων στρατού, το ΓΣ αποφάσισε να εφαρμόσει την κύρια προσπάθειά του στον άξονα Ιωάννινα - Αυλώνα, χωρίς να αποκλείει την πιθανότητα να προχωρήσει σε βάθος στον βόρειο τομέα της Κορυτσάς. Για την εκτέλεση των αποστολών αυτών, το Α΄ΣΣ ενισχύθηκε με την III Μεραρχία Πεζικού από τις 21 Νοεμβρίου και το Β΄ΣΣ με την XI Μεραρχία Πεζικού από τις 27 και τη Μεραρχία Ιππικού από τις 28 Νοεμβρίου.
0 γενικός ελιγμός του ΓΣ ήταν:
• Εξασφάλιση της ελεύθερης χρήσης των αμαξιτών οδών Λεσκοβίκι - Κορυτσά και Κακαβιά -Αγιοι Σαράντα. Για να συμβεί αυτό έπρεπε να εξασφαλιστούν οι ορεινοί όγκοι Μάλι Γκερ (Δ. Αργυροκάστρου), Κόρι (ΒΑ. Αργυροκάστρου) και Μάλι Κοκόικα (Β. Πρεμετής).
• Προώθηση του αριστερού του Α΄ ΣΣ προς Βορρά με ισχυρό και ασφαλή στροφέα το δεξιό της όλης διάταξης, δηλαδή το ΤΣΔΜ (Γ΄ΣΣ και ΟΜΚ). Το κέντρο της διάταξης, το Β΄ΣΣ, θα ακολουθούσε και θα υποστήριζε αυτήν την προσπάθεια, ενώ ταυτόχρονα θα αποτελούσε τον σύνδεσμο των δύο άκρων.
Για την υλοποίηση του ελιγμού δόθηκαν οι παρακάτω αποστολές στους σχηματισμούς:
• Α΄ ΣΣ. Να ενεργήσει προς τη γενική κατεύθυνση Καλπάκι - Αργυρόκαστρο - Τεπελένι - Αυλώνας, συντονίζοντας την κίνησή του με το Β΄ ΣΣ το οποίο θα κινείτο στα δεξιά του.
• Β΄ ΣΣ. Να ενεργήσει στη γενική κατεύθυνση Μέρτζανη - Βεράτι δια των κοιλάδων των ποταμών Αώου και Αψου, συντονίζοντας την ενέργειά του στο αριστερό με το Α΄ ΣΣ και αποτελώντας τον σύνδεσμο με το ΤΣΔΜ.
• ΤΣΔΜ (Γ΄ ΣΣ και ΟΜΚ). Να εξασφαλίσει το υψίπεδο Κορυτσάς από βόρεια και δυτικά και να ασκήσει ισχυρή πίεση στις εχθρικές δυνάμεις για να τις απασχολήσει επ’ ωφελεία των Α΄ και Β΄ ΣΣ.
Ο αρχιστράτηγος έδωσε γενικές διαταγές χωρίς να καθορίζει με λεπτομέρεια αντικειμενικούς σκοπούς, για να μπορέσουν οι διοικητές των σωμάτων στρατού και του ΤΣΔΜ να αναπτύξουν πρωτοβουλία και να εκμεταλλευθούν τις επιτυχίες τους πιο αποτελεσματικά.
Στο διάστημα 24-30 Νοεμβρίου το Α΄ ΣΣ κινήθηκε κατά μήκος της κοιλάδας του ποταμού Δρίνου, με το Απόσπασμα Λιούμπα στον παραλιακό τομέα, την VIII Μεραρχία Πεζικού προς τη διάβαση της Κακαβιάς και τη II Μεραρχία Πεζικού προς τη διάβαση Σούχας. Η III Μεραρχία Πεζικού, η οποία είχε διατεθεί στο Σώμα Στρατού, κινήθηκε από τις 30 Νοεμβρίου επί της οδού Δελβινάκι - Κακαβιά - Αργυρόκαστρο.
Στο ίδιο διάστημα το Β΄ΣΣ κινήθηκε προς Φράσερι και απώθησε τους Ιταλούς πιο βαθιά στο βορειοηπειρωτικό έδαφος για να εξασφαλίσει στη ζώνη ενεργείας του ευρέως την οδό Μέρτζανη - Λεσκοβίκι - Ερσέκα - Κορυτσά. Στις 30 Νοεμβρίου το Β΄ ΣΣ υπήχθη απευθείας στο ΓΣ.
Το ΤΣΔΜ κατά τον χρόνο αυτόν εξασφάλισε αρχικά την αμαξιτή οδό Ερσέκα - Κορυτσά - διάβαση Τσαγκόνι, συνέχισε την κίνησή του και απελευθέρωσε τη Μοσχόπολη στις 24 Νοεμβρίου με τη X Μεραρχία Πεζικού. Οι Ιταλοί αναγκάστηκαν να εκκενώσουν το Πόγραδετς το οποίο κατέλαβαν τμήματα της XIII Μεραρχίας Πεζικού στις 30 Νοεμβρίου.
Κατά το διάστημα 1-12 Δεκεμβρίου δόθηκαν αποφασιστικές μάχες με πολύ δυσάρεστα για τους Ιταλούς αποτελέσματα.
Το Α΄ΣΣ συνέχισε την προώθησή του προς Αυλώνα. Επειτα από σκληρές μάχες καταλήφθηκε το Δέλβινο στις 5 Δεκεμβρίου από τμήματα της III Μεραρχίας η οποία τη νύκτα της 7/8 Δεκεμβρίου αντικαταστάθηκε από την IV Μεραρχία Πεζικού, η οποία στις 8 Δεκεμβρίου απελευθέρωσε το Αργυρόκαστρο. Στον παραλιακό τομέα το Απόσπασμα Λιούμπα κατέλαβε στις 6 Δεκεμβρίου τους Αγίους Σαράντα και στις 8 Δεκεμβρίου αντικαταστάθηκε από την III Μεραρχία.
Από τις άλλες μεραρχίες του Α΄ΣΣ η II ΜΠ κατέλαβε έπειτα από αγώνα τη διάβαση Σούχας. Την 1η Δεκεμβρίου η Μεραρχία κρατούσε το ΒΑ άκρο της διάβασης. Αφού απέκρουσε σφοδρή επίθεση των Ιταλών, οργάνωσε δύο συγκροτήματα δύναμης συντάγματος και έπειτα από σκληρό αγώνα κατόρθωσε στις 4 Δεκεμβρίου να διανοίξει τη διάβαση καταλαμβάνοντας και το ΝΔ άκρο της. Τα ιταλικά τμήματα στην περιοχή του χωριού Σούχα πανικοβλήθηκαν και υποχώρησαν βιαστικά, εγκαταλείποντας μεγάλες ποσότητες υλικών και εφοδίων. Σύμφωνα με πληροφορίες από Ιταλούς αιχμαλώτους η εκκένωση του Αργυροκάστρου άρχισε σχεδόν ταυτόχρονα. Η VIII Μεραρχία έδωσε επικούς αγώνες για να διανοίξει τη διάβαση της Κακαβιάς. Τα υψώματα - κλειδιά της διάβασης αυτής ήταν το Μπουράτο και το 669. Η πρώτη προσπάθεια της Μεραρχίας στη 1 και στις 2 Δεκεμβρίου, κάτω από αντίξοες καιρικές συνθήκες, απέτυχε με βαριές απώλειες. Στις 3 Δεκεμβρίου η Μεραρχία κατέλαβε έπειτα από σκληρό αγώνα το Μπουράτο και με βάση το ύψωμα αυτό επιχείρησε να κυκλώσει το 669 την άλλη ημέρα χωρίς αποτέλεσμα όμως. Το βράδυ της 4ης Δεκεμβρίου έφθασε στο στρατηγείο του Α΄ ΣΣ στο Καλπάκι ο αρχιστράτηγος συνοδευόμενος από τον διάδοχο και συναντήθηκε με τον διοικητή της VIII Μεραρχίας. Τον συνεχάρη για τη μέχρι τότε δράση της Μεραρχίας του και του ζήτησε να καταλάβει χωρίς καθυστέρηση το 669. Του επεσήμανε ότι μετά την αποστολή αυτή, η καταπονημένη Μεραρχία του θα αποσυρόταν ως εφεδρεία. Ομως η επίθεση για την κατάληψη του 669 δεν πραγματοποιήθηκε. Οι Ιταλοί το εγκατέλειψαν τη νύκτα της 4/5 Δεκεμβρίου χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Μόνο το άλλο πρωί οι Ελληνες στρατιώτες αντελήφθησαν την αναχώρησή τους και ανέβηκαν στο ύψωμα. Επί τόπου μέτρησαν 100 άταφους νεκρούς και 150 τάφους, σημάδι της σκληρότητας των μαχών. Από μέρους της η VIII Μεραρχία, στη διάρκεια της περιόδου αυτής είχε 34 αξιωματικούς και 280 οπλίτες φονευθέντες, 48 αξιωματικούς και 1.360 στρατιώτες τραυματίες και 84 αγνοούμενους. Είχε συλλάβει αιχμαλώτους 46 Ιταλούς αξιωματικούς και 1.490 στρατιώτες και είχε κυριεύσει - εκτός από το άλλο υλικό - μια ολόκληρη πυροβολαρχία των 65 mm, τρία πυροβόλα Skoda και 30 άρματα από τα οποία τα μισά βρίσκονταν σε καλή κατάσταση.
Ο ενθουσιασμός του έθνους για την κατάληψη του Δελβίνου, του Αργυροκάστρου και των Αγίων Σαράντα ήταν απερίγραπτος. Η απήχηση από την κατάληψη των Αγίων Σαράντα παγκόσμια. Αποτέλεσε μάλιστα πλήγμα για το κύρος του Μουσολίνι, επειδή οι Ιταλοί είχαν ονομάσει το λιμάνι αυτό Πόρτο Εντα προς τιμήν της κόρης του Μουσολίνι και συζύγου του υπουργού Εξωτερικών, Εντας Τσιάνο.
Το Β΄ΣΣ, συνεχίζοντας την προέλασή του στον ορεινό και χωρίς πολλές οδεύσεις άξονα Ιωάννινα - Κλεισούρα - Βεράτι και στην περιοχή της Κολωνίας, κατέλαβε την Πρεμετή με τη Μεραρχία Ιππικού και το Φράσερι με την Ταξιαρχία Ιππικού.
Το ΤΣΔΜ συνέχισε τις επιθετικές του επιχειρήσεις στην περιοχή της Κορυτσάς. Η ΟΜΚ η οποία είχε μετονομαστεί σε Συγκρότημα "Κ" και διέθετε μόνο τη X Μεραρχία Πεζικού επειδή η IX είχε διατεθεί ως εφεδρεία του Β΄ΣΣ, ολοκλήρωσε την κατάκτηση του ορεινού όγκου Οστραβίτσα στις 12 Δεκεμβρίου. Το Γ΄ΣΣ, που από 1ης Δεκεμβρίου είχε ενισχυθεί με τη XVII Μεραρχία Πεζικού η οποία είχε αναλάβει τον τομέα της XIII Μεραρχίας, κινήθηκε στον άξονα Κορυτσά - Ελβασάν και έπειτα από σκληρό αγώνα κάτω από αντίξοες καιρικές συνθήκες με πυκνές χιονοπτώσεις, ολοκλήρωσε την κατάληψη του ορεινού όγκου της Κάμιας και στις 7 Δεκεμβρίου τμήματα της XV Μεραρχίας εισήλθαν στο Πόγραδετς και αντικατέστησαν τα τμήματα αναγνώρισης της XIII Μεραρχίας τα οποία είχαν καταλάβει την πόλη από τις 30 Νοεμβρίου και είχαν παραμείνει εκεί.
Οι Ιταλοί διατηρούσαν τώρα μια γραμμή η οποία εκτεινόταν από τη Χειμάρρα στο δεξιό πλευρό, μέχρι τα υψώματα του Ελβασάν και της λίμνης Αχρίδας στο αριστερό. Βασικό σημείο της γραμμής αυτής ήταν η στενωπός του Τεπελενίου, από την οποία περνούσε η αμαξιτή οδός Ιωάννινα - Βεράτι και η οποία ήλεγχε την οδό από Αργυρόκαστρο προς Αυλώνα. Η στενωπός αυτή αποτελούσε το "κλειδί" για την είσοδο στη βόρεια Αλβανία.
Η όλη κατάσταση δημιούργησε κρίση στην ιταλική ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων. Στις 26 Νοεμβρίου παραιτήθηκε ο αρχηγός του Ιταλικού Γενικού Επιτελείου Στρατού, στρατηγός Μπαντόλιο (ή μάλλον τον εξανάγκασε σε παραίτηση ο Μουσολίνι!). Αντικαταστάθηκε από τον στρατηγό Ούγκο Καβαλλέρο ο οποίος, ύστερα από ένα άκρως απογοητευτικό μήνυμα του Σοντού προς τον Μουσολίνι, με το οποίο πρότεινε την εύρεση πολιτικής λύσης στην κρίση, πήγε στην Αλβανία για να εξετάσει προσωπικά την κατάσταση. Η Ιταλία έπρεπε να διαλέξει μεταξύ μιας ταπεινωτικής λύσης, όπως ήταν η σύναψη ανακωχής, και της συνεχιζόμενης σειράς ηττών. Προτίμησε τη λιγότερο ταπεινωτική λύση: ζήτησε βοήθεια από τη Γερμανία. Ο Χίτλερ, ο οποίος ετοίμαζε την επίθεση κατά της ΕΣΣΔ την ερχόμενη άνοιξη, ανησυχούσε εξαιρετικά με την τροπή που είχε ακολουθήσει η κατάσταση στην Ελλάδα και με την πιθανή παρέμβαση των Βρετανών. Η μόνη βοήθεια η οποία δόθηκε στον Ντούτσε ήταν 50 μεταφορικά αεροπλάνα Junkers 52 για τη μεταφορά στρατιωτών και εφοδίων από το αεροδρόμιο της Φότζια στα αεροδρόμια της Αυλώνας και του Δυρραχίου.
Κατά τα άλλα, τα πράγματα στην Ιταλία οδηγούντο από το κακό στο χειρότερο! Ηταν αδύνατον πια να κοροϊδεύει τον ιταλικό λαό η φασιστική προπαγάνδα σε σχέση με την "ελληνική τραγωδία". Και τα χειρότερα, όπως είπε ο Μουσολίνι στον Χίτλερ, όχι μόνο δεν είχαν περάσει, αλλά δεν είχαν έρθει ακόμα! Στις 9 Δεκεμβρίου ο "μονόφθαλμος δράκος", ο στρατηγός Ουέιβελ, εξαπέλυσε την επίθεσή του κατά των Ιταλών στη Λιβύη. Οι Βρετανοί, παρά το γεγονός ότι οι Ιταλοί υπερτερούσαν αριθμητικά πέντε προς ένα, συνελάμβαναν συνεχώς Ιταλούς αιχμαλώτους! Για πολλές εβδομάδες ακόμα ο ιταλικός λαός δεν είχε άλλες ειδήσεις εκτός από τις συνεχείς ήττες.
Κατά το χρονικό διάστημα 13 Δεκεμβρίου 1940 έως 6 Ιανουαρίου 1941, οι επιχειρήσεις του Ελληνικού Στρατού συνεχίστηκαν κάτω από απάνθρωπες καιρικές συνθήκες. Ο χειμώνας εκείνος ήταν εξαιρετικά βαρύς με πυκνές χιονοπτώσεις και πολικό κρύο. Οι στρατιώτες κατέβαλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να επιβιώσουν. Εκτός από τα εχθρικά πυρά, είχε εμφανιστεί ένας ακόμα αντίπαλος: τα κρυοπαγήματα. Το Α΄ΣΣ διέθετε τώρα τις II, III και IV Μεραρχίες επειδή η VIII Μεραρχία και το Απόσπασμα Λιούμπα είχαν αποσυρθεί ως εφεδρεία του αρχιστράτηγου στις περιοχές Δελβινακίου και Δελβίνου αντίστοιχα. Κάτω από αντίξοες συνθήκες κατόρθωσε να απελευθερώσει τη Χειμάρρα στις 22 Δεκεμβρίου.
Το Β΄ΣΣ κινήθηκε στην εδαφική περιοχή μεταξύ Αώου και άνω κοιλάδας του Αψου ποταμού και έπειτα από σκληρή μάχη με τους Ιταλούς και τα στοιχεία της φύσης, κατόρθωσε να φθάσει 2 χιλιόμετρα ΒΑ της Κλεισούρας χωρίς να μπορέσει να την καταλάβει. Ολοκλήρωσε όμως την κατάληψη του Μάλι Κράσοβες νότια του Αψου και του υψώματος Ζαλοσνίγια βόρεια του ποταμού.
Στον τομέα του ΤΣΔΜ το Συγκρότημα "Κ" μετονομάστηκε σε Ε΄ΣΣ, αν και εξακολουθούσε να περιλαμβάνει ακόμα μόνο τη X Μεραρχία Πεζικού. Κατόρθωσε όμως να φθάσει στα ανατολικά του όρους Τόμορος και να συνδέσει το δεξιό του Β΄ΣΣ με το αριστερό του Γ΄ΣΣ. Το Γ΄ ΣΣ εξαιτίας των καιρικών συνθηκών περιορίστηκε στη βελτίωση των κατεχόμενων θέσεων και την αγκίστρωση εχθρικών δυνάμεων.
Οι Ιταλοί, αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο κατάληψης του Αυλώνα, πραγματοποίησαν κάθε δυνατή προσπάθεια για να σταματήσουν την ελληνική προέλαση. Ενίσχυσαν τις δυνάμεις της Αλβανίας με προσωπικό και άφθονο πολεμικό υλικό. Στις 29 Δεκεμβρίου ο στρατηγός Καβαλλέρο αντικατέστησε τον στρατηγό Σοντού στη διοίκηση των ιταλικών δυνάμεων στην Αλβανία.
Μακριά από το μέτωπο συνέβαιναν άλλα γεγονότα καθοριστικά για την τύχη της χώρας. Ο Χίτλερ είχε ήδη σχεδιάσει την επιχείρηση κατά της ΕΣΣΔ για τον Μάιο του 1941. Η τροπή που είχε ακολουθήσει η κατάσταση στην Ελλάδα τον ανησυχούσε πολύ. Τα βρετανικά αεροπλάνα μπορούσαν να φθάσουν τις πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας και αν οι Βρετανοί αποβιβάζονταν με μεγάλες δυνάμεις στην Ελλάδα, διακυβευόταν η θέση της Γερμανίας στα Βαλκάνια. Στις 4 Νοεμβρίου 1940 πραγματοποιήθηκε πολεμικό συμβούλιο στο Βερολίνο. Ο Χίτλερ χαρακτήρισε την ιταλική εισβολή στην Ελλάδα "θλιβερό γεγονός" και ζήτησε από τους επιτελείς του να μελετήσουν εισβολή στην Ελλάδα με δύναμη δέκα μεραρχιών τουλάχιστον. Στις 13 Δεκεμβρίου 1940, ενώ ο Ελληνικός Στρατός καταδίωκε τους Ιταλούς μέσα στο έδαφος της Βορείου Ηπείρου, ο Χίτλερ εξέδιδε την υπ’ αριθμόν 20 Κατευθυντήρια Οδηγία του για την Επιχείρηση "Μαρίτα", όπως ήταν το κωδικό όνομα της επίθεσης κατά της Ελλάδας. Είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για το τέλος μιας εποποιίας, αν και ο δρόμος ήταν δύσκολος ακόμα.
------------------------------------------------------
πηγή: Ο ελληνικός στρατός και το έπος της Β. Ηπείρου (1940-41), περιοδ. Στρατιωτική Ιστορία - Μεγάλες μάχες, εκδ. Περισκόπιο, τεύχος 3, Οκτώβριος 2001.
• 53η Μεραρχία Πεζικού "Αρέτσο".
• 2η Μεραρχία Αλπινιστών "Τρεντίνα".
• Μια επιλαρχία 30-50 αρμάτων της 131 ΤΘ Μεραρχίας "Κένταυροι".
Αποστολή των Ιταλών ήταν η άμυνα μέχρι εσχάτων επί της τοποθεσίας Ιβάν - Μόροβα για να προστατευθεί το υψίπεδο της Κορυτσάς και οι συγκοινωνίες προς Πόγραδετς και Ερσέκα. Η κύρια αμυντική προσπάθεια ήταν στη διάβαση και τον αυχένα της Ντάρτζας.
Το Γ΄ ΣΣ το οποίο είχε αναλάβει την επιχείρηση, ήταν υποχρεωμένο βάσει διαταγών του ΤΣΔΜ να διαθέσει δυνάμεις για να εξασφαλίσει με κάθε θυσία την άμυνα της κατεχόμενης τοποθεσίας. Και οι δυνάμεις αυτές δεν ήταν ευκαταφρόνητες: δύο τάγματα πεζικού της XV Μεραρχίας από τη λίμνη Πρέσπα μέχρι το όρος Γκόρμπες και τρία τάγματα πεζικού της IX Μεραρχίας από το όρος Γκόρμπες μέχρι τη Φλατσάτα. Οι νότιες διαβάσεις του Γράμμου εξασφαλίζονταν από την I Μεραρχία του Β΄ΣΣ. Ετσι το Γ΄ΣΣ διέθετε για την επίθεση τις παρακάτω δυνάμεις:
• XV Μεραρχία Πεζικού υπό τον υποστράτηγο Α. Μεταξά, με επτά τάγματα πεζικού στον Πυξό προσανατολισμένη προς το Ιβάν.
• IX Μεραρχία Πεζικού υπό τον υποστράτηγο X. Ζυγούρη, με έξι τάγματα πεζικού προσανατολισμένη προς την κεντρική και βόρεια Μόροβα.
• X Μεραρχία Πεζικού υπό τον υποστράτηγο Π. Γαζή, με έξι τάγματα πεζικού στο Νεστόριο προσανατολισμένη προς τη νότια Μόροβα και νοτιότερα.
• Ενα τάγμα πολυβόλων.
• Ομάδα αναγνώρισης ΣΣ.
• 37 πυροβολαρχίες (14 βαριές, 14 ορειβατικές και 9 πεδινές).
Το σχέδιο του Γ΄ΣΣ στηριζόταν στον αιφνιδιασμό και βασιζόταν στο δόγμα που είχε δημιουργηθεί τότε επειδή ο Ελληνικός Στρατός δεν διέθετε άρματα ή επαρκή αντιαρματικά για να αντιμετωπίσει τα ιταλικά τεθωρακισμένα: "πάντοτε επί των κορυφών των ορέων και ουδέποτε δια του αναπεπταμένου εδάφους των κοιλάδων". Για τον λόγο αυτόν η διάταξη του Γ΄ΣΣ ήταν τέτοια ώστε να ευνοεί τον αιφνιδιασμό και για να τον επιτύχει καλύτερα αποφασίστηκε να αρχίσει η επίθεση χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού. Η επίθεση θα εκτοξευόταν σε τρεις κατευθύνσεις:
• Νεστόριο - Ντάρτζα - Ντένοβ - Κορυτσά με την X Μεραρχία. Η κατεύθυνση αυτή αποτελούσε την κύρια προσπάθεια επειδή το έδαφος ήταν δύσβατο και ορεινό, μη επιτρέποντας τη χρήση αρμάτων εκτός οδών στην περιοχή εκείνη.
• Πολυάνεμος - Σβέτι Ατανάς (Αγιος Αθανάσιος)
- Κορυτσά με την IX Μεραρχία.
• Πυξός - Ιβάν - Κορυτσά με τη XV Μεραρχία.
Αντικειμενικός σκοπός ήταν η περίσχεση της Μόροβας και η κατάληψη της Κορυτσάς.
Η επίθεση εκτοξεύθηκε στις 06.30 της 14ης Νοεμβρίου χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού σε ολόκληρο το μέτωπο από τη λίμνη Πρέσπα μέχρι την κορυφή Γκούμπελ (2247) του Γράμμου. Η όλη επιχείρηση διήρκεσε μέχρι τις 27 Νοεμβρίου και διαιρείται σε τέσσερις φάσεις.
Κατά την πρώτη φάση (14-16 Νοεμβρίου) οι ελληνικές δυνάμεις έλαβαν την επαφή με την κύρια αμυντική τοποθεσία των Ιταλών από την πρώτη ημέρα (στον τομέα Ηπείρου οι Ιταλοί χρειάστηκαν πέντε ημέρες για το ίδιο αποτέλεσμα). Την 14η οι Ιταλοί αιφνιδιάστηκαν και έτσι οι μεραρχίες του Γ΄ΣΣ σημείωσαν σημαντικές επιτυχίες. Συγκεκριμένα η XV ΜΠ κατέλαβε τον "προμαχώνα του Ιβάν", το περίφημο ύψωμα 1480 το οποίο και διατήρησε παρά την αντίδραση των Ιταλών. Η IX ΜΠ πέρασε τον Δεβόλη και πέτυχε διάρρηξη της εχθρικής γραμμής στο ύψος του χωριού Σαλ. Η X ΜΠ κατέλαβε το χωριό Μπόζιγκραντ και τα υψώματα νότια από τα χωριά Νικολίτσι και Καλάν. Την άλλη ημέρα οι Ιταλοί που είχαν συνέλθει από τον αιφνιδιασμό, προέβαλαν σκληρή αντίσταση. Παρόλα αυτά στο κέντρο η IX Μεραρχία πέτυχε στις 16 να διευρύνει το ρήγμα στο Σαλ και να καταλάβει το Σβέτι Ατανάς κοντά στον αυχένα της Ντάρτζας. Την ίδια ημέρα οι Ιταλοί ενέπλεξαν στον αγώνα και την 53η Μεραρχία "Αρέτσο".
Η δεύτερη φάση (17-20 Νοεμβρίου) ήταν η πιο κρίσιμη. Στις 17 Νοεμβρίου το ΤΣΔΜ έθεσε στη διάθεση του Γ΄ΣΣ την XIII Μεραρχία Πεζικού η οποία έλαβε ως αποστολή να επιτεθεί το πρωί της 18ης στον τομέα μεταξύ XV και IX Μεραρχίας. Οι τρεις μεραρχίες του Γ΄ΣΣ την ημέρα εκείνη σημείωσαν σημαντικές επιτυχίες. Η XV ΜΠ κατέλαβε τα χωριά Μοτσορίτσε και Γκολομπέρντα στη διάβαση Τσαγκόνι και απείλησε με περίσχεση το Ιβάν. Η IX Μεραρχία κατέλαβε την κορυφογραμμή της Μόροβας στον τομέα της και η X ΜΠ έπειτα από σκληρό αγώνα έφθασε δύο χιλιόμετρα νότια του αυχένα της Ντάρτζας. Στις 18 Νοεμβρίου το Γ΄ΣΣ ενισχύθηκε με την XI Μεραρχία Πεζικού η οποία, μαζί με τη X ΜΠ, αποτέλεσε όπως αναφέρθηκε την Ομάδα Μεραρχιών "Κ" (ΟΜΚ). Την ημέρα εκείνη συνέβη το δυσάρεστο ατύχημα της XIII Μεραρχίας, το οποίο είχε ως συνέπεια την αφαίρεση της διοίκησης από τον μέραρχό της. Συγκεκριμένα η XIII Μεραρχία είχε οργανώσει ένα απόσπασμα από το ενισχυμένο 23ο Σύνταγμα Πεζικού και τρεις μοίρες πυροβολικού με αποστολή να επιτεθεί στην κατεύθυνση Καπετίτσα - Ζέμπλακ. Στις 02.00 της 18ης Νοεμβρίου υπό καταρρακτώδη βροχή το απόσπασμα του 23ου ΣΠ συγκεντρώθηκε στους χώρους εξόρμησής του. Ομως στις 02.30 δόθηκε νέα διαταγή με την οποία η κατεύθυνση επίθεσης του αποσπάσματος άλλαζε προς το ύψωμα Χόστιτσε. Η αλλαγή αυτή απαιτούσε ορισμένες μετακινήσεις οι οποίες πραγματοποιήθηκαν νύκτα και μέσα σε βροχή, με αποτέλεσμα να χαλαρώσουν οι δεσμοί μεταξύ των τμημάτων και να επικρατήσει σύγχυση. Τελικά δύο από τα τάγματα του αποσπάσματος έλαβαν επαφή με την εχθρική τοποθεσία, καθηλώθηκαν προ του υψώματος Χόστιτσε και έχασαν κάθε επαφή με το Σύνταγμα και τη Μεραρχία. Τα άλλα δύο τάγματα, αν και δέχθηκαν μόνο πυρά αεροπορίας, κατελήφθησαν από πανικό και υποχώρησαν άτακτα. Ο διοικητής του αποσπάσματος αποδιοργανώθηκε σε τέτοιο σημείο ώστε υπέβαλε αναφορά στη Μεραρχία παρουσιάζοντας την κατάσταση ως απελπιστική. Ο μέραρχος, αν και βρισκόταν εκεί και μπορούσε να ελέγξει την κατάσταση, εξέλαβε "τοις μετρητοίς" την αναφορά του διοικητή του αποσπάσματος και διέταξε τη σύμπτυξή του. Ευτυχώς η απόφασή του αυτή δεν μεταβιβάστηκε προς εκτέλεση. Ο διοικητής του Γ΄ΣΣ έσπευσε επί τόπου, αντελήφθη την πραγματική κατάσταση και αφαίρεσε τη διοίκηση από τον μέραρχο και τον διοικητή του αποσπάσματος. Τη διοίκηση της XIII Μεραρχίας ανέθεσε στον αρχηγό πυροβολικού του Γ΄ΣΣ, υποστράτηγο Σωτ. Μουτούση. Ο νέος μέραρχος ανέλαβε τη διοίκηση της Μεραρχίας στις 03.00 της 19ης Νοεμβρίου και έλαβε δρακόντεια μέτρα για την αποκατάσταση της τάξης και της πειθαρχίας. Εχει μείνει ιστορική η διαταγή την οποία έστειλε στις μονάδες της Μεραρχίας:
"Αμα λήψει της παρούσης τα προς τα οπίσω τυχόν κινούμενα τμήματα να αγκιστρωθούν επί του εδάφους με μέτωπον προς Μόροβαν, τα δε τυχόν εν επαφή μετά του εχθρού άμα τη έω να επιτεθούν και εν αδυναμία να αμυνθούν επί τόπου. Την επίθεσιν θα υποστηρίξω δια του βαρέως πυροβολικού και θα την παρακολουθήσω έφιππος εκ του σύνεγγυς".
Κατά την τρίτη φάση (19-21 Νοεμβρίου) το σημαντικότερο γεγονός υπήρξε η κατάληψη την 21η Νοεμβρίου του ζωτικής σημασίας υψώματος 1878 της Μόροβας. Οι Ιταλοί γνώριζαν πολύ καλά ότι η κατάληψή του σήμαινε κατάρρευση όλης της τοποθεσίας. Η IX Μεραρχία ενισχυμένη με τέσσερα τάγματα της XIII κατέλαβε την 19η Νοεμβρίου την κορυφή 1805 της Μόροβας και μέχρι το βράδυ της 21ης είχε θέσει υπό τα πυρά της την οδό Μπομπότιστα - Ντάρτζα.
Κατά την τέταρτη περίοδο (22-27 Νοεμβρίου) οι δυνάμεις του ΤΣΔΜ κατέλαβαν την Κορυτσά και εξασφάλισαν τον ευρύτερο χώρο του υψιπέδου. Ενώ το ΤΣΔΜ εξέδιδε διαταγές προς το Γ΄ΣΣ και την ΟΜΚ για τη συνέχιση της επίθεσης και την ολοκλήρωση της κατάληψης της Μόροβας και της στενωπού Τσαγκόνι, οι Ιταλοί φοβούμενοι μήπως κυκλωθούν στο υψίπεδο της Κορυτσάς μετά την υποχώρηση των δυνάμεών τους στην περιοχή Ερσέκας, υποχώρησαν προς την κοιλάδα του Δεβόλη τη νύκτα της 21/22 Νοεμβρίου. Το πρωί της 22ας Νοεμβρίου οι μονάδες του ΤΣΔΜ συνέχισαν την προέλασή τους. Τμήματα της IX Μεραρχίας εισήλθαν στην Κορυτσά μέσα σε απερίγραπτο ενθουσιασμό του ελληνικού πληθυσμού. Η κατάληψη της Κορυτσάς, σε λιγότερο από έναν μήνα μετά την ιταλική εισβολή, ανέβασε το ηθικό του στρατού αλλά και όλου του ελληνικού λαού στα ύψη. Οι πανηγυρισμοί στην Αθήνα και τις άλλες πόλεις δεν είχαν προηγούμενο. Ο Γεώργιος Βλάχος έγραφε μεταξύ άλλων στην "Καθημερινή":
"Μας εξύπνησαν πώς, ξημερώματα, με το στιλέτον, με την φαλτσέταν, αδιάφορο. Μας εξύπνησαν για να ζήσωμεν την ημέραν την χθεσινήν. Μας εξύπνησαν για να μας πάρουν την Ηπειρον, τα Ιωάννινα, τα νησιά, δια να μας διορίσουν δούλους των και να κατακλέψουν τον τόπον. Και - κατά λάθος εσημαιοστόλισαν τα μπαλκόνια μας και μας εμάζεψαν δάφνας από τους κήπους και μας εκάλεσαν σε συναγερμόν και μας έστειλαν παράφρονας εκ χαράς στους δρόμους...".
Μέχρι τις 27 Νοεμβρίου το ΤΣΔΜ εξασφάλισε ευρέως το υψίπεδο Κορυτσάς. Ο αντικειμενικός σκοπός του ΓΣ είχε επιτευχθεί. Οι απώλειες του ΤΣΔΜ ήταν μεγάλες. Οι αριθμοί που ακολουθούν αποτελούσαν μόνο εκτίμηση: 34 αξιωματικοί και 590 οπλίτες φονευθέντες, 82 αξιωματικοί και 2.266 οπλίτες τραυματίες.
Τη μοιραία για τους Ιταλούς 21η Νοεμβρίου, ο υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας επέδωσε στον πεθερό του μια καυστική επιστολή του Χίτ-λερ. 0 Γερμανός δικτάτορας με πολύ αυστηρή γλώσσα τόνιζε ότι η επιχείρηση κατά της Ελλάδας έπρεπε να είχε καθυστερήσει μέχρι να βελτιώνονταν οι καιρικές συνθήκες και οπωσδήποτε μέχρι να γινόταν γνωστό το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών. Ο Χίτλερ τόνισε ότι η επιχείρηση είχε "δυσάρεστες ψυχολογικές επιπτώσεις" ενώ χαρακτήρισε τις στρατιωτικές συνέπειες "πολύ σοβαρές". Ο Μουσολίνι αναγκάστηκε να καταπιεί την προσβολή και να απαντήσει ότι οι "ατυχίες" των στρατευμάτων του οφείλονταν στις αντίξοες καιρικές συνθήκες, τη σχεδόν πλήρη διάλυση των αλβανικών δυνάμεων και τη στάση της Βουλγαρίας. Κατέληξε λέγοντας ότι ετοίμαζε 30 μεραρχίες για να εξαφανίσει (!) την Ελλάδα και ότι τα χειρότερα είχαν περάσει.
Σε ό,τι αφορά την ενημέρωση του ιταλικού λαού, η κυβερνητική προπαγάνδα χαρακτήρισε την υποχώρηση από την Κορυτσά ως... στρατηγικό ελιγμό ο οποίος αποσκοπούσε στο να παρασύρει τους Ελληνες από την ευνοϊκή γι’ αυτούς τοποθεσία, σε έδαφος όπου θα τους νικούσε με την ησυχία του ο Ιταλικός Στρατός. Το Ράδιο Ρώμη μάλιστα επιχείρησε έναν μάλλον ατυχή ιστορικό παραλληλισμό:
"Μια φορά ζούσε στην Ηπειρο ένας βασιλιάς που τον έλεγαν Πύρρο και που έπρεπε να πολεμήσει με τους Ρωμαίους. Στη διάρκεια της πρώτης φάσης του πολέμου το έργο του φάνηκε εξαιρετικά εύκολο. Νίκησε τους Ρωμαίους αλλά ο στρατός του υπέστη τόσες απώλειες ώστε τα υπολείμματά του νικήθηκαν εύκολα από τις ρωμαϊκές λεγεώνες στη μάχη που ακολούθησε. Η εξάντληση του αντιπάλου είναι καμιά φορά πιο πλεονεκτική από μια γρήγορη νίκη".
Η Δεύτερη Φάση της Δεύτερης Περιόδου του Ελληνοϊταλικού Πολέμου (24 Νοεμβρίου 1940 -6 Ιανουαρίου 1941)
Μετά την επιτυχή έκβαση του αγώνα στην Ηπειρο και την κατάληψη της Κορυτσάς, το ΓΣ μελέτησε το θέμα της συνέχισης των επιχειρήσεων κατά μήκος των αξόνων Ιωάννινα - Αυλώνα και Φλώρινα - Κορυτσά - Ελβασάν. Επειτα από συνεκτίμηση όλων των παραγόντων και κυρίως των προβλημάτων ανεφοδιασμού των σωμάτων στρατού, το ΓΣ αποφάσισε να εφαρμόσει την κύρια προσπάθειά του στον άξονα Ιωάννινα - Αυλώνα, χωρίς να αποκλείει την πιθανότητα να προχωρήσει σε βάθος στον βόρειο τομέα της Κορυτσάς. Για την εκτέλεση των αποστολών αυτών, το Α΄ΣΣ ενισχύθηκε με την III Μεραρχία Πεζικού από τις 21 Νοεμβρίου και το Β΄ΣΣ με την XI Μεραρχία Πεζικού από τις 27 και τη Μεραρχία Ιππικού από τις 28 Νοεμβρίου.
0 γενικός ελιγμός του ΓΣ ήταν:
• Εξασφάλιση της ελεύθερης χρήσης των αμαξιτών οδών Λεσκοβίκι - Κορυτσά και Κακαβιά -Αγιοι Σαράντα. Για να συμβεί αυτό έπρεπε να εξασφαλιστούν οι ορεινοί όγκοι Μάλι Γκερ (Δ. Αργυροκάστρου), Κόρι (ΒΑ. Αργυροκάστρου) και Μάλι Κοκόικα (Β. Πρεμετής).
• Προώθηση του αριστερού του Α΄ ΣΣ προς Βορρά με ισχυρό και ασφαλή στροφέα το δεξιό της όλης διάταξης, δηλαδή το ΤΣΔΜ (Γ΄ΣΣ και ΟΜΚ). Το κέντρο της διάταξης, το Β΄ΣΣ, θα ακολουθούσε και θα υποστήριζε αυτήν την προσπάθεια, ενώ ταυτόχρονα θα αποτελούσε τον σύνδεσμο των δύο άκρων.
Για την υλοποίηση του ελιγμού δόθηκαν οι παρακάτω αποστολές στους σχηματισμούς:
• Α΄ ΣΣ. Να ενεργήσει προς τη γενική κατεύθυνση Καλπάκι - Αργυρόκαστρο - Τεπελένι - Αυλώνας, συντονίζοντας την κίνησή του με το Β΄ ΣΣ το οποίο θα κινείτο στα δεξιά του.
• Β΄ ΣΣ. Να ενεργήσει στη γενική κατεύθυνση Μέρτζανη - Βεράτι δια των κοιλάδων των ποταμών Αώου και Αψου, συντονίζοντας την ενέργειά του στο αριστερό με το Α΄ ΣΣ και αποτελώντας τον σύνδεσμο με το ΤΣΔΜ.
• ΤΣΔΜ (Γ΄ ΣΣ και ΟΜΚ). Να εξασφαλίσει το υψίπεδο Κορυτσάς από βόρεια και δυτικά και να ασκήσει ισχυρή πίεση στις εχθρικές δυνάμεις για να τις απασχολήσει επ’ ωφελεία των Α΄ και Β΄ ΣΣ.
Ο αρχιστράτηγος έδωσε γενικές διαταγές χωρίς να καθορίζει με λεπτομέρεια αντικειμενικούς σκοπούς, για να μπορέσουν οι διοικητές των σωμάτων στρατού και του ΤΣΔΜ να αναπτύξουν πρωτοβουλία και να εκμεταλλευθούν τις επιτυχίες τους πιο αποτελεσματικά.
Στο διάστημα 24-30 Νοεμβρίου το Α΄ ΣΣ κινήθηκε κατά μήκος της κοιλάδας του ποταμού Δρίνου, με το Απόσπασμα Λιούμπα στον παραλιακό τομέα, την VIII Μεραρχία Πεζικού προς τη διάβαση της Κακαβιάς και τη II Μεραρχία Πεζικού προς τη διάβαση Σούχας. Η III Μεραρχία Πεζικού, η οποία είχε διατεθεί στο Σώμα Στρατού, κινήθηκε από τις 30 Νοεμβρίου επί της οδού Δελβινάκι - Κακαβιά - Αργυρόκαστρο.
Στο ίδιο διάστημα το Β΄ΣΣ κινήθηκε προς Φράσερι και απώθησε τους Ιταλούς πιο βαθιά στο βορειοηπειρωτικό έδαφος για να εξασφαλίσει στη ζώνη ενεργείας του ευρέως την οδό Μέρτζανη - Λεσκοβίκι - Ερσέκα - Κορυτσά. Στις 30 Νοεμβρίου το Β΄ ΣΣ υπήχθη απευθείας στο ΓΣ.
Το ΤΣΔΜ κατά τον χρόνο αυτόν εξασφάλισε αρχικά την αμαξιτή οδό Ερσέκα - Κορυτσά - διάβαση Τσαγκόνι, συνέχισε την κίνησή του και απελευθέρωσε τη Μοσχόπολη στις 24 Νοεμβρίου με τη X Μεραρχία Πεζικού. Οι Ιταλοί αναγκάστηκαν να εκκενώσουν το Πόγραδετς το οποίο κατέλαβαν τμήματα της XIII Μεραρχίας Πεζικού στις 30 Νοεμβρίου.
Κατά το διάστημα 1-12 Δεκεμβρίου δόθηκαν αποφασιστικές μάχες με πολύ δυσάρεστα για τους Ιταλούς αποτελέσματα.
Το Α΄ΣΣ συνέχισε την προώθησή του προς Αυλώνα. Επειτα από σκληρές μάχες καταλήφθηκε το Δέλβινο στις 5 Δεκεμβρίου από τμήματα της III Μεραρχίας η οποία τη νύκτα της 7/8 Δεκεμβρίου αντικαταστάθηκε από την IV Μεραρχία Πεζικού, η οποία στις 8 Δεκεμβρίου απελευθέρωσε το Αργυρόκαστρο. Στον παραλιακό τομέα το Απόσπασμα Λιούμπα κατέλαβε στις 6 Δεκεμβρίου τους Αγίους Σαράντα και στις 8 Δεκεμβρίου αντικαταστάθηκε από την III Μεραρχία.
Από τις άλλες μεραρχίες του Α΄ΣΣ η II ΜΠ κατέλαβε έπειτα από αγώνα τη διάβαση Σούχας. Την 1η Δεκεμβρίου η Μεραρχία κρατούσε το ΒΑ άκρο της διάβασης. Αφού απέκρουσε σφοδρή επίθεση των Ιταλών, οργάνωσε δύο συγκροτήματα δύναμης συντάγματος και έπειτα από σκληρό αγώνα κατόρθωσε στις 4 Δεκεμβρίου να διανοίξει τη διάβαση καταλαμβάνοντας και το ΝΔ άκρο της. Τα ιταλικά τμήματα στην περιοχή του χωριού Σούχα πανικοβλήθηκαν και υποχώρησαν βιαστικά, εγκαταλείποντας μεγάλες ποσότητες υλικών και εφοδίων. Σύμφωνα με πληροφορίες από Ιταλούς αιχμαλώτους η εκκένωση του Αργυροκάστρου άρχισε σχεδόν ταυτόχρονα. Η VIII Μεραρχία έδωσε επικούς αγώνες για να διανοίξει τη διάβαση της Κακαβιάς. Τα υψώματα - κλειδιά της διάβασης αυτής ήταν το Μπουράτο και το 669. Η πρώτη προσπάθεια της Μεραρχίας στη 1 και στις 2 Δεκεμβρίου, κάτω από αντίξοες καιρικές συνθήκες, απέτυχε με βαριές απώλειες. Στις 3 Δεκεμβρίου η Μεραρχία κατέλαβε έπειτα από σκληρό αγώνα το Μπουράτο και με βάση το ύψωμα αυτό επιχείρησε να κυκλώσει το 669 την άλλη ημέρα χωρίς αποτέλεσμα όμως. Το βράδυ της 4ης Δεκεμβρίου έφθασε στο στρατηγείο του Α΄ ΣΣ στο Καλπάκι ο αρχιστράτηγος συνοδευόμενος από τον διάδοχο και συναντήθηκε με τον διοικητή της VIII Μεραρχίας. Τον συνεχάρη για τη μέχρι τότε δράση της Μεραρχίας του και του ζήτησε να καταλάβει χωρίς καθυστέρηση το 669. Του επεσήμανε ότι μετά την αποστολή αυτή, η καταπονημένη Μεραρχία του θα αποσυρόταν ως εφεδρεία. Ομως η επίθεση για την κατάληψη του 669 δεν πραγματοποιήθηκε. Οι Ιταλοί το εγκατέλειψαν τη νύκτα της 4/5 Δεκεμβρίου χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Μόνο το άλλο πρωί οι Ελληνες στρατιώτες αντελήφθησαν την αναχώρησή τους και ανέβηκαν στο ύψωμα. Επί τόπου μέτρησαν 100 άταφους νεκρούς και 150 τάφους, σημάδι της σκληρότητας των μαχών. Από μέρους της η VIII Μεραρχία, στη διάρκεια της περιόδου αυτής είχε 34 αξιωματικούς και 280 οπλίτες φονευθέντες, 48 αξιωματικούς και 1.360 στρατιώτες τραυματίες και 84 αγνοούμενους. Είχε συλλάβει αιχμαλώτους 46 Ιταλούς αξιωματικούς και 1.490 στρατιώτες και είχε κυριεύσει - εκτός από το άλλο υλικό - μια ολόκληρη πυροβολαρχία των 65 mm, τρία πυροβόλα Skoda και 30 άρματα από τα οποία τα μισά βρίσκονταν σε καλή κατάσταση.
Ο ενθουσιασμός του έθνους για την κατάληψη του Δελβίνου, του Αργυροκάστρου και των Αγίων Σαράντα ήταν απερίγραπτος. Η απήχηση από την κατάληψη των Αγίων Σαράντα παγκόσμια. Αποτέλεσε μάλιστα πλήγμα για το κύρος του Μουσολίνι, επειδή οι Ιταλοί είχαν ονομάσει το λιμάνι αυτό Πόρτο Εντα προς τιμήν της κόρης του Μουσολίνι και συζύγου του υπουργού Εξωτερικών, Εντας Τσιάνο.
Το Β΄ΣΣ, συνεχίζοντας την προέλασή του στον ορεινό και χωρίς πολλές οδεύσεις άξονα Ιωάννινα - Κλεισούρα - Βεράτι και στην περιοχή της Κολωνίας, κατέλαβε την Πρεμετή με τη Μεραρχία Ιππικού και το Φράσερι με την Ταξιαρχία Ιππικού.
Το ΤΣΔΜ συνέχισε τις επιθετικές του επιχειρήσεις στην περιοχή της Κορυτσάς. Η ΟΜΚ η οποία είχε μετονομαστεί σε Συγκρότημα "Κ" και διέθετε μόνο τη X Μεραρχία Πεζικού επειδή η IX είχε διατεθεί ως εφεδρεία του Β΄ΣΣ, ολοκλήρωσε την κατάκτηση του ορεινού όγκου Οστραβίτσα στις 12 Δεκεμβρίου. Το Γ΄ΣΣ, που από 1ης Δεκεμβρίου είχε ενισχυθεί με τη XVII Μεραρχία Πεζικού η οποία είχε αναλάβει τον τομέα της XIII Μεραρχίας, κινήθηκε στον άξονα Κορυτσά - Ελβασάν και έπειτα από σκληρό αγώνα κάτω από αντίξοες καιρικές συνθήκες με πυκνές χιονοπτώσεις, ολοκλήρωσε την κατάληψη του ορεινού όγκου της Κάμιας και στις 7 Δεκεμβρίου τμήματα της XV Μεραρχίας εισήλθαν στο Πόγραδετς και αντικατέστησαν τα τμήματα αναγνώρισης της XIII Μεραρχίας τα οποία είχαν καταλάβει την πόλη από τις 30 Νοεμβρίου και είχαν παραμείνει εκεί.
Οι Ιταλοί διατηρούσαν τώρα μια γραμμή η οποία εκτεινόταν από τη Χειμάρρα στο δεξιό πλευρό, μέχρι τα υψώματα του Ελβασάν και της λίμνης Αχρίδας στο αριστερό. Βασικό σημείο της γραμμής αυτής ήταν η στενωπός του Τεπελενίου, από την οποία περνούσε η αμαξιτή οδός Ιωάννινα - Βεράτι και η οποία ήλεγχε την οδό από Αργυρόκαστρο προς Αυλώνα. Η στενωπός αυτή αποτελούσε το "κλειδί" για την είσοδο στη βόρεια Αλβανία.
Η όλη κατάσταση δημιούργησε κρίση στην ιταλική ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων. Στις 26 Νοεμβρίου παραιτήθηκε ο αρχηγός του Ιταλικού Γενικού Επιτελείου Στρατού, στρατηγός Μπαντόλιο (ή μάλλον τον εξανάγκασε σε παραίτηση ο Μουσολίνι!). Αντικαταστάθηκε από τον στρατηγό Ούγκο Καβαλλέρο ο οποίος, ύστερα από ένα άκρως απογοητευτικό μήνυμα του Σοντού προς τον Μουσολίνι, με το οποίο πρότεινε την εύρεση πολιτικής λύσης στην κρίση, πήγε στην Αλβανία για να εξετάσει προσωπικά την κατάσταση. Η Ιταλία έπρεπε να διαλέξει μεταξύ μιας ταπεινωτικής λύσης, όπως ήταν η σύναψη ανακωχής, και της συνεχιζόμενης σειράς ηττών. Προτίμησε τη λιγότερο ταπεινωτική λύση: ζήτησε βοήθεια από τη Γερμανία. Ο Χίτλερ, ο οποίος ετοίμαζε την επίθεση κατά της ΕΣΣΔ την ερχόμενη άνοιξη, ανησυχούσε εξαιρετικά με την τροπή που είχε ακολουθήσει η κατάσταση στην Ελλάδα και με την πιθανή παρέμβαση των Βρετανών. Η μόνη βοήθεια η οποία δόθηκε στον Ντούτσε ήταν 50 μεταφορικά αεροπλάνα Junkers 52 για τη μεταφορά στρατιωτών και εφοδίων από το αεροδρόμιο της Φότζια στα αεροδρόμια της Αυλώνας και του Δυρραχίου.
Κατά τα άλλα, τα πράγματα στην Ιταλία οδηγούντο από το κακό στο χειρότερο! Ηταν αδύνατον πια να κοροϊδεύει τον ιταλικό λαό η φασιστική προπαγάνδα σε σχέση με την "ελληνική τραγωδία". Και τα χειρότερα, όπως είπε ο Μουσολίνι στον Χίτλερ, όχι μόνο δεν είχαν περάσει, αλλά δεν είχαν έρθει ακόμα! Στις 9 Δεκεμβρίου ο "μονόφθαλμος δράκος", ο στρατηγός Ουέιβελ, εξαπέλυσε την επίθεσή του κατά των Ιταλών στη Λιβύη. Οι Βρετανοί, παρά το γεγονός ότι οι Ιταλοί υπερτερούσαν αριθμητικά πέντε προς ένα, συνελάμβαναν συνεχώς Ιταλούς αιχμαλώτους! Για πολλές εβδομάδες ακόμα ο ιταλικός λαός δεν είχε άλλες ειδήσεις εκτός από τις συνεχείς ήττες.
Κατά το χρονικό διάστημα 13 Δεκεμβρίου 1940 έως 6 Ιανουαρίου 1941, οι επιχειρήσεις του Ελληνικού Στρατού συνεχίστηκαν κάτω από απάνθρωπες καιρικές συνθήκες. Ο χειμώνας εκείνος ήταν εξαιρετικά βαρύς με πυκνές χιονοπτώσεις και πολικό κρύο. Οι στρατιώτες κατέβαλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να επιβιώσουν. Εκτός από τα εχθρικά πυρά, είχε εμφανιστεί ένας ακόμα αντίπαλος: τα κρυοπαγήματα. Το Α΄ΣΣ διέθετε τώρα τις II, III και IV Μεραρχίες επειδή η VIII Μεραρχία και το Απόσπασμα Λιούμπα είχαν αποσυρθεί ως εφεδρεία του αρχιστράτηγου στις περιοχές Δελβινακίου και Δελβίνου αντίστοιχα. Κάτω από αντίξοες συνθήκες κατόρθωσε να απελευθερώσει τη Χειμάρρα στις 22 Δεκεμβρίου.
Το Β΄ΣΣ κινήθηκε στην εδαφική περιοχή μεταξύ Αώου και άνω κοιλάδας του Αψου ποταμού και έπειτα από σκληρή μάχη με τους Ιταλούς και τα στοιχεία της φύσης, κατόρθωσε να φθάσει 2 χιλιόμετρα ΒΑ της Κλεισούρας χωρίς να μπορέσει να την καταλάβει. Ολοκλήρωσε όμως την κατάληψη του Μάλι Κράσοβες νότια του Αψου και του υψώματος Ζαλοσνίγια βόρεια του ποταμού.
Στον τομέα του ΤΣΔΜ το Συγκρότημα "Κ" μετονομάστηκε σε Ε΄ΣΣ, αν και εξακολουθούσε να περιλαμβάνει ακόμα μόνο τη X Μεραρχία Πεζικού. Κατόρθωσε όμως να φθάσει στα ανατολικά του όρους Τόμορος και να συνδέσει το δεξιό του Β΄ΣΣ με το αριστερό του Γ΄ΣΣ. Το Γ΄ ΣΣ εξαιτίας των καιρικών συνθηκών περιορίστηκε στη βελτίωση των κατεχόμενων θέσεων και την αγκίστρωση εχθρικών δυνάμεων.
Οι Ιταλοί, αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο κατάληψης του Αυλώνα, πραγματοποίησαν κάθε δυνατή προσπάθεια για να σταματήσουν την ελληνική προέλαση. Ενίσχυσαν τις δυνάμεις της Αλβανίας με προσωπικό και άφθονο πολεμικό υλικό. Στις 29 Δεκεμβρίου ο στρατηγός Καβαλλέρο αντικατέστησε τον στρατηγό Σοντού στη διοίκηση των ιταλικών δυνάμεων στην Αλβανία.
Μακριά από το μέτωπο συνέβαιναν άλλα γεγονότα καθοριστικά για την τύχη της χώρας. Ο Χίτλερ είχε ήδη σχεδιάσει την επιχείρηση κατά της ΕΣΣΔ για τον Μάιο του 1941. Η τροπή που είχε ακολουθήσει η κατάσταση στην Ελλάδα τον ανησυχούσε πολύ. Τα βρετανικά αεροπλάνα μπορούσαν να φθάσουν τις πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας και αν οι Βρετανοί αποβιβάζονταν με μεγάλες δυνάμεις στην Ελλάδα, διακυβευόταν η θέση της Γερμανίας στα Βαλκάνια. Στις 4 Νοεμβρίου 1940 πραγματοποιήθηκε πολεμικό συμβούλιο στο Βερολίνο. Ο Χίτλερ χαρακτήρισε την ιταλική εισβολή στην Ελλάδα "θλιβερό γεγονός" και ζήτησε από τους επιτελείς του να μελετήσουν εισβολή στην Ελλάδα με δύναμη δέκα μεραρχιών τουλάχιστον. Στις 13 Δεκεμβρίου 1940, ενώ ο Ελληνικός Στρατός καταδίωκε τους Ιταλούς μέσα στο έδαφος της Βορείου Ηπείρου, ο Χίτλερ εξέδιδε την υπ’ αριθμόν 20 Κατευθυντήρια Οδηγία του για την Επιχείρηση "Μαρίτα", όπως ήταν το κωδικό όνομα της επίθεσης κατά της Ελλάδας. Είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για το τέλος μιας εποποιίας, αν και ο δρόμος ήταν δύσκολος ακόμα.
------------------------------------------------------
πηγή: Ο ελληνικός στρατός και το έπος της Β. Ηπείρου (1940-41), περιοδ. Στρατιωτική Ιστορία - Μεγάλες μάχες, εκδ. Περισκόπιο, τεύχος 3, Οκτώβριος 2001.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.