Η απροσπάθεια γέννα νέκρωση των παθών μας·
και αν κανείς δε την κρατά με κόπο και με πόνο,
ούτε από τα πάθη του λυτρώνεται ποτέ του.
Και τώρα ευλόγησε λοιπόν την ανάγνωση, πάτερ.
Αυτός που έφτασε στην απροσπάθεια, είναι συνεχώς στραμμένος στο Θεό μέσω της θεωρίας. Γιατί η απροσπάθεια των αισθητών προκαλεί τη θεωρία των νοητών. Θεωρία εδώ εννοώ, όχι των όντων, αλλά των δεινών που είναι πριν και μετά τον θάνατο, για τα οποία διδάσκει η χάρη τον απροσπαθή, ώστε με το πένθος να νεκρωθούν τα πάθη του και να φτάσει στην πραότητα των λογισμών όταν έρθει ο καιρός.
Από την πίστη γεννιέται ο φόβος, και από αυτόν η ευσέβεια, δηλαδή η εγκράτεια· έπειτα η υπομονή του πένθους, η πραότητα, η πείνα και η δίψα της δικαιοσύνης, δηλαδή όλων των αρετών, και η ελεημοσύνη, κατά τους μακαρισμούς του Κυρίου(Ματθ. 5, 3-12) κατόπιν η απροσπάθεια, και από αυτήν η νέκρωση του σώματος από τους πολλούς στεναγμούς και τα πικρά δάκρυα της μετάνοιας και της λύπης, με τα οποία η ψυχή αποβάλλει τη χαρά του κόσμου και αυτή την τροφή, εξαιτίας της αγωνίας της.
Γιατί αρχίζει να βλέπει τις αμαρτίες της σαν την άμμο της θάλασσας. Και αυτό είναι η αρχή του φωτισμού της ψυχής και σημάδι της υγείας της. Γιατί εκείνα που γίνονταν πρωτύτερα, δάκρυα ίσως και θεία τάχα νοήματα και κατάνυξη, είναι εμπαιγμός και απάτη των δαιμόνων, και μάλιστα σ' εκείνους που ζουν ανάμεσα στους ανθρώπους ή σε περισπασμό, ακόμα και σε πολύ μικρό. Γιατί είναι αδύνατο, έχοντας ακόμη κλίση σε κάτι αισθητό, να κατανικήσομε τα πάθη μας.
Αν τώρα κανείς φέρνει για παράδειγμα τους παλιούς που κατόρθωναν τούτο έχοντας και τα αισθητά, ας μάθει ότι τα είχαν βέβαια, αλλά δε μεταχειρίστηκαν με πάθος κανένα απ' αυτά ολότελα. Και αυτό είναι φανερό από το ότι πήραν γυναίκες και ύστερα από πολλά χρόνια ήρθαν σε συζυγικές σχέσεις μ' αυτές, όπως έχει γραφεί στην Παλαιά Διαθήκη για τη γενεαλογία των ανθρώπων· και αν τις είχαν ή δεν τις είχαν, το ίδιο ήταν.
Επίσης, από τον Ιώβ και τους λοιπούς Δικαίους. Αλλά και ο Δαβίδ ήταν βασιλιάς και προφήτης, όπως και ο Σολομών ως ένα σημείο. Ο τελευταίος μάλιστα είπε: «Ο Θεός έδωσε περισπασμό πονηρό στους ανθρώπους, να απασχολούνται με τα μάταια, για να μην ξεκλίνουν στα χειρότερα»(Εκκλ. 1, 13). Και αυτό το διδάσκει η φύση των πραγμάτων.
Γιατί αν με χίλιους-δύο περισπασμούς, μερικοί βρίσκουν την ευκαιρία να διαπράττουν τα άνομα, πόσο μάλλον αν η ζωή ήταν χωρίς περισπασμούς; Γι' αυτό ένας τέτοιος ας έχει περισπασμό. Καλύτερο είναι να έχει κανείς περισπασμό πονηρό, και να είναι αργός από τα θεία πράγματα και νοήματα, παρά να πράττει τα κακά, τα χειρότερα από τον περισπασμό.
Εκείνος όμως που με τη χάρη του Θεού έφτασε σε κάποια μερική γνώση, και μπόρεσε να εννοεί τα πριν και μετά το θάνατο δεινά, τα οποία προξένησε η παρακοή των πρωτοπλάστων, δεν πρέπει να αφήνει τα τέτοια νοήματα, ούτε τα έργα που τα φέρνουν, με κάθε ησυχία και αμεριμνία, και να απασχολείται με τα μάταια.
Γιατί όλα είναι μάταια, ολότελα μάταια(Εκκλ. 1, 2). Από αυτό το ρητό πήρε αφορμή ο Δαμασκηνός και έγραψε: «Αληθινά, τα πάντα είναι ματαιότητα, κι η ζωή μας σκιά και όνειρο. Γι' αυτό και μάταια ταράζεται κάθε άνθρωπος, όπως είπε η Γραφή(Ψαλμ. 38, 12)». Και πολύ εύλογα. Από αυτό που καταλήγει στη σαπίλα και στο χώμα, τι πράγμα είναι πιό μάταιο; Γι' αυτό η απροσπάθεια είναι νέκρωση, αλλά όχι του νου, παρά του σώματος από τις προηγούμενες τάσεις του για τρυφή και ανάπαυση.
Γιατί η ανάπαυση είναι σαρκικό θέλημα, ακόμη και αν είναι πολύ μικρή. Επειδή η ψυχή από αυτό λυπάται περισσότερο, αν βλέπει να έχει οπωσδήποτε κάποιο πνευματικό έργο ή γνώση. Αν όμως είναι και αυτή σαρκική, δε θα παραμείνει σ' αυτήν το Πνεύμα του Θεού(Γεν. 6, 3).
Γι' αυτό ούτε που τη μέλλει για κανένα έργο αγαθό, αλλά αγωνίζεται να κάνει τα θελήματα του σώματος και των παθών της, και παίρνοντας σκοτάδι πάνω στο σκοτάδι, περνά όλον τον καιρό της πρόθυμα μέσα σε καθολική άγνοια.
Εκείνος όμως που φωτίστηκε ώστε να βλέπει τις αμαρτίες του, δεν παύει να θρηνεί τον εαυτό του και όλους τους ανθρώπους, βλέποντας την τόση ανοχή του Θεού και τις τόσες αμαρτίες που από την αρχή κάναμε και εξακολουθούμε να κάνομε διαρκώς οι άθλιοι.
Απ' αυτό γίνεται ευγνώμων, μη τολμώντας να κατακρίνει κανένα, από ντροπή για τις πολλές ευεργεσίες του Θεού και τα δικά μας αμαρτήματα. Έτσι με χαρά εγκαταλείπει κάθε δικό του θέλημα που δεν είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού, και επιμελείται τις αισθήσεις του να μην κάνουν τίποτε απολύτως που να είναι παραπάνω από την αναγκαία χρήση, σύμφωνα με τα λόγια του προφήτη Δαβίδ: «Κύριε, δεν υψώθηκε η καρδιά μου, ούτε κοίταξαν αγέρωχα τα μάτια μου»(Ψαλμ. 130, 1).
Αλλά πρέπει να προσέχει, μήπως και αυτός, αφού φτάσει στο ύψος που έφτασε ο Δαβίδ, από αμέλεια ή υπερηφάνεια πάθει ό,τι έπαθε εκείνος, και ίσως δεν μπορέσει να μετανοήσει όπως εκείνος. Γιατί η αμαρτία είναι πρόχειρη και στους πολύ δικαίους, ενώ η μετάνοια δεν είναι σε όλους πρόχειρη, για το λόγο ότι είναι κοντά ο θάνατος, και πριν το θάνατο, η απόγνωση.
Πιό καλό λοιπόν είναι να μην πέφτει κανείς, παρά να πέφτει και να σηκώνεται. Αν όμως συμβεί να πέσομε, καλό είναι να μην απελπιζόμαστε και αποξενωνόμαστε από τη φιλανθρωπία του Κυρίου. Γιατί και μπορεί και θέλει να δείξει έλεος στην ασθένειά μας.
Μόνο να μη φεύγομε από Αυτόν, ούτε να δυσφορούμε όταν πιεζόμαστε από τις εντολές Του και, καθώς δεν μπορούμε να τις φτάσομε, να αποκάμομε· αλλά να ξέρομε ότι χίλια χρόνια μπροστά στον Κύριο είναι σαν μία ήμερα(Ψαλμ. 89, 4), και μία ημέρα σαν χίλια χρόνια. Ούτε να βιαζόμαστε, ούτε να λυγίζομε, αλλά διαρκώς να βάζομε αρχή. Έπεσες; Σήκω. Και πάλι έπεσες; Σήκω πάλι.
Μόνον τον Γιατρό να μην αφήσεις και καταδικαστείς χειρότερα από τον αυτόχειρα λόγω της απογνώσεως. Μείνε κοντά Του και Αυτός θα δείξει έλεος, είτε με την επιστροφή σου, είτε διά μέσου πειρασμών, είτε με άλλο τρόπο της πρόνοιάς Του, χωρίς να το γνωρίζεις.
Ο διάβολος έχει συνήθεια να επιβάλλει στην ψυχή ό,τι βρίσκει πιό κοντινό σ' αυτήν·· είτε χαρά, είτε οίηση, είτε λύπη και απελπισία, είτε υπερβολικούς κόπους, είτε τέλεια αργία, είτε πράγματα και νοήματα μάλλον παράκαιρα ή έξω από την ορθή χρήση, είτε σκοτισμό και μίσος αδιευκρίνιστο εναντίον όλων των όντων.
Και γενικώς όποιο υλικό βρει σε κάθε ψυχή, αυτό της επιβάλλει, για να μην της γίνει χρήσιμο· πού μπορεί να είναι καλό και θεάρεστο, αν γίνει μετρημένη χρήση του από εκείνους που μπορούν να κρίνουν τα πράγματα και να βρουν το σκοπό του Θεού που κρύβεται ανάμεσα στα έξι πάθη που τον περικυκλώνουν. Αυτά βρίσκονται από πάνω και από κάτω, από δεξιά και από αριστερά, από έξω και από μέσα.
Γιατί κάθε θεάρεστη πράξη και κάθε γνώση περικλείει σκοπό αγαθό, ο οποίος βρίσκεται στο μέσο των αντιθέτων του έξι παθών. Γι' αυτό, σε κάθε ζήτημα έχει ανάγκη ο καθένας —κατά τον άγιο Αντώνιο— να ερωτά, και μάλιστα όχι τους τυχόντες, αλλά εκείνους που έχουν το χάρισμα της διακρίσεως, για να μην πέσουν και οι δύο από την απειρία τους σε χαντάκι, κατά το ευαγγελικό παράδειγμα(Ματθ. 15, 14).
Γιατί χωρίς διάκριση κανένα καλό δεν γίνεται, ακόμη και αν φαίνεται πολύ καλό σ' όσους αγνοούν· γιατί γίνεται είτε παράκαιρα, είτε έξω από την ορθή χρήση, είτε παρά το μέτρο του πράγματος ή τη δύναμη του ανθρώπου ή τη γνώση του, και αλλά πολλά. Εκείνος τώρα που έχει χάρισμα διακρίσεως, το έλαβε από την ταπεινοφροσύνη. Γι' αυτό όλα τα γνωρίζει κατά χάρη και, στον κατάλληλο καιρό, φτάνει στη διόραση.
Από το πένθος λοιπόν και την υπομονή γεννιούνται η ελπίδα και η απροσπάθεια, από τις οποίες έρχεται η νέκρωση του κόσμου. Αν τώρα κανείς υπομένει καλά χωρίς να απελπίζεται επειδή βλέπει παντού στενοχώριες και θανάτους, αλλά γνωρίζει ότι είναι δοκιμασία και φωτισμός, και αν πάλι δεν ξεθαρρέψει ότι έφτασε σε ψηλά επίπεδα, βλέποντας τα πολλά δάκρυα της λύπης, τότε φτάνει στο να βλέπει καθαρά τα άγια πάθη του Κυρίου, και παρηγορείται πολύ από αυτά και θεωρεί τον εαυτό του αληθινά κάτω από όλα και όλους, βλέποντας τόσα αγαθά να γίνονται σ' αυτόν από τη χάρη του Θεού.
Σ' Αυτόν ανήκει η δόξα και η εξουσία στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, γ΄τόμος, σελ. 201-204)
Εκείνος όμως που με τη χάρη του Θεού έφτασε σε κάποια μερική γνώση, και μπόρεσε να εννοεί τα πριν και μετά το θάνατο δεινά, τα οποία προξένησε η παρακοή των πρωτοπλάστων, δεν πρέπει να αφήνει τα τέτοια νοήματα, ούτε τα έργα που τα φέρνουν, με κάθε ησυχία και αμεριμνία, και να απασχολείται με τα μάταια.
Γιατί όλα είναι μάταια, ολότελα μάταια(Εκκλ. 1, 2). Από αυτό το ρητό πήρε αφορμή ο Δαμασκηνός και έγραψε: «Αληθινά, τα πάντα είναι ματαιότητα, κι η ζωή μας σκιά και όνειρο. Γι' αυτό και μάταια ταράζεται κάθε άνθρωπος, όπως είπε η Γραφή(Ψαλμ. 38, 12)». Και πολύ εύλογα. Από αυτό που καταλήγει στη σαπίλα και στο χώμα, τι πράγμα είναι πιό μάταιο; Γι' αυτό η απροσπάθεια είναι νέκρωση, αλλά όχι του νου, παρά του σώματος από τις προηγούμενες τάσεις του για τρυφή και ανάπαυση.
Γιατί η ανάπαυση είναι σαρκικό θέλημα, ακόμη και αν είναι πολύ μικρή. Επειδή η ψυχή από αυτό λυπάται περισσότερο, αν βλέπει να έχει οπωσδήποτε κάποιο πνευματικό έργο ή γνώση. Αν όμως είναι και αυτή σαρκική, δε θα παραμείνει σ' αυτήν το Πνεύμα του Θεού(Γεν. 6, 3).
Γι' αυτό ούτε που τη μέλλει για κανένα έργο αγαθό, αλλά αγωνίζεται να κάνει τα θελήματα του σώματος και των παθών της, και παίρνοντας σκοτάδι πάνω στο σκοτάδι, περνά όλον τον καιρό της πρόθυμα μέσα σε καθολική άγνοια.
Εκείνος όμως που φωτίστηκε ώστε να βλέπει τις αμαρτίες του, δεν παύει να θρηνεί τον εαυτό του και όλους τους ανθρώπους, βλέποντας την τόση ανοχή του Θεού και τις τόσες αμαρτίες που από την αρχή κάναμε και εξακολουθούμε να κάνομε διαρκώς οι άθλιοι.
Απ' αυτό γίνεται ευγνώμων, μη τολμώντας να κατακρίνει κανένα, από ντροπή για τις πολλές ευεργεσίες του Θεού και τα δικά μας αμαρτήματα. Έτσι με χαρά εγκαταλείπει κάθε δικό του θέλημα που δεν είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού, και επιμελείται τις αισθήσεις του να μην κάνουν τίποτε απολύτως που να είναι παραπάνω από την αναγκαία χρήση, σύμφωνα με τα λόγια του προφήτη Δαβίδ: «Κύριε, δεν υψώθηκε η καρδιά μου, ούτε κοίταξαν αγέρωχα τα μάτια μου»(Ψαλμ. 130, 1).
Αλλά πρέπει να προσέχει, μήπως και αυτός, αφού φτάσει στο ύψος που έφτασε ο Δαβίδ, από αμέλεια ή υπερηφάνεια πάθει ό,τι έπαθε εκείνος, και ίσως δεν μπορέσει να μετανοήσει όπως εκείνος. Γιατί η αμαρτία είναι πρόχειρη και στους πολύ δικαίους, ενώ η μετάνοια δεν είναι σε όλους πρόχειρη, για το λόγο ότι είναι κοντά ο θάνατος, και πριν το θάνατο, η απόγνωση.
Πιό καλό λοιπόν είναι να μην πέφτει κανείς, παρά να πέφτει και να σηκώνεται. Αν όμως συμβεί να πέσομε, καλό είναι να μην απελπιζόμαστε και αποξενωνόμαστε από τη φιλανθρωπία του Κυρίου. Γιατί και μπορεί και θέλει να δείξει έλεος στην ασθένειά μας.
Μόνο να μη φεύγομε από Αυτόν, ούτε να δυσφορούμε όταν πιεζόμαστε από τις εντολές Του και, καθώς δεν μπορούμε να τις φτάσομε, να αποκάμομε· αλλά να ξέρομε ότι χίλια χρόνια μπροστά στον Κύριο είναι σαν μία ήμερα(Ψαλμ. 89, 4), και μία ημέρα σαν χίλια χρόνια. Ούτε να βιαζόμαστε, ούτε να λυγίζομε, αλλά διαρκώς να βάζομε αρχή. Έπεσες; Σήκω. Και πάλι έπεσες; Σήκω πάλι.
Μόνον τον Γιατρό να μην αφήσεις και καταδικαστείς χειρότερα από τον αυτόχειρα λόγω της απογνώσεως. Μείνε κοντά Του και Αυτός θα δείξει έλεος, είτε με την επιστροφή σου, είτε διά μέσου πειρασμών, είτε με άλλο τρόπο της πρόνοιάς Του, χωρίς να το γνωρίζεις.
Ο διάβολος έχει συνήθεια να επιβάλλει στην ψυχή ό,τι βρίσκει πιό κοντινό σ' αυτήν·· είτε χαρά, είτε οίηση, είτε λύπη και απελπισία, είτε υπερβολικούς κόπους, είτε τέλεια αργία, είτε πράγματα και νοήματα μάλλον παράκαιρα ή έξω από την ορθή χρήση, είτε σκοτισμό και μίσος αδιευκρίνιστο εναντίον όλων των όντων.
Και γενικώς όποιο υλικό βρει σε κάθε ψυχή, αυτό της επιβάλλει, για να μην της γίνει χρήσιμο· πού μπορεί να είναι καλό και θεάρεστο, αν γίνει μετρημένη χρήση του από εκείνους που μπορούν να κρίνουν τα πράγματα και να βρουν το σκοπό του Θεού που κρύβεται ανάμεσα στα έξι πάθη που τον περικυκλώνουν. Αυτά βρίσκονται από πάνω και από κάτω, από δεξιά και από αριστερά, από έξω και από μέσα.
Γιατί κάθε θεάρεστη πράξη και κάθε γνώση περικλείει σκοπό αγαθό, ο οποίος βρίσκεται στο μέσο των αντιθέτων του έξι παθών. Γι' αυτό, σε κάθε ζήτημα έχει ανάγκη ο καθένας —κατά τον άγιο Αντώνιο— να ερωτά, και μάλιστα όχι τους τυχόντες, αλλά εκείνους που έχουν το χάρισμα της διακρίσεως, για να μην πέσουν και οι δύο από την απειρία τους σε χαντάκι, κατά το ευαγγελικό παράδειγμα(Ματθ. 15, 14).
Γιατί χωρίς διάκριση κανένα καλό δεν γίνεται, ακόμη και αν φαίνεται πολύ καλό σ' όσους αγνοούν· γιατί γίνεται είτε παράκαιρα, είτε έξω από την ορθή χρήση, είτε παρά το μέτρο του πράγματος ή τη δύναμη του ανθρώπου ή τη γνώση του, και αλλά πολλά. Εκείνος τώρα που έχει χάρισμα διακρίσεως, το έλαβε από την ταπεινοφροσύνη. Γι' αυτό όλα τα γνωρίζει κατά χάρη και, στον κατάλληλο καιρό, φτάνει στη διόραση.
Από το πένθος λοιπόν και την υπομονή γεννιούνται η ελπίδα και η απροσπάθεια, από τις οποίες έρχεται η νέκρωση του κόσμου. Αν τώρα κανείς υπομένει καλά χωρίς να απελπίζεται επειδή βλέπει παντού στενοχώριες και θανάτους, αλλά γνωρίζει ότι είναι δοκιμασία και φωτισμός, και αν πάλι δεν ξεθαρρέψει ότι έφτασε σε ψηλά επίπεδα, βλέποντας τα πολλά δάκρυα της λύπης, τότε φτάνει στο να βλέπει καθαρά τα άγια πάθη του Κυρίου, και παρηγορείται πολύ από αυτά και θεωρεί τον εαυτό του αληθινά κάτω από όλα και όλους, βλέποντας τόσα αγαθά να γίνονται σ' αυτόν από τη χάρη του Θεού.
Σ' Αυτόν ανήκει η δόξα και η εξουσία στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, γ΄τόμος, σελ. 201-204)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.