ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

"Κήρυγμα στη Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως"

 Δὲν πρέ­πει νὰ πε­ρι­ο­ρί­ζου­με τὴν πνευ­μα­τι­κή μας ἐρ­γα­σί­α μό­νο στὶς ἐ­ξω­τε­ρι­κὲς ἐκ­δη­λώ­σεις τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, ἀλ­λὰ πρω­τί­στως νὰ ἀ­γω­νι­ζό­μα­στε νὰ καλ­λι­ερ­γοῦ­με τὴν ψυ­χή μας στὴν τή­ρη­ση τῶν ἐν­το­λῶν καὶ στὴν κα­τα­πο­λέ­μη­ση τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, ἤ­δη ἀ­πὸ τὸ στά­δι­ο τῶν λο­γι­σμῶν.


(Ιερά Μητρόπολις Τριμυθούντος)

Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τὴν Γ΄ Κυ­ρι­α­κὴ τῶν νη­στει­ῶν ἑ­ορ­τά­ζει τὴν προ­σκύ­νη­ση τοῦ Σταυ­ροῦ τοῦ Κυ­ρί­ου, ὑ­πεν­θυ­μί­ζον­τάς μας πό­σο ἀ­ναγ­καῖ­ος εἶ­ναι αὐ­τὸς γιὰ τὴ σω­τη­ρί­α μας. Ὁ Σταυ­ρὸς ἀ­πο­τε­λεῖ μυ­στή­ρι­ο, δι­ὰ τοῦ ὁ­ποί­ου κα­ταρ­γεῖ­ται ἡ ἁ­μαρ­τί­α καὶ σώ­ζε­ται ὁ κό­σμος. Ὁ σταυ­ρὸς εἶ­ναι ὁ ἀ­γώ­νας καὶ ἡ ἀν­τί­στα­ση κα­τὰ τῶν σαρ­κι­κῶν πα­θῶν, τῶν ἐ­φά­μαρ­των ἐ­πι­θυ­μι­ῶν, τοῦ ἐ­γω­ι­σμοῦ, τῆς ὑ­πε­ρη­φά­νειας, τῆς κε­νο­δο­ξί­ας, τῆς φι­λο­δο­ξί­ας καὶ ἐν γέ­νει κά­θε πράγ­μα­τος ποὺ εἶ­ναι ἐ­νάν­τι­ο στὸ θέ­λη­μα τοῦ Θε­οῦ. Ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος, καυ­χώ­με­νος γιὰ τὸν Σταυ­ρὸ τοῦ Κυ­ρί­ου, λέ­ει ὅ­τι «δι᾽ οὗ (τοῦ Σταυ­ροῦ) ἐ­μοὶ κό­σμος ἐ­σταύ­ρω­ται κα­γὼ τῷ κό­σμῳ». Τὸ πρῶ­το τμῆ­μα τῆς ἐ­πι­σή­μαν­σης τοῦ Ἀ­πο­στό­λου (δι᾽ οὗ (τοῦ Σταυ­ροῦ) ἐ­μοὶ κό­σμος ἐ­σταύ­ρω­ται), ἀ­φο­ρᾶ στὴν ἀ­πο­μά­κρυν­ση ἀ­πὸ τὸν ἁ­μαρ­τω­λὸ κό­σμο καὶ τὰ θέλ­γη­τρά του, τὶς ἁ­μαρ­τω­λὲς κα­τα­στά­σεις καὶ τὶς πολ­λὲς αἰ­τί­ες γιὰ τὴν ἐ­πι­τέ­λε­ση τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, ἐ­νῶ τὸ δεύ­τε­ρο (κα­γὼ τῷ κό­σμῳ), ποὺ εἶ­ναι καὶ τὸ πι­ὸ δύ­σκο­λο καὶ ἐ­πί­πο­νο, ἀ­φο­ρᾶ στὴ δι­κή μας σταύ­ρω­ση σὲ σχέ­ση μὲ τὸν κό­σμο, δι­ὰ τῆς ἀ­πο­βο­λῆς τῶν πα­θῶν καὶ τῆς νέ­κρω­σης ὡς πρὸς τὴν ἐ­πι­τέ­λε­ση τῆς ἁ­μαρ­τί­ας.


Εἰ­δι­κό­τε­ρα, τὸ δεύ­τε­ρο τμῆ­μα ἀ­φο­ρᾶ στὴν καλ­λι­έρ­γει­α τοῦ ἐ­σω­τε­ρι­κοῦ ἀν­θρώ­που, τὴν ἀ­να­κά­θαρ­σή του καὶ τὴν ἐκ­ζή­τη­ση τῆς ἐν­τὸς ἡ­μῶν Βα­σι­λεί­ας τοῦ Θε­οῦ. Τό­τε σταυ­ρω­νό­μα­στε ὡς πρὸς τὸν κό­σμο καὶ δὲν ἐ­νερ­γοῦ­με αὐτὰ ποὺ δὲν ἀ­ρέ­σουν στὸν Θε­ό. Δὲν πρέ­πει νὰ πε­ρι­ο­ρί­ζου­με τὴν πνευ­μα­τι­κή μας ἐρ­γα­σί­α μό­νο στὶς ἐ­ξω­τε­ρι­κὲς ἐκ­δη­λώ­σεις τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, ἀλ­λὰ πρω­τί­στως νὰ ἀ­γω­νι­ζό­μα­στε νὰ καλ­λι­ερ­γοῦ­με τὴν ψυ­χή μας στὴν τή­ρη­ση τῶν ἐν­το­λῶν καὶ στὴν κα­τα­πο­λέ­μη­ση τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, ἤ­δη ἀ­πὸ τὸ στά­δι­ο τῶν λο­γι­σμῶν. Μὲ πι­ὸ ἁ­πλὰ λό­γι­α: δὲν πρέ­πει νὰ πε­ρι­ο­ρι­ζό­μα­στε στὸ νὰ ἐ­πι­τε­λοῦ­με τὸ ἀ­γα­θὸ μό­νο ἐ­ξω­τε­ρι­κά, ἀλ­λὰ κυ­ρί­ως ἐ­σω­τε­ρι­κά. Αὐ­τὴ ἡ ἐ­σω­τε­ρι­κὴ ἀ­να­κά­θαρ­ση τε­λι­κὰ θὰ μᾶς βο­η­θή­σει νὰ νι­κή­σου­με καὶ τὶς ἐ­ξω­τε­ρι­κὲς ἐκ­δη­λώ­σεις τῶν πο­νη­ρῶν πα­θῶν.

Ὁ Χρι­στός, στὸ ση­με­ρι­νὸ Εὐ­αγ­γέ­λι­ο, ἐ­νώ­πι­ον ὄ­χι μό­νο τῶν μα­θη­τῶν του, ἀλ­λὰ καὶ τοῦ ὄχλου ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσε παντοῦ, ὥ­στε νὰ δεί­ξει ὅ­τι δὲν ἀ­παι­τεῖ μό­νο ἀ­πὸ τοὺς πρώ­τους καὶ ἔγ­κρι­τους τὴν ἀ­ρε­τή, ἀλ­λὰ ἀ­πὸ κά­θε ἕ­να ποὺ πι­στεύ­ει σὲ αὐ­τόν, λέ­ει: «Ὅ­στις θέ­λει ὀ­πί­σω μου ἀ­κο­λου­θεῖν, ἀ­παρ­νη­σά­σθω ἑ­αυ­τὸν καὶ ἀ­ρά­τω τὸν σταυ­ρὸν αὐ­τοῦ, καὶ ἀ­κο­λου­θεί­τω μοι», δη­λα­δὴ ὅ­ποιος θέ­λει νὰ μὲ ἀ­κο­λου­θή­σει πρέ­πει νὰ ἀ­παρ­νη­θεῖ τὸν ἑ­αυ­τό του καὶ νὰ ση­κώ­σει τὸν σταυ­ρό του. Τό «ἀ­κο­λου­θεῖν» τὸν Χρι­στὸ δὲν εἶ­ναι τί­πο­τε ἄλ­λο ἀ­πὸ τοῦ νὰ προσπαθεῖ νὰ ζεῖ κα­νεὶς σύμ­φω­να μὲ τὶς ἐν­το­λὲς τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου. Τοῦ­το ὅ­μως ση­μαί­νει καὶ ἄρ­νη­ση ἑ­αυ­τοῦ καὶ ἄρ­ση σταυ­ροῦ. Μὲ ἄλ­λα λό­γι­α, ἀ­φο­ρᾶ σὲ αὐ­τὴ ἀ­κρι­βῶς τὴν ἀ­πο­μά­κρυν­ση ἀ­πὸ τὴν ἁ­μαρ­τία τοῦ κό­σμου, κα­θὼς ἐ­πί­σης καὶ στὸν ἐ­σω­τε­ρι­κὸ ἀ­γῶνα ἀ­να­κά­θαρ­σης. Αὐ­τὸ εἶ­ναι μὲν δύ­σκο­λο καὶ ἀ­παι­τεῖ προ­σπά­θει­α καὶ βί­α ἐ­πὶ τοῦ ἑ­αυ­τοῦ, ὅ­μως εἶ­ναι καὶ τὸ ἀ­ναγ­καῖ­ο συ­στα­τι­κὸ γιὰ νὰ μπεῖ κά­ποιος στὴ Βα­σι­λεί­α τοῦ Θε­οῦ.

Συ­νε­χί­ζον­τας ὁ Χρι­στὸς ἐ­πι­ση­μαί­νει πώς «ὃς γὰρ ἂν θέ­λῃ τὴν ψυ­χὴν αὐ­τοῦ σῶ­σαι, ἀ­πο­λέ­σει αὐ­τήν· ὃς δ᾽ ἂν ἀ­πο­λέ­σῃ τὴν ἑ­αυ­τοῦ ψυ­χὴν ἕ­νε­κεν ἐ­μοῦ καὶ τοῦ εὐ­αγ­γε­λί­ου, οὗ­τος σώ­σει αὐ­τήν». Ὁ φι­λόϋ­λος καὶ φι­λόψυ­χος ἄνθρωπος, αὐ­τὸς ποὺ δὲν ἐ­πι­θυ­μεῖ νὰ ἀ­πο­μα­κρυν­θεῖ ἀ­πὸ τὴν ἀ­σφά­λει­α τῶν πρό­σκαι­ρων πραγμάτων τοῦ κόσμου καὶ τῆς κα­λο­πέ­ρα­σης, τε­λι­κὰ ζη­μι­ώ­νει τὴν ἴ­δια τὴν ψυ­χή του, ἀ­φοῦ τὴν ἀ­πο­στε­ρεῖ ἀ­πὸ τὴν ὄν­τως ζω­ή. Ἀν­τι­θέ­τως, αὐ­τὸς ὁ ὁ­ποῖ­ος γιὰ χά­ρη τοῦ Χρι­στοῦ καὶ τῶν ἐν­το­λῶν του, ἀ­πο­μα­κρύ­νε­ται ἀ­πὸ κά­θε τὶ ἁ­μαρ­τω­λό, αὐ­τὸς εἶ­ναι ποὺ σώ­ζει τὴν ψυ­χή του. Ση­μει­ω­τέ­ον ὅ­τι ἡ ἀ­πώ­λει­α τῆς ψυ­χῆς αὐ­τοῦ ποὺ ἀ­γα­πᾶ τὸν Χρι­στὸ δὲν εἶ­ναι κυ­ρι­ο­λε­κτι­κή. Δὲν ση­μαί­νει δη­λα­δὴ ὅ­τι αὐ­τὸς ποὺ τη­ρεῖ τὶς ἐν­το­λὲς τοῦ Θε­οῦ πε­θαί­νει κι­ό­λας. Αὐ­τὸ ποὺ γί­νε­ται ὅ­μως εἶ­ναι ὅ­τι νε­κρώ­νε­ται γιὰ τὴν ἁ­μαρ­τί­α καὶ ταυ­τό­χρο­να ἀ­γω­νί­ζε­ται καὶ ἐ­σω­τε­ρι­κὰ νὰ ἀ­να­κα­θά­ρει τὸν ἑ­αυ­τό του.

Ἡ ψυ­χὴ τοῦ ἀν­θρώ­που ἔ­χει ἄ­πει­ρη ἀ­ξί­α. Οὔ­τε ὁ κό­σμος ὁ­λό­κλη­ρος δὲν εἶ­ναι ἀν­τά­ξι­ός της. Γι᾽ αὐ­τὸ καὶ ἡ σω­τη­ρί­α τοῦ ἀνθρώπου εἶ­ναι τό­σο ση­μαν­τι­κὸ πρᾶγ­μα, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἐνανθρώπησε. Τοιουτοτρόπως, ἂς προτιμήσουμε καὶ ἂς ἐπιλέξουμε νὰ ἀ­γω­νι­στοῦμε ὄχι γιὰ τὰ εὐ­χά­ρι­στα τοῦ κό­σμου τού­του, ἀλλὰ στὴν καλλιέργεια τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴν ἄρση τοῦ προσωπικοῦ μας σταυροῦ, ὥστε νὰ γευτοῦμε τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ.

----------------------------------------------------


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Στηρίξτε......

  • Η σαλάτα του Νεοέλληνα - Δεν θέλω να μπω στο γαϊτανάκι του πολέμου που (για ακόμα μια φορά σε αυτή τη χώρα) έχει ξεσπάσει σχετικά με την επικείμενη συμφωνία των Πρεσπών, μα δεν μπο...
    Πριν από 5 χρόνια