54. Με τα προηγούμενα φάνηκε τι είναι και ονομάζεται καθαρή και αρρέμβαστη καρδιακή προσευχή, από την οποία γεννιέται κάποια θέρμη μέσα στην καρδιά, κατά το: «Θερμάνθηκε μέσα μου η καρδιά μου και από τη μελέτη μου θ' ανάψει μέσα μου φωτιά»(Ψαλμ. 38,4).
Φωτιά, την οποία ο Κύριος Ιησούς Χριστός ήρθε να βάλει στα χωράφια των καρδιών μας, τα πριν γεμάτα αγκάθια από τα πάθη και τώρα με τη χάρη του Θεού γεμάτα από Πνεύμα, όπως λέει ο ίδιος: «Ήρθα να βάλω φωτιά στη γη και τι θέλω αν έχει κιόλας ανάψει!»(Λουκ. 12, 49).
Αυτή η φωτιά θέρμανε τότε και φλόγισε τον Κλεόπα και το σύντροφό του και τους έκανε να λένε μεταξύ τους σε έκσταση: «Δε φλογιζόταν μέσα μας η καρδιά μας καθώς περπατούμε;»(Λουκ. 24, 32). Γράφει και ο μέγας Ιωάννης ο Δαμασκηνός σε κάποιο από τα τροπάριά του προς την υπέραγνη Θεοτόκο: «Με ωθεί να υμνολογήσω τον πόθο της Παρθένου η φωτιά της καρδιάς μου».
Γράφει και ο άγιος Ισαάκ: «Από τη βίαιη εργασία των αρετών γεννιέται η υπερβολική θέρμη, η οποία πυρπολεί την καρδιά από τις φλογερές ενθυμήσεις που περιστρέφονται παράδοξα στη διάνοια. Αυτή η εργασία και η προσοχή λεπτύνουν το νου με τη θέρμη τους και του παρέχουν την ικανότητα να βλέπει.
Από τη θέρμη αυτή που προξενείται από τη χάρη της θεωρίας γεννιέται η ανάβλυση των δακρύων. Από τα ασταμάτητα δάκρυα δέχεται η ψυχή την ειρήνη των λογισμών. Από την ειρήνη των λογισμών υψώνεται στην καθαρότητα του νου. Και με την καθαρότητα του νου ο άνθρωπος φτάνει να βλέπει τα μυστήρια του Θεού. "Ύστερα από αυτά φτάνει ο νους να δει αποκαλύψεις και σημεία, όπως είδε ο προφήτης Ιεζεκιήλ».
Και αλλού πάλι λέει: «Τα δάκρυα και τα χτυπήματα της κεφαλής που γίνονται κατά την προσευχή του αγωνιστή και το κύλισμα στο έδαφος με θερμότητα, ξυπνούνε τη θέρμη της γλυκύτητάς τους μέσα στην καρδιά, η οποία με επαινούμενη έκσταση πετά προς το Θεό και φωνάζει· "Δίψασε η ψυχή μου εσένα, τον Θεό τον ισχυρό, τον ζώντα. Πότε θα φτάσω και θα παρουσιαστώ μπροστά Σου, Κύριε;"(Ψαλμ. 41, 3)».
Και ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Έπεσε φωτιά στην καρδιά και ανέστησε την προσευχή. Κι όταν αυτή αναστήθηκε και αναλήφθηκε στον ουρανό, έγινε κατάβαση φωτιάς στο ανώγαιο της ψυχής». Και αλλού λέει: «Ποιος άραγε είναι ο πιστός και φρόνιμος μοναχός, ο οποίος φύλαξε άσβηστη τη θέρμη του, και μέχρι το θάνατό του κάθε μέρα δεν έπαψε να προσθέτει φωτιά στη φωτιά, και θέρμη στη θέρμη, και πόθο στον πόθο, και επιμέλεια στην επιμέλεια;».
Και ο άγιος Ηλίας ο Έκδικος λέει: «Όταν η ψυχή εγκαταλείψει τα εξωτερικά και ενωθεί με την προσευχή, τότε η προσευχή την περικυκλώνει σαν φλόγα και την πυρακτώνει ολόκληρη όπως η φωτιά το σίδερο. Και η ψυχή παραμένει βέβαια η ίδια, αλλά δεν επιτρέπει άγγιγμα, όπως το πυρακτωμένο σίδερο δεν μπορεί κανείς να το αγγίσει».
Ακόμη λέει: «Μακάριος εκείνος που αξιώθηκε να φτάσει σε τέτοια μέτρα σ' αυτή τη ζωή, και είδε το κατά φύση πήλινο σώμα του, με τη χάρη πύρινο».
Φωτιά, την οποία ο Κύριος Ιησούς Χριστός ήρθε να βάλει στα χωράφια των καρδιών μας, τα πριν γεμάτα αγκάθια από τα πάθη και τώρα με τη χάρη του Θεού γεμάτα από Πνεύμα, όπως λέει ο ίδιος: «Ήρθα να βάλω φωτιά στη γη και τι θέλω αν έχει κιόλας ανάψει!»(Λουκ. 12, 49).
Αυτή η φωτιά θέρμανε τότε και φλόγισε τον Κλεόπα και το σύντροφό του και τους έκανε να λένε μεταξύ τους σε έκσταση: «Δε φλογιζόταν μέσα μας η καρδιά μας καθώς περπατούμε;»(Λουκ. 24, 32). Γράφει και ο μέγας Ιωάννης ο Δαμασκηνός σε κάποιο από τα τροπάριά του προς την υπέραγνη Θεοτόκο: «Με ωθεί να υμνολογήσω τον πόθο της Παρθένου η φωτιά της καρδιάς μου».
Γράφει και ο άγιος Ισαάκ: «Από τη βίαιη εργασία των αρετών γεννιέται η υπερβολική θέρμη, η οποία πυρπολεί την καρδιά από τις φλογερές ενθυμήσεις που περιστρέφονται παράδοξα στη διάνοια. Αυτή η εργασία και η προσοχή λεπτύνουν το νου με τη θέρμη τους και του παρέχουν την ικανότητα να βλέπει.
Από τη θέρμη αυτή που προξενείται από τη χάρη της θεωρίας γεννιέται η ανάβλυση των δακρύων. Από τα ασταμάτητα δάκρυα δέχεται η ψυχή την ειρήνη των λογισμών. Από την ειρήνη των λογισμών υψώνεται στην καθαρότητα του νου. Και με την καθαρότητα του νου ο άνθρωπος φτάνει να βλέπει τα μυστήρια του Θεού. "Ύστερα από αυτά φτάνει ο νους να δει αποκαλύψεις και σημεία, όπως είδε ο προφήτης Ιεζεκιήλ».
Και αλλού πάλι λέει: «Τα δάκρυα και τα χτυπήματα της κεφαλής που γίνονται κατά την προσευχή του αγωνιστή και το κύλισμα στο έδαφος με θερμότητα, ξυπνούνε τη θέρμη της γλυκύτητάς τους μέσα στην καρδιά, η οποία με επαινούμενη έκσταση πετά προς το Θεό και φωνάζει· "Δίψασε η ψυχή μου εσένα, τον Θεό τον ισχυρό, τον ζώντα. Πότε θα φτάσω και θα παρουσιαστώ μπροστά Σου, Κύριε;"(Ψαλμ. 41, 3)».
Και ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Έπεσε φωτιά στην καρδιά και ανέστησε την προσευχή. Κι όταν αυτή αναστήθηκε και αναλήφθηκε στον ουρανό, έγινε κατάβαση φωτιάς στο ανώγαιο της ψυχής». Και αλλού λέει: «Ποιος άραγε είναι ο πιστός και φρόνιμος μοναχός, ο οποίος φύλαξε άσβηστη τη θέρμη του, και μέχρι το θάνατό του κάθε μέρα δεν έπαψε να προσθέτει φωτιά στη φωτιά, και θέρμη στη θέρμη, και πόθο στον πόθο, και επιμέλεια στην επιμέλεια;».
Και ο άγιος Ηλίας ο Έκδικος λέει: «Όταν η ψυχή εγκαταλείψει τα εξωτερικά και ενωθεί με την προσευχή, τότε η προσευχή την περικυκλώνει σαν φλόγα και την πυρακτώνει ολόκληρη όπως η φωτιά το σίδερο. Και η ψυχή παραμένει βέβαια η ίδια, αλλά δεν επιτρέπει άγγιγμα, όπως το πυρακτωμένο σίδερο δεν μπορεί κανείς να το αγγίσει».
Ακόμη λέει: «Μακάριος εκείνος που αξιώθηκε να φτάσει σε τέτοια μέτρα σ' αυτή τη ζωή, και είδε το κατά φύση πήλινο σώμα του, με τη χάρη πύρινο».
----------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 79-80).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.