Μιλούμε συχνά στην Εκκλησία για την πτώση του ανθρώπου και τον θάνατο που ήρθε σαν αποτέλεσμα της πτώσεως. Προηγήθηκε ο πνευματικός θάνατος και ακολούθησε ο σωματικός. Η ψυχή έχασε την άκτιστη Χάρη του Θεού, ο νους έπαυσε να έχη σχέση με τον Θεό και εσκοτίσθη. Μετέδωσε δε αυτήν την σκότωση, την νέκρωση, και στο σώμα.
Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Σιναΐτη, το σώμα του ανθρώπου εκτίσθη άφθαρτον «οίον και αναστήσεται» και η ψυχή εκτίσθη απαθής. Και επειδή υπήρχε δια της αλληλοπεριχωρήσεως και της μεταδόσεως συνεκτικότατος δεσμός μεταξύ ψυχής και σώματος, γι’ αυτό εφθάρησαν αμφότερα, «η μεν τοις πάθεσι, μάλλον δε δαίμοσι ποιωθείσαι∙ το δε τοις αλόγοις κτήνεσιν εξομοιούμενον, τη της καταστάσεως ενεργεία και τη επικρατεία της φθοράς». Αφού διεφθάρησαν η ψυχή και το σώμα, «εν κτήνος άλογον και άνουν τω θυμώ και τη επιθυμία γενόμενον απετέλεσαν». Έτσι ο άνθρωπος, κατά τον λόγο της Γραφής, «παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι και ωμοιώθη αυτοίς»[1]. Η ψυχή με την πτώση γέμισε από πάθη, το σώμα ομοιώθηκε με τα κτήνη. Ο άνθρωπος φόρεσε τους δερμάτινους χιτώνες της φθοράς και της θνητότητος και ομοιώθηκε με τα άλογα ζώα.
Αυτή η ασθένεια, η δέσμευση, η ακαθαρσία και η νέκρωση της ψυχής περιγράφεται θαυμάσια στα πατερικά έργα. Κάθε αμαρτία είναι επανάληψη της αμαρτίας του Αδάμ και με κάθε αμαρτία δοκιμάζουμε τον σκοτασμό και την νέκρωση της πεπτωκυίας ψυχής. Ας δούμε όμως λίγο αναλυτικότερα αυτές τις πτωτικές καταστάσεις της ψυχής.
Όταν ο άνθρωπος αφήνη ελεύθερες τις αισθήσεις και δια των αισθήσεων ο νους διαχέεται έξω από την καρδία, τότε έρχεται η δέσμευση της ψυχής. «Η λύσις των αισθήσεων, δεσμός γίνεται της ψυχής». Αυτή η δέσμευση ισοδυναμεί με τον σκοτασμό. Η δύση του ηλίου δημιουργεί την νύκτα. Και όταν ο Χριστός υποχωρήση από την ψυχή και καταλαμβάνει αυτήν ο σκοτασμός των παθών, τότε «και οι νοητοί θήρες αυτήν διασπαράττουσι»[2]. Η ψυχή περιπίπτει σε αδιαπέραστο σκότος και οι δαίμονες ενεργούν σ’ αυτήν. Ο άνθρωπος βρίσκεται σε ασέληνον νύκτα.
Αυτό συνιστά και την ασθένεια της ψυχής. Ο όσιος Θαλάσσιος λέγει ότι ασθένεια της ψυχής είναι η έξη της κακίας, ενώ θάνατος η κατ’ ενέργειαν αμαρτία[3]. Ασθενούσα η ψυχή οδηγείται ολίγον κατ’ ολίγον στον θάνατο.
Η ασθένεια της ψυχής είναι στην πραγματικότητα η ακαθαρσία της ψυχής. Ακαθαρσία της ψυχής είναι το να μη ενεργή κατά φύσιν. Από αυτήν την κατάσταση δημιουργούνται μέσα στον νου οι εμπαθείς λογισμοί [4]. Ψυχή ακάθαρτη, κατά τον άγιο Μάξιμο, είναι μια ψυχή που είναι γεμάτη από λογισμούς και επιθυμίες και μίση[5].
Ο Ησύχιος ο Πρεσβύτερος περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο ασθενεί η ψυχή και τελικά θανατούται. Ενώ η ψυχή δημιουργήθηκε από τον Θεό απλή και αγαθή, ευχαριστείται με τις προσβολές του διαβόλου και «απατωμένη προστρέχει, ως καλώ, τω χείρονι» και κατ’ αυτόν τον τρόπο αναμιγνύει, δια της φαντασίας, τους δικούς της λογισμούς με την προσβολή του δαίμονος. Και στην συνέχεια συγκατατίθεται και προσπαθεί δια του σώματος να διαπράξη «το οφθέν αυτή ανόμημα κατά διάνοιαν» και έρχεται στην κατάκρισή της[6].
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, παρουσιάζοντας χωρία της Γραφής, όπως του Αποστόλου Παύλου «όντας ημάς νεκρούς τοις παραπτώμασι συνεζωοποίησε τω Χριστώ» (Εφεσ. Β’, 5), του Ευαγγελιστού Ιωάννου «έστιν αμαρτία προς θάνατον» (Α’ Ιω. ε’, 16) και τον λόγο του Χριστού προς Μαθητή Του «άφες τους νεκρούς θάψαι τους εαυτών νεκρούς» (Ματθ. η’, 22) λέγει ότι, καίτοι η ψυχή κατά Χάριν είναι αθάνατη, εν τούτοις «διαχεομένη και ταις ηδοναίς εαυτήν εφιείσα και σπαταλώσα, ζώσα τέθνηκε». Έτσι ερμηνεύει τον λόγο του Αποστόλου Παύλου ότι «η σπαταλώσα (χήρα) ζώσα τέθνηκε» (Α’ Τιμ. ε’, 6). Η ψυχή καίτοι ζη, εν τούτοις, επειδή δεν έχει την όντως ζωή που είναι η Χάρη του Θεού, είναι νεκρά[7]. Οι προπάτορες, όταν εξέστησαν από την μνήμη και θεωρία του Θεού και παρέβησαν την εντολή και συνεμάχησαν με το νεκρό του σατανά πνεύμα, εγυμνώθησαν από των «της άνωθεν αίγλης φωτεινών και ζωτικών ενδυμάτων νεκροί, φευ, ως ο σατάν και αυτοί κατά πνεύμα γεγόνασιν»[8]. Έτσι συμβαίνει πάντοτε. Όταν ο άνθρωπος συνδέεται με τον σατανά και κάνει τα δικά του θελήματα, τότε νεκρώνεται η ψυχή του, γιατί ο σατανάς όχι μόνον είναι νεκρό πνεύμα, αλλά και νεκρώνει τους εγγίζοντας αυτόν.
Όταν η ψυχή δεν ενεργή κατά φύσιν είναι νεκρά. «... Όταν μηδέν υγιές έχη, καν δοκή ζην, τέθνηκεν... Οίον, όταν μη επιμελήται αρετής, αλλά αρπάζη και παρανομή, πόθεν δύναμαι ειπείν ότι ψυχήν έχεις; Ότι βαδίζεις; Αλλά τούτο και των αλόγων. Αλλ’ ότι εσθίεις και πίνεις; Αλλά τούτο και των θηρίων. Αλλ’ ότι ορθός έστηκας επί δύο ποσί; Τούτό μοι μάλλον δείκνυσιν, ότι θηρίον ει ανθρωπόμορφον»[9].
Στην διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου ο νεκρός άνθρωπος λέγεται «σαρκικός» ή «ψυχικός». Στην προς Κορινθίους επιστολή του γράφει ότι «ψυχικός άνθρωπος ου δέχεται τα του Πνεύματος του Θεού» (Α’ Κορ. β’, 14). Επίσης γράφει: «όπου γαρ εν υμίν ζήλος και έρις και διχοστασίαι, ουχί σαρκικοί εστε και κατά άνθρωπον περιπατείτε;» (Α’ Κορ. γ’, 3). Κατά τον Καθηγητή π. Ιωάννη Ρωμανίδη οι όροι «ψυχικός», «σαρκικός» και «κατά άνθρωπον περιπατείτε» έχουν την ίδια σημασία[10]. Σε άλλα σημεία της μελέτης του γράφει ότι «ο σαρκικός και ψυχικός άνθρωπος είναι όλος ο άνθρωπος, ψυχή και σώμα, όστις στερείται της αφθαρτοποιού ενεργείας του Αγίου Πνεύματος»[11]. «Όταν ο άνθρωπος δεν ακολουθή το Πνεύμα, στερείται της ζωοποιού ενεργείας του Θεού και καθίσταται ψυχικός»[12].
Παραπομπές:
[1``]. Ο Θεός όταν με το ζωοποιό εμφύσημά του δημιούργησε την ψυχή λογική και νοερή, δνε την έκανε να έχει θυμό και επιθυμία κτηνώδη, αλλά της έβαλε δύναμη επιθυμίας και συνάμα ανδρεία να θέλγεται ερωτικά. Έτσι ούτε όταν έπλασε το σώμα, έβαλε σ' αυτό από τη αρχή θυμό και άλογη επιθυμία. Αυτά το σώμα τα προσέλαβε έπειτα, με την παρακοή, που έγινε θνητό και φθαρτό και κτηνώδες. Γιατί όπως λένε οι Θεολόγοι, το σώμα κτίσθηκε άφθαρτο, τέτοιο όπως και θα αναστηθεί, αν και ήταν επιδεκτικό φθοράς· όπως πάλι η ψυχή πλάσθηκε απαθής. Δέχθηκαν όμως και τα δύο τη φθορά, η ψυχή και το σώμα, και αναμίχθηκαν λόγω του φυσικότατου νόμου της μεταξύ τους περιχωρήσεως και μεταδόσεως. Και η ψυχή πήρε την ποιότητα των παθών ή μάλλον των δαιμόνων. Το σώμα εξομοιώθηκε με τα άλογα κτήνη από την επίδραση της καταστάσεως στην οποία έπεσε και από την επικράτηση της φθοράς. Και αφού οι δυνάμεις της ψυχής και του σώματος έγιναν ένα, αποτέλεσαν ένα κτήνος, άλογο και ανόητο λόγω του θυμού και της επιθυμίας. Και έτσι ο άνθρωπος εξισώθηκε με τα κτήνη, όπως λέει η Γραφή, κι έγινε όμοιος με αυτά με κάθε τρόπο. (Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, 137 ωφέλιμα κεφάλαια, κεφ. 82)
[2]. Βλέπεις τους αγώνες και τα ακόλουθα βραβεία όσων ασκούνται σύμφωνα με το θέλημα του Θεού; Προσπάθησε λοιπόν να κάνεις την κλήση πράξη. Και όπως μονώθηκες σωματικά και απέβαλλες και τα νοήματα των πραγμάτων και άλλαξες αμφίεση, γίνε και ξένος αποθέτοντας και τους λόγους και τους συγγενείς σου. Γιατί αν δεν σταματήσεις την περιπλάνηση στα εξωτερικά, δε θα ξεσηκωθείς εναντίον εκείνων που ενεδρεύουν μέσα σου. Αν δεν νικήσεις εκείνους που σε πολεμούν με τα φανερά, δεν μπορείς να κατατροπώσεις τους αόρατους εχθρούς.Όταν καταργήσεις τους εξωτερικούς περισπασμούς και αφήσεις τους εσωτερικούς λογισμούς, τότε διεγείρεται ο νους για τα έργα και τους λόγους του πνεύματος. Και αντί να έχεις συναναστροφή με συγγενείς και φίλους, εκτελείς τις αρετές. Και αντί να ασχολείσαι με τα μάταια λόγια που γεννά η κοσμική συναναστροφή, φωτίζει και συνετίζει την ψυχή η μελέτη και η φανέρωση των θεϊκών λόγων, που κινούνται μέσα στην διάνοια. Η απελευθέρωση την αισθήσεων γίνεται δέσμευση της ψυχής. Και η δέσμευση των αισθήσεων, χαρίζει ελευθερία στην ψυχή. Η δύση του ηλίου φέρνει τη νύχτα, Και ο Χριστός αποχωρεί από την ψυχή και την κυριεύει το σκοτάδι των παθών και τα νοητά θηρία την κατασπαράζουν. Ανατέλει ο αισθητός ήλιος και τα θηρία μαζευονται στα σπήλαιά τους. Ανατέλει και ο Χριστός στο στερέωμα της προσευχόμενης διάνοιας, και φεύγει και χάνεται κάθε κοσμική συνήθεια, η αγάπη της σάρκας περνά και ο νους βαδίζει στο έργο του, δηλαδή στην μελέτη των θείων, "ως το βράδυ". Η έκφραση αυτή δε σημαίνει ότι η εργασία του πνευματικού νόμου περιορίζεται σε κάποιο χρονικό διάστημα ή ότι έχει ορισμένο μέτρο, αλλά ότι διαρκεί ώσπου να φτάσει το τέλος αυτής της ζωής, προκαλώντας την έξοδο της ψυχής από το σώμα. Αυτό ακριβώς φανέρωνε και ο προφήτης Δαβίδ με τα λόγια: "Πόσο αγάπησα το νόμο Σου Κύριε! Είναι η μελέτη μου όλη την ημέρα". Ημέρα εννοεί όλη την διάρκεια της ζωής αυτής. (Όσιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας, Λόγος για την μοναχική ζωής, Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών).
[3]. Ασθένεια της ψυχής είναι η έξη της κακίας και θάνατός της η έμπρακτη αμαρτία. (Όσιος Θαλάσσιος ο Λίβυος, β΄ εκατοντάδα κεφαλαίων περί αγάπης και εγκράτειας, κεφ. 89).
[4]. Ακαθαρσία της ψυχής είναι το να μην ενεργεί κατά φύση. Απ' αυτό γεννιούνται στο νου οι εμπαθείς λογισμοί. Και ενεργεί κατά φύση, όταν οι παθητικές δυνάμεις της, δηλαδή ο θυμός και η επιθυμία, μένουν απαθείς κατά την προσβολή των πραγμάτων και των αντίστοιχων νοημάτων. (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, Γ΄εκατ. κεφαλαίων περι αγάπης, κεφ. 35)
[5]. Ακάθαρτη είναι η ψυχή που είναι γεμάτη από κακούς λογισμούς, επιθυμίες και μίσος (α΄ εκατ. κεφαλαίων περί αγάπης, κεφ. 14).
[6]. Το μικρό, δηλαδή το απονήρευτο παιδί, όταν βλέπει κάποιον που κάνει
θεατρικά τεχνάσματα, ευχαριστείται και τον ακολουθεί από ακακία. Έτσι
και η ψυχή μας, επειδή είναι απλή και αγαθή, γιατί έτσι πλάστηκε από τον
αγαθό Κύριο, ευχαριστείται από τις προσβολές του διαβόλου που
παριστάνει ψευδείς φαντασίες. Και έτσι εξαπατάται και τρέχει προς το
κακό σαν να ήταν καλό, όπως η περιστέρα τρέχει πίσω από τον εχθρό των
παιδιών της. Ανακατώνει η ψυχή τους λογισμούς της με τη φαντασία της
δαιμονικής προσβολής, λ.χ. ένα πρόσωπο γυναίκας ωραίας, ή κάτι άλλο που
απαγορεύεται τελείως από τις εντολές του Χριστού. Θέλει να κάνει
πραγματικότητα ό,τι ωραίο είδε στην φαντασία της. Και τότε αφού δώσει τη
συγκατάθεσή της, πραγματοποιεί και με το σώμα εκείνη την αμαρτία που
είδε με το νου της, με συνέπεια την ίδια της την κατάκριση (Άγιος Ησύχιος ο Πρεσβύτερος, Προς τον Θεόδουλο, Λόγος περί νήψεως και αρτής χωρισμένος σε 203 κεφάλαια, κεφ. 43)
[7]. Κάποτες νεκρώνεται και η λογική ψυχή, κι ας έχει τη ζωή ως ουσία της }τούτο μας το δίδαξε ο μέγας Παύλος γράφοντας: "Η χήρα που ζει στη σπατάλη, έχει πεθάνει κι ας είναι ζωντανή"(Α΄Τιμ. 5,6). Δεν είναι ανάρμοστο να υποθέσομε ότι τούτο το είπε και γι'αυτό που μιλάμε τώρα, δηλαδή για τη λογική ψυχή. Η ψυχή δηλαδή που έχασε τον Πνευματικό νυμφίο της, αν δεν έχει συστολή και πένθος και δε βαδίζει το στενό και γεμάτο θλίψεις δρόμο της μετάνοιας, αλλά είναι σε μια διάχυσηκαι σε μια παράδοση και σπατάλη του εαυτού της στις ηδονές, αυτή η ψυχή ενώ ζει (γιατί κατά την ουσία της είναι αθάνατη), έχει ωστόσο πεθάνει. Γιατί είναι δεκτική του χειρότρου θανάτου, όπως είναι και της καλύτερης ζωής. Αλλά κι αν ο Παύλος "χήρα" εννοεί αυτή που έχασε το σωματικό νυμφίο και ζει σπάταλα και σαρκικά, οπωσδήποτε εννοεί ότι έχει πεθάνει κατά την ψυχή. Ο ίδιος λέει αλλού: "Ενώ είμαστε νεκροί εξαιτίας των παραπτωμάτων μας, ο Θεός μας έδωσε ζωή μαζί με το Χριστό". Επίσης στο θάνατο της ψυχήςαναφέρεται και το ρητό: Είναι αμαρτία που οδηγεί στο θάνατο"(Α΄ Ιω. 5,16). Αλλά και ο Κύριος που διέταξε κάποιον να αφήσει τους νεκρούς να θάβουν τους νεκρούς(Ματθ. 8,22), οπωσδήποτε φανέρωσε ότι οι ενταφιαστές εκείνοι ήταν νεκροί κατά την ψυχή, επειδή ζούσαν σαρκικά.
[8]. Οι προπάτορες του ανθρωπίνου γένους, επειδή απομάκρυναν θεληματικά από τον εαυτό τους τη μνήμη και τη θεωρία του Θεού και αψήφησαν την εντολή Του και συμφώνησαν με το νεκρό πνεύμα του Σατανά και έφαγαν από το απογορευμένο δένδρο αντίθετα με τη θέληση του Δημιουργού, γυμνώθηκαν από τα φωτεινά και ζωηφόρα ενδύματα της ουράνιας λάμψεως κι έγιναν -αλλοίμονο -σαν τον σατανά και αυτοί νεκροί κατά το πνεύμα. Επειδή όμως ο Σατανάς δεν είναι μόνο νεκρό πνεύμα αλλά νεκρώνει κι εκείνους που τον πλησιάζουν, κι επειδή αυτοί που έγιναν μέτοχοι της νεκρώσεώς του, είχαν και σώμα, μέσω του οποίου ολοκληρώθηκε σε έργο η θανατηφόρα συμβουλή, μετέδωσαν -αλλοίμονο - και στα σώματά τους τα νεκρά και νεκροποιά εκείνα πνεύματα της νεκρώσεως. Και θα διαλυόταν αμέσως το ανθρώπινο σώμα και θα γύριζε στη γη από την οποία και είχε πλαστεί, αν δεν το συγκρατούσε η θεία πρόνοια και δύναμη, ώστενα περιμένει την απόφαση Εκείνου που ενεργεί τα πάντα με μόνο το λόγο Του, χωρίς την οποία τίποτε απ' όσα γίνονται, δεν μπορεί να γίνει. Κι αυτή η απόφαση παίρνεται πάντοτε με δικαιοσύνη. Γιατί, όπως λέει ο ιερός ψαλμωδός, ο Κύριος ειναι δίκαιος κι αγαπά τη δικαιοσύνη(Ψαλμ 10, 7).
[9]. Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, PG 61, 439 (προσεχώς θα αναρτηθεί το απόσπασμα)
[10], [11], [12]. Ιωάννου Ρωμανίδη, "Το Προπατορικό Αμάρτημα"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.