Σελίδες

Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2011

Θεόκλητος Διονυσιάτης: "Ως βότρυν πλήρης ζωής"


Καρυές - Άγιον Όρος
 (από το βιβλίο "Μεταξύ Ουρανού και Γης")
...Μετά από μισής ώρας πορείαν επάνω εις το ανωφερές λιθόστρωτον, εφθάσαμεν εις την Μονήν του Ξηροποτάμου. Ανήλθομεν εις την Μονήν και μας ωδήγησαν εις μικρόν εξώστην, τον οποίον εσκίωνε το πλούσιον φύλλωμα μιας παλαιάς φιλλύρας. Από τον εξώστην εβλέπαμε την γαλήνιαν θάλασσαν, την Δάφνην και την απέναντι ακτήν της χερσονήσου Σιθωνίας. Η γαλήνη ήτο απέραντος, τα τοπία μαγευτικά, η σιωπή ωσάν να ηκούετο, η ειρήνη εις τα νεανικά στήθη μας. Ο φίλος μου εδάκρυζεν εις την θέαν. Και εγώ, όπως ήμουν συνεπαρμένος από την φυσικήν εποπτείαν και την χαράν μου, εμονολόγησα· πράγματι πύλη του ουρανού... Ουρανός ή ωσάν ουρανός, συνεπλήρωσεν ο συναισθηματικώτερος από εμέ εν Χριστώ αδελφός μου.

....Μας προσεφέρθη καφές και επειδή δεν είχαμε, διαμονητήριον έπρεπε να αναχωρήσωμεν εις Καρυάς. Παρεκαλέσαμεν να προσκυνήσωμεν τα άγια Λείψανα καί το μεγάλον τεμάχιον του Τιμίου Σταυρού. Οδηγηθήκαμεν εις το διακονικόν, όπου είχαν εκτεθεί αργυρά και επίχρυσα κιβώτια με Λείψανα διαφόρων Αγίων, ως και πολυτελής θήκη του Τιμίου Σταυρού του Κυρίου.

Εγονοπετήσαμεν και τα ησπάσθημεν με ευλάβειαν και πόθον. Τα άγια Λείψανα και ιδιαιτέρως ο Τίμιος Σταυρός απέπνεαν άρρητον ευωδίαν, η οποία διεπέρασε την καρδίαν μας. Όπως την καρδίαν μου διεπέρασεν ένας ήλιος του Χριστού, που άφησε τον τύπον του επάνω εις το Ξύλον...

Έσπασαν κυριολεκτικώς τα γόνατά μου και ανελύθην εις λυγμούς. Το ίδιον και ο φίλος μου... Επέρασεν αρκετή ώρα. Όταν ηγέρθημεν, είδαμε μόνον τον ιερέα. Τα άγια Λείψανα είχεν ήδη τοποθετήσει εις το άγιον Βήμα. Ο ευλαβέστατος ιερεύς έψαλλε χαμηλοφώνως· «Ως βότρυν πλήρης ζωής, ο βαστάσας τον Ύψιστον, Σταυρέ τίμιε...». Και στρεφόμενος προς ημάς, αδελφοί μου, είπεν εν κατανύξει, ιδού διατί υπάρχουν απιστούντες εις τον Χριστόν ως Θεόν, σταυρωθέντα μετά ληστών ! Όταν λατρεύω τον εαυτόν μου, αγνοώ τελείως την έμφρονα παραφροσύνην της αγάπης και την έκστασιν εκ των ορίων της φύσεως προς ωφέλειαν του άλλου. Θεωρώ παραλο-γισμον το κατάντημα ενός Θεού μέχρι του ατιμότατου ξύλου, όπου επροσκυνήσατε, και δεν εννοώ, ότι δια του τοιούτου θανάτου εξεδηλώθη η αγάπη εκστατικώς.. .Άλλωστε δεν πρέπει να λησμονώμεν, ότι το μέγεθος της αγάπης εν τω Χριστώ, ήτο ανάλογον προς την μεγαλωσύνην Του, ασύλληπτον υπό ανθρωπίνης διανοίας...Ησπάσθημεν την χείρα του και αυτός μας ησπάσθη εις το μέτωπον και ανεχωρήσαμεν έμπλεοι πνευματικής ευφροσύνης...

Εβαδίζαμεν προς Καρυάς εν βυθισμώ εις εαυτούς. Αλλά κάθε τόσον εστρεφόμεθα δεξιά και αριστερά και πότε προς τα οπίσω, δια να θαυμάσωμεν τας φυσικάς καλλονάς εις τα δάση και τους αναπεπταμένους λόφους. Κάτω πράσινον, επάνω γλαυκόν, εις την θάλασσαν γαλάζιον και παντού φώς και αρμονία... Η γαλήνη ηπλούτο εις όλην την ορατήν περιοχήν και η ειρήνη του Θεού ενεργούσε θείως εις τας καρδίας μας! Ο φίλος μου εστάθη και μ' εκοίταξε με δακρυσμένους οφθαλμούς.

— Πώς σου φαίνονται όλα αυτά; μου λέγει.

—Ω, αδελφέ μου, του απαντώ. Τώρα δεν ομιλούν. Τώρα κλαίουν από χαράν καί δοξάζουν τον Κύριον...

...Μεταξύ της ιεράς Μονής όπου αφήσαμεν και των Καρυών, εις ένα χλοερόν αναπεπταμένον πεδίον, μας επρόφθασεν ένας Μοναχός έως τριάκοντα ετών. Ωμοίαζε με αποκολληθείσαν τοιχογραφίαν της Κρητικής Σχολής. Μας εχαιρέτισεν, ανταπεδώκαμεν τον χαιρετισμόν και συμπορευόμεθα σιωπηλοί δια την πρωτεύουσαν...

— Διά Καρυάς, αδελφοί; ηρώτησε με σεμνότητα ο Μοναχός.

— Μάλιστα, πάτερ, απηντήσαμεν.

— Πρώτην φοράν έρχεσθε εις Άγιον Όρος; ηρώτησε πάλιν.

—Ελπίζομεν να είναι η πρώτη και τελευταία, απεκρίθη ο φίλος μου, διότι όλα ελκύουν τόσον ακατανικήτως εδώ, ώστε η επιστροφή να είναι μάλλον αδύνατος...

—Α, λοιπόν, σας... συνέλαβεν η παγίς; είπε χαριτολογών ο Μοναχός. Το περίεργον εν προκειμένω είναι, ότι ενώ εις τας πάσης φύσεως παγίδας συλλαμβάνονται οι πάσης φύσεως μωροί, εις την Μοναχικήν παγίδα συλλαμβάνονται μόνον οι πάσης φύσεως ευφυείς...Τι τα θέλετε, αδελφοί μου, χρειάζεται κάτι περισσότερον από κοινήν σκέψιν και κοινά συναισθήματα, δια να γίνει κανείς μοναχός. Χρειάζεται άνωθεν κάποια θεία επίπνοια, ένας φωτισμός, μία έλξις, μία συναντίληψις... Έρρωσθε, λοιπόν, εν Κυρίω και «ενδυναμούσθε εν τω κράτει της ισχύος αυτού»... Και ο Μοναχός εσιώπησε...

—Διατί, πάτερ, χρειάζεται ανωτέρα τις δύναμις δια να γίνη κανείς μοναχός; είπα.

— Δεν το αντιλαμβάνεσθε, ότι πρέπει να κάμνετε διαρκώς αγώνα προς τας αδυναμίας της φύσεως; Ότι πρεπεί να υποβληθείτε εις ανάπλευσιν του ποταμού; Ο μοναχός είναι ενα θείον τέρας. Μη σκανδαλίζεσθε. Τέρας δεν είναι το παράδοξον, το μη φυσικόν; Οι μοναχοί λοιπόν, δεν ζουν κατά φύσιν, αφού ασκούν υπερφυσικάς λειτουργίας. Η φύσις ζητεί γάμον. Ο μοναχός υπερβαίνει την επιταγήν. Η φύσις ζητεί τροφήν, ο μοναχός λέγει, όχι. Η φύσις ζητεί ελευθερίαν, αλλ' αυτός δουλούται εκουσίως. Εδώ ζει, αλλά τα άνω σκέπτεται. Εις την γην περιπατεί, αλλά τα θεία βλέπει, εκείνα φαντάζεται, εις τα θεία κατευθύνεται, εκείνα ποθεί, περιφρονεί τα εντεύθεν, ζει τα εκείθεν. Ο μοναχός συνδυάζει το φυσικόν μετά του υπερφυσικού. Είναι ενα κράμα παρόντος και μέλλοντος, παροδικού και αιωνίου, χοός και πνεύματος, κτήνους και αγγέλου, ανθρωπίνου και θείου. Και, κατά έκφρασιν Πατρός της Εκκλησίας, ο μοναχός είναι «εν σαρκί περιπολών Θεός»...

...Μετά δίωρον, σχεδόν, πορείαν, συγκλονισμένοι κυριολεκτικώς από τους λόγους του νέου μοναχού, εφθάσαμεν εις το υψηλότερον σημείον, απ' όπου εφαίνετο πανοραματικώς η πολίχνη των Καρυών. Το θέαμα ήτο ονειρώδες. Ό,τι είναι μακρυνόν, ασχημάτιστον, επιβάλλεται εις το πνεύμα. Αλλά το κάλλος των Καρυών αντέχει και από πλησιέστερα, διεπιστώσαμεν... Εισήλθομεν εις την αρχαίαν βασιλικήν του Πρωτάτου και εμείναμεν επί ώραν προσευχόμενοι και θαυμάζοντες τας εκπληκτικάς εις χρώματα, κίνησιν και έκφρασιν τοιχογραφίας του Πανσελήνου... Προσκυνήσαμεν το «Άξιον εστιν» και ανεχωρήσαμεν...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.