1. ΔΙΑΚΡΙΣΙΣ, στους μέν αρχαρίους είναι η ορθή επίγνωσις του εαυτού των. Στους μεσαίους είναι η νοερά αίσθησις η οποία διακρίνει αλάνθαστα το πραγματικό αγαθό από το φυσικό αγαθό και από το αντίθετό του κακό. Στους δε τελείους είναι η γνώσις πού έχουν από θεϊκή έλλαμψι και η οποία έχει την δύναμι να φωτίζη πλήρως με την λάμψι της και όσα σκοτεινά υπάρχουν μέσα στους άλλους.
Σελίδες
▼
Παρασκευή 30 Ιουλίου 2010
Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010
π. Ιωάννης Ρωμανίδης: 8. Περί της πτώσεως του Αδάμ
Οι Πατέρες λένε ότι κατά την πτώσι του άνθρωπου εσκοτίσθηκε ο νους του ανθρώπου. Εσκοτίσθη ο νους του Αδάμ. Δεν ασχολούνται οι Πατέρες με τον Αδάμ ως Αδάμ, άλλα με τον νουν του Αδάμ, ο οποίος Αδάμ αρρώστησε, επειδή εσκοτίσθηκε ο νους του. Οι Πατέρες μιλάνε για ασύνετον νουν. Παντού στην Πατερική γραμματεία το θέμα της πτώσεως είναι ο σκοτασμός του νοός του ανθρώπου.
Παρασκευή 23 Ιουλίου 2010
π. Ιωάννης Ρωμανίδης: 9. Ποια είναι η ουσία της Ορθοδόξου Παραδόσεώς μας
Το θέμα τώρα είναι ποια είναι η ουσία της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Η Ορθόδοξη παράδοσι προσφέρει μέθοδο θεραπείας του νοός του ανθρώπου, δηλαδή της ψυχής του. Η θεραπεία αυτή έχει δύο φάσεις, όπως είπαμε, τον φωτισμό κα την θέωσι. Η θέωσις, δηλαδή η θεοπτία, είναι η εγγύησις της θεραπείας, της πλήρους θεραπείας.
Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010
Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: Βιβλίο Δεύτερο - Λόγος γ΄ (3ος) (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
και λόγος ιδού τρίτος για το φόβο.
Είναι δύο ειδών ο φόβος του Κυρίου·
ο ένας εισαγωγικός, φυλάει απ' την κακία,
τέλειος ο άλλος, κι οδηγεί σε πρόθυμη εργασία.
και τώρα ευλόγησε λοιπόν την ανάγνωση, πάτερ.
Η γαστριμαργία είναι η πρώτη από τους οκτώ πρωταρχικούς λογισμούς της κακίας. Ο θείος φόβος, που είναι η πρώτη εντολή, όλα τα νικά. Εκείνος που δεν έχει το θείο φόβο, ούτε άλλο καλό μπορεί να έχει. Γιατί, πώς θα μπορέσει να τηρήσει κάποια εντολή εκείνος που δε φοβάται; Εκτός και αν έχει φτάσει κανείς στην αγάπη. Αλλά και αυτός από το φόβο άρχισε, και αν ακόμη δεν γνωρίζει πώς πέρασε απ' αυτόν ο εισαγωγικός φόβος.
Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010
π. Ιωάννης Ρωμανίδης: 10. Η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία
Σε πολλούς επικρατεί η αντίληψις ότι η Ορθοδοξία είναι μία από τις πολλές θρησκείες, που έχει σαν κύρια μέριμνά Της την προετοιμασία των μελών της Εκκλησίας για την ζωή μετά θάνατον, να εξασφάλιση δηλαδή μία θέση στον Παράδεισο για κάθε Ορθόδοξο Χριστιανό. Έτσι θεωρείται ότι το Ορθόδοξο δόγμα προσφέρει μία επί πλέον εξασφάλισι, επειδή είναι Ορθόδοξο, και ότι, αν κανείς δεν πιστεύη στο Ορθόδοξο δόγμα, αυτό είναι ένας επί πλέον λόγος για να πάη στην Κόλασι ο άνθρωπος αυτός, εκτός δηλαδή από το ότι ενδεχομένως θα τον στείλουν εκεί τα προσωπικά του αμαρτήματα.
Τρίτη 20 Ιουλίου 2010
Ιωάννης ο Σιναΐτης, Άγιος: Κλίμαξ - Λόγος ΚΣΤ΄ (Περί διακρίσεως - Μέρος β΄, Περί διακρίσεως ευδιακρίτου)
1. ΟΝ ΤΡΟΠΟΝ επιποθεί η έλαφος φλεγομένη τα νάματα» (Ψαλμ. μα΄ 2), έτσι είναι ποθητή στους μοναχούς η κατανόησις του αγαθού θείου θελήματος. Επί πλέον δε και του συγκεκραμένου, (όταν δηλαδή στο αγαθό υπάρχη και το κακό), καθώς επίσης και του αντιθέτου∙ περί των οποίων «πολύς ημίν όντως ο λόγος και δυσερμήνευτος» (Εβρ. ε΄ 11).
Δευτέρα 19 Ιουλίου 2010
Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: Βιβλίο Δεύτερο - Λόγος δ΄ (4ος) (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Μονή Δήμιοβας, Καλαμάτα |
λόγος ο παρών, που έχει γράμμα
το δέλτα, δηλαδή το επόμενο ψηφίο.
Αυτός ο λόγος την εγκράτεια περιέχει,
που είναι η αρχή στους οκτώ αντιπάλους
των οκτώ παθών, μαζί με τη σωφροσύνη.
Αυτές οι δυο της ευσέβειας είναι έργα.
Τώρα λοιπόν ευλόγησε την ανάγνωση, πάτερ.
Είναι γνωστό ότι η ευσέβεια είναι λέξη πολύμορφη και πολύτροπη, όπως η κοσμική φιλοσοφία. Γιατί όταν ολοκληρωθούν τα δέκα μαθήματα, τότε λέμε πώς έχομε φιλοσοφία, και δεν ανήκει η ονομασία αυτή σε ένα ή δύο μαθήματα, αλλά στα δέκα.
Κυριακή 18 Ιουλίου 2010
π. Ιωάννης Ρωμανίδης: 11. Ποιοι είναι οι θεολόγοι της Εκκλησίας
Ποιοι είναι τώρα οι θεολόγοι της Εκκλησίας; Είναι μόνο εκείνοι που έφθασαν στην θεωρία. Η θεωρία συνίσταται στην φώτισι και στην θέωσι. Η φώτισις είναι μία κατάστασις αδιάλειπτος, που υπάρχει εν ενεργεία όλο το ημερονύκτιο, ακόμη και κατά τον ύπνο(1). Ενώ η θέωσις είναι μία κατάστασις κατά την οποίαν βλέπει κάποιος την δόξαν του Θεού, και η οποία διαρκεί όσο θέλει ο Θεός.
Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: Βιβλίο Δεύτερο - Λόγος ε΄ (5ος) (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄τόμος)
και την υπομονή θα μας παρουσιάσει.
Πρώτη είν' η υπομονή,
αυτή είν' η πιο μεγάλη ανάμεσα στις αρετές,
μα και σε κάθε γνώση.
Και τώρα ευλόγησε λοιπόν την ανάγνωση, πάτερ.
Είπε ο Κύριος: «Όποιος υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί»(Ματθ. 10, 22). Η υπομονή είναι η συγκρότηση όλων των αρετών. Γιατί καμία αρετή δε στέκεται χωρίς την υπομονή. Καθένας που θα στραφεί πίσω δεν είναι κατάλληλος για τη βασιλεία των ουρανών(Λουκ. 9, 62).
Σάββατο 17 Ιουλίου 2010
Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: Βιβλίο Δεύτερο - Λόγος ζ΄(6ος) (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Ο λόγος ευαγγελικό είχε ο πριν το θέμα,
με την ελπίδα αυτός εδώ ασχολείται των μελλόντων.
Και τώρα ευλόγησε λοιπόν την ανάγνωση, πάτερ.
Η αμέριμνη ελπίδα είναι ζωή και πλούτος, κρυφός μεν στην αίσθηση, μαρτυρούμενος όμως από τη φρόνηση και τη φύση των πραγμάτων. Οι γεωργοί κοπιάζουν σπέρνοντας και φυτεύοντας· οι ναυτικοί επίσης περνούν πολλούς κινδύνους· και τα παιδιά κουράζονται να μαθαίνουν γράμματα και επιστήμες.
με την ελπίδα αυτός εδώ ασχολείται των μελλόντων.
Το ζήτα έκτο έρχεται στην σειρά των ψηφίων,
κι ο νους ζητά κι επιθυμεί αμέριμνος να γίνει.Και τώρα ευλόγησε λοιπόν την ανάγνωση, πάτερ.
Η αμέριμνη ελπίδα είναι ζωή και πλούτος, κρυφός μεν στην αίσθηση, μαρτυρούμενος όμως από τη φρόνηση και τη φύση των πραγμάτων. Οι γεωργοί κοπιάζουν σπέρνοντας και φυτεύοντας· οι ναυτικοί επίσης περνούν πολλούς κινδύνους· και τα παιδιά κουράζονται να μαθαίνουν γράμματα και επιστήμες.
Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010
Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: Βιβλίο Δεύτερο - Λόγος η΄ (7ος) (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Σκήτη Αγ. Άννης, Άγ. Όρος |
Το ήτα είναι έβδομο γράμμα του αλφαβήτου,
κι ο λόγος ο αντίστοιχος, περί απροσπαθείας.
Η απροσπάθεια γεννιέται απ' την ελπίδα
κι αποτελεί φυγή από τον κόσμον όλο.
Τώρα λοιπόν ευλόγησε την ανάγνωση, πάτερ.
Η απροσπάθεια (ελευθερία από εμπαθείς κλίσεις) πηγάζει από την ελπίδα· επειδή εκείνος που ελπίζει να επιτύχει άλλου αιώνιο πλούτο, εύκολα περιφρονεί αυτόν που έχει στα χέρια του, και αν ακόμη μπορούσε να δώσει κάθε ανάπαυση ο πρόσκαιρος πλούτος.
Αφού όμως ο βίος είναι κοπιαστικός και γεμάτος βάσανα, ποιος πείθει τον λογικό άνθρωπο να προτιμά αυτόν από την αγάπη του Θεού, που δίνει και τον πρόσκαιρο και τον αιώνιο πλούτο σ' εκείνους που τον αγαπούν; Εκτός αν είναι τυφλός ο άνθρωπος και δεν μπορεί να βλέπει από απιστία ή κακή προαίρεση και πονηρή συνήθεια.
Πέμπτη 15 Ιουλίου 2010
Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: Βιβλίο Δεύτερο - Λόγος θ΄ (8ος) (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Η απροσπάθεια γέννα νέκρωση των παθών μας·
και αν κανείς δε την κρατά με κόπο και με πόνο,
ούτε από τα πάθη του λυτρώνεται ποτέ του.
Και τώρα ευλόγησε λοιπόν την ανάγνωση, πάτερ.
Αυτός που έφτασε στην απροσπάθεια, είναι συνεχώς στραμμένος στο Θεό μέσω της θεωρίας. Γιατί η απροσπάθεια των αισθητών προκαλεί τη θεωρία των νοητών. Θεωρία εδώ εννοώ, όχι των όντων, αλλά των δεινών που είναι πριν και μετά τον θάνατο, για τα οποία διδάσκει η χάρη τον απροσπαθή, ώστε με το πένθος να νεκρωθούν τα πάθη του και να φτάσει στην πραότητα των λογισμών όταν έρθει ο καιρός.
Τετάρτη 14 Ιουλίου 2010
Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: Βιβλίο Δεύτερο - Λόγος ι΄ (9ος) (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Ιδού το γιώτα, και ιδού ο ένατος ο λόγος που ομιλεί για του Χριστού τα σεβάσμια πάθη. Απ' του θανάτου δηλαδή και των αμαρτημάτων τη μνήμη, δάκρυα πολλά πηγάζουν στον εργάτη· κι από αυτά μπορεί κανείς στο νου να διατηρήσει τη μνήμη των παθών Χριστού και όλων των Αγίων. και τώρα ευλόγησε λοιπόν την ανάγνωση, πάτερ.
Για να μη νομίζει κανείς ότι κάνει κάτι το σπουδαίο με την άσκηση και τους πολλούς στεναγμούς και τα δάκρυα, του δίνεται η γνώση των παθημάτων του Χριστού και όλων των Αγίων.
Τρίτη 13 Ιουλίου 2010
Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: Βιβλίο Δεύτερο - Λόγος κ΄ (10ος) (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
για την ταπείνωση που ο Χριστός χαρίζει.
Αυτήν γεννά η έλλειψη κάθε φροντίδας,
όταν καλλιεργεί μονάχα τον εαυτό της
η ψυχή παντοτινά με κάθε εργασία.
Τώρα λοιπόν ευλόγησε την ανάγνωση, πάτερ.
Κυρίως ο ταπεινόφρων δεν παύει ποτέ να κατηγορεί τον εαυτό του, ακόμη και αν όλος ο κόσμος τον πολεμά και τον περιφρονεί. Kαι αυτό, για να μη σωθεί μόνο ακούσια, όπως εκείνοι που έχουν υπομονή, αλλά και για να τρέχει εκούσια στα πάθη του Χριστού, από τα οποία έμαθε ο άνθρωπος αυτός την ταπείνωση, τη μεγαλύτερη από όλες τις αρετές, στην οποία κατοικεί το Άγιο Πνεύμα. Αυτή είναι η θύρα της βασιλείας, δηλαδή της απάθειας.
Δευτέρα 12 Ιουλίου 2010
Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: Βιβλίο Δεύτερο - Λόγος λ΄ (11ος) (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Η ταπείνωση γεννά το να διακρίνει κανείς
τα αισθητά κτίσματα κατά φύση.
Τώρα λοιπόν ευλόγησε την ανάγνωση, πάτερ.
Είναι πολύ ωφέλιμο να ερωτά κανείς σε όλα, αλλ' όμως τους έμπειρους. Το να ερωτά κανείς τους απείρους είναι επικίνδυνο, γιατί δεν έχουν διάκριση. Η διάκριση γνωρίζει τον καιρό, τη χρήση, την κατάσταση του ανθρώπου, την ποσότητα, τη δύναμη, τη γνώση και την προαίρεση εκείνου που ερωτά, το σκοπό του Θεού και κάθε ρητού της θείας Γραφής, και άλλα πολλά.
Κυριακή 11 Ιουλίου 2010
π. Ιωάννης Ρωμανίδης: 12. Περί νοεράς προσευχής
Το θέμα τώρα της νοεράς προσευχής είναι πολύ ενδιαφέρον. Η νοερά προσευχή είναι μία καθαρά εμπειρική κατάστασις. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται περί εμπειρίας. Ούτε ένας ψυχίατρος μπορεί να αρνηθή ότι η νοερά προσευχή είναι καθαρή εμπειρία. Η διαφορά μας με τους ψυχιάτρους θα ήταν όχι στο γεγονός αυτό καθ’ εαυτό, αλλά στην αιτία που προκαλεί την νοερά προσευχή. Δηλαδή, αν το θέμα αυτό τεθή υπ’ όψιν των επιστημόνων των θετικών επιστημών, π.χ. ψυχολόγων, ψυχιάτρων, παθολόγων, βιολόγων κ.λ.π. σαν ένα φαινόμενο άξιο παρατηρήσεως και μελέτης, θα είναι υποχρεωμένοι οι άνθρωποι αυτοί, εφαρμόζοντες την επιστημονική μέθοδο ερεύνης, να προβάλουν υποθέσεις.
Σάββατο 10 Ιουλίου 2010
Ιωάννης ο Σιναΐτης, Άγιος: Κλίμαξ - Λόγος ΚΣΤ΄ (Περί διακρίσεως - Μέρος γ΄, Σύντομος ανακεφαλαίωσις των προηγουμένων)
Η ΒΕΒΑΙΑ πίστις είναι μητέρα της αποταγής. Και το αντίθετο είναι εξ ίσου φανερό. Η ακλόνητη ελπίδα είναι η θύρα της απροσπαθείας. Και το αντίθετο είναι εξ ίσου φανερό. Η αγάπη προς τον Θεόν είναι αιτία της ξενιτείας. Και το αντίθετο είναι εξ ίσου φανερό.
Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010
Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων: Η μετάνοια
Η μετάνοια είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της πνευματικής ζωής. Η αναγνώριση της αμαρτωλότητός μας, ο πόνος επειδή πικράναμε τον Θεό, η απόφαση για μια αλλαγή και η καταφυγή στην εξομολόγηση αποτελούν την απαρχή της σωτηρίας μας.
Ο Τίμιος Πρόδρομος και ο ίδιος ο Κύριος άρχισαν το κήρυγμά τους καλώντας σε μετάνοια. Κανείς δεν μπορεί να σωθεί, αν δεν μετανοήσει. Μόνο με την μετάνοια ένας μεγάλος ληστής «λήστεψε» ακόμη και τον παράδεισο.
Είναι λοιπόν δαιμονική πλάνη να παραμελούν οι χριστιανοί την μετάνοια και την εξομολόγηση. Βέβαια, δεν αναφερόμαστε στην περίπτωση εκείνων, που ισχυρίζονται ότι δεν έκαναν τίποτε το αμαρτωλό, ή εκείνων που αυτοσχεδιάζουν τρόπους εξομολογήσεως, επειδή δεν θέλουν να ταπεινωθούν και να σκύψουν στο πετραχήλι του πνευματικού, όπως η θεόπνευστη εκκλησιαστική τάξη ορίζει. Αναφερόμαστε κυρίως στην περίπτωση πολλών χριστιανών, που αρκούνται σε άλλα «θρησκευτικά καθήκοντα» ή σε μια συμμετοχή στο ιεραποστολικό έργο ή σε νεφελώδεις συζητήσεις με Γέροντες, χωρίς καμιά διάθεση να «φυλάξουν οδούς σκληράς». Έτσι πιστεύουν ότι κατακτούν κορυφές, ενώ πλανώνται σε θανατηφόρα τέλματα αμετανοησίας, αναισθησίας και ναρκισσισμού.
Η αδιαφορία μας για μια αποφασιστική μετάνοια αποδεικνύεται ολοφάνερα από την ενασχόληση με την ζωή και τα σφάλματα των άλλων.
Είθε τα πολλά παραδείγματα μετανοίας, που αναφέρει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, να μας ανανεώσουν τον ζήλο για μια πραγματική μετάνοια. Είθε να μας βοηθήσουν στο να επισημαίνουμε και να εξομολογούμαστε χωρίς καμιάν επιφύλαξη ή συγκάλυψη ή δικαιολογία όλες τις μυστικές αρρώστιες, τις πληγές και τα πάθη που λυμαίνονται την ψυχή μας, για την καθαρότητα της οποίας έχυσε το αίμα Του ο Κύριος. Είθε, τέλος, η μικρή ντροπή που δοκιμάζουμε μπροστά στον Πνευματικό, να μας απαλλάξει από την απέραντη ντροπή μπροστά σε ανθρώπους και αγγέλους κατά την ώρα της Κρίσεως.
(Πρόλογος εκ της Ι. Μ. Παρακλήτου)
Φοβερό κακό και επικίνδυνη αρρώστια της ψυχής είναι η αμαρτία. Την απονευρώνει με δολιότητα και την παραδίνει παράλυτη στην αιώνια κόλαση. Είναι όμως κακό που εξαρτάται από την δική μας θέληση. Είναι καρπός της δικής μας προαιρέσεως.
Φοβερό κακό είναι η αμαρτία, αλλά όχι και αθεράπευτο. Το θεραπεύει εύκολα η μετάνοια. Όση ώρα κρατά κανείς στο χέρι του την φωτιά, οπωσδήποτε καίγεται. Μόλις όμως την τινάξει, παύει να καίγεται. Το ίδιο συμβαίνει και με την αμαρτία, γιατί είναι κι αυτή μια φωτιά που κατακαίει τον άνθρωπο. Για όσους μάλιστα δεν αισθάνονται αυτό το κάψιμο, λέει η Γραφή: «Μπορεί κανείς να βάλει φωτιά μέσα στον κόρφο του δίχως τα ρούχα του να κάψει;» (Παροιμ. 6:27).
Η αμαρτία δεν είναι κανένας εχθρός που σε πολεμάει απ' έξω, αλλά κακό που φυτρώνει και αναπτύσσεται μέσα σου. «Βλέπε με σωφροσύνη» (Παροιμ. 4:25) και δεν θα νιώσεις αισχρή επιθυμία. Να θυμάσαι την μέλλουσα κρίση, και ούτε πορνεία, ούτε μοιχεία, ούτε φόνος, ούτε άλλη παρανομία θα σε κυρίεψει ποτέ. Όταν όμως ξεχάσεις τον Θεό, τότε θ' αρχίσεις να σκέφτεσαι πονηρά και να ενεργείς παράνομα.
Στην αμαρτία σε σπρώχνει ο παγκάκιστος διάβολος. Σε σπρώχνει, μα δεν μπορεί να σε αναγκάσει ν’ αμαρτήσεις, αν εσύ αντιδράσεις. Δεν μπορεί να σε βλάψει, ακόμη κι αν χρόνια σε σκανδαλίζει, εάν εσύ έχεις την καρδιά σου κλειστή. Εάν όμως χωρίς αντίδραση δεχθείς κάποια κακή επιθυμία, που σου σπέρνει, θα σε αιχμαλωτίσει και θα σε ρίξει σε βάραθρο αμαρτιών.
Ίσως όμως να πεις: «Είμαι δυνατός στην πίστη και δεν θα με κυριέψει η αισχρή επιθυμία, όσο συχνά κι αν την δεχθώ». Αγνοείς, φαίνεται, ότι και την πέτρα ακόμα κομματιάζει πολλές φορές μια ρίζα που είναι μέσα στη γη. Μη δέχεσαι λοιπόν τον σπόρο της αμαρτίας γιατί θα σου διαλύσει την πίστη. Ξερίζωσε το κακό, πριν ανθήσει, μήπως, δείχνοντας στην αρχή ραθυμία, αργότερα τιμωρηθείς και δοκιμάσεις το τσεκούρι και την φωτιά. Φρόντισε να θεραπευθείς εγκαίρως, όταν βρίσκεται στην αρχή η βλάβη του ματιού, για να μη γυρεύεις άσκοπα γιατρούς, όταν θα έχεις πια τυφλωθεί.
Ο διάβολος, που αμάρτησε πρώτος, δημιουργεί όλα τα κακά. Αυτό δεν το λέω εγώ, αλλά ο Κύριος: «Ο διάβολος αμαρτάνει εξαρχής» (Α' Ιω. 3:8). Κανείς δεν είχε αμαρτήσει πριν απ' αυτόν. Αμάρτησε ο διάβολος, χωρίς τίποτα να τον εξαναγκάσει, γιατί τότε υπεύθυνος για την αμαρτία θα ήταν ο Θεός. Απ’ Αυτόν πλάσθηκε αγαθός. Αμάρτησε όμως με την δική του προαίρεση, και, από το έργο του, ονομάστηκε «διάβολος». Γιατί, ενώ πρώτα ήταν αρχάγγελος, κατάντησε ύστερα να διαβάλει, δηλαδή να συκοφαντήσει το Θεό στους πρωτοπλάστους. Επίσης, ενώ στην αρχή ήταν πιστός υπηρέτης του Θεού, έπειτα έγινε σατανάς, δηλαδή εχθρός και αντίπαλός Του. Γιατί η λέξη «σατανάς» ερμηνεύεται «αντικείμενος», δηλαδή αυτός που βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά, ο αντίπαλος.
Ο διάβολος, μετά την πτώση του, οδήγησε πολλούς στην αποστασία. Αυτός σπέρνει τις αμαρτωλές επιθυμίες σε όσους τον ακολουθούν. Απ' αυτόν προέρχονται η μοιχεία, η πορνεία και κάθε άλλο κακό. Αυτός οδήγησε τον προπάτορα στην παρακοή και στην εξορία. Εξαιτίας του, ο Αδάμ αντί για τον παράδεισο, που καρποφορούσε θεσπέσιους καρπούς, κληρονόμησε την γη, που έβγαζε αγκάθια.
***
Τί θα γίνει τώρα;
Απατηθήκαμε και χάσαμε τον παράδεισο. Δεν υπάρχει άραγε σωτηρία; Τυφλωθήκαμε. Δεν θα ξαναδούμε άραγε το φως;
Γίναμε ανάπηροι. Δεν θα ξανασταθούμε άραγε στα πόδια μας;
Με μια λέξη, πεθάναμε. Άραγε δεν θ' αναστηθούμε;
Αδελφέ μου, Αυτός που ανέστησε από τον τάφο τον δίκαιο Λάζαρο, δεν έχει την δύναμη ν' αναστήσει πολύ ευκολότερα εσένα, που είσαι ακόμη ζωντανός; Αυτός που έχυσε το αίμα Του για μας, δεν θα μας σώσει από την αμαρτία; Ας μην απελπιστούμε. Ας μη βυθιστούμε στην απόγνωση. Είναι φοβερό να χάσουμε την ελπίδα της συγχωρήσεως. Όποιος δεν προσδοκά την σωτηρία, αμαρτάνει ασυλλόγιστα. Όποιος όμως ελπίζει σ' αυτήν, σπεύδει να μετανοήσει.
Το φίδι εγκαταλείπει το παλιό του δέρμα. Εμείς δεν θα εγκαταλείψουμε την αμαρτία; Η άκαρπη γη, αν καλλιεργηθεί με επιμέλεια, μεταβάλλεται σε καρποφόρα. Εμείς δεν μπορούμε να διορθωθούμε;
Ο Θεός είναι φιλάνθρωπος, απέραντα φιλάνθρωπος. Γι΄ αυτό μη λες: «Πόρνευσα, μοίχευσα, αμάρτησα. Και μάλιστα όχι μία φορά, αλλά πολλές. Άραγε θα με συγχωρήσει; Άραγε θα με απαλλάξει από την καταδίκη;». Άκουσε τι λέει ο ψαλμωδός: «Πόσο μεγάλη, Κύριε, είναι η αγαθότητά σου!» (Ψαλμ. 30:20).
Τα αμαρτήματά σου ποτέ δεν νικούν το μέγεθος της ευσπλαχνίας του Θεού. Τα τραύματά σου ποτέ δεν ξεπερνούν την θεραπευτική Του δύναμη. Μόνο παραδόσου σ' Αυτόν με πίστη. Εξομολογήσου το πάθος σου. Πες κι εσύ μαζί με τον προφήτη Δαβίδ: «Θα εξομολογηθώ με ειλικρίνεια την ανομία μου στον Κύριο». Θ’ ακολουθήσει τότε αυτό που αναφέρει στη συνέχεια ο ίδιος στίχος: «Κι εσύ, Κύριε, συγχώρεσες την ασέβεια της καρδιάς μου» (Ψαλμ. 31:5).
Θέλεις να γνωρίσεις την φιλανθρωπία του Θεού και το μέγεθος της μακροθυμίας Του; Άκουσε τι έγινε με τον Αδάμ: Έκανε παρακοή ο πρωτόπλαστος. Δεν μπορούσε ο Θεός να τον παραδώσει αμέσως στον θάνατο; Και βέβαια μπορούσε. Τί κάνει όμως ο Φιλάνθρωπος; Τον εξορίζει από τον παράδεισο, αφού ήταν ανάξιος να παραμένει πια εκεί, τον βάζει όμως να κατοικήσει απέναντι, για να βλέπει από που ξέπεσε και τι έχασε και που κατάντησε, ώστε να μετανοήσει και να σωθεί.
Ο Κάιν, ο πρώτος άνθρωπος που γεννήθηκε, έγινε αδελφοκτόνος, εφευρέτης κακών, πρόδρομος όλων των φθονερών και των φονιάδων. Ενώ όμως σκότωσε τον αδελφό του, σε τί καταδικάστηκε; «Θα ζεις πλέον στενάζοντας και τρέμοντας» (Γεν. 4:12). Φοβερό το έγκλημα. Μικρή όμως η καταδίκη.
Πραγματικά, μεγάλη είναι η φιλανθρωπία που έδειξε ο Θεός στον Κάιν. Μεγαλύτερη όμως είναι τούτη: Θυμήσου την εποχή του Νώε. Αμάρτησαν οι γίγαντες και απλώθηκε στην γη υπερβολική παρανομία. Τιμωρία της θα ήταν ο κατακλυσμός. Μ' αυτόν απειλεί ο Θεός. Τον εξαπολύει όμως ύστερ’ από εκατόν είκοσι ολόκληρα χρόνια! (Γεν. 6:3)
Βλέπεις το μέγεθος της φιλανθρωπίας του Θεού; Αυτό που πραγματοποίησε ύστερ’ από εκατόν είκοσι χρόνια, δεν μπορούσε να το πραγματοποιήσει αμέσως; Παράτεινε όμως τόσο πολύ τον καιρό της τιμωρίας, για να δώσει χρόνο μετάνοιας. Αν μετανοούσαν οι αμαρτωλοί, ο Θεός δεν θα έστελνε την τρομερή και δίκαιη τιμωρία.
Ας έρθουμε τώρα και σε παραδείγματα αμαρτωλών, που σώθηκαν με την μετάνοια.
Ίσως κάποια από τις γυναίκες να πει: «Μόλυνα την ψυχή και το σώμα μου με κάθε είδους ακολασίες. Άραγε μπορώ να σωθώ;». Θυμήσου, γυναίκα, την Ραάβ την πόρνη, και προσδόκησε κι εσύ τη σωτηρία. Γιατί αν εκείνη, που αμάρτανε φανερά και μπροστά σε όλους, σώθηκε με τη μετάνοια, δεν θα σωθείς κι εσύ με τον ίδιο τρόπο;
Ζήτησε να μάθεις πως σώθηκε εκείνη. Αυτό μόνο είπε: «Ο Θεός σας είναι ο μόνος αληθινός Θεός στον ουρανό και στη γη» (Ιησ. Ναυή 2:11). Από τη βαθειά συναίσθηση της ακολασίας της, δεν τόλμησε να πει «ο Θεός μου», αλλά «ο Θεός σας». Ολοφάνερη έχει τη μαρτυρία της σωτηρίας της στο στίχο των Ψαλμών: «Θα θυμηθώ τη Ραάβ και τη Βαβυλώνα και θα τις συγκαταλέξω ανάμεσα σ’ εκείνους που μ’ αναγνωρίζουν» (Ψαλμ. 86:4).
Πόσο μεγάλη είναι η φιλανθρωπία του Θεού! Μνημονεύει και την πόρνη μέσα στην Αγ. Γραφή. Και μάλιστα δεν λέει απλά, «Θα θυμηθώ τη Ραάβ και τη Βαβυλώνα», αλλά προσθέτει «που μ’ αναγνωρίζουν», οι οποίες δηλαδή με γνωρίζουν και με λατρεύουν.
Υπάρχει λοιπόν σωτηρία και για τους άνδρες και για τις γυναίκες. Σωτηρία, την οποία προκαλεί η μετάνοια.
Αλλά και αν ακόμα ένας ολόκληρος λαός αμαρτήσει, η αμαρτωλότητά του δεν ξεπερνάει τη φιλανθρωπία του Θεού. Ο ισραηλιτικός λαός στην έρημο του Σινά λάτρεψε το χρυσό μοσχάρι. Ο Θεός όμως δεν έπαψε τις εκδηλώσεις της φιλανθρωπίας Του. Οι άνθρωποι Τον αρνήθηκαν. Ο Ίδιος όμως δεν αρνήθηκε τον εαυτό Του. Μολονότι λάτρεψαν το είδωλο, δεν σταμάτησε να τους ευεργετεί.
Και τότε δεν αμάρτησε μόνο ο λαός. Αμάρτησε μαζί του και ο Ααρών ο αρχιερέας! Αναφέρει ο προφήτης Μωϋσής: «Ήταν πάρα πολύ οργισμένος ο Κύριος και εναντίον του Ααρών, τόσο που ήθελε να τον εξοντώσει. Τότε, στη δύσκολη αυτή ώρα, προσευχήθηκα και για τον Ααρών και ο Θεός τον συγχώρησε» (πρβλ. Δευτ. 9:20).
Έσφαλε ο Δαβίδ. Καθώς σηκώθηκε το δειλινό από το κρεβάτι και βημάτιζε στο δωμάτιο, κοίταζε απρόσεκτα και έπεσε στην αμαρτία. Δεν νεκρώθηκε όμως η καλή του διάθεση ν’ αναγνώρισει το σφάλμα του.
Ήρθε ο προφήτης Νάθαν για να τον ελέγξει και να γιατρέψει το τραύμα του. Ο υπήκοος είπε στον βασιλιά πως αμάρτησε βαριά και πως ο Θεός ήταν οργισμένος μαζί του. Ο πορφυροφόρος Δαβίδ δεν αγανάκτησε. Δεν στάθηκε στο πρόσωπο του προφήτη, αλλά ύψωσε τη σκέψη σ' Αυτόν που τον έστειλε. Δεν τον σκλήρυνε ο εγωισμός της εξουσίας πάνω σε τόσο πλήθος στρατιωτών, που είχε γύρω του, γιατί έφερε στο νου του τον αγγελικό στρατό του Κυρίου. Δοκίμασε αγωνία, νοιώθοντας σαν ορατό τον Αόρατο. Και απάντησε στον προφήτη, ή μάλλον στον ίδιο το Θεό, που τον έστειλε: «Αμάρτησα στον Κύριο!» (Β’ Βασ. 12:13).
Βλέπεις την ταπεινοφροσύνη του βασιλιά; Βλέπεις την εξομολόγησή του; Μήπως είχε ποτέ πριν ελεγχθεί από κανένα; Μήπως είχαν μάθει την αμαρτία του πολλοί; Αμάρτησε, κι αμέσως ο προφήτης παρουσιάστηκε. Μόλις του απήγγειλε την κατηγορία, ο φταίχτης ομολόγησε το σφάλμα του. Και επειδή το ομολόγησε με ειλικρινή μετάνοια, γρήγορα εκδηλώθηκε και η θεραπεία, η συγχώρηση.
Ο προφήτης Νάθαν παρηγόρησε τον Δαβίδ με την αναγγελία της συγχωρήσεως του Θεού. Εκείνος όμως δεν εγκατέλειψε την μετάνοια. Αντί για βασιλική πορφύρα, ντύθηκε πένθιμο δουλικό σάκκο. Αντί σε χρυσοστόλιστο θρόνο, κάθησε πάνω σε χώμα και στάχτη. Και δεν κάθησε μόνο πάνω σε στάχτη, αλλά και έφαγε στάχτη, καθώς ο ίδιος λέει: «Τρώω στάχτη αντί για ψωμί και το νερό που πίνω το ανακατεύω με τα δάκρυά μου» (Ψαλμ. 101:10).
Έλιωσε απ’ τα δάκρυα τα μάτια του, που έγιναν αφορμή να συλλάβει την αισχρή επιθυμία: «Κάθε νύχτα λούζω το κρεβάτι μου και βρέχω το στρώμα μου με δάκρυα» (Ψαλμ. 6:7).
Οι άρχοντες τον παρακαλούσαν να διακόψει τη νηστεία. Αυτός όμως δεν υποχωρούσε. Ολόκληρη εβδομάδα νήστεψε από κάθε τροφή. Αν λοιπόν ένας βασιλιάς με τέτοιο τρόπο εκδήλωσε την μετάνοιά του, εσύ, ο απλός άνθρωπος, δεν θα εξομολογηθείς;
Αργότερα πάλι, όταν επαναστάτησε ο Αβεσαλώμ, ενώ υπήρχαν πολλοί άλλοι δρόμοι διαφυγής, ο Δαβίδ προτίμησε να γλιτώσει φεύγοντας προς το όρος των Ελαίων. Σαν να προσευχόταν έτσι στο Λυτρωτή, που έμελλε από κει να αναληφθεί στους ουρανούς. Στη δύσκολη μάλιστα εκείνη περίσταση, ο Σεμεΐ άρχισε να βρίζει και να καταριέται το βασιλιά. Ο Δαβίδ όμως τον αντιμετώπιζε με ταπείνωση και μακροθυμία λέγοντας: «Αφήστε τον! Ο Κύριος του είπε να με καταριέται» (Β’ Βασ. 16:10). Γιατί ήξερε πως συγχωρούνται οι αμαρτίες εκείνου που συγχωρεί τους άλλους.
Βλέπεις την ωφέλεια της εξομολογήσεως; Βλέπεις ότι σώζονται όσοι μετανοούν;
Ο Αχαάβ, ο βασιλιάς της Σαμάρειας, υπήρξε υπερβολικά παράνομος, ειδωλολάτρης, προφητοκτόνος, ασεβής και άδικος. Όταν όμως με τη βασίλισσα Ιεζάβελ σκότωσε τον Ναβουθαί και ήρθε ο προφήτης Ηλίας και τον απείλησε, αμέσως έδειξε μετάνοια. Ξέσκισε τη βασιλική ενδυμασία και φόρεσε τον πένθιμο σάκκο. Τί είπε τότε ο φιλάνθρωπος Θεός στον Ηλία; «Βλέπεις τη μετάνοια του Αχαάβ; Δεν θα τον τιμωρήσω!» (Πρβλ. Γ’ Βασ. 20:29).
Συγχωρεί ο φιλάνθρωπος Θεός τον Αχαάβ, μολονότι έμελλε εκείνος να συνεχίσει τις αμαρτίες του. Ο Κύριος, βέβαια, δεν αγνοούσε το μέλλον του, αλλά τώρα, στον καιρό της μετάνοιας, του χαρίζει την ανάλογη συγχώρηση. Είναι χαρακτηριστικό του δίκαιου δικαστή να ανταποκρίνεται κατάλληλα σε κάθε περίσταση που παρουσιάζεται.
Ο βασιλιάς Ιεροβοάμ τελούσε θυσίες στο βωμό των ειδώλων. Επειδή πρόσταξε να συλλάβουν τον προφήτη, που τον κατέκρινε για την ειδωλολατρία, το χέρι του έμεινε ξερό. Μόλις δοκίμασε την τιμωρία του Θεού, παρακάλεσε τον προφήτη: «Προσευχήσου στον Κύριο για μένα» (Γ’ Βασ. 13:6). Αποτέλεσμα της μετανοίας ήταν να γιατρευτεί το χέρι του. Αν ο προφήτης γιάτρεψε τον Ιεροβοάμ, ο Χριστός δεν μπορεί να σώσει εσένα, συγχωρώντας τις αμαρτίες σου;
Υπερβολικά αμαρτωλός υπήρξε και ο Μανασσής. Πρόσταξε και πριόνισαν τον Ησαία. Μολύνθηκε με την ειδωλολατρία. Πλημμύρισε την Ιερουσαλήμ με αίματα αθώων. Όταν όμως οδηγήθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα και δοκίμασε την τιμωρία, έσπευσε να θεραπευθεί με την μετάνοια. Λέει η Γραφή: «Ταπεινώθηκε βαθιά ο Μανασσής ενώπιον του Θεού των πατέρων του και ζήτησε το έλεός του. Ο Κύριος άκουσε τη θερμή του προσευχή, τον επανέφερε στην Ιερουσαλήμ και του ξαναχάρισε το θρόνο του» (Β’ Παραλ. 33:12-13). Αν σώθηκε με τη μετάνοια αυτός που πριόνισε τον προφήτη, εσύ, που ασφαλώς δεν αμάρτησες τόσο φρικτά, δεν θα σωθείς; Πρόσεξε, να μην αμφιβάλλεις για τη δύναμη της μετάνοιας.
Η εξομολόγηση μπορεί και τη φωτιά να σβήσει και τα θηρία να ημερέψει. Αν αμφιβάλλεις, θυμήσου τι έγινε με τον Ανανία, τον Αζαρία και τον Μισαήλ μέσα στο καμίνι της Βαβυλώνας.
Πόσες βρύσες θα μπορούσαν να σβήσουν την φλόγα που ανέβαινε σε ύψος σαράντα εννέα πήχεων; Όπου όμως υψωνόταν η τεράστια φλόγα, εκεί σαν ποτάμι ξεχύθηκε η πίστη των τριών νέων, και εκεί ακούστηκε η προσευχή της μετάνοιας: «Δίκαιος είσαι, Κύριε, για όλα όσα επέτρεψες να πάθουμε, γιατί αμαρτήσαμε και ανομήσαμε» (Δαν., Προσ. Αζαρ.: 3,5).
Η μετάνοια διέλυσε τη φλόγα! Βεβαιώσου απ' αυτό για τη δύναμή της να σβήνει και τη φλόγα της κολάσεως.
Ίσως όμως να πει κάποιος προσεκτικός αναγνώστης: «Ο Θεός έσωσε τους τρεις νέους όχι για τη μετάνοιά τους, αλλά για την πίστη τους». Επειδή υπάρχει υπάρχει κι αυτό το ενδεχόμενο, θα σας παρουσιάσω και μια άλλη περίπτωση.
Τι γνώμη έχετε για τον Ναβουχοδονόσορ; Δεν μάθατε από την Αγία Γραφή ότι ήταν άγριος, αιμοβόρος, σκληρόκαρδος; Δεν ακούσατε ότι κατάστρεψε τάφους και ξέθαψε λείψανα βασιλιάδων; Δεν ακούσατε ότι ολόκληρο λαό έσυρε στην αιχμαλωσία; Δεν ακούσατε ότι τύφλωσε τον βασιλιά, αφού πρώτα τον υποχρέωσε να δει τη σφαγή των παιδιών του; Δεν ακούσατε ότι συνέτριψε τα Χερουβείμ; (Δεν εννοώ βέβαια τους αγγέλους - μη σκεφτεί κανείς τίποτα τέτοιο. Εννοώ τα γλυπτά, που κάλυπταν την Κιβωτό της Διαθήκης, απ' όπου ακουγόταν η φωνή του Θεού). Ο Ναβουχοδονόσορ βεβήλωσε ακόμα και το καταπέτασμα του Ναού. Πήρε το άγιο θυμιατήρι και το έστειλε σε ειδωλείο. Άρπαξε όλες τις ιερές προσφορές. Έβαλε φωτιά και έκαψε το Ναό από τα θεμέλια (Β’ Παραλ. 36:11-21).
Με πόσες τιμωρίες άξιζε να τιμωρηθεί αυτός που σκότωσε βασιλιάδες, που έκαψε ιερά, που αιχμαλώτισε τον λαό, που τοποθέτησε άγια σκεύη του Ναού ανάμεσα στα είδωλα; Δεν θα ήταν άξιος να θανατωθεί χίλιες φορές;
Γνωρίσατε ως εδώ το πλήθος των εγκλημάτων του Ναβουχοδονόσορ. Ελάτε τώρα να μάθετε και του Θεού την φιλανθρωπία.
Τιμωρήθηκε ο θηριώδης βασιλιάς να ζει σαν άγριο θηρίο μέσα στην έρημο. Τιμωρήθηκε όμως μ’ αυτόν τον τρόπο για να σωθεί. Έβγαλε νύχια και τρίχες σαν αυτά που έχει το λιοντάρι, γιατί πριν σαν λιοντάρι άρπαζε τα άγια και ούρλιαζε. Έτρωγε χόρτα σαν το βόδι, γιατί πριν σαν βόδι ζούσε, αγνοώντας τον αληθινό Θεό, που του είχε χαρίσει το βασιλικό αξίωμα. Όταν όμως με τις παιδαγωγικές αυτές τιμωρίες αναγνώρισε τον ύψιστο Θεό και προσευχήθηκε και μετανόησε, τότε Εκείνος του χάρισε πάλι το αξίωμά του (Δαν. 4:26-34).
Στον Ναβουχοδονόσορ, που αμάρτησε τόσο φοβερά και μετανόησε, χάρισε ο Θεός τη συγχώρηση και τη βασιλεία. Αν λοιπόν κι εσύ μετανοήσεις και ζήσεις χριστιανικά, δεν θα σου χαρίσει την άφεση των αμαρτιών και τη βασιλεία των ουρανών;
Φιλάνθρωπος είναι ο Κύριος. Γρήγορος στην συγχώρηση. Αργός στην τιμωρία. Κανείς λοιπόν ας μην απελπίζεται για τη σωτηρία του.
Ο Πέτρος, ο κορυφαίος των αποστόλων, φοβήθηκε μια δούλη κι αρνήθηκε τρεις φορές το Χριστό. Μεταμελήθηκε όμως κι έκλαψε πικρά (Ματθ. 26:69-75). Το κλάμα φανέρωνε την ολόψυχή του μετάνοια. Γι΄ αυτό δεν έλαβε μόνο την συγχώρηση για την άρνηση, αλλά και την αποκατάσταση στο αποστολικό αξίωμα.
Έχοντας λοιπόν, αδελφοί, τόσα παραδείγματα ανθρώπων που αμάρτησαν και μετανόησαν και σώθηκαν, πρόθυμα κι εσείς να μετανοείτε και να εξομολογείσθε. Έτσι θα λάβετε τη συγχώρηση των αμαρτιών σας και θ' αξιωθείτε να κληρονομήσετε τη βασιλεία των ουρανών μαζί με όλους τους αγίους
(Από τη σειρά των φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής.)
Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010
Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: Βιβλίο Δεύτερο - Λόγος μ΄ (12ος) (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
λοιπόν ο παρών. Των αισθητών κτισμάτων
δηλώνει αυτός της θεωρίας την πείρα,
που πρόωρα κανείς να ζητήσει δεν πρέπει.
Τώρα λοιπόν ευλόγησε την ανάγνωση, πάτερ.
Αν δεν αποκτήσει ο νους νέκρωση των παθών, δεν τον συμφέρει να έρθει στη θεωρία των αισθητών. Όταν βρίσκεται σε περισπασμούς και δε σχολάζει στη μελέτη των θείων Γραφών με γνώση και ησυχία, σκοτίζεται περισσότερο ο άνθρωπος από τη λησμοσύνη και φτάνει σιγά - σιγά στην άγνοια.
Αυτό συμβαίνει ακόμη κι αν είχε φτάσει ίσως πρωτύτερα σε νοερή γνώση, και μάλιστα αν η γνώση του ήρθε όχι από τη χάρη, χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος, αλλά έμαθε από την ανάγνωση και από τους έμπειρους τα μυστήρια αυτά.
Άγιος Προκόπιος ο μεγαλομάρτυρας (Ακολουθία του Εσπερινού)
Μετὰ τὸν Προοιμιακόν, τὸ Μακάριος ἀνὴρ. Εἰς τὸ Κύριε, ἐκέκραξα, ἱστῶμεν στίχους στ´ καὶ ψάλλομεν Στιχηρὰ Προσόμοια.
Ἦχος α´. Τῶν οὐρανίων ταγμάτων.
Ἀφωρισμένος ὑπάρχων ἀπὸ κοιλίας μητρός, ὑπὸ Θεοῦ πανσόφως, οὐρανόθεν τὴν κλῆσιν, ἔσχες κατὰ Παῦλον· ὅθεν μαθών, τὰ ἑκούσια πάθη Χριστοῦ, κῆρυξ αὐτοῦ ἀνεδείχθης καὶ ζηλωτής, ἀληθῶς Μάρτυς Προκόπιε.
Τῇ μυστικῇ παντευχίᾳ καθωπλισμένος σοφέ, νικοποιῷ τροπαίῳ, τοῦ Χριστοῦ τῷ σημείῳ, Προκόπιε θεόφρον θράση ἐχθρῶν, δυσμενῶν ἐξηφάνισας· καὶ τῶν εἰδώλων τὰ ξόανα καθελών, μέχρις αἵματος ἐνήθλησας.
Ὡς τὸ στρατόπεδον πάλαι σὺν ταῖς πισταῖς γυναιξί, τῷ οὐρανίῳ Μάρτυς, Βασιλεῖ καὶ Δεσπότῃ, προσήγαγες Κυρίῳ· οὕτω καὶ νῦν, τοὺς τελοῦντας τὴν μνήμην σου, ταῖς σαῖς πρεσβείαις προσάγαγε τῷ Χριστῷ, ὦ Μαρτύρων ἐγκαλλώπισμα.
Ἕτερα Στιχηρὰ προσόμοια. Ἦχος δ´. Ἔδωκας σημείωσιν.
Ἄστρον ἀνατέταλκας, ἐκ τῆς Ἑώας πολύφωτον, καταυγάζων Προκόπιε, τοῦ κόσμου τὰ πέρατα, ταῖς θεοσημείαις, καὶ τῇ καρτερίᾳ, τῶν ἀλγεινῶν ὡς ἀληθῶς, καὶ ταῖς τῶν ἄθλων μεγίσταις λάμψεσι· διό σου τὴν πανέορτον, καὶ φωτοφόρον πανήγυριν, ἑορτάζομεν σήμερον, ἀθλοφόρε Προκόπιε.
Σῶμά σου Προκόπιε, καταξεόμενον ἔνδοξε, καὶ πυρὶ δαπανώμενον, εἱρκταῖς συγκλειόμενον, ὁμιλοῦν παντοίαις, ἰδέαις βασάνων, ξίφει τεμνόμενον σοφέ, τὴν βασιλείαν σοι προεξένησε, παμμάκαρ τὴν οὐράνιον, ἐν ᾗ χορεύεις γηθόμενος, ἀθλοφόρε πολύαθλε, τῶν Ἀγγέλων συμμέτοχε.
Δῆμον προσενήνοχας, τῷ ποιητῇ διὰ πίστεως, ἱερῶς ἐναθλήσαντα, θεόφρον Προκόπιε, μεθ᾿ ὧν τῶν Μαρτύρων, χοροῖς ἠριθμήθης, καταβαλὼν τὸν δυσμενῆ, ἀνδρειοφρόνως ἀξιοθαύμαστε· διό σε μακαρίζομεν, ὡς στρατιώτην ἀήττητον, ὡς γενναῖον ἀδάμαντα, ὡς τῆς πίστεως πρόμαχον.
Δόξα. Ἦχος πλ. β´.
Ἐξέλαμψε σήμερον, ἡ ἔνδοξος μνήμη σου, Προκόπιε πολύαθλε, συγκαλοῦσα ἡμᾶς τοὺς φιλεόρτους, πρὸς εὐφημίαν καὶ δόξαν, Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Ὅθεν καὶ προστρέχοντες, ἐν τῇ σορῷ τῶν λειψάνων σου, ἰαμάτων χαρίσματα λαμβάνομεν· καὶ τὸν σὲ στεφανώσαντα Σωτῆρα Χριστόν, ἀνυμνοῦμεν εἰς αἰῶνας, ἀκαταπαύστως δοξάζοντες.
Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.
Τίς μὴ μακαρίσει σε Παναγία Παρθένε; τίς μὴ ἀνυμνήσει σου, τὸν ἀλόχευτον τόκον; ὁ γὰρ ἀχρόνως ἐκ Πατρὸς ἐκλάμψας Υίὸς μονογενής, ὸ αὐτὸς ὲκ σοῦ τῆς άγνῆς προἥλθεν, ἀφράστως σαρκωθείς, φύσει Θεὸς ὑπάρχων, καὶ φύσει γενόμενος ἄνθρωπος δι᾿ ἡμᾶς, οὐκ εἰς δυάδα προσώπων τεμνόμενος, ἀλλ᾿ ἐν δυάδι φύσεων, ἀσυγχύτως γνωριζόμενος. Αὐτὸν ίκέτευε, σεμνὴ παμμακάριστε, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ῄμῶν.
Είσοδος, Φῶς Ἱλαρόν, το προκείμενον τῆς ἡμέρας, καὶ τὰ Ἄναγνώσματα,
Προφητείας Ἡσαΐου τὸ Ἀνάγνωσμα. (μγ´ 9-14).
Τάδε λέγει Κύριος. Πάντα τὰ ἔθνη συνήχθησαν ἅμα, καὶ συναχθήσονται ἄρχοντες ἐξ αὐτῶν. Τίς ἀναγγελεῖ ταῦτα ἐν αὐτοῖς; ἢ τὰ ἐξ ἀρχῆς, τίς ἀκουστὰ ποιήσει ὑμῖν; Ἀγαγέτωσαν τοὺς μάρτυρας αὐτῶν καὶ δικαιωθήτωσαν, καὶ εἰπάτωσαν ἀληθῆ. Γίνεσθέ μοι μάρτυρες, καὶ ἐγὼ μάρτυς Κύριος ὁ Θεός, καὶ ὁ παῖς, ὃν ἐξελεξάμην· ἵνα γνῶτε, καὶ πιστεύσητε, καὶ συνῆτε, ὅτι ἐγώ εἰμι. Ἔμπροσθέν μου οὐκ ἐγένετο ἄλλος Θεός, καὶ μετ᾿ ἐμὲ οὐκ ἔσται. Ἐγώ εἰμι ὁ Θεός, καὶ οὐκ ἔστι πάρεξ ἐμοῦ ὁ σῴζων. Ἐγὼ ἀνήγγειλα καὶ ἔσωσα, ὠνείδισα, καὶ οὐκ ἦν ἐν ὑμῖν ἀλλότριος. Ὑμεῖς ἐμοὶ μάρτυρες, καὶ ἐγὼ Κύριος ὁ Θεός· ὅτι ἀπ᾿ ἀρχῆς ἐγώ εἰμι, καὶ οὐκ ἔστιν ὁ ἐκ τῶν χειρῶν μου ἐξαιρούμενος. Ποιήσω, καὶ τίς ἀποστρέψει αὐτό; Οὕτω λέγει Κύριος ὁ Θεός, ὁ λυτρούμενος ἡμᾶς, ὁ Ἅγιος Ἰσραήλ.
Σοφίας Σολομῶντος τὸ Ἀνάγνωσμα. (γ´ 1-9).
Δικαίων ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ, καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος. Ἔδοξαν ἐν ὀφθαλμοῖς ἀφρόνων τεθνάναι, καὶ ἐλογίσθη κάκωσις ἡ ἔξοδος αὐτῶν, καὶ ἡ ἀφ᾿ ἡμῶν πορεία σύντριμμα· οἱ δέ εἰσιν ἐν εἰρήνῃ. Καὶ γὰρ ἐν ὄψει ἀνθρώπων ἐὰν κολασθῶσιν, ἡ ἐλπὶς αὐτῶν ἀθανασίας πλήρης. Καὶ ὀλίγα παιδευθέντες, μεγάλα εὐεργετηθήσονται· ὅτι ὁ Θεὸς ἐπείρασεν αὐτούς, καὶ εὗρεν αὐτοὺς ἀξίους ἑαυτοῦ. Ὡς χρυσὸν ἐν χωνευτηρίῳ ἐδοκίμασεν αὐτούς, καὶ ὡς ὁλοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αὐτούς. Καὶ ἐν καιρῷ ἐπισκοπῆς αὐτῶν ἀναλάμψουσι, καὶ ὡς σπινθῆρες ἐν καλάμῃ διαδραμοῦνται. Κρινοῦσιν ἔθνη, καὶ κρατήσουσι λαῶν, καὶ βασιλεύσει αὐτῶν Κύριος εἰς τοὺς αἰῶνας. Οἱ πεποιθότες ἐπ᾿ αὐτόν, συνήσουσιν ἀλήθειαν, καὶ οἱ πιστοὶ ἐν ἀγάπῃ προσμενοῦσιν αὐτῷ· ὅτι χάρις καὶ ἔλεος ἐν τοῖς ὁσίοις αὐτοῦ, καὶ ἐπισκοπὴ ἐν τοῖς ἐκλεκτοῖς αὐτοῦ.
Σοφίας Σολομῶντος τὸ Ἀνάγνωσμα. (ε´ 15-23, στ´ 1-3).
Δίκαιοι εἰς τὸν αἰῶνα ζῶσι, καὶ ἐν Κυρίῳ ὁ μισθὸς αὐτῶν, καὶ ἡ φροντὶς αὐτῶν παρὰ Ὑψίστῳ. Διὰ τοῦτο λήψονται τὸ βασίλειον τῆς εὐπρεπείας, καὶ τὸ διάδημα τοῦ κάλλους ἐκ χειρὸς Κυρίου· ὅτι τῇ δεξιᾷ αὑτοῦ σκεπάσει αὐτούς, καὶ τῷ βραχίονι ὑπερασπιεῖ αὐτῶν. Λήψεται πανοπλίαν τὸν ζῆλον αὐτοῦ καὶ ὁπλοποιήσει τὴν κτίσιν εἰς ἄμυναν ἐχθρῶν. Ἐνδύσεται θώρακα δικαιοσύνην καὶ περιθήσεται κόρυθα κρίσιν ἀνυπόκριτον. Λήψεται ἀσπίδα ἀκαταμάχητον, ὁσιότητα· ὀξυνεῖ δὲ ἀπότομον ὀργὴν εἰς ῥομφαίαν. Συνεκπολεμήσει αὐτῷ ὁ κόσμος ἐπὶ τοὺς παράφρονας· πορεύσονται εὔστοχοι βολίδες ἀστραπῶν, καὶ ὡς ἀπὸ εὐκύκλου τόξου, τῶν νεφῶν, ἐπὶ σκοπὸν ἁλοῦνται, καὶ ἐκ πετροβόλου θυμοῦ πλήρεις ῥιφήσονται χάλαζαι. Ἀγανακτήσει κατ᾿ αὐτῶν ὕδωρ θαλάσσης· ποταμοὶ δὲ συγκλύσουσιν ἀποτόμως. Ἀντιστήσεται αὐτοῖς πνεῦμα δυνάμεως, καὶ ὡς λαῖλαψ ἐκλικμήσει αὐτούς, καὶ ἐρημώσει πᾶσαν τὴν γῆν ἀνομία, καὶ ἡ κακοπραγία περιτρέψει θρόνους δυναστῶν. Ἀκούσατε οὖν, Βασιλεῖς, καὶ σύνετε· μάθετε Δικασταὶ περάτων γῆς· ἐνωτίσασθε οἱ κρατοῦντες πλήθους, καὶ γεγαυρωμένοι ἐπὶ ὄχλοις ἐθνῶν· ὅτι ἐδόθη παρὰ Κυρίου ἡ κράτησις ὑμῖν, καὶ ἡ δυναστεία παρὰ Ὑψίστου.
ΕΙΣ ΤΗΝ ΛΙΤΗΝ, Ἱδιόμελα, Γερασίμου Μικραγιαννανίτου. Ἦχος α´.
Ἀγάλλου ἐν Κυρίῳ ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, καὶ χόρευε ἐν Πνεύματι, ἐπὶ τοῖς θείοις μεγαλείοις. Ἰδοὺ γὰρ ὁ ἐξ ἐθνῶν σε μνηστευσάμενος, φῶς ἐκ σκότους σοι ἐξήγαγε, καὶ νυμφαγωγὸν εὐκλεῆ, ἐξ ἀσεβείας σοι ἀνέδειξε, Προκόπιον τὸν ἔνδοξον, τὸν ἐν ἀθλήσει ἀήττητον· ὑψόθεν γὰρ τοῦτον ζωγρήσας, σκεῦος ἐκλογῆς εἰργάσατο, καὶ τῶν οἰκείων παθῶν, στρατιώτην ἄριστον· ὅθεν τὴν θαυμαστὴν αὐτοῦ πρόνοιαν, τὴν ἀσφαλῶς σε διέπουσαν, μεγάλυνον βοῶσα· Εὔσπλαγχνε Κύριε, πρεσβείαις τοῦ Αθλοφόρου σου, δώρησαι τῷ λαῷ σου, εἰρήνην ἀμετάπτωτον, καὶ τὸ μέγα ἔλεος.
Ἦχος β´.
Ὡς προκόπτων ἐν Θεῷ, πάντας πρέσβευε Ἀθλοφόρε, προκόπτειν ἐν αὐτῷ Μαρτύρων κλέος, μέγιστε Προκόπιε, ὡς παῤῥησίαν ἔχων πρὸς αὐτόν, καὶ τῷ τούτου θρόνῳ ἀεὶ παριστάμενος, ἐν θεαρέστοις ὁδοῖς καὶ θείαις πράξεσιν, εὐαρεστοῦντας αὐτῷ καὶ σὲ μακαρίζοντας.
Ἦχος β´. Βυζαντίου.*
Ὡς προκόπτων ἐν Θεῷ, πάντας πρέσβευε ἀθλοφόρε, προκόπτειν ἐν αὐτῷ, Μαρτύρων κλέος μέγιστε Προκόπιε, ὡς παῤῥησίαν ἔχων πρὸς αὐτόν, καὶ τῷ τούτου θρόνῳ ἀεὶ παριστάμενος, ἐν θεαρέστοις ὁδοῖς, καὶ θείαις πράξεσιν, εὐαρεστοῦντας αὐτῷ, καὶ σὲ μακαρίζοντας.
Ἦχος γ´.
Τὶς ἐπαξίως διηγήσεται, τῶν ἀγώνων σου τὰ τρόπαια, Ἀθλοφόρε Προκόπιε; Σὺ γὰρ θεόκλητος ὁφθείς, στρατιώτης ἀκραιφνής, τοῦ ἐκλεξαμένου σε πέφηνας, ἐν ᾧ καὶ ἐθριάμβευσας, τῶν εἰδώλων τὸ ἀσθενές· ὦ τοῦ θαύματος! ὁ πρώην διώκτης, τῆς εὐσεβείας κῆρυξ, διαπρύσιος γέγονας, καὶ ὁ τῆς πλάνης συνήγορος, τῆς Τριάδος ἐδείχθης ὑπέρμαχος. Ἔργον τοῦτο τῆς δεξιᾶς σου Κύριε, τῆς συνεργούσης εἰς ἀγαθόν, τοῖς κατὰ πρόθεσιν κλητοῖς· δι᾽ ὧν καὶ ἡμῖν παράσχου τὰ ἐλέη σου.
Ἦχος γ´. Γερμανοῦ.*
Νεανικὴν ἄγων τὴν ἡλικίαν, ὥσπερ ὁ θεσπέσιος Παῦλος, ἐκ τῶν ὑψίστων τὸ θεῖον χάρισμα ἐδέξω, καὶ τοῦ δεινοῦ πολεμήτορος τὰ θράση, τῇ πανοπλίᾳ τοῦ Σταυροῦ κατέβαλες. Μαρτύρων τὸ καύχημα, ἀθλοφόρε Προκόπιε, ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς Κύριον ἱκέτευε, τοῦ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἦχος δ´.
Στρατευσάμενος Χριστῷ τὴν θεόσδοτόν σου κλῆσιν, τοῖς ἔργοις ἐβεβαίωσας, Προκόπιε ἔνδοξε· σὺ γὰρ φερωνύμως προκόπτων τοῖς κρείττοσιν, ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν, δι᾿ ἀθλήσεως ἔδραμες, ὡς τῆς εἰκόνος τοῦ Κυρίου σύμμορφος· ᾧ καὶ ὡς τερπνὸν καλλιέργημα, τῇ γεωργίᾳ τῶν ἄθλων σου, Μαρτυρικὸν χορὸν προσήγαγες· ἐν ᾧ διαλάμπων ὡς ἥλιος φαιδρὸς ἐκ σκότους παθῶν ἡμᾶς ᾶπάλλαξον, ταῖς θείαις ίκεσίαις σου.
Ἦχος δ´. Κυπριανοῦ.*
Αἶνος τῷ Θεῷ, ἐκ χοϊκῶν χειλέων προσᾴδεται, ἐπὶ τῇ θείᾳ μνήμῃ σου, Προκόπιε πολύαθλε· σὺ γὰρ ὤφθης ἀκραιφνὴς στρατιώτης, τοῦ λόγου τῆς πίστεως, φαυλίσας ἐν τῷ σκάμματι, τῶν εἰδώλων τὰς μορφάς· καὶ νῦν προσερείσθης τῷ φέγγει τῆς Τριάδος, καταπυρσεύων ἡμῶν, τὰς διανοίας ταῖς πρεσβείαις σου.
Ἦχος πλ. α´.*
Ἡ Ἐκκλησία σήμερον, στολισαμένη τοῖς ἄθλοις σου, Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ, εὐφραίνεται, καὶ τὴν σὴν παγγέραστον μνήμην, κατ᾿ ἀξίαν εὐφήμως κραυγάζει γεραίρουσα· Χαίροις ὁ τὸν Παῦλον ζηλώσας, καὶ τὸν Σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ ἀράμενος, καὶ τὰς παγίδας συντρίψας τοῦ ἀντιπάλου. Χαίροις Μαρτύρων τὸ καύχημα, καὶ βασιλέων κραταίωμα, Προκόπιε πολύαθλε, ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς Κύριον, μὴ διαλίπῃς πρεσβεύων, ὡς παῤῥησίαν ἔχων, ἀθλοφόρων ἐγκαλλώπισμα.
Δόξα, Ἦχος πλ. α´,
Νεανικῇ ἐμπρέπων ἡλικίᾳ ὑπερφυοῦς ᾶποκαλύψεως, ἠξιώθης Προκόπιε· ἐν Σταυρῷ γαρ ὁραθείς σοι ὁ Χριστός, πρὸς οἰκείαν ἐπίγνωσιν, ὡς τὸν Παῦλόν σε ἐκάλεσεν· ὅθεν τῆς εὐσεβείας μυηθεὶς τὸ μυστήριον, πρὸς ἀθλητικοὺς ἀγῶνας, ἀνδρείως παρετάξῳ τῇ γὰρ ἰσχύϊ τοῦ ὀφθέντος σοι ῥωννύμενος, ὡς ἄσαρκοτ ἠνδραγάθησας. Ἀλλ᾿ ὦ Μαρτύρων ἀγλάϊσμα, ἵλεων ήμῖν ἀπέργασαι, τῇ ἀθλητικῇ σου παῤῥησίᾳ τὸν μόνον εὐδιάλακτον.
Καὶ νῦν, Θεοτοκίον. Ἦχος ὸ αὐτός,
Μακαρίζομέν σε, Θεοτόκε Παρθένε, καὶ δοξάζομέν σε, οἱ πιστοὶ κατὰ χρέος, τὴν πόλιν τὴν ἅσειστον, τὸ τεἴχος τὸ ἄῤῥηκτον, τὴν ἀῤῥαγῆ προστασίαν, καὶ καταφυγὴ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Εἰς τὸν στίχον, στιχηρὰ προσόμοια. Ἦχος δ´. Ὡς γενναῖον ἐν μάρτυσιν.
Οὐρανόθεν ἡ κλῆσίσ σου, ὡς τοῦ κήρυκος γέγονε, τῶν ἐθνῶν Προκόπιε παναοίδιμε· καὶ φωτισθεὶς τὴν διάνοιαν, τὸ σκότος κατέλιπες τῶν εἰδώλων, καὶ φωστήρ τῶν πιστῶν ἐχρημάτισας, θείαις λάμψεσι, τῶν σεπτῶν σου ἀγώνων καταυγάζων, τὰ πληρώματα τοῦ κόσμου, κλέος Μαρτύρων καὶ καύχημα.
Στίχ. Θαυμαστὀς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ.
Ἐγκρατείᾳ τὸ πρότερον, τῆς σαρκὀς τὰ κινήματα, χαλινώσας ὑστερον, πρὸς την ἄθλησιν, ἀνδρειοφρόνως ἐχώρησας, παμμάκαρ Προκόπιε, ἀφειδήσας τῆς σαρκός, τῆ δυνάμει τοῦ Πνεύματος· ὅθεν ἅπασαι, ὑπομείνας ἰδέαν τῶν βασάνων, στεφηφόρος πρὸς τὰς ἄνω, χοροστασίας ἀνέδραμες,
Στίχ.: Τοῖς Αγίοις τοῖς ἐν τῆ γῆ αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος.
Στρατηγὸς ὡς ἀήττητος, τῷ Σταυρῷ όπλισάμενος, ταῖς ῥοαῖς τοῦ αἴματος πᾶσαν δύναμιν, τῶν ἐναντίων ἐβύθισας, καὶ ὄμβρους ἀνέβλυσας, ἰαμάτω δαψιλῶς, ἐκ πηγῶν ἀρυόμενος, ἀξιάγαστε, τοῦ Σωτῆρος καὶ πάντα, καταρδεύων τοὺς φλογμῷ τῶν παθημάτων, συνεχομένους Θεόπνευστε.
Δόξα, Ἦχος πλ. δ´, Προκοπίου Χαρτοφύλακος.
Ταῖς μυστικαῖς λαμπηδόσι, τῆς ὑπερφώτου Τριάδος καταυγαζόμενος, Μάρτυς Προκόπιε γενναιόφρον, θέσει θεὸς χρηματίζεις, θεούμενος ἐν μεθέξει· ὅθεν τοὺς πίστει τελοῦντάς σου τὴν φωσφόρον ἑορτήν, ἐκ πειρασμῶν πολυτρόπων, περίσωζε σαῖς πρεσβείαις.
Καὶ νῦν. Θεοτοκίον. Ἦχος ὁ αὐτός.
Ἀνύμφευτε Παρθένε, ἡ τὸν Θεὸν ἀφράστως συλλαβοῦσα σαρκί, Μῆτερ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, σῶν οἰκετῶν παρακλήσεις δέχου Πανάμωμε. Ἡ πᾶσι χορηγοῦσα καθαρισμὸν τῶν πταισμάτων, νῦν τὰς ήμῷν ίκεσίας προσδεχομένη, δυσώπει σωθῆναι πάντας ἡμᾶς.
Νῦν ἀπολύεις, τὸ Τρισάγιον, καὶ τὰ Ἀπολυτἰκια.
Γερ. Μικραγιαννανίτου, Ἦχος Πλ. α΄. Τὸν Συνάναρχον Λόγον.
Ἀγρευθεὶς οὐρανόθεν πρὸς τὴν εὐσέβειαν, κατηκολούθησας χαίρων ὤσπερ ὁ Παῦλος Χριστῷ, τῶν Μαρτύρων καλλονὴ Μάρτυς Προκόπιε· ὅθεν δυνάμει τοῦ Σταυροῦ, ἀριστεύσας εὐκλεῶς, κατήσχυνας τὸν Βελίαρ· οῦ τῆς κακίας ἀτρώτους, σῶζε τοὺς πόθῳ σε γεραίροντας.
Ἕτερον. Ἦχος α´.
Οὐρανόθεν τὴν κλῆσιν δεξάμενος, ὡς ὁ Παῦλος τῶν ἐθνῶν ὁ Διδάσκαλος, τῇ δυνάμει δὲ τοῦ Σταυροῦ ἐνισχυθείς, τοῦ μαρτυρίου τὸν δρόμον τετέλεκας, Καὶ νῦν ἰάσεις παρὲχεις παντοδαπάς, πᾶσι τοῖς πίστει προστρέχουσι. Διὸ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ ἔνδοξε Προκόπιε, ἐν εὐσεβείᾳ ἡμᾶς προκόπτειν, καὶ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Θεοτοκίον.
Τοῦ Γαβριὴλ φθεγξαμένου Σοι, Παρθένε τὸ χαῖρε, σὺν τῇ φωνῇ ἐσαρκοῦτο ὁ τῶν ὅλων Δεσπότης, ἐν Σοὶ τῇ ἁγίᾳ κιβωτῷ, ὡς ἔφη ὁ δίκαιος Δαυΐδ. Ἐδείχθης πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν, βαστάσασα τὸν Κτίστην Σου. Δόξα τῷ ἐνοικήσαντι ἐν Σοὶ· δόξα τῷ προελθόντι ἐκ Σοῦ· δόξα τῷ ἐλευθερώσαντι ἡμᾶς διὰ τοῦ τόκου Σου.
Ἀπόλυσις.
Σημείωσις διαχειριστού: Τά σημειούμενα με* τροπάρια τής Λιτής, ελήφθησαν εκ των Αίνων του Όρθρου εκ του Μηνιαίου. Και αυτό γιατί, όταν συναντόνται ιδιόμελα στους αίνους, αυτά είναι κατάλοιπα παλαιάς πανηγυρικής ακολουθίας είς τον εκάστοτε εορταζόμενο Άγιο, και η οποία πανηγυρική ακολουθία για κάποιο λόγο (είτε παρελήφθη, είτε ελησμονήθη, είτε διά έτερον άδηλον λόγον), καταλιμπάνθηκε και απέμειναν τα ιδιόμελα της λιτής, τα οποία και μετεφέρθησαν εις τους Αίνους του Όρθρου. Για αυτό και τα τοποθετήσαμε εις την οικείαν αυτών θέσιν.
Άγιος Προκόπιος ο μεγαλομάρτυρας (Παρακλητικός Κανόνας)
Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, πάντοτε, νῦν, καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΨΑΛΜΟΣ 142 (ΡΜΒ’)
ΨΑΛΜΟΣ 142 (ΡΜΒ’)
Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι τὴν δέησίν μου ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου, εἰσάκουσόν μου ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου· καὶ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου σου, ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν σου πᾶς ζῶν. ὅτι κατεδίωξεν ὁ ἐχθρὸς τὴν ψυχήν μου, ἐταπείνωσεν εἰς γῆν τὴν ζωήν μου, ἐκάθισέ με ἐν σκοτεινοῖς ὡς νεκροὺς αἰῶνος· καὶ ἠκηδίασεν ἐπ᾿ ἐμὲ τὸ πνεῦμά μου, ἐν ἐμοὶ ἐταράχθη ἡ καρδία μου. ἐμνήσθην ἡμερῶν ἀρχαίων, ἐμελέτησα ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις σου, ἐν ποιήμασι τῶν χειρῶν σου ἐμελέτων. διεπέτασα πρὸς σὲ τὰς χεῖράς μου, ἡ ψυχή μου ὡς γῆ ἄνυδρός σοι.
Άγιος Προκόπιος ο μεγαλομάρτυρας (Βίος)
Ὁ Ἅγιος Προκόπιος, ἔζησε καὶ μεγάλωσε τὰ χρόνια ποὺ αὐτοκράτορας τῶν Ρωμαίων ἦταν ὁ Διοκλητιανός. Ὁ πατέρας του, ὁ Χριστοφόρος, ἦταν εὐσεβὴς ἄνθρωπος, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν μητέρα του ποὺ πίστευε στὰ εἴδωλα. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του, ἡ μητέρα του τὸν πῆγε στὸν αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος τὸν ἔκανε ἡγεμόνα τῆς πόλης τῶν Ἀλεξανδρέων καὶ τοῦ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ καταδιώκει καὶ νὰ βασανίζει τοὺς χριστιανούς.
Ἔτσι ὁ Προκόπιος ξεκίνησε γιὰ τὴν Ἀλεξάνδρεια. Κατὰ τὴν πορεία του ὅμως, ξαφνικὰ ἄρχισαν νὰ πέφτουν ἀστραπὲς καὶ βροντὲς καὶ ταυτόχρονα ἄκουσε φωνὴ νὰ τὸν καλεῖ μὲ τὸ ὄνομά του, ποὺ τὸν ἀπειλοῦσε μὲ θάνατο ἐπειδὴ θὰ κατεδίωκε τοὺς χριστιανοὺς καὶ ταυτόχρονα καὶ τὸν Ἀληθινὸ Θεό. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ὁ Προκόπιος παρακάλεσε Ἐκεῖνον ποὺ τοῦ μιλάει νὰ τοῦ φανερωθεῖ περισσότερο γιὰ νὰ δεῖ ποιὸς εἶναι. Τότε ἐμφανίστηκε μπροστὰ του ἕνας Σταυρὸς ἀπὸ κρύσταλλο καὶ ἀκούστηκε μία φωνὴ νὰ τοῦ λέει: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Ἐσταυρωμένος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ». Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ θαῦμα πίστευσε καὶ ἔγινε χριστιανός.
Λίγο ἀργότερα ἐπιστρέφοντας ἀπὸ νικηφόρα ἀποστολὴ κατὰ τῶν Σαρακηνῶν, ἡ μητέρα του προσπάθησε νὰ τὸν πείσει νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Κατάλαβε ὅμως ὅτι εἶχε γίνει χριστιανὸς καὶ τὸν πρόδωσε στὸν αὐτοκράτορα. Ἐκεῖνος διέταξε τὸν ἡγεμόνα τῆς Καισαρείας Οὔλκιο νὰ τὸν ἀνακρίνει. Αὐτὸς τὸν χτύπησε πολὺ μέχρι λιποθυμίας καὶ μετὰ τὸν ἔκλεισε στὴν φυλακή. Μὲ τὴν χάρη τοῦ Κυρίου ὅμως οἱ πληγὲς ἐπουλώθηκαν καὶ ἀπελευθερώθηκε ἀπὸ τὰ δεσμά.
Στὴν συνέχεια ὁδηγήθηκε στὸ ναὸ τῶν εἰδώλων ὅπου μὲ τὴν προσευχή του κατάφερε καὶ συνέτριψε τὰ εἴδωλα. Τὸ θαῦμα αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ πιστεύσουν σὲ αὐτὸν πολλοὶ, ἀνάμεσά τους καὶ ἡ μητέρα του. Ἀμέσως δόθηκε ἐντολὴ νὰ ἀποκεφαλιστοῦν ὅλοι ὅσοι εἶχαν πιστεύσει. Μετὰ ἀπὸ αὐτό, δόθηκε ἐντολὴ νὰ γίνουν φρικτὰ βασανιστήρια στὸν Προκόπιο. Ὁ Ἅγιος ὑπέμενε μὲ πάρα πολὺ μεγάλη καρτερία ὅλα αὐτὰ καὶ μάλιστα κατάφερνε νὰ τὰ ξεπερνάει μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Τέλος δόθηκε ἐντολὴ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν καὶ ἔτσι παρέλαβε τὸ στεφάνι τῆς αἰωνίου ζωῆς.
Τρίτη 6 Ιουλίου 2010
Νικόλαος Καβάσιλας: Ερμηνεία εις την θείαν Λειτουργίαν
(Από τη σειρά των φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής.)
Η ΘΕΙΑ Λειτουργία αποτελεί το κέντρο της ορθόδοξης λατρείας. Είναι το μεγαλύτερο μυστήριο της Εκκλησίας μας, το μυστήριο της παρουσίας του Χριστού ανάμεσά μας. Γι' αυτό και παραμένει πάντα η μοναδική ελπίδα αληθινής ζωής για τον άνθρωπο.
Στον πνευματικό χώρο της θείας Λειτουργίας μας εισάγει αριστοτεχνικά ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, μεγάλος μυστικός θεολόγος και κορυφαίος θεωρητικός της λειτουργικοπνευματικής ζωής, ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του ορθόδοξου ανθρωπισμού του 14ου αιώνα...
Στην τελευταία και ώριμη περίοδο της ζωής του ιερού Καβάσιλα ανήκουν τα δύο κύρια πνευματικά του έργα, «Εις την θείαν λειτουργίαν» και «Περί της εν Χριστώ ζωής», που είναι από τα λαμπρότερα κείμενα της χριστιανικής γραμματείας. Μια σύνθεση εκλεκτών αποσπασμάτων του πρώτου, σε νεοελληνική απόδοση, παρουσιάζεται στις επόμενες σελίδες.
Ο θεόπνευστος λόγος του αγίου ανοίγει τα πνευματικά μας μάτια, κάνοντάς μας ικανούς να πλησιάσουμε με αίσθηση ψυχής τη θεία Λειτουργία και να γίνουμε ουσιαστικοί συμμέτοχοί της, όχι παθητικοί θεατές της. Έτσι θα μπορέσουμε ν' ανταποκριθούμε με επίγνωση στο ευφρόσυνο κάλεσμα που η μητέρα μας Εκκλησία επαναλαμβάνει σε κάθε ευχαριστιακή της σύναξη: «Γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος».
ΠΡΟΛΟΓΟΣ εκ της ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
Η ΘΕΙΑ Λειτουργία αποτελεί το κέντρο της ορθόδοξης λατρείας. Είναι το μεγαλύτερο μυστήριο της Εκκλησίας μας, το μυστήριο της παρουσίας του Χριστού ανάμεσά μας. Γι' αυτό και παραμένει πάντα η μοναδική ελπίδα αληθινής ζωής για τον άνθρωπο.
Στον πνευματικό χώρο της θείας Λειτουργίας μας εισάγει αριστοτεχνικά ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, μεγάλος μυστικός θεολόγος και κορυφαίος θεωρητικός της λειτουργικοπνευματικής ζωής, ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του ορθόδοξου ανθρωπισμού του 14ου αιώνα.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη γύρω στα 1322. Ανατράφηκε χριστιανικά από την ευσεβή μητέρα του, που μετά τη χηρεία της (1363) έγινε μοναχή, διδάχθηκε τα εγκύκλια γράμματα από τον λόγιο θείο του Νείλο Καβάσιλα, που αργότερα αναδείχθηκε σε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης (1361-1363), και καλλιεργήθηκε πνευματικά μέσα στους ησυχαστικούς κύκλους της γενέτειράς του, που διευθύνονταν από το μαθητή του οσίου Γρηγορίου του Σιναίτη Ισίδωρο, τον κατοπινό οικουμενικό πατριάρχη (1347-1349).
Για εφτά περίπου χρόνια (1335-1342) σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη φιλοσοφία, θεολογία, ρητορική, νομική, μαθηματικά και αστρονομία.
Στην πατρίδα του ξαναβρέθηκε στα χρόνια της επαναστάσεως και κυριαρχίας των Ζηλωτών (1342-1349), παίρνοντας ενεργό μέρος στις πολιτικές ζυμώσεις, καθώς και στα 1363-1364 για οικογενειακές υποθέσεις. Το υπόλοιπο και μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε στη Βασιλεύουσα, όπου, πέρα από την ενασχόλησή του με τα κοινά πράγματα -κοντά στ' άλλα διετέλεσε και σύμβουλος του αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ' Καντακουζηνού (1347-1355)-, επιδόθηκε σε περαιτέρω μελέτες και στη συγγραφή. Τελικά, πάντως, αποσύρθηκε από τα εγκόσμια και, καθώς φαίνεται, έγινε μοναχός, ίσως και κληρικός. Κοιμήθηκε ειρηνικά μετά το 1391, πιθανότατα στη μονή των Μαγγάνων.
Στην τελευταία και ώριμη περίοδο της ζωής του ιερού Καβάσιλα ανήκουν τα δύο κύρια πνευματικά του έργα, «Εις την θείαν λειτουργίαν» και «Περί της εν Χριστώ ζωής», που είναι από τα λαμπρότερα κείμενα της χριστιανικής γραμματείας. Μια σύνθεση εκλεκτών αποσπασμάτων του πρώτου, σε νεοελληνική απόδοση, παρουσιάζεται στις επόμενες σελίδες.
Ο θεόπνευστος λόγος του αγίου ανοίγει τα πνευματικά μας μάτια, κάνοντάς μας ικανούς να πλησιάσουμε με αίσθηση ψυχής τη θεία Λειτουργία και να γίνουμε ουσιαστικοί συμμέτοχοί της, όχι παθητικοί θεατές της. Έτσι θα μπορέσουμε ν' ανταποκριθούμε με επίγνωση στο ευφρόσυνο κάλεσμα που η μητέρα μας Εκκλησία επαναλαμβάνει σε κάθε ευχαριστιακή της σύναξη: «Γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος».
Ερμηνεία της θείας Λειτουργίας
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΚΑΒΑΣΙΛΑ
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
ΕΡΓΟ της θείας Λειτουργίας είναι η μεταβολή των δώρων που προσφέρουν οι πιστοί – του άρτου και του οίνου – σε σώμα και αίμα Χριστού. Και σκοπός της είναι ο αγιασμός των πιστών, οι οποίοι με τη θεία μετάληψη αποκομίζουν την άφεση των αμαρτιών τους, την κληρονομία της βασιλείας των ουρανών και κάθε πνευματικό αγαθό.
Σ’ αυτό το έργο και το σκοπό συμβάλλουν οι προσευχές, οι ψαλμωδίες, τα αγιογραφικά αναγνώσματα και όλα εκείνα που τελούνται και λέγονται στη διάρκεια της Λειτουργίας. Μέσα σε αυτά είναι σαν να βλέπουμε σε ένα πίνακα ζωγραφισμένη ολόκληρη τη ζωή του Χριστού, από την αρχή ως το τέλος της. Γιατί ο καθαγιασμός των δώρων, η ίδια δηλαδή η θυσία, διακηρύσσει το θάνατο, την ανάσταση και την ανάληψή Του, καθώς τα δώρα αυτά μεταβάλλονται στο ίδιο το σώμα του Κυρίου, δηλαδή την έλευσή Του στον κόσμο, τη δημόσια εμφάνισή Του, τα θαύματα και τη διδασκαλία Του. Κι εκείνα που έπονται της θυσίας, συμβολίζουν την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στους Αποστόλους, την επιστροφή των ανθρώπων στο Θεό και την κοινωνία τους μαζί Του.
Οι πιστοί που εκκλησιάζονται και συμμετέχουν σε όλα αυτά με προσηλωμένο το νου, γίνονται πιο σταθεροί στην πίστη, πιο θερμοί στην ευλάβεια και την αγάπη τους προς τον Θεό. Με τέτοιες λοιπόν διαθέσεις αξιώνονται να πλησιάσουν και τη φωτιά των μυστηρίων και να μεταλάβουν με κάθε ασφάλεια και οικειότητα.
Αυτό είναι συνοπτικά το νόημα της Θείας Λειτουργίας. Ας την εξετάσουμε τώρα όσο μπορούμε λεπτομερέστερα, αρχίζοντας με εκείνα που τελούνται στην αγία Πρόθεση [Ειδικός χώρος που βρίσκεται αριστερά από την αγία τράπεζα, όπου τοποθετούνται (προτίθενται-πρόθεση) τα δώρα που προσφέρουν (προσκομίζουν-προσκομιδή) οι πιστοί για τη θεία Ευχαριστία. Εδώ γίνεται η αναγκαία προετοιμασία τους από τον λειτουργό ιερέα].
Η ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗ
Τα τίμια δώρα
Το ψωμί και το κρασί που προσφέρουν οι πιστοί για τη λειτουργία, και τα οποία συμβολίζουν το σώμα και το αίμα του Κυρίου, δεν τοποθετούνται από την αρχή στο Θυσιαστήριο για τη θυσία, αλλά πρώτα τοποθετούνται στην αγία Πρόθεση και αφιερώνονται στο Θεό σαν δώρα τίμια – αυτή είναι πλέον και η ονομασία τους.
Προσφέρουμε στο Θεό ψωμί και κρασί, γιατί αυτά αποτελούν τροφή αποκλειστικά ανθρώπινη, με την οποία συντηρείται και εκδηλώνεται η ζωή μας. Για αυτό και πιστεύεται πως, όταν προσφέρει κανείς τροφή, είναι σαν να προσφέρει την ίδια τη ζωή. Επειδή λοιπόν με τα μυστήρια ο Θεός μας χαρίζει την ανθρώπινη ζωή, ήταν φυσικό και το δικό μας δώρο να είναι κατά κάποιο τρόπο ζωή, για να μην είναι αταίριαστη η προσφορά μας με την ανταπόδοση του Θεού, αλλά να έχει κάτι συγγενικό. Άλλωστε ο Κύριος παρήγγειλε να Του προσφέρουμε ψωμί και κρασί, κι Αυτός πάλι μας ανταποδίδει «άρτον ουράνιον» και «ποτήριον ζωής». Θέλησε να Του προσφέρουμε εμείς εφόδια της πρόσκαιρης ζωής, κι Εκείνος να μας αντιπροσφέρει την αιώνια ζωή. Για να φανούν έτσι η χάρη Του σαν αμοιβή και το αμέτρητο έλεός Του σαν πράξη δικαιοσύνης.
Ανάμνηση της σταυρικής θυσίας
Ο ιερέας αφού πάρει στα χέρια του τον άρτο, από τον οποίο θα κόψει το ιερό τμήμα που θα μεταβληθεί σε σώμα Χριστού, λέει: «Εις ανάμνησιν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού». Τα λόγια αυτά αναφέρονται σε όλη τη λειτουργία και ανταποκρίνονται στην παραγγελία που άφησε ο Χριστός όταν παρέδωσε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας: «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν» (Λουκ. 22:19).
Αλλά ποιά είναι αυτή η ανάμνηση; Πώς θα θυμηθούμε τον Κύριο στη Λειτουργία και τι θα διηγηθούμε για Αυτόν; Μήπως εκείνα που Τον απέδειξαν Θεό παντοδύναμο; Ότι δηλαδή ανέστησε νεκρούς, χάρισε το φως σε τυφλούς, πρόσταξε τους ανέμους να κοπάσουν, χόρτασε χιλιάδες ανθρώπους με λίγα ψωμιά; Όχι, ο Χριστός δεν ζήτησε να θυμόμαστε αυτά, αλλά μάλλον εκείνα που φανερώνουν αδυναμία, δηλαδή τη σταύρωση, το πάθος, το θάνατο. Γιατί τα πάθη ήταν πιο αναγκαία από τα θαύματα. Τα πάθη του Χριστού μας προξενούν τη σωτηρία και την ανάσταση, ενώ τα θαύματά Του αποδεικνύουν μόνο ότι Αυτός είναι ο αληθινός Σωτήρας.
Αφού λοιπόν ο ιερέας πει, «Εις ανάμνησιν του Κυρίου…», προσθέτει εκείνα που δηλώνουν τη σταύρωση και το θάνατο. Τεμαχίζει δηλαδή με το μαχαίρι τον άρτο, λέγοντας την προφητεία: «Σαν πρόβατο οδηγήθηκε στην σφαγή. Και σαν αρνί αμώμητο, που παραμένει άφωνο μπροστά σ’ αυτόν που το κουρεύει, έτσι κι Αυτός δεν ανοίγει το στόμα Του. Καταδικάστηκε σε ταπεινωτικό θάνατο και Του αρνήθηκαν δίκαιη κρίση. Και ποιός μπορεί να μας μιλήσει για την καταγωγή του; Γιατί εξαλείφθηκε η ζωή Του από το πρόσωπο της γης» (Ησ. 53:7-8). Κι αφού εναποθέσει στο άγιο Δισκάριο το ιερό τμήμα που έκοψε (Αμνό), προσθέτει τα λόγια: «Θυσιάζεται ο Αμνός του Θεού, που παίρνει επάνω Του την αμαρτία των ανθρώπων» (πρβλ. Ιω. 1:29). Μετά χαράζει πάνω στον Αμνό το σημείο του σταυρού, δείχνοντας έτσι τον τρόπο που έγινε η θυσία: με το σταυρό. Ύστερα, με το μαχαίρι που έχει σχήμα λόγχης, κεντάει τον Αμνό στο δεξί μέρος και λέει: «Ένας από τους στρατιώτες Του τρύπησε την πλευρά με τη λόγχη». Και χύνοντας μέσα στο άγιο Ποτήριο κρασί και νερό, συμπληρώνει: «κι αμέσως βγήκε αίμα και νερό» (Ιω. 19:34).
Μνημονεύσεις των ονομάτων
Ο ιερέας συνεχίζει την Προσκομιδή. Αφαιρεί τώρα μικρά κομματάκια (μερίδες) από τους υπόλοιπους άρτους, και σαν δώρα ιερά τα τοποθετεί στο άγιο Δισκάριο, λέγοντας για το καθένα: «Εις δόξαν της Παναγίας του Θεού Μητρός», ή «Εις πρεσβείαν του τάδε ή του τάδε Αγίου» ή «Εις άφεσιν αμαρτιών των τάδε ζώντων ή των τάδε τεθνεώτων».
Τι σημαίνουν αυτά; Ευχαριστία στο Θεό και ικεσία. Γιατί με τα δώρα μας είτε ανταποδίδουμε στον ευεργέτη την ευεργεσία που μας έκανε είτε καλοπιάνουμε κάποιον για να μας ευεργετήσει. Έτσι και εδώ’ η Εκκλησία, με τα δώρα που προσφέρει στο Θεό, Τον ευχαριστεί γιατί στα πρόσωπα των Αγίων της τής δόθηκαν η άφεση των αμαρτιών και η βασιλεία των ουρανών. Και Τον ικετεύει να δοθούν αυτά τα αγαθά και στα παιδιά της που ακόμα ζουν και το τέλος τους είναι αβέβαιο, καθώς επίσης και σε εκείνα που έχουν πεθάνει, αλλά με ελπίδες όχι τόσο καλές και σίγουρες. Για αυτό λοιπόν μνημονεύει ονομαστικά πρώτα τους Αγίους, έπειτα τους ζώντες και τέλος τους κεκοιμημένους. Και για τους Αγίους ευχαριστεί, ενώ για τους άλλους ικετεύει.
Κάλυψη των τιμίων δώρων
Τα όσα ειπώθηκαν και έγιναν πάνω στον Αμνό, για να συμβολίσουν το θάνατο του Κυρίου, είναι απλές περιγραφές και σύμβολα. Ο Αμνός παρέμεινε άρτος, μόνο που τώρα έγινε δώρο αφιερωμένο στο Θεό, και συμβολίζει το σώμα του Χριστού στην πρώτη Του ηλικία. Για αυτό ο ιερέας αναπαριστά τα θαύματα που έγιναν στον νεογέννητο Κύριο στη φάτνη. Βάζει πάνω στον άρτο τον λεγόμενο Αστερίσκο και λέει: «Και να, το αστέρι ήρθε και στάθηκε πάνω από τον τόπο, όπου ήταν το Παιδί» (Ματθ. 2:9). Ύστερα σκεπάζει το Δισκάριο και το Ποτήριο με πολυτελή καλύμματα και θυμιάζει. Γιατί αρχικά ήταν συγκαλυμμένη η δύναμη του Χριστού, μέχρι τον καιρό που Αυτός άρχισε να θαυματουργεί, και ο Θεός Πατέρας έδινε τη μαρτυρία Του από τον ουρανό.
Αφού λοιπόν ολοκληρωθεί η Προσκομιδή, ο λειτουργός έρχεται στο Θυσιαστήριο, στέκεται μπροστά στην αγία Τράπεζα και αρχίζει τη Λειτουργία.
Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Δοξολογία
«Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος…». Μ’ αυτή τη δοξολογία αρχίζει ο ιερέας τη Λειτουργία. Γιατί και οι ευγνώμονες δούλοι το ίδιο κάνουν όταν παρουσιάζονται στον κύριό τους. Πρώτα –πρώτα δηλαδή τον εγκωμιάζουν, κι έπειτα τον παρακαλούν για τις δικές τους υποθέσεις.
Ειρηνικά
Και ποιά είναι η πρώτη αίτηση του ιερέα; «Υπέρ της άνωθεν ειρήνης και της σωτηρίας των ψυχών ημών». Λέγοντας ειρήνη, δεν εννοεί μόνο τη μεταξύ μας ειρήνη, όταν δηλαδή δεν μνησικακούμε εναντίον κανενός, αλλά και την ειρήνη προς τους εαυτούς μας, όταν δηλαδή η καρδιά μας δεν μας κατηγορεί για τίποτα. Την αρετή της ειρήνης, βέβαια, την έχουμε πάντοτε ανάγκη, μα ιδιαίτερα την ώρα της προσευχής, γιατί χωρίς αυτήν κανείς δεν μπορεί να προσευχηθεί σωστά και να απολαύσει κάποιο καλό από την προσευχή του.
Στη συνέχεια παρακαλούμε για την Εκκλησία, για το κράτος και τους άρχοντες, για όσους βρίσκονται σε κινδύνους, για όλους γενικά τους ανθρώπους. Και δεν προσευχόμαστε μόνο για ό,τι ενδιαφέρει την ψυχή, αλλά και για τα αναγκαία υλικά αγαθά – «υπέρ ευκρασίας αέρων, ευφορίας των καρπών της γης…». Γιατί ο Θεός είναι ο αίτιος και χορηγός όλων, και σ’ Αυτόν μόνο πρέπει να έχουμε στραμμένα τα βλέμματά μας.
Σε όλες τις αιτήσεις οι πιστοί επαναλαμβάνουν μια μόνο φράση, το «Κύριε ελέησον». Το να ζητάμε το έλεος του Θεού ισοδυναμεί με το να ζητάμε τη βασιλεία Του. Γι’ αυτό και οι πιστοί αρκούνται σ’ αυτή τη δέηση, γιατί αυτή τα περιλαμβάνει όλα.
Αντίφωνα
Έπειτα αρχίζουν οι ψαλμωδίες που περιέχουν θεόπνευστα λόγια από τους Προφήτες. Τα αντίφωνα – έτσι λέγονται – μας αγιάζουν και μας προπαρασκευάζουν για το μυστήριο. Ταυτόχρονα όμως μας θυμίζουν τα πρώτα χρόνια της παρουσίας του Χριστού στη γη, τότε που Εκείνος δεν φαινόταν ακόμα στον πολύ κόσμο, και για αυτό ήταν απαραίτητα τα προφητικά λόγια. Όταν αργότερα εμφανίστηκε ο Ίδιος, δεν υπήρχε πλέον ανάγκη των προφητών, αφού Τον έδειχνε παρόντα ο Βαπτιστής Ιωάννης.
Μικρή είσοδος
Την ώρα που ψάλλεται το τρίτο αντίφωνο, γίνεται η είσοδος του Ευαγγελίου με τη συνοδεία λαμπάδων. Το Ευαγγέλιο το κρατάει ο διάκονος ή, αν δεν υπάρχει διάκονος, ο ιερέας. Ενώ λοιπόν αυτός πρόκειται να εισέλθει στο Ιερό, στέκεται σε μικρή απόσταση από την Ωραία Πύλη και παρακαλεί τον Θεό να τον συνοδεύσουν άγιοι άγγελοι, για να γίνουν συμμέτοχοί του στην ιερουργία και τη δοξολογία. Στη συνέχεια σηκώνει ψηλά το Ευαγγέλιο, το δείχνει στους πιστούς και, αφού εισέλθει στο Θυσιαστήριο, το αποθέτει στην αγία Τράπεζα.
Η ύψωση του Ευαγγελίου συμβολίζει την ανάδειξη του Κυρίου όταν άρχισε να εμφανίζεται στα πλήθη. Γιατί με το Ευαγγέλιο δηλώνεται ο ίδιος ο Χριστός. Τώρα λοιπόν που φανερώνεται ο Χριστός, κανείς δεν προσέχει τα λόγια των Προφητών, γι’ αυτό, μετά τη μικρή Είσοδο, ψάλλουμε ό,τι έχει σχέση με την καινούρια ζωή που έφερε ο Χριστός. Υμνούμε τον ίδιο τον Χριστό για όσα έκανε για μας. Εγκωμιάζουμε επίσης την Παναγία ή άλλους Αγίους, ανάλογα με την εορτή ή τον Άγιο που τιμά η Εκκλησία κάθε φορά.
Τρισάγιος ύμνος
Ανυμνούμε τέλος τον ίδιο τον Τριαδικό Θεό, ψάλλοντας: «Άγιος ο Θεός, άγιος ισχυρός, άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς». Το «Άγιος, άγιος, άγιος…» αποτελεί τον ύμνο των αγγέλων (Ησ. 6:3). Και τα «Θεός», «ισχυρός» και «αθάνατος» είναι λόγια του προφήτη Δαβίδ: «Εδίψησεν η ψυχή μου προς τον Θεόν, τον ισχυρόν, τον ζώντα» (Ψαλμ. 41:3).
Ψάλλουμε τον Τρισάγιο Ύμνο μετά την είσοδο του Ευαγγελίου, για να διακηρύξουμε πως με την έλευση του Χριστού άγγελοι και άνθρωποι ενώθηκαν και αποτελούν πλέον μια Εκκλησία.
Αναγνώσματα
Αμέσως μετά ο ιερέας παραγγέλλει σε όλους να μη στέκονται με οκνηρία, αλλά να έχουν προσηλωμένο το νου τους σε εκείνα που θα ακολουθήσουν. Αυτό σημαίνει το «Πρόσχωμεν». Και με το «Σοφία» υπενθυμίζει στους πιστούς τη σοφία με την οποία πρέπει να συμμετέχουν στη Λειτουργία. Αυτή είναι οι καλοί λογισμοί που έχουν όσοι είναι πλούσιοι σε πίστη και ξένοι από καθετί ανθρώπινο. Είναι πράγματι ανάγκη να παρακολουθούμε τη Λειτουργία με τους πρέποντες λογισμούς, αν βέβαια θέλουμε να μην χάνουμε άδικα τον καιρό μας. Επειδή όμως κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο, χρειάζεται και η δική μας προσοχή και η εξωτερική υπενθύμιση, ώστε να ξανασυγκεντρώνουμε το νου μας, που συνεχώς ξεχνιέται και παρασύρεται σε μάταιες φροντίδες.
Επίσης και η εκφώνηση «Ορθοί» περιέχει παραίνεση. Θέλει μπροστά στο Θεό να στεκόμαστε πρόθυμοι, με ευλάβεια και ζήλο πολύ. Και πρώτο σημάδι αυτού του ζήλου είναι η όρθια στάση του σώματός μας. Ύστερα από αυτές τις εκφωνήσεις, διαβάζονται το Αποστολικό και το Ευαγγελικό ανάγνωσμα. Αυτά δηλώνουν τη φανέρωση του Κυρίου, όπως γινόταν σιγά-σιγά μετά την πρώτη Του εμφάνιση στους ανθρώπους. Στη μικρή Είσοδο το Ευαγγέλιο ήταν κλειστό και συμβόλιζε το διάστημα των τριάντα πρώτων ετών του Κυρίου, τότε που ο Ίδιος ακόμα σιωπούσε. Τώρα όμως που διαβάζονται τα αναγνώσματα, έχουμε την πληρέστερη αποκάλυψή Του, με όσα ο Ίδιος δίδασκε δημόσια κι με όσα πρόσταζε τους Αποστόλους να κηρύσσουν.
Μεγάλη Είσοδος
Σε λίγο ο λειτουργός θα προχωρήσει πλέον στη θυσία, και πρέπει τα δώρα που πρόκειται να θυσιαστούν, να τοποθετηθούν στην αγία Τράπεζα. Για αυτό έρχεται τώρα στην Πρόθεση, παίρνει τα τίμια δώρα, τα κρατάει στο ύψος του κεφαλιού του και βγαίνει από το Ιερό. Προχωρώντας με πολλή κοσμιότητα και με βήμα αργό, τα περιφέρει στο ναό, ανάμεσα στο πλήθος, συνοδευόμενος από λαμπάδες και θυμιάματα. Τελικά εισέρχεται στο θυσιαστήριο και τα αποθέτει στην αγία Τράπεζα.
Στο πέρασμα του ιερέα οι πιστοί ψάλλουν και προσκυνούν με κάθε σεβασμό παρακαλώντας να τους μνημονεύει την ώρα που θα προσφέρει στο Θεό τα τίμια δώρα. Γιατί ξέρουν πως δεν υπάρχει αποτελεσματικότερη ικεσία από τούτη τη φρικτή θυσία, που καθάρισε δωρεάν όλες τις αμαρτίες του κόσμου (Χαρακτηριστικό λειτουργικό στοιχείο της Μεγάλης Εισόδου είναι ο Χερουβικός Ύμνος, που ψάλλεται σε αργό μέλος από το χορό: «Οι τα Χερουβίμ μυστικώς εικονίζοντες και τη ζωοποιώ Τριάδι τον τρισάγιον ύμνον προσάδοντες, πάσαν την βιοτικήν αποθώμεθα μέριμναν, ως τον βασιλέα των όλων υποδεξόμενοι, ταις αγγελικαίς αοράτως δορυφορούμενον τάξεσιν. Αλληλούια». Δηλαδή: «Εμείς που μυστικά εικονίζουμε τα Χερουβείμ και ψάλλουμε στη ζωοποιό Τριάδα τον τρισάγιο ύμνο, ας αφήσουμε κάθε βιοτική μέριμνα, για να υποδεχθούμε τον Βασιλιά των όλων, που αόρατα συνοδεύεται από τα αγγελικά τάγματα. Αλληλούια»).
Η μεγάλη Είσοδος συμβολίζει την πορεία του Χριστού προς την Ιερουσαλήμ, όπου έπρεπε να θυσιαστεί. Καθισμένος τότε πάνω σε ζώο, έμπαινε στην Αγία Πόλη, συνοδευόμενος και υμνούμενος από τα πλήθη.
Σύμβολο της πίστεως
Ο ιερέας καλεί τώρα τους πιστούς να προσευχηθούν «υπέρ των προτεθέντων τιμίων δώρων»: «Ας παρακαλέσουμε τον Θεό να αγιαστούν τα τίμια δώρα που είναι μπροστά μας, ώστε να εκπληρωθεί έτσι ο αρχικός μας σκοπός».
Ύστερα, αφού προσθέσει και άλλες αιτήσεις, παρακινεί όλους να έχουν μεταξύ τους ειρήνη («Ειρήνη πάσι») και αγάπη («Αγαπήσωμεν αλλήλους…»). Κι επειδή τη μεταξύ μας αγάπη ακολουθεί η αγάπη στο Θεό και η τέλεια και ζωντανή μας πίστη σ’ Αυτόν, γι’ αυτό, αμέσως μετά ομολογούμε τον αληθινό Θεό: «Πατέρα, Υιόν και άγιον Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον».
«Τας θύρας, τας θύρας’ εν σοφία πρόσχωμεν», συμπληρώνει ο λειτουργός. Μ’ αυτό θέλει να πει: «Ανοίξτε διάπλατα όλες τις πόρτες, δηλαδή τα στόματα και τα αυτιά σας, στην αληθινή σοφία, δηλαδή σε όσα υψηλά μάθατε και πιστεύετε για το Θεό. Αυτά συνεχώς να λέτε και να ακούτε, και μάλιστα με ζήλο και προσοχή».
Τότε οι πιστοί απαγγέλλουν δυνατά το Σύμβολο της Πίστεως («Πιστεύω εις έναν Θεόν…») .
Αγία αναφορά
«Στώμεν καλώς’ στώμεν μετά φόβου. Πρόσχωμεν την αγίαν αναφοράν εν ειρήνη προσφέρειν», προτρέπει πάλι ο ιερέας. Δηλαδή: «Ας σταθούμε γερά σε όσα ομολογήσαμε με το «Πιστεύω…», χωρίς να κλονιζόμαστε από τους αιρετικούς. Ας σταθούμε με φόβο, γιατί είναι μεγάλος ο κίνδυνος να πλανηθούμε. Όταν έτσι σταθεροί παραμένουμε στην πίστη, τότε ας προσφέρουμε τα δώρα μας στο Θεό με ειρήνη».
Στο σημείο αυτό οι πιστοί πρέπει να έχουν στο νου τους και τα λόγια του Κυρίου: «Αν προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο και θυμηθείς ότι κάποιος κάτι έχει εναντίον σου, συμφιλιώσου πρώτα μαζί του, και μετά έλα να προσφέρεις το δώρο σου» (Ματθ. 5:23 -24).
Αφού λοιπόν ο ιερέας ανυψώσει τις ψυχές και τα φρονήματα των πιστών από τα επίγεια προς τα ουράνια, αρχίζει την ευχαριστήρια προσευχή. Μιμείται έτσι τον πρώτο Ιερέα, το Χριστό, που ευχαρίστησε το Θεό Πατέρα προτού παραδώσει το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας.
Τον δοξολογεί τώρα κι αυτός και Τον υμνεί μαζί με τους αγγέλους. Τον ευγνωμονεί για όλες τις ευχαριστίες που μας έκανε από την αρχή της δημιουργίας. Τον ευχαριστεί ιδιαίτερα για την έλευση του Μονογενούς Του Υιού στον κόσμο και για την παράδοση του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας. Διηγείται μάλιστα και τα σχετικά με τον Μυστικό Δείπνο, επαναλαμβάνοντας τα ίδια τα λόγια του Κυρίου: «Λάβετε, φάγετε… Πίετε εξ αυτού πάντες…» (Ματθ. 26:26–27).
Ο ιερέας, αφού πει, «Έχοντας λοιπόν στο νου μας αυτή τη σωτήρια εντολή και όλα όσα έχουν γίνει για μας, δηλαδή τη σταύρωση, την ταφή, την τριήμερη ανάσταση, την ανάληψη στους ουρανούς, την ενθρόνιση στα δεξιά του Πατέρα, τη δεύτερη και ένδοξη πάλι παρουσία», καταλήγει με την εκφώνηση: «Τα σα εκ των σων σοι προσφέροντες κατά πάντα και δια πάντα, σε υμνούμεν, σε ευλογούμεν, σοι ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά σου, ο Θεός ημών». Με τούτα τα λόγια είναι σαν να λέει στον ουράνιο Πατέρα: «Σου προσφέρουμε την ίδια εκείνη προσφορά που ο ίδιος ο Μονογενής Σου Υιός πρόσφερε σ’ Εσένα, το Θεό και Πατέρα. Και προσφέροντάς την, Σ’ ευχαριστούμε, γιατί κι Εκείνος προσφέροντάς την Σ’ ευχαριστούσε. Τίποτα δικό μας δεν προσθέτουμε σ’ αυτή την προσφορά των δώρων. Γιατί δεν είναι δικά μας έργα τούτα τα δώρα, αλλά δικά Σου δημιουργήματα. Ούτε και δική μας επινόηση είναι αυτός ο τρόπος της λατρείας, αλλά Εσύ μας τον δίδαξες κι Εσύ μας παρακίνησες να Σε λατρεύουμε με αυτόν τον τρόπο. Γι’ αυτό, όσα Σου προσφέρουμε ,είναι εξ ολοκλήρου δικά Σου… ».
Την ίδια στιγμή ο ιερέας προσπίπτει και ικετεύει θερμά το Θεό. Παρακαλεί για τα δώρα που έχει μπροστά του, ώστε να δεχθούν το πανάγιο και παντοδύναμο Πνεύμα Του και να μεταβληθούν ο μεν άρτος στο ίδιο το άγιο σώμα του Χριστού, ο δε οίνος στο ίδιο το άχραντο αίμα Του.
Μετά απ’ αυτές τις ευχές, η θεία ιερουργία ολοκληρώθηκε! Τα δώρα αγιάστηκαν! Η θυσία πραγματοποιήθηκε! Το μεγάλο θύμα και σφάγιο, που θυσιάστηκε για χάρη του κόσμου, βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας, πάνω στην αγία Τράπεζα! Γιατί ο άρτος δεν είναι πλέον τύπος του Δεσποτικού σώματος. Είναι το ίδιο το πανάγιο σώμα του Κυρίου που δέχτηκε όλες εκείνες τις προσβολές, τα ραπίσματα, τα φτυσίματα, τις πληγές, τη χολή, τη σταύρωση. Και ο οίνος είναι το ίδιο το αίμα που ξεπήδησε όταν σφαζόταν το σώμα. Αυτό είναι το σώμα, αυτό είναι το αίμα που έλαβε σύσταση από το Άγιο Πνεύμα, που γεννήθηκε από τον Παρθένο Μαρία, που θάφτηκε, αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, ανέβηκε στους ουρανούς και κάθησε στα δεξιά του Πατέρα.
Και πιστεύουμε πως έτσι είναι, γιατί ο ίδιος ο Κύριος είπε:
«Τούτο εστί το σώμα μου… τούτο εστί το αίμα μου» (Μαρκ. 14:22, 24). Και γιατί ο Ίδιος παρήγγειλε στους Αποστόλους και σ’ όλη την Εκκλησία: «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν» (Λουκ. 22:19). Δεν θα πρόσταζε να επαναλαμβάνουν αυτό το μυστήριο, αν δεν είχε σκοπό να τους δώσει δύναμη να το επιτελούν. Και ποια είναι η δύναμη; Το Άγιο Πνεύμα. Αυτό είναι που με το χέρι και τη γλώσσα των ιερέων τελεσιουργεί τα μυστήρια. Ο λειτουργός είναι υπηρέτης της χάριτος του αγίου Πνεύματος, χωρίς να προσφέρει τίποτε από τον εαυτό του. Γι’ αυτό και δεν έχει σημασία αν τύχει να είναι ο ίδιος γεμάτος αμαρτίες. Κάτι τέτοιο δεν νοθεύει την προσφορά των δώρων, τα οποία είναι πάντοτε ευάρεστα στο Θεό. Όπως κι ένα φάρμακο που κατασκευάστηκε από άνθρωπο άσχετο με την ιατρική επιστήμη, δεν χάνει τη θεραπευτική του δράση, αρκεί μόνο να κατασκευάστηκε σύμφωνα με τις οδηγίες του γιατρού.
Αφού λοιπόν συμπληρωθεί η θυσία, ο ιερέας, βλέποντας μπροστά του το ενέχυρο της θείας φιλανθρωπίας, τον Αμνό του Θεού, ευχαριστεί και ικετεύει. Ευχαριστεί το Θεό για όλους τους αγίους, γιατί στο πρόσωπό τους η Εκκλησία βρήκε εκείνο που ζητάει, τη βασιλεία των ουρανών. Ιδιαίτερα – «εξαιρέτως» - ευχαριστεί για την υπερευλογημένη Θεοτόκο και αειπάρθενο Μαρία, γιατί αυτή υπερβαίνει κάθε αγιοσύνη. Και ικετεύει ο ιερέας για όλους τους πιστούς – τους κεκοιμημένους και τους ζώντες - γιατί αυτοί δεν έφτασαν στην τελειότητα ακόμα κι έχουν ανάγκη από προσευχή.
Θεία Κοινωνία
Σε λίγο ο λειτουργός θα κοινωνήσει ο ίδιος και θα προσκαλέσει και τους πιστούς στα θεία Μυστήρια. Επειδή όμως δεν επιτρέπεται σε όλους ανεξαίρετα η θεία Μετάληψη, ο ιερέας, υψώνοντας τον ζωοποιό Άρτο και δείχνοντάς Τον, εκφωνεί: «Τα άγια τοις αγίοις». Είναι σαν να λέει: «Να ο Άρτος της ζωής! Τον βλέπετε. Λοιπόν, τρέξτε να τον μεταλάβετε. Όχι όμως όλοι, αλλά όποιος είναι άγιος. Γιατί τα άγια επιτρέπονται μόνο στους αγίους».
Αγίους εδώ εννοεί όχι μόνο εκείνους που έφτασαν στην τελειότητα της αρετής, αλλά κι εκείνους που αγωνίζονται να φτάσουν σ’ αυτήν, έστω κι αν ακόμα υστερούν. Για αυτό οι χριστιανοί, αν δεν πέφτουν σε θανάσιμα αμαρτήματα που τους εμποδίζουν από το Χριστό και τους νεκρώνουν πνευματικά, δεν έχουν κανένα εμπόδιο να κοινωνούν [Άλλωστε η θεία Λειτουργία γίνεται για να κοινωνούν οι πιστοί. Όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος, «το να κοινωνεί κανείς και να μεταλαμβάνει κάθε μέρα το άγιο σώμα και αίμα του Χριστού, είναι καλό και ωφέλιμο». Η συχνή θεία Κοινωνία, όμως, προϋποθέτει τον συνεχή πνευματικό αγώνα και την κατάλληλη προετοιμασία (νήψη-προσευχή, μετάνοια-εξομολόγηση κ.λπ.)].
Στην εκφώνηση του ιερέα, «Τα άγια τοις αγίοις», οι πιστοί αποκρίνονται δυνατά: «Εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός» . Γιατί κανείς δεν έχει την αγιότητα από μόνος του, ούτε είναι και κατόρθωμα της ανθρώπινης αρετής, αλλά, όλοι από τον Χριστό την αντλούν. Και όπως, αν κάτω από τον ήλιο τοποθετηθούν πολλοί καθρέφτες, όλοι ακτινοβολούν, και νομίζεις ότι βλέπεις πολλούς ήλιους, ενώ στην πραγματικότητα ένας είναι ο ήλιος που αστράφτει σε όλους τους καθρέφτες, έτσι και ο μόνος Άγιος, ο Χριστός, καθώς διαχέεται με τη μετάληψη μέσα στους πιστούς, φαίνεται σε πολλές ψυχές και παρουσιάζει πολλούς ως αγίους. Αυτός όμως είναι ο ένας και μοναδικός Άγιος.
Αφού λοιπόν μ’ αυτόν τον τρόπο συγκαλέσει ο λειτουργός τους πιστούς στο ιερό δείπνο, μεταλαμβάνει πρώτα ο ίδιος και οι άλλοι κληρικοί που βρίσκονται στο άγιο Βήμα. Προηγουμένως όμως χύνει θερμό νερό μέσα στο άγιο Ποτήριο, πράγμα που υποδηλώνει την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία. Γιατί αυτό το ζεστό νερό, επειδή και νερό είναι αλλά και φωτιά έχει μέσα του λόγω του βρασμού, φανερώνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο με «ύδωρ ζων» (Ιω. 7:38) το παρομοίασε ο Κύριος, και με τη μορφή της φωτιάς κατέβηκε στους Αποστόλους την ημέρα της Πεντηκοστής.
Στη συνέχεια ο ιερέας στρέφεται προς το εκκλησίασμα και, δείχνοντας τα Άγια, προσκαλεί όσους θέλουν να κοινωνήσουν, να προσέλθουν «μετά φόβου Θεού και πίστεως». Να μην καταφρονήσουν δηλαδή την ταπεινή εμφάνιση που έχουν το σώμα και το αίμα του Κυρίου, αλλά να πλησιάσουν έχοντας επίγνωση της αξίας των μυστηρίων και πιστεύοντας ότι αυτά προξενούν την αιώνια ζωή σ’ εκείνους που μεταλαμβάνουν.
Το σώμα και το αίμα του Χριστού είναι αληθινή τροφή και αληθινό ποτό. Και όταν τα μεταλαμβάνει κανείς, δεν μετατρέπονται αυτά σε ανθρώπινο σώμα, όπως γίνεται με τις συνηθισμένες τροφές, αλλά το ανθρώπινο σώμα μεταβάλλεται σε εκείνα. Όπως και το σίδερο, όταν έρθει σε επαφή με τη φωτιά, γίνεται κι αυτό φωτιά’ δεν κάνει τη φωτιά σίδερο.
Τη θεία Κοινωνία τη δεχόμαστε βέβαια με το στόμα, αλλά αυτή εισέρχεται πρώτα στην ψυχή κι εκεί πραγματοποιείται η ένωσή μας με το Χριστό, όπως λέει και ο Απόστολος Παύλος: «Εκείνος που ενώνεται με τον Κύριο, γίνεται ένα πνεύμα με Αυτόν» ( Α’ Κορ. 6:17). Χωρίς την ένωσή του με το Χριστό, ο άνθρωπος, από μόνος του, είναι ο παλαιός άνθρωπος, ο άνθρωπος που δεν έχει τίποτα κοινό με το Θεό.
Ποιά όμως είναι εκείνα που ζητάει από εμάς ο Χριστός για να μας αγιάσει με τα θεία μυστήρια; Είναι η κάθαρση της ψυχής, η πίστη και η αγάπη στο Θεό, ο διακαής πόθος και η λαχτάρα μας για τη θεία Κοινωνία. Αυτά ελκύουν τον αγιασμό, κι έτσι πρέπει να κοινωνούμε. Γιατί πολλοί είναι εκείνοι που προσέρχονται στα μυστήρια, και όχι μόνο δεν ωφελούνται καθόλου, αλλά φεύγουν χρεωμένοι με αμέτρητες αμαρτίες.
Απόλυση
Αφού κοινωνήσουν οι πιστοί, εύχονται να παραμείνει μέσα τους ο αγιασμός που έλαβαν, και να μην προδώσουν τη χάρη ούτε να χάσουν τη δωρεά.
Ο ιερέας τους καλεί τώρα να ευχαριστήσουν με ζήλο το Θεό για τη θεία Μετάληψη. Γι' αυτό λέει: «Ορθοί... αξίως ευχαριστήσωμεν τω Κυρίω». Όχι δηλαδή ξαπλωμένοι ούτε καθισμένοι, αλλά υψώνοντας την ψυχή και το σώμα προς Αυτόν. Και οι πιστοί με λόγια της Γραφής δοξολογούν το Θεό, που είναι αίτιος και χορηγός όλων των αγαθών: «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον από του νυν και έως του αιώνος» (Ψαλμ. 112:2). Αφού ψάλλουν τρεις φορές αυτόν τον ύμνο, ο ιερέας βγαίνει από το Θυσιαστήριο, στέκεται μπροστά στο πλήθος και απευθύνει την τελευταία ευχή: «Χριστός ο αληθινός Θεός ημών...». Ζητάει από τον Κύριο να μας σώσει με το έλεός Του, γιατί από τον εαυτό μας δεν έχουμε να επιδείξουμε τίποτε άξιο σωτηρίας. Γι' αυτό και ως πρεσβευτές μνημονεύει πολλούς αγίους και ιδιαίτερα την παναγία Του Μητέρα.
Τέλος, ο λειτουργός μοιράζει το αντίδωρο. Αυτό έχει αγιαστεί, καθώς προέρχεται από τον αρχικό άρτο, που προσφέραμε στο Θεό για την τέλεση της θείας Ευχαριστίας. Οι πιστοί παίρνουν με ευλάβεια το αντίδωρο, φιλώντας το δεξί χέρι του ιερέα. Γιατί αυτό το χέρι, μόλις πριν, άγγιξε το πανάγιο σώμα του Χριστού, δέχτηκε από εκείνο τον αγιασμό και τον μεταδίδει τώρα σε όσους το ασπάζονται.
Εδώ η θεία Λειτουργία φτάνει στο τέλος της και το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας ολοκληρώνεται. Γιατί και τα δώρα, που προσφέραμε στο Θεό, αγιάστηκαν και τον ιερέα αγίασαν και στο υπόλοιπο πλήρωμα της Εκκλησίας μετέδωσαν τον αγιασμό.
Για όλα αυτά, λοιπόν, στο Χριστό, στον αληθινό Θεό μας, πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το πανάγιο Πνεύμα Του, τώρα και πάντοτε και στην ατέλειωτη αιωνιότητα. Αμήν.