Σελίδες

Τρίτη 22 Ιουνίου 2010

Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου: Το Προπατορικόν Αμάρτημα - Κεφάλαιον Γ΄: Ο Σατανάς (α. Εισαγωγικά)


Η μελέτη περί προπατορικού αμαρτήματος κατά τους συγγραφείς της περιόδου των δύο πρώτων αιώνων δεν δύναται να θεωρείται αντικειμενική και αμερόληπτος, εάν δεν λάβει τις σοβαρώς υπ’ όψιν τας περί διαβόλου αντιλήψεις αυτών. Άλλως υπάρχει κίνδυνος να ερμηνεύονται αι διδασκαλίαι και γνώμαι των πρώτων Χριστιανών περί προπατορικού αμαρτήματος δι’ ιδίων του ερευνητού κριτηρίων, άτινα δεν υπάρχουν εν τη θεολογική σκέψει των συγγραφέων της εν λόγω περιόδου.
Όπως σήμερον, ούτω και κατά τους πρώτους της Εκκλησίας χρόνους υπήρχον οι αμφισβητούντες την πραγματικότητα της των αγγέλων πτώσεως και της υπό του διαβόλου απάτης του ανθρωπίνου γένους. Ο Ιουστίνος γράφει ότι «ο Τρύφων, υπαγανακτών μεν, αιδούμενος δε τας γραφάς, ως εδηλούτο από του προσώπου αυτού, είπε προς με. τα μεν του Θεού άγιά εστιν, αι δε υμέτεραι εξηγήσεις τετεχνασμέναι εισίν, ως φαίνεται και εκ των εξηγημένων υπό σου, μάλλον δε και βλάσφημοι. αγγέλους γαρ πονηρευσαμένους και αποστάντας του Θεού λέγεις». Ασφαλώς θα υπήρχον και άλλοι πολλοί τα παρόμοια λέγοντες. Παρά τας εκ μέρους της φιλοσοφίας και του ορθολογισμού προβαλλομένας αντιρρήσεις, οι Ευαγγελισταί και οι Πατέρες δεν διστάζουν καθόλου προβάλλοντες συνεχώς τον διάβολον ως αίτιον των εν τω κόσμω κακών. Ο νους του ανθρώπου δεν ηδύνατο να κάμει την δια των προφητών αποκαλυφθείσαν διάκρισιν μεταξύ της δημιουργίας του κόσμου και της δι’ απάτης του σατανά πτώσεως αυτού. Ως εκ τούτου ο άνθρωπος ηδυνάτει να αποφύγει την εις τον Θεόν απόδοσιν του κακού. «Όθεν και ποιηταί και μυθολόγοι, αγνοούντες τους αγγέλους και τους εξ αυτών γεννηθέντας δαίμονας, ταύτα πράξαι εις άρρενας και θηλείας και πόλεις και έθνη, άπερ συνέγραψαν, εις αυτόν τον Θεόν.... ανήνεγκαν».

Οιαδήποτε απολογία της πίστεως εις την ύπαρξιν του σατανά δεν έχει, βεβαίως, θέσιν, εις την μελέτην αυτήν. Η συνήθης υπό των φιλελευθέρων άρνησις της υπάρξεως του διαβόλου, διότι δήθεν ουδεμίαν ούτος ουσιαστικήν σημασίαν κατέχει εις το γνήσιον ευαγγελικόν κήρυγμα, ως και η άποψις της λατινικής θεολογίας, καθ’ ην, αν και η ύπαρξις των δαιμόνων δεν είναι της ουσίας του απολυτρωτικού δόγματος, εν τούτοις πρέπει να παραδεχθώμεν αυτήν, διότι διδάσκει ταύτην το Ευαγγέλιον, εξ απολογητικής απόψεως, τουλάχιστον, δεν θα μας αποσχολήσουν εδώ. Θα εξετάσωμεν τας βιβλικάς και πατερικάς περί σατανά και των δυνάμεών του μαρτυρίας, εν στενή όμως συναρτήσει προς τα άλλα απασχολούντα ημάς προβλήματα, ίνα καταλήξωμεν εις συμπεράσματα περί της θέσεως του σατανά εις το δογματικόν οικοδόμημα της βιβλικής και πατερικής διδασκαλίας περί προπατορικού αμαρτήματος.

Καθ’ όλην την πατερικήν περίοδον της Ανατολικής Εκκλησίας επεκράτει η βιβλική αντίληψις, ότι ο Λόγος σαρξ εγένετο, «ίνα δια του θανάτου καταργήσει τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τούτ’ εστιν, τον διάβολον». «Εις τούτο εφανερώθη ο υιός του Θεού, ίνα λύση τα έργα του διαβόλου». Αφού όμως μετά τον Αυγουστίνον ίσχυσε πλέον εις την Δύσιν η αντίληψις, ότι ο σατανάς και ο θάνατος δεν δύνανται παρά να είναι όργανα θείας οργής, το δόγμα περί απολυτρώσεως έλαβεν, όπως είδομεν, άλλην όψιν και τελικώς εξειλίχθη εις τας γνωστάς μορφάς της δυτικής θεολογίας. Η βιβλική και πατερική περί απολυτρώσεως διδασκαλία εγκατελείφθη πλήρως.

Οι γνωρίζοντες αλλά μη δεχόμενοι τας περί σωτηρίας απόψεις των Πατέρων δύνανται να γράφουν τα ακόλουθα: «Καθ’ όλην την περίοδον των Πατέρων ως σκοπός της απολυτρώσεως εθεωρείτο η καταστροφή του έργου του διαβόλου, η καταστροφή δε αύτη εθεωρείτο επιτευχθείσα δια του θανάτου του Χριστού. Η διδασκαλία αύτη αναμφισβήτως αποτελεί παραποίησιν. Πάντες σήμερον συμφωνούν επ’ αυτού. Εκ συμφώνου αποδέχονται ότι η δοθείσα υπό των Πατέρων εις το έργον του Χριστού ερμηνεία δεν ανταποκρίνεται προς την πραγματικότητα, και ότι πρέπει να καταφύγει τις εις άλλας μαρτυρίας δια να γνωρίσει το αληθές πρόγραμμα του Ιησού». Υπάρχουν όμως άλλοι, μη γνωρίζοντες επαρκώς τους Πατέρας και έχοντες περί της ιστορίας του απολυτρωτικού δόγματος ιδίας προκαταλήψεις, οίτινες εκπλήττονται, όταν παρατηρούν μίαν δήθεν έλλειψιν λογικής συνοχής μεταξύ ορισμένων επί του θέματος τούτου χωρίων της Αγίας Γραφής. Ερμηνεύων π.χ. το χωρίον 2, 14 της προς Εβραίους επιστολής ο H. T. Andrews γράφει: «η αιτία της ενσαρκώσεως γίνεται τώρα έκδηλος. επεί ουν τα παιδία κεκοινώνηκε σαρκός και αίματος και αυτός παραπλησίως μετέσχε των αυτών. Μόνον με την λήψιν ανθρωπίνης φύσεως δύναται ο Ιησούς να ταυτίσει εαυτόν με το γένος. Δια τον συγγραφέα της προς Εβραίους η διδασκαλία περί της ενσαρκώσεως είναι μεγίστης σημασίας, διότι μόνον δια της ενσαρκώσεως.... αποκτά ο σταυρός σημασίαν και κύρος. Τα χωρία 14 και 15 αποτελούν έκπληξιν. Αναμένομεν τον συγγεαφέα να ομιλήσει περί του απολυτρωτικού έργου του Χριστού... Αποτόμως όμως μεταπηδά εις άλλην γραμμήν [σκέψεως] και περιγράφει το αποτέλεσμα του έργου του Χριστού...». Προφανώς ο Andrews ουδέ καν φαντάζεται ότι ο συγγραφεύς της προς Εβραίους επιστολής «την αιτίαν τίθησι της οικονομίας. όπως δια του θανάτου, φησί, καταργήση τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τούτ’ εστι, τον διάβολον...». Ενταύθα διακρίνει τις σαφώς πλέον διατί ο Αυγουστίνος είναι ο «Πατήρ των βιβλιστών». Αφού ο διάβολος και ο θάνατος θεωρούνται ως τα όργανα της θείας δικαιοσύνης, η κατάργησίς των δεν δύναται να αποτελεί τον σκοπόν της θείας επιφανείας, αλλά μόνον το αποτέλεσμα αυτής.

Είναι πολύ παράδοξον, αν μη τραγικόν, ότι οι σύγχρονοι κριτικοί της Καινής Διαθήκης, οι ασχολούμενοι με το πρόβλημα της εσωτερικής ενότητος των συνοπτικών Ευαγγελίων, ιδίως δε του κατά Μάρκον, δεν έλαβον σοβαρώς υπ’ όψιν το γεγονός, ότι η κατάργησις του κράτους του σατανά είναι αυτός ούτος ο συνδετικός κρίκος, όστις δίδει την ενότητα εις τα Ευαγγέλια. Τούτο φαίνεται εις το Ευαγγέλιον του Μάρκου, όπου διακρίνομεν το εξής βραχύ διάγραμμα:

1). Προφητεία περί βαπτίσματος δια Πνεύματος Αγίου (δια του Οποίου, όπως ακόμη σήμερον, καταστρέφεται εν τω βαπτίσματι ο σατανάς), 2) η εκπλήρωσις της προφητείας ταύτης εν Χριστώ, 3) ο άμεσος εν Πνεύματι αγών και θρίαμβος του Χριστού κατά του διαβόλου, 4) η κατ’ ακολουθίαν εν τω γεγονότι τούτω αγγελία της ελεύσεως της βασιλείας του Θεού (ήτις εν Χριστώ αρχίζει πλέον να εκτοπίζη το βασίλειον του σατανά), 5) η κλήσις των μαθητών, και 6) η γενίκευσις της πραγματοποιήσεως της βασιλείας των ουρανών δια της εκδιώξεως των ακαθάρτων πνευμάτων και δαιμόνων και δια της θεραπείας των ασθενών, ήτις τελειούται πλέον δια της εκ των τάφων αναστάσεως των νεκρών δια του θανάτου και της αναστάσεως του Χριστού. «Ει δε εν Πνεύματι Θεού εγώ εκβάλλω τα δαιμόνια, άρα έφθασεν εφ’ ημάς η βασιλεία του Θεού».

Είναι γεγονός ότι το Ευαγγέλιον του Ιωάννου δεν ασχολείται με την εκδίωξιν του σατανά και ιδίως των δαιμόνων κατά τον συστηματικόν τρόπον των Συνοπτικών. Ούτε εκ πρώτης όψεως παρουσιάζεται ο διάβολος κατέχων εις το τέταρτον Ευαγγέλιον την κεντρικήν θέσιν, ην έχει εις τους Συνοπτικούς. Τούτο όμως εξηγείται, εάν ληφθούν υπ’ όψιν τα συμπεράσματα του O. Cullmann περί του χαρακτήρος του τετάρτου Ευαγγελίου, συνδεθούν δε ταύτα με την περί κατηχουμένων πράξιν της αρχαίας Εκκλησίας.

Ο O. Cullmann εκθέτει σαφώς ότι το Ευαγγέλιον του Ιωάννου ως βάσιν έχει τα μυστήρια και ως σκοπόν την συσχέτισην της ιστορικής του Χριστού ζωής και διδασκαλίας με την παρούσαν εν Χριστώ μυστηριακήν ζωήν και πείραν της κοινότητος. Όταν λάβωμεν επίσης υπ’ όψιν το γεγονός ότι οι Χριστιανοί απέφευγον συστηματικώς και προσεκτικώς πάσαν περί της βαθυτέρας των μυστηρίων σημασίας συζήτησιν όχι μόνον με τον εχθρικόν έξω κόσμον αλλ’ ακόμη και μετά των κατηχουμένων, τότε δυνάμεθα πλέον να εννοήσωμεν την θέσιν των Ευαγγελίων εις την χρήσιν της πρώτης Εκκλησίας, ούτω δε λύονται αρκετά υπό των κριτικών εγειρόμενα προβλήματα. Αφού οι βεβαπτισμένοι ούτε μετά των κατηχουμένων συνεζήτουν τα μυστήρια, αρκούντως φανερόν είναι ότι το τέταρτον ευαγγέλιον εχρησιμοποιείτο εις την αρχαίαν Εκκλησίαν μόνον δια την συμπλήρωσιν και τελείωσιν της κατηχήσεως των μόλις εισαχθέντων νεοφωτίστων, ως εκ τούτου δε έχει το διάφορον των άλλων και χαρακτηρίζον κυρίως αυτό καθαρώς δογματικόν, μυστηριακόν και απολογητικόν ύφος. Δεν έχομεν πλέον εδώ, όπως εις τους Συνοπτικούς Μάρκον και Ματθαίον, μίαν συστηματικήν προετοιμασίαν των κατηχουμένων δια το βάτπισμα, δια τούτο δε ο Ιωάννης δεν αρχίζει όπως ο Μάρκος με το βάπτισμα, αλλά με το «Εν αρχή ην ο Λόγος» και το «ο Λόγος σαρξ εγένετο». Αφού οι νεοφώτιστοι είχον εν τω βαπτίσματι νικήσει τον σατανάν, δεν ήτο πλέον ανάγκη να αποτελεί το θέμα περί διώξεως των δαιμόνων το κύριον αντικείμενον του ευαγγελίου τούτου. Ασχολείται πλέον με την εμβάθυνσιν και στερέωσιν των βεβαπτισμένων εν τη πίστει και εν τοις μυστηρίοις. Ούτως εξηγήται ο διάφορος των άλλων χαρακτήρ του τετάρτου Ευαγγελίου.

Η γνώμη αύτη δικαιολογείται έτι μάλλον, όταν λάβωμεν υπ’ όψιν το γεγονός ότι μεταξύ των τεσσάρων Ευαγγελίων υπάρχει εν μόνον Ευαγγέλιον, το οποίον σκοπόν έχει την βαθυτέραν κατανόησιν των μυστηριακών πράξεων και δογμάτων της Εκκλησίας. Η μοναδικότης του Ευαγγελίου τούτου απόδεικνύει την καθόλου ομοφωνίαν των πρώτων Χριστιανών ως προς την ερμηνείαν των μυστηρίων. Αι διαφοραί μεταξύ των άλλων Ευαγγελίων κάλλιστα εξηγούνται εκ των διαφόρων κατηχητικών αναγκών υπό τας οποίας ειργάζοντο οι Ιεραπόστολοι. Η προετοιμασία δια το βάπτισμα διέφερε, όπως μας πληροφορεί ο άγιος Ειρηναίος, αναλόγως των θρησκευτικών προϋποθέσεων των κατηχουμένων. Άπαξ όμως εβαπτίζοντο ούτοι, η διδασκαλική και ερμηνευτική μέθοδος περί μυστηρίων και δογμάτων ήτο μία.

Δι’ ημάς τυγχάνει εξαιρετικού ενδιαφέροντος ότι η κατήχησις περί σατανά και δαιμόνων έχει τον ίδιον τόνον και την αυτήν θέσιν και εις τους τρεις συνοπτικούς Ευαγγελιστάς. Τούτο δεικνύει σαφώς ότι οι προ του μυστηρίου του βαπτίσματος εξορκισμοί των δαιμόνων έχουν βαθέως τας ρίζας εις Αυτόν τούτον τον Χριστόν. Παρά το γεγονός ότι φαινομενικώς η δαιμονολογία δεν κατέχει εν τω τετάρτω Ευαγγελίω την ιδίαν θέσιν, ην έχει δια τους αναφερθέντας λόγους εις τους Συνοπτικούς, εν τούτοις όμως αποτελεί την απαραίτητον προϋπόθεσιν όχι μόνον του τετάρτου Ευαγγελίου, αλλά και της ζωής και θεολογίας καθόλου της αρχαίας Εκκλησίας.

-----------------------------------------------------------------
Παραπομπές
Οι παραπομπές και τα σχόλια θα αναρτηθούν μετά την ολοκλήρωση του κυρίως κειμένου. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.