Σελίδες

Σάββατο 28 Αυγούστου 2021

Ο Αντίχριστος και το χρίσμα (Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιερόθεος)

 

Κατά καιρούς γίνεται λόγος για την έλευση του Αντιχρίστου και το τι θα δημιουργήση στους ανθρώπους και τον κόσμο, και μάλιστα προσδιορίζεται και ιδιαίτερο χρονικό διάστημα που θα εμφανισθή.

 

Πολλοί μας ερωτούν γύρω από το θέμα αυτό, αλλά οι απαντήσεις ευρίσκονται στην Αγία Γραφή και ιδιαιτέρως στις επιστολές του Ευαγγελιστού Ιωάννου, του Αποστόλου Παύλου και στην Αποκάλυψη του Ιωάννου και σε όλη την ποιμαντική της Εκκλησίας. Στην συνέχεια απλώς μερικές νύξεις θα ήθελα να κάνω κυρίως γύρω από το πως αντιμετωπίζεται αυτή η κατάσταση.

 

1. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην Α΄ Καθολική του επιστολή κάνει λόγο για την έλευση του Αντιχρίστου, καθώς επίσης και την ενέργεια των αντιχρίστων και μάλιστα γράφει στους Χριστιανούς ότι επίκειται αυτή η ώρα. 

Συγκεκριμένα γράφει: «Παιδία, ἐσχάτη ὥρα ἐστί, καὶ καθὼς ἠκούσατε ὅτι ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν· ὅθεν γινώσκομεν ὅτι ἐσχάτη ὥρα ἐστίν.» (Α΄ Ιω. β΄, 18). (Μτφρ. Τέκνα μου, πλησιάζει το τέλος· και καθώς ακούσατε ότι έρχεται ο Αντίχριστος και τώρα πολλοί αντίχριστοι έχουν έλθει. Απ' αυτό καταλαβαίνουμε ότι πλησιάζει το τέλος).

Κατά την ερμηνεία του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου που χρησιμοποιεί κείμενα εκκλησιαστικών συγγραφέων, εκτός από τον Αντίχριστο που θα εμφανισθή προς το τέλος του κόσμου και πλησίον της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού, υπάρχουν και πολλοί αντίχριστοι, οι οποίοι ήδη ενεργούν το έργο του Αντιχρίστου και στην εποχή του και σε κάθε εποχή και «είναι πρόδρομοι και προκήρυκες του καθ’ αυτό και κυρίως όντως κεκαλουμένου Αντιχρίστου». Όπως προ της ελεύσεως του Χριστού υπήρχαν Προφήτες, έτσι και προ της ελεύσεως του Αντιχρίστου θα εμφανισθούν οι πρόδρομοί του, οι ψευδοπροφήτες.

 Έτσι, κατά ερμηνεία πολλών, αντίχριστοι ονομάζονται «οι δυσσεβείς αιρεσιάρχαι», οι οποίοι κρατούν και υπερασπίζονται «τα του Αντιχρίστου μιαρά δόγματα». Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στον επόμενο στίχο γράφει: «ἐξ ἡμῶν ἐξῆλθον, ἀλλ᾿ οὐκ ἦσαν ἐξ ἡμῶν· εἰ γὰρ ἦσαν ἐξ ἡμῶν, μεμενήκεισαν ἂν μεθ᾿ ἡμῶν· ἀλλ᾿ ἵνα φανερωθῶσιν ὅτι οὐκ εἰσὶ πάντες ἐξ ἡμῶν.» (Α΄ Ιω. β΄,19). (Μτφρ. Οι αντίχριστοι αυτοί από μας βγήκαν αλλά δεν ανήκαν σε μας, γιατί αν ανήκαν σε μας, θα είχαν μείνει μαζί μας. Έφυγαν όμως για να αποδειχθεί ότι δεν είναι όλοι από εμάς).  

Πρόκειται για τους Χριστιανούς εκείνους που είχαν μάθει την αποκαλυπτική αλήθεια και την αγγελική πολιτεία, αλλά επειδή ήταν δουλωμένοι στις σαρκικές ηδονές, δεν μπόρεσαν να καταλάβουν «των ουρανίων αγαθών την μεγαλοπρέπεια και την ωραιότητα του νοητού Κόσμου και την μακαριότητα, και όντως άρρητον αγαλλίασιν του μέλλοντος αιώνος», κατά τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη. Οπότε επέστρεψαν στην ζωή της αποστασίας «και δεν ηθέλησαν να γένουν ερασταί αληθινοί της καθαράς εν Χριστώ πολιτείας».

 Επομένως, προ της ελεύσεως του Αντιχρίστου εμφανίζονται οι πρόδρομοι του Αντιχρίστου, οι ποικίλης μορφής αιρετικοί, αλλά και οι Χριστιανοί εκείνοι που αντί να ζουν την Πολιτεία του Χριστού, με την καθαρότητα της καρδιάς και την αληθινή πίστη του νοός, ζουν με τα πάθη και τις αδυναμίες, χωρίς εσωτερική προσευχή και αληθινή πίστη στον Θεό.

 

2. Όμως ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν αρκείται στο να ομιλή περί του Αντιχρίστου και των προδρόμων του, αλλά κάνει λόγο για το πως αντιμετωπίζονται ο Αντίχριστος και οι πρόδρομοί του. Γι’ αυτό αμέσως μετά τους προηγουμένους στίχους γράφει: «καὶ ὑμεῖς χρῖσμα ἔχετε ἀπὸ τοῦ ἁγίου, καὶ οἴδατε πάντα.» (Α΄ Ιω. β΄, 20). (Μτφρ. Εσείς έχετε λάβει το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος και έχετε πλήρη γνώση). Δηλαδή, οι Χριστιανοί έχουν λάβει το χρίσμα από τον Θεό και γνωρίζουν να ξεχωρίζουν τις ενέργειες του Αντιχρίστου και των αντιχρίστων από τις ενέργειες του Χριστού και των ανθρώπων του Χριστού. Δεν πρόκειται περί αναγνώσεως βιβλίων, αλλά περί του χρίσματος το οποίο υπάρχει στην καρδιά και διδάσκει.

Και πάλι ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ερμηνεύοντας τι είναι αυτό το χρίσμα, γράφει: «ήγουν ελάβετε την χάριν και ενέργειαν του αγίου Πνεύματος εις τας καρδίας σας από τον άγιον των αγίων Δεσπότην Χριστόν». Και πιο κάτω αναφερόμενος πώς κάποιος λαμβάνει το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος, γράφει: «την χάριν δε και ενέργειαν του αγίου Πνεύματος λαμβάνουν οι χριστιανοί δια του αγίου βαπτίσματος, και μάλιστα δια του χρίσματος του αγίου μύρου και ίσως δια τούτο χρίσμα και σφραγίς ονομάζεται η χάρις του αγίου Πνεύματος, ομωνύμως από το χρίσμα και την σφραγίδα του αγίου Μύρου. όθεν και όταν αυτό χρίεται εις τους χριστιανούς παρά του ιερέως, επιλέγονται τα λόγια ταύτα "σφραγίς δωρεάς Πνεύματος αγίου"».

Το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος είναι η σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος που γίνεται κατά το μυστήριο του Χρίσματος, του αγίου Μύρου, κατά την ημέρα της Βαπτίσεώς μας.

Στην συνέχεια, στο ίδιο κεφάλαιο, ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, αναφέρεται και πάλι στο ότι το άγιο Χρίσμα, το οποίο έχει λάβει ο Χριστιανός κατά το άγιο Βάπτισμα, του διδάσκει να διακρίνη περί της αληθείας και του ψεύδους. Γράφει: «καὶ ὑμεῖς, τὸ χρῖσμα ὃ ἐλάβατε ἀπ᾿ αὐτοῦ, ἐν ὑμῖν μένει, καὶ οὐ χρείαν ἔχετε ἵνα τις διδάσκῃ ὑμᾶς, ἀλλ᾿ ὡς τὸ αὐτὸ χρῖσμα διδάσκει ὑμᾶς περὶ πάντων, καὶ ἀληθές ἐστι καὶ οὐκ ἔστι ψεῦδος, καὶ καθὼς ἐδίδαξεν ὑμᾶς μενεῖτε ἐν αὐτῷ.» (Α΄ Ιω. β΄, 27). (Μτφρ. Όσο για σας το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος που λαβατε από τον Χριστό, μένει μέσα σας και δεν έχετε ανάγκη να σας διδάσκει κάποιος, αλλά καθώς το δικό του χρίσμα σας διδάσκει για όλα, και είναι αλήθεια και όχι ψέμα, όπως σας δίδαξε, μείνετε ενωμένοι μαζί του).  

 

Κατά την ερμηνεία του αγίου Νικοδήμου που χρησιμοποιεί κείμενα Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων, το χρίσμα το οποίο έχει λάβει ο άνθρωπος είναι η Χάρις του Αγίου Πνεύματος που ενοικεί στις καρδιές των Χριστιανών και με τον λόγο του Ευαγγελιστού Ιωάννου παρακινούνται οι Χριστιανοί «να μένουν αναλλοίωτοι και αμετάτρεπτοι πάντοτε εν τη του αγίου Πνεύματος γνησία αγάπη και πίστει». Και κατά την συνήθεια του αγίου Νικοδήμου γράφει: «πώς και με τι τρόπον» μένει αναλλοίωτος ο άνθρωπος ως προς την δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Αυτό γίνεται με το να παραμένη ο άνθρωπος σταθερός στα δόγματα της θεολογίας και της ενσάρκου οικονομίας, όχι μόνον λογικά, αλλά υπαρξιακά.

 Επομένως, όσοι μιλούν περί του Αντιχρίστου και των προδρόμων του θα πρέπη να αναφέρονται σε όλα τα χωρία του Ευαγγελιστού Ιωάννου και να προσδιορίζουν κυρίως τι λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης για τον τρόπο αντιμετωπίσεως του Αντιχρίστου και των προδρόμων του. Οι Χριστιανοί γνωρίζουν τους αληθινούς προφήτας από τους ψευδοπροφήτες και τον Χριστό από τον Αντίχριστο μόνον με την ενεργοποίηση του Χρίσματος, το οποίο έχουν λάβει από τον Θεό και ενεργείται μέσα στην καρδιά τους.

 

3. Για το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος, το οποίο λέγεται και σφραγίδα, κάνει λόγο και ο Απόστολος Παύλος. Συγκεκριμένα στην επιστολή του προς τους Κορινθίους γράφει: « ὁ δὲ βεβαιῶν ἡμᾶς σὺν ὑμῖν εἰς Χριστὸν καὶ χρίσας ἡμᾶς Θεός,ὁ καὶ σφραγισάμενος ἡμᾶς καὶ δοὺς τὸν ἀῤῥαβῶνα τοῦ Πνεύματος ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν.» (Β Κορ. α΄, 21-22). (Μτφρ. Ο Θεός είναι εκείνος ο οποίος μας στηρίζει, μαζί με σας στον Χριστό και μας έχρισε δικούς του, και ο οποίος μας σφράγισε και έδωσε στις καρδιές μας ως αρραβώνα το Πνεύμα).

Εδώ σαφέστατα φαίνεται ότι ο Θεός είναι εκείνος, ο οποίος δίδει την βεβαίωση στους Χριστιανούς, Αυτός είναι εκείνος που μας χρίει. Η χρίση ταυτίζεται με την σφράγιση και αυτό γίνεται από τον Θεό, ο οποίος δίδει στις καρδιές μας τον αρραβώνα του Πνεύματος. Εάν κανείς μελετήση και άλλα παράλληλα χωρία του Αποστόλου Παύλου για το τι σημαίνει αρραβώνας του Αγίου Πνεύματος, το τι σημαίνει να ψάλη κανείς ύμνους και ωδές πνευματικές στην καρδιά του, τότε θα καταλάβη ότι αυτό το χρίσμα – σφραγίδα είναι η νοερά -καρδιακή προσευχή που είναι έκφραση της αγάπης που αισθάνεται ο άνθρωπος προς τον Θεό.


Στον άνθρωπο εκείνον που έχει δεχθή την σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος, έχει γραφή το όνομα του Χριστού. Σ’ αυτό το θέμα αναφέρεται ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψή του.

«Καὶ εἶδον ἄλλον ἄγγελον ἀναβαίνοντα ἀπὸ ἀνατολῆς ἡλίου, ἔχοντα σφραγῖδα Θεοῦ ζῶντος, καὶ ἔκραξε φωνῇ μεγάλῃ τοῖς τέσσαρσιν ἀγγέλοις, οἷς ἐδόθη αὐτοῖς ἀδικῆσαι τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν,λέγων· μὴ ἀδικήσητε τὴν γῆν μήτε τὴν θάλασσαν μήτε τὰ δένδρα, ἄχρις οὗ σφραγίσωμεν τοὺς δούλους τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἐπὶ τῶν μετώπων αὐτῶν. Καὶ ἤκουσα τὸν ἀριθμὸν τῶν ἐσφραγισμένων· ἑκατὸν τεσσαράκοντα τέσσαρες χιλιάδες ἐσφραγισμένοι ἐκ πάσης φυλῆς υἱῶν Ἰσραήλ·» (Αποκ. ζ, 2-4). (Μτφρ. Και είδα άλλον άγγελο να ανεβαίνει από την ανατολή του ηλίου και κρατούσε τη σφραγίδα του ζώντος Θεού, και φώναξε με δυνατή φωνή στους τέσσερις αγγέλους, στους οποίους δόθηκε εντολή να καταστρέψουν τη γη και τη θάλασσα, και τους είπε: Μη καταστρέψετε τη γη ούτε τη θάλασσα ούτε τα δέντρα, μέχρι να σφραγίσουμε τους δούλους του Θεού μας στα μέτωπά τους. Τότε άκουσα τον αριθμό εκείνων που σφραγίστηκαν: εκατόν σαράντα τέσσερις χιλιάδες σφραγισμένοι προερχόμενοι από κάθε φυλή των απογόνων του Ισραήλ).

Εδώ φαίνεται σαφέστατα ότι ο άγγελος που είχε «σφραγίδα Θεού ζώντος» εσφράγισε τους δούλους του Θεού στα μέτωπά τους.

Παράλληλο χωρίο ανευρίσκεται και σε άλλα κεφάλαια της Αποκαλύψεως: «Καὶ εἶδον, καὶ ἰδοὺ τὸ ἀρνίον ἑστηκὸς ἐπὶ τὸ ὄρος Σιών, καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἑκατὸν τεσσαράκοντα τέσσαρες χιλιάδες, ἔχουσαι τὸ ὄνομα αὐτοῦ καὶ τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς αὐτοῦ γεγραμμένον ἐπὶ τῶν μετώπων αὐτῶν.» (Αποκ. ιδ, 1). (Μτφρ. Κατόπιν, κοίταξα και, να, το Αρνίο να στέκεται επάνω στο όρος Σιών και μαζί του εκατόν σαράντα τέσσερις χιλιάδες που είχαν το όνομά του και το όνομα του Πατρός του γραμμένο στα μέτωπά τους). 

Δηλαδή, οι σεσωσμένοι που στέκονται με το Αρνίο – τον Χριστό, είχαν το όνομα του Χριστού και του Πατρός Του γεγραμμένο στα μέτωπά τους. Και όπως λέγει στην συνέχεια το κείμενο, αυτοί έψαλαν «ωδήν καινήν», ενώπιον του θρόνου του Θεού, της οποίας το περιεχόμενο μόνον αυτοί γνώριζαν. Επομένως, η σφράγιση των Χριστιανών με το όνομα του Χριστού και του Πατρός Του συνδέεται με την «ωδήν καινήν», δηλαδή την νοερά προσευχή, την οποία αγνοούν οι άνθρωποι που δεν έχουν εμπειρία αυτής της καταστάσεως.

 

4. Όλα αυτά σημαίνουν ότι με το μυστήριο του αγίου Χρίσματος το οποίο συνδέεται με το μυστήριο του αγίου Βαπτίσματος λάβαμε την δωρεά του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά, δια της σφραγίσεως των μελών του σώματός μας, όταν ο Ιερεύς έλεγε «σφραγίς δωρεάς Πνεύματος Αγίου, αμήν». Αυτό το χρίσμα στην καρδιά ενεργεί ως φωτισμός νοός, ως έμπνευση, ως αγάπη προς τον Θεό, ως προσευχή, ως ελπίδα της αιωνίου ζωής, ως αρραβώνας του Πνεύματος. Η ομολογία των μαρτύρων και το μαρτύριο που ακολουθεί είναι ενεργοποίηση του αγίου Χρίσματος, δια του οποίου ορά τον Θεό, γι’ αυτό και το μαρτύριο των αγίων δεν είναι υπόθεση λογικής επεξεργασίας, συναισθηματικής εξάψεως και θυμικής ενεργείας, αλλά καρπός θεοπτίας-θεώσεως.

Όμως, όταν διαπράττουμε κάποια αμαρτία, τότε το χρίσμα που βρίσκεται στο βάθος της καρδιάς ενεργοποιείται δια της μετανοίας. Δηλαδή, η μετάνοια που εκδηλώνεται ως διάθεση αλλαγής βίου, ως αγάπη προ τον Θεό και ως προσευχή, είναι ενεργοποίηση της Χάριτος του αγίου Χρίσματος. Επίσης, αυτό το χρίσμα ενεργοποιείται με την νοερά καρδιακή προσευχή, που είναι η «καινή ωδή», την οποία ψάλλουν οι αναγεννημένοι υπό του Αγίου Πνεύματος.

Όταν όμως ο άνθρωπος αρνήται τον Χριστό, εγκαταλείπη την Ορθόδοξη Εκκλησία και αποδέχεται άλλες ομολογίες – αιρέσεις και θρησκείες, τότε χάνει αυτήν την δωρεά και για να επανέλθη στην Ορθόδοξη Εκκλησία πρέπει να λάβη πάλι το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος με το μυστήριο του Χρίσματος.

Επομένως, οι Ποιμένες της Εκκλησίας δεν πρέπει να ομιλούν μόνον για τον Αντίχριστο και τους προδρόμους του, αλλά κυρίως και προ παντός θα πρέπη να βοηθούν τους Χριστιανούς να ζουν κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να ενεργοποιήται η Χάρη του Βαπτίσματος και του Χρίσματος, με την διαφύλαξη των εντολών του Χριστού και των δογμάτων, την ορθόδοξη βίωσή τους, την μετάνοια και την εσωτερική νοερά – καρδιακή προσευχή, διότι έτσι θα μπορέσουν να ξεχωρίσουν τις ενέργειες του Χριστού από τις ενέργειες του Αντιχρίστου. Διαφορετικά, θα συγχέουν τις άκτιστες με τις κτιστές ενέργειες και το χειρότερο θα θεωρούν ότι οι ενέργειες του Αντιχρίστου είναι ενέργειες του Χριστού ή αντιστρόφως. Αυτή η διάκριση συνιστά την ορθόδοξη ποιμαντική. Και η ουσία της είναι η λεγομένη ησυχαστική παράδοση.

 Όσοι αξιωθούν να χρισθή η καρδιά τους από το Άγιο Πνεύμα, ήτοι να γραφή στην καρδιά το όνομα του Αρνίου της αποκαλύψεως και του Πατρός Αυτού, θα αποφύγουν την σφραγισή τους από το θηρίο της αποκαλύψεως και τον πατέρα του, καθώς επίσης θα αποφύγουν και τους προδρόμους του.

Αυτή είναι η ουσία της ορθοδόξου ποιμαντικής που συνδέεται με την ησυχαστική παράδοση της Εκκλησίας. Γι’ αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία η διατήρηση του ορθοδόξου μοναχισμού. Κάθε αλλοίωση του ησυχαστικού πνεύματος του ορθοδόξου μοναχισμού διευκολύνει τους προδρόμους του Αντιχρίστου να κάνουν πολύ καλά την δουλειά τους και να πλανούν τους ανθρώπους.

(Πηγή: "Εκκλησιαστική Παρέμβασις" Ιούνιος 2006)

Πέμπτη 26 Αυγούστου 2021

ΧΑΘΗΚΕ Η ΕΝΟΤΗΤΑ Ή ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕ ΚΑΘΟΛΟΥ; (π. Γεώργιος Δορμπαράκης)



Εξαφορμής του εμβολιασμού λόγω του covid-19 οι άνθρωποι διχάστηκαν – άλλοι τον αποδέχονται και σπεύδουν να εμβολιαστούν, άλλοι τον αρνούνται για διαφόρους λόγους που δεν είναι της παρούσης. Και διχάστηκαν κι εκείνοι που κανονικά δεν θα έπρεπε, όπως είναι οι χριστιανοί, οι οποίοι γνωρίζουν ή πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει τίποτε σημαντικότερο και σπουδαιότερο στη ζωή αυτή από την ενότητά μας – ο Κύριος ήλθε να ενώσει τον διεσπασμένο άνθρωπο με τον Ίδιο και διά του Ιδίου και με τους άλλους και με όλη τη δημιουργία.

 

Η βαθειά επιθυμία και ο διακαής πόθος του Κυρίου, όπως το εξέφρασε ιδιαιτέρως στην αρχιερατική Του προσευχή στη Γεθσημανή ήταν, και είναι, «ίνα πάντες εν ώσιν». Κι η ενότητα αυτή δεν είναι σύμφωνη με τα μέτρα του κόσμου τούτου του κείμενου στην αμαρτία, συνεπώς έχοντας μέσα της ως δομικό στοιχείο το διασπαστικό στοιχείο του εγωισμού, αλλά εκείνη η ενότητα που αντανακλά την ενότητα της αγίας Τριάδος. «Ίνα πάντες εν ώσιν, καθώς συ, πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοι, ίνα και αυτοί εν ημίν εν ώσιν» (Ώστε όλοι να είναι ένα, όπως εσύ, Πάτερ, είσαι αχώριστα ενωμένος με εμένα και εγώ με εσένα, για να είναι και αυτοί αχώριστα ενωμένοι με εμάς). Όπου υπάρχει λοιπόν διάσπαση και χωρισμός εκεί δεν υπάρχει η παρουσία του Θεού μας κι ας επικαλούμαστε χίλιες φορές το άγιο όνομά Του για να διατρανώνουμε την πίστη μας!

 

Η αναφορά όμως στην ενότητά μας που κάνει πολλούς χριστιανούς με πίκρα να λένε ότι χάθηκε λόγω της πανδημίας τίθεται υπό αίρεση. Πράγματι υπήρχε η ενότητα αυτή και χάθηκε; Διότι, όπως ο Κύριος το απεκάλυψε παραπάνω, μιλάμε για την ενότητα που βάση της έχει τον Τριαδικό Θεό μας. Που θα πει ότι είμαστε οι χριστιανοί ενωμένοι μεταξύ μας και με κάθε άλλον συνάνθρωπό μας, όταν ζούμε την αγάπη του Θεού μας. Κι η αγάπη αυτή φανερώθηκε με τον πιο ανάγλυφο τρόπο επάνω στον Σταυρό του Κυρίου. Κι έκτοτε ο Κύριος αυτήν την αγάπη προέβαλλε ως τύπο της αλήθειας της: «Αυτή είναι η εντολή μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον, όπως εγώ σας αγάπησα. Μεγαλύτερη αγάπη από αυτή δεν υπάρχει, ώστε να θυσιάζει κανείς τη ζωή του για χάρη των φίλων του». 

 

Τι σημαίνει λοιπόν αυτό; Ότι η ενότητα μεταξύ των ανθρώπων δεν αποτελεί μία κατάσταση που αποκτήθηκε διαμιάς και λειτουργεί αυτόματα, αλλά είναι το διαρκές και συνεχές αγώνισμα του χριστιανού, κυριολεκτικά της κάθε ημέρας και της κάθε ώρας και της κάθε στιγμής – ο χριστιανός αδιάκοπα δίνει εξετάσεις για το αν είναι και παραμένει χριστιανός. Πώς; Μετρώντας τον εαυτό του με το κριτήριο που έθεσε ο Κύριος, άρα από το πόσο βιώνει τον Σταυρό του Κυρίου στην καθημερινότητά του.

 

Πόσοι χριστιανοί βρίσκονται στην ετοιμότητα αυτή; Η πραγματικότητα δείχνει ελάχιστους: στα πρόσωπα των αγίων της κάθε εποχής, ίσως μετρημένων πια στα δάχτυλα της μιας χειρός. Δυστυχώς είμαστε υποχρεωμένοι να αποδεχτούμε αυτό που αρκετοί θεολόγοι της εποχής μας έχουν επισημάνει ότι ο χριστιανισμός, ο αληθινός και γνήσιος, υφίσταται και θα υφίσταται μάλλον στον κόσμο μας στον τύπο των «νησίδων» – ό,τι βεβαίως είχε πει ο ίδιος ο Κύριος: «μικρόν το ποίμνιον». Ας ευχόμαστε μέσα στις νησίδες αυτές να βρισκόμαστε κι εμείς. Θα είμαστε η ανάπαυση του Θεού μας και το «πολικό αστέρι» στον ταραγμένο και κατακερματισμένο κόσμο μας. 

-------------------------------------------------------------

πηγή

Τρίτη 10 Αυγούστου 2021

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ..! (Ιωάννης Κορναράκης)


Η εμφάνιση και η πρόοδος της ψυχολογίας του ασυνειδήτου (Βάθους) υπήρξε αναμφίβολα πολυσήμαντη. Όμως είναι γεγονός ότι κάθε αντικειμενικός ερευνητής ημπορεί να παραδεχθή σαν βασική κατεύθυνση της ψυχολογίας αυτής την αποκάλυψη της ποιότητος και του περιεχομένου της ανθρωπίνης προσωπικότητος.

 

Ήδη έγινε λόγος για την σπηλιά των ενστικτικών τεράτων, που η ψυχολογία του Βάθους απεκάλυψε. Αλλά δεν πρόκειται μόνο για «τέρατα» που ενσαρκώνουν απλώς ανθρώπινα πάθη. Κάθε ανθρώπινο, όσο «απάνθρωπο» κι αν είναι, μένει ανθρώπινο. Τα ανθρώπινα πάθη, όπως τα εγνώριζε ο άνθρωπος προ της εμφανίσεως της ψυχολογίας του Φρόυδ, ήσαν πάντοτε στα μέτρα της ανθρωπίνης αδυναμίας και ποταπότητος. Σαν πάθη ήσαν πάντοτε μιαρά και μισητά, αλλά ήσαν απλώς ανθρώπινα πάθη γιατί είχαν την αιτία τους στην ανθρώπινη αδυναμία.

 

Η ψυχολογία του Βάθους, και κατ’ εξοχήν η ψυχανάλυση, προχώρησε πέρα από το βυθό των ανθρωπίνων παθών, σε στρώματα που φιλοξενούν (σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της ψυχολογίας αυτής) ένα ασύλληπτο βόρβορο ηθικής ακαθαρσίας και ρυπαρότητος. Πρόκειται για τους ψυχαναλυτικούς ισχυρισμούς «περί της δομικής λειτουργίας των αιμομικτικών τάσεων που εμφωλεύουν σε κάθε ανθρώπινη ψυχή». Και, άσχετα βέβαια αν είναι ή δεν είναι εύκολη η εξουδετέρωση των ισχυρισμών αυτών και ακόμη άσχετα από τον αποτροπιασμό με τον οποίο ημπορεί να αντιδρά κανείς εναντίον μιας τέτοιας γενικεύσεως της αιμομικτικής βδελυρότητος, η ψυχαναλυτική αυτή ερμηνεία, ωρισμένων συγγενικών σχέσεων, έχει ένα νόημα πέρα από κάθε επιστημονική δικαίωση ή απόρριψη. Έχει το νόημα ότι δημιουργεί ένα αφάνταστα εσωτερικό ρήγμα στη βάση της αξιοπρεπείας της ανθρωπίνης προσωπικότητος, που όμως στο τέλος - τέλος πρέπει να εκτιμηθή εποικοδομητικά.

 

Αλήθεια! Καθώς είμαστε παγιδευμένοι στα καθιερωμένα σχήματα ζωής και επίσης (όπως απέδειξε επιδέξια ο Jung) ταυτισμένοι με το πολυδύναμο προσωπείο μας, αδυνατούμε συνήθως να στρέψουμε «ειλικρινά» το βλέμμα στο ψυχολογικό και ζωώδες ορμεμφυτικό βυθό της προσωπικότητός μας για να γνωρίσουμε αυτό που είμαστε! Το «προσωπείο» δεν επιτρέπει την προσβολή της αξιοπρεπείας μας, που θα προκαλούσε ενδεχομένως μια ματιά στα σκοτεινά βάθη του βυθού αυτού. Έτσι, κάθε τι που μειώνει την ανθρώπινη προσωπικότητα, μας προκαλεί. Μάλιστα κάθε τι που την αποδεικνύει απάνθρωπη, μας αναστατώνει.

 

Παρ’ όλα αυτά θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι το εγχείρημα της ψυχαναλύσεως, εκτός της αρνητικής του όψεως, έχει πράγματι και μια θετική πλευρά: το ξεσκέπασμα της εσωτέρας φύσεως του ανθρώπου. Ένα τέτοιο ξεσκέπασμα ημπορεί, υπό ωρισμένη έποψη, να εκτιμηθή σαν μια ηρωική πράξη του ανθρώπου που αναζητεί το γνήσιο και αυθεντικό εαυτό του. Πέρα ή πίσω από το προσωπείο, τις προφάσεις και τα προσχήματα, ο άνθρωπος αυτός αναζητεί ό,τι είναι ανθρώπινο. Αλλά το ανθρώπινο δεν είναι πάντοτε αξιοπρεπές και ενάρετο και ευγενές. Σε πολλές περιπτώσεις είναι επίσης «ειδεχθές» και «δυσώδες»!

 

Η συμφιλίωσή μας με μια πραγματικότητα τόσο εσωτερική και συγχρόνως τόσο αρνητική, όσο είναι το «ειδεχθές» και το «δυσώδες» περιεχόμενο του εαυτού μας, είναι ασφαλώς δύσκολο έργο. Συνήθως προτιμούμε να σκεπτώμεθα για τον εαυτό μας τα κρείττονα. Το προσωπείο μας (ας είναι καλά!), σαν πολυδύναμος ψυχοπνευματικός μηχανισμός, αναλαμβάνει να εμπνεύση την «ιδεατή» μας εικόνα και να μας δίνη αποδείξεις της ηθικής μας ανωτερότητος, και γιατί όχι, της πνευματικής μας ολοκληρίας. Είναι φαίνεται στη φύση του ανθρώπου να κατασκευάζη (ανεπίγνωστα) μια εικόνα του εαυτού του που είναι συνήθως αρτία από κάθε πλευρά και που γι’ αυτό το λόγο δεν δέχεται να την θίξη κανείς από καμμιά της πλευρά. Αλλά η ιδιόμορφη αυτή αντίδραση του εαυτού μας στην εικόνα του εαυτού του, ισοδυναμεί με μια προδοσία και με μια απάτη και παραπλάνηση. Προδίδεται ο εαυτός μας από τον εαυτό του. Απατά αυτός εαυτόν. Αυταπατάται! Ζει και δρα μέσα σε ψευδαισθήσεις και αυταπάτες.

 

Στο σημείο αυτό μόνο ημπορεί κανείς να αντιληφθή το σεισμικό συγκλονισμό που προκαλεί στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου η ψυχολογία του Βάθους, που, σαν ένα γιγαντιαίο ψυχοτρύπανο, κάνει να αναπηδά από τα έγκατα του βυθού του κόσμου αυτού ο βόρβορος, ας ειπούμε, των αιμομικτικών τάσεων, που κατασπιλώνουν την ιδεατή (πλαστή) εικόνα του ανθρώπου. Μα κι αν δεχθούμε (πράγμα που είναι ασφαλώς πολύ σίγουρο) ότι οι τάσεις αυτές δεν αποτελούν αρχετυπικές λειτουργίες της προσωπικότητος και ότι ο σχετικός ισχυρισμός της ψυχαναλύσεως είναι μια τραγική υπερβολή, οπωσδήποτε η ψυχολογία του Βάθους «εξέθεσε εις κοινήν θέαν» την εσωτερική ακαταστασία, τη διάσπαση, την αγριότητα και το ψεύδος που κλείνει ο άνθρωπος μέσα του. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο οι υπηρεσίες που έχει προσφέρει η ψυχολογία αυτή στο σύγχρονο άνθρωπο έχουν ένα χαρακτήρα ασκητικό, δηλ. νηπτικό. Η ειλικρίνεια και γενικά ο ωμός τρόπος με τον οποίο η ψυχολογία του Βάθους αντιμετωπίζει τον «πολιτισμένο» και εξευγενισμένο άνθρωπο, είναι στοιχεία της ασκητικής συμπεριφοράς έναντι του βάθους της ανθρωπίνης προσωπικότητος.

 

Πράγματι! Ο ασκητής της ερήμου, όπως όλοι γνωρίζουμε, προσανατολίζει τη σκέψη του όχι προς την πλαστή και ιδεατή του εικόνα αλλά προς το ακάθαρτο βάθος του εαυτού του. Μάλιστα κι όταν ακόμη, με πολλή προσπάθεια και με αιμάτινους αγώνες, κατορθώση να ξεπεράση και να νικήση τα πάθη του, όταν έχη εισέλθει πλέον στην κατάσταση της απαθείας, δεν αποξενώνεται τελείως από το ακάθαρτο αυτό βάθος. Η ενδοσκόπησή του είναι πάντοτε διάλογος με το βάθος αυτό. Αυτό σημαίνει ότι όταν ο ασκητής στέκεται μπροστά στον εαυτό του, στέκεται συνήθως μπροστά στον ακάθαρτο εαυτό του.

 

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, στην επιστολή του «Προς Ξένην μοναχήν»1, βεβαιώνει ότι, όταν κατορθώση ο άνθρωπος να απαλλαγή ολίγον από τον κατακλυσμό των αισθητών και από την τύρβη που προκαλούν αυτά, τότε ημπορεί να «κατοπτεύση τον εντός άνθρωπον». Και τί βλέπει τότε εντός του; Βλέπει απλούστατα «το προσγεγενημένον ειδεχθές προσωπείον», «το δυσειδές κάλυμμα» του εσωτερικού του κόσμου, το οποίο «διά πένθους απονίψασθαι σπεύδει». 

Ο δε Όσιος Νείλος ο Ασκητής υπενθυμίζει ότι ο νους του ανθρώπου δεν ημπορεί ακινδύνως να κατέρχεται μέχρι του εσωτερικού ακαθάρτου βυθού του ανθρώπου. Εάν ο νους δεν είναι ενισχυμένος από τη χάρη του Θεού και γυμνασμένος από την αδιάλειπτη άσκηση, δεν επιτρέπεται να κατέρχεται στο ακάθαρτο αυτό βάθος γιατί αυτό αποτελεί «τον σκοτασμόν των ακαθάρτων λογισμών»(2), που όμως έχουν μια ελκτική δύναμη. Είναι ικανοί να αιχμαλωτίσουν τη διάνοια και να τη θάψουν μέσα στον σκοτασμό αυτόν. 

Το ακατάβλητο δε, από κάποια άποψη, δυναμικό του ακαθάρτου περιεχομένου του ανθρώπου, υπογραμμίζει και η εξαγόρευση του νηπτικού αγωνιστού που, ενώ εγεύθηκε μόλις προ ολίγου τη θεωρία του θείου φωτός, προσήγγισε και πάλιν διά του νου τα «γεώδη» και «κόπρια». «Φως αειλαμπές πνευματικόν και ζωήν υπερκόσμιον έχω, θείαν και τροφήν και τρυφήν, αναβάσεις και εφέσεις και ενώσεις και απολαύσεις της τρισυποστάτου θεότητος, ξενοτρόπους και μετά Χριστού Ιησού του κυρίου των πάντων αρρήκτους φιλικάς διαθέσεις. αλλ’ οίμοι της ταλαιπωρίας και αφροσύνης μου! Οίμοι των κακών της ανοίας μου! Ο ούτω διά της χάριτος υπερουράνιος γεγονώς νους μου, έστι ότε αποκλίναι κλαπείς προς σφαλερά και γεώδη και κόπρια και όλων δυσωδίας ανάπλεως, οίμοι! Τις ου θαυμάσεται και θρηνήσει εις τα εμά, και εξ ελέους προκαλέσας υπέρ εμού Θεόν...»3. Έτσι η ασκητική εμπειρία συμφωνεί απόλυτα με τη βασική θέση της ψυχολογίας, που ορίζει ότι ο βυθός της ανθρωπίνης προσωπικότητος είναι ένας «ακάθαρτος», αφάνταστα «ακάθαρτος» χώρος!

 

Εξ άλλου η ψυχοθεραπεία, σαν εφηρμοσμένη ψυχολογία, έχει την εμπειρία του ποιοτικού περιεχομένου του βάθους της ανθρωπίνης προσωπικότητος από μια άλλη πλευρά. Δηλαδή, όπως γνωρίζουμε, ο νευρωτικός άνθρωπος που ζητεί τη βοήθεια της ψυχοθεραπείας, οδηγείται τελικά, με τη βοήθεια των μεθόδων και των μέσων που εκείνη χρησιμοποιεί, μπροστά στον εαυτό του. Χειραγωγείται στο να συναντήση τον εαυτό του, να κατανοήση το εσώτερο βάθος του και να αναλάβη τις ευθύνες του για μια καινούργια, ανανεωμένη ζωή. Αλλά η ψυχοθεραπευτική αυτή πείρα διδάσκει, ότι δεν ημπορεί εύκολα και άνετα να σταθή κανείς μπροστά στον εαυτό του! Ο όρος «ψυχική αντίσταση» χρησιμοποιείται πλέον πληθωρικά για να δηλώση το είδος της αντιδράσεως του ανθρώπου που καλείται να σταθή μπροστά στον αποκεκαλυμμένο εαυτό του. Ο άνθρωπος αυτός δεν θέλει να ιδή κατάματα τον εαυτό του. Κλείνει τα μάτια του μπροστά στην εικόνα του εαυτού του που αποκαλύπτει ο ψυχοθεραπευτικός διάλογος και αντιδρά με μια ιδιότυπη συμπεριφορά. Ο εαυτός του εναντίον του εαυτού!

 

Η σύγχρονη αυτή εμπειρία της ψυχοθεραπευτικής μεθοδολογίας και αγωγής δείχνει λοιπόν εύγλωττα, ότι και από την άποψη αυτή ο άνθρωπος αντιδρά ανακλαστικά στη θέα του βάθους του εαυτού του. Αλλ’ αυτό ακριβώς το ψυχοθεραπευτικό δεδομένο σε σχέση με τη γενική απέχθεια του ανθρώπου για ενδοσκοπήσεις και βυθοσκοπήσεις, επιμαρτυρεί ότι μόνον υπό ωρισμένους όρους ή (τουλάχιστον) υπό κάποιον όρο είναι δυνατόν να σταθή ο άνθρωπος άνετα μπροστά στον εαυτό του. Και ο όρος αυτός είναι ασφαλώς η πνευματική ωριμότης. Βέβαια εδώ ημπορεί κανείς να διερωτηθή πώς θα αποκτηθή η πνευματική αυτή ωριμότης χωρίς προηγούμενες προσπάθειες αυτογνωσίας. Πρόκειται ασφαλώς για μια αμοιβαιότητα που όσο περισσότερο εξελίσσεται τόσο πιο άνετα επιτρέπει στο άτομο να θεωρή τον εαυτό του. Οι απόπειρες αυτογνωσίας που εξελίσσονται σε προσπάθειες αυτοθεωρήσεως και εκείνες σε συστηματικούς μόχθους βυθοσκοπήσεως προάγουν σε μια πνευματικότητα που είναι προϋπόθεση μιας πέρα για πέρα ειλικρινούς και «αδιάστατης» αυτογνωσίας. Η αμοιβαιότης αυτή κατανοείται ευκολώτερα μέσα στη ζωή της ερήμου. Τη διαπίστωση αυτή επικυρώνει πλέον πανηγυρικά η ασκητική εμπειρία, αφού, όπως είπαμε ήδη, ο αγωνιστής της ερήμου είναι βασικά προσανατολισμένος όχι προς την ιδεατή του εικόνα ή προς τις πνευματικές του κατακτήσεις, αλλά προς το ακάθαρτο βάθος του εαυτού του. Όσο περισσότερο προάγεται στην πνευματική ζωή, τόσο βαθύτερα ανερευνά και εξετάζει τον εαυτό του.

 

Την άποψη αυτή, ότι δηλαδή η ειλικρινής και «άνετη» αυτοθεώρηση του εσωτερικού δράματος του ανθρώπου ημπορεί να γίνεται μόνο υπό τον όρο της πνευματικής ωριμότητος, την επιβεβαιώνει και ο Επίσκοπος της Εμέσης Νεμέσιος με μια πρωτότυπη κάπως ερμηνεία της εδεμικής απαγορεύσεως. Ο Νεμέσιος, στο έργο του «Περί φύσεως του ανθρώπου», υποστηρίζει την άποψη σύμφωνα με την οποία η απαγόρευση εκ μέρους του Θεού της βρώσεως του καρπού του δένδρου της γνώσεως του καλού και του κακού αφωρούσε την απαγόρευση της αυτογνωσίας. «Επειδή δε ου συνέφερεν αυτώ προ της τελειώσεως γνώναι την φύσιν εαυτού, απηγόρευσεν αυτώ μη γεύσασθαι του ξύλου της γνώσεως. Ήσαν γαρ, μάλλον δε εισίν έτι και νυν δυνάμεις εν τοις φυτοίς μέγισται. τότε δε, ως εν αρχή της κοσμοποιίας, ακραιφνείς ούσαι, ισχυροτάτην είχον την ενέργειαν. Ην ουν και απόγευσίς τινος καρπού, γνώσιν εμποιούσα της οικείας φύσεως. Ουκ ηβούλετο δε αυτόν ο Θεός προ της τελειώσεως γνώναι την οικείαν φύσιν, ίνα μη, γνους εαυτόν ενδεά πολλών όντα, της σωματικής επιμεληθή χρείας, καταλιπών την της ψυχής πρόνοιαν. Και διά ταύτην την αιτίαν εκώλυσεν αυτόν μεταλαβείν του καρπού της γνώσεως. Παρακούσας δε και γνους εαυτόν, της μεν τελειώσεως εξέπεσε, της δε σωματικής χρείας εγένετο»4.

 

 Η ερμηνεία αυτή του Νεμεσίου Εμέσης υπενθυμίζει την προπτωτική αδυναμία του ανθρώπου να θεωρή εαυτόν. Δηλαδή, όχι μόνον μετά την πτώση του ανθρώπου αλλά και προ της πτώσεως, κατά τον Νεμέσιον, υπήρχε, όπως άλλωστε είναι εύλογο, το πρόβλημα της διαστάσεως μεταξύ του τί είναι ο άνθρωπος και τί οφείλει να γίνη ή να είναι. Εξ άλλου η διάσταση αυτή υπεγράμμιζε και κατά την περίοδο αυτή της «αθωότητος» ότι ο άνθρωπος μόνο υπό ωρισμένους ορούς θα είχε τη δυνατότητα να αποκτά μια εποικοδομητική αυτογνωσία. Έτσι η ψυχολογική και πνευματική εκδοχή της φράσεως «Ου παντός εις Κόρινθον πλειν» πρέπει ασφαλώς να θεωρήται έγκυρη και προ και μετά την πτώση του ανθρώπου. Δεν ημ¬πορεί πράγματι ο καθένας μόνος του και χωρίς ωρισμένες βασικές προϋποθέσεις να προσπαθή να γνωρίση τον εαυτό του. Η ερημική μάλιστα εσωτερικό¬της αποκλείει σαφώς μια τέτοια δυνατότητα. Ο μαθητευόμενος ασκητής είναι ψυχικά και πνευματικά δεμένος με τον γέροντά του και μόνο με την καθοδήγηση και την ερημική του σοφία προχωρεί βήμα προς βήμα στους δαιδαλώδεις δρομίσκους της εσωτερικότητος. Σε στιγμές που η θέα της εσωτερικότητος αυτής τον τρομάζει ή τον απογοητεύει, τον ενθαρρύνει και τον στηρίζει η πνευματική οντότης του γέροντος. Κι αυτό, από πλευράς πνευματικής στρατηγικής και τέχνης, έχει ανεκτίμητη αξία και μοναδικό νόημα. Η προειδοποίηση «Ουαί τω ενί» (Εκκλ. 4, 10) κατανοείται εδώ σ’ όλη την έκτασή της. Αλλοίμονο σ’ ε¬κείνον που στέκεται «μόνος» μπροστά στον εαυτό του. Δηλαδή «μόνος» δεν είναι εύκολο να σταθή κανείς μπροστά στο γνήσιο και αυθεντικό εαυτό του, αλλά και αν ακόμη κατορθώση «μόνος» του να σταθή μπροστά στο χάος του εαυτού του, μόλις σταθή θα πέση. Γιατί ποιος ημπορεί να σηκώση το ψυχολογικό και πνευματικό βάρος ενός χάους;

 

Εδώ ας θυμηθούμε τη μεγάλη μορφή του ευαγγελικού τελώνη. Με το κεφάλι κρεμασμένο στο στήθος του έχει μπροστά του την πανοραμική θέα του εαυτού του. Μια θέα συγκλονιστική, απογοητευτική, φρικτή, απερίγραπτη! Αλλά ο τελώνης στέκεται, δεν πέφτει. Στέκεται μπροστά στον εαυτό του. Ναι, αλλά τη δύναμη την οφείλει σε μια παρουσία. Στην παρουσία του Θεού που κλείνει μέσα του. Γι’ αυτό άλλωστε, ό,τι βλέπει, ό,τι τον τρομάζει, ό,τι τον συγκλονίζει, το συνοψίζει στη σωτήρια προς Αυτόν κραυγή. «Ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ» (Λουκ. 18, 13). Υπό τον όρο αυτόν η αυτογνωσία του τελώνη είναι συγχρόνως βίωση σωτηρίας. Βλέπει, κραυγάζει, σώζεται. Μια εξελικτική πνευματική πορεία που καταξιώνει την αυτοθεώρηση και δείχνει ότι υπάρχει ένας νόμιμος τρόπος για να ημπορέση κανείς να σταθή λυτρωτικά μπροστά στον εαυτό του. Αιώνες τώρα γνωρίζουμε ότι ο τρόπος αυτός είναι η πορεία μέσα από τα μονοπάτια της ερημικής εσωτερικότητος..!

 

Ο σύγχρονος άνθρωπος δίνει καθημερινά πληθωρικές αποδείξεις για το γεγονός ότι... αποφεύγει τον εαυτό του! Είναι παγιδευμένος στο φαύλο αυτό κύκλο: είναι τελείως μόνος με τον εαυτό του και συγχρόνως αφάνταστα μακρυά από τον εαυτό του. Ο διάλογος με τον εαυτό του, οσάκις τον απειλεί, τον αναστατώνει και τον τρομάζει. Αδιάψευστος μάρτυς του γεγονότος αυτού η ψυχολογία του Βάθους και δημόσιος. .. κατήγορος η αντικοινωνική του κοινωνικότης!

 

Αλλά και ο σύγχρονος χριστιανός, σε πολλές περιπτώσεις, δείχνει ότι υποδύεται απλώς κάποιο ρόλο ή ότι είναι άσχετος με τον εαυτό του. Έτσι και στη περίπτωσή του το πρόβλημα, πολλές φορές, είναι το ίδιο. η μόνωση και η αποξένωση. Φαίνεται πως η «καθιερωμένη» ευσέβεια πολύ ολίγα πράγματα ημπορεί να προσφέρη στη δυναμική και αυθεντική ανανέωση της εσωτερικότητός του. Γι’ αυτό περισσότερο για το σύγχρονο χριστιανό είναι αναγκαία η αυτοθεώρηση που βιώνεται στ’ αχνάρια της φιλοκαλικής ερημικής εσωτερικότητος. Όταν γευθή τις εμπειρίες της εσωτερικότητος αυτής, θα καταλάβη ο χριστιανός αυτός, χωρίς δυσκολία, ότι πράγματι μόνο υπό τον όρον αυτόν ημπορεί ο εαυτός του να σταθή μπροστά στον εαυτό του. Κι αυτό σημαίνει ασφαλώς την αρχή της αυθεντικής πνευματικής ζωής, της ζωής που το Ευαγγέλιο του Χριστού καταγγέλλει...!

 

1. Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών. Τόμος Δ’, σελ. 109. 

2. Ένθ’ ανωτ. Τόμος Α’, σελ. 213. 

3. Ένθ’ ανωτ. Τόμος Δ’, σελ. 366. 

4. Βιβλ. Ελλήνων Πατέρων (Έκδ. Αποστ. Διακ.) Τόμος 38, σελ. 224 εξ. 

------------------------------------------------------------------ 

πηγή

Αφιέρωμα στην "Μεταμόρφωση του Σωτήρος"

  Κείμενα που έχουν αναρτηθεί στο "ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ" σχετικά με την μεγάλη εορτή της "ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ".










 
 
 
 

Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος

 
(+ Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης)

 

Ὅπως ὅλα τά γεγονότα πού μᾶς διηγοῦνται οἱ ἅγιοι Εὐαγγελισταί ἔγιναν διά τήν σωτηρίαν ἡμῶν, ἔτσι καί ἡ Θεία Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου ἔγινε δι’ ἡμᾶς καί διά τήν σωτηρίαν ἡμῶν. Δέν ὑπάρχει κάτι στή ζωή τοῦ Κυρίου μας, πού νά μήν ἔχει σωτηριολογική σημασία, πού νά μήν ἀφορᾶ τήν σωτηρία μας. Γι’ αὐτό ἄλλωστε ἐνηνθρώπισε ἔγινε ἄνθρωπος διά τήν σωτηρία μας. 

 

Καί ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου μας μᾶς ὑποδεικνύει ὄχι μόνον τήν θεότητα τοῦ Κυρίου καί τήν δόξαν τήν ὁποίαν εἶχε πλησίον τοῦ Οὐρανίου Πατρός Του, πρό τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου, προαιωνίως -καί τήν ὁποίαν ἐπ’ ὀλίγον ἐφανέρωσε εἰς τούς Μαθητάς του, δέν ἐφανέρωσε τήν πλήρη δόξα Του, ἀλλά κάτι ἀπ’ τή δόξα Του, καθώς ἠδύναντο, ὅπως λέει ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας-, ἀλλά κι ἔτσι μᾶς ὑπέδειξε ποιός εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς δικῆς μας ζωῆς.

 

Εἶναι νά μετέχουμε τοῦ Θείου Φωτός, τῆς Δόξης τοῦ Θεοῦ, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Διότι κατά τούς Ἁγίους Πατέρες ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ Δόξα Του, εἶναι τό Ἄκτιστο Φῶς. Εἶναι ἡ θέα τοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου. Ἀπ’ τή μιά λοιπόν μεριά ὁ Κύριος μεταμορφώνεται γιά νά βεβαιωθοῦν καί οἱ Μαθηταί Του, πού θά ἐσκανδαλίζοντο μετά ἀπό λίγο μέ τόν Σταυρικό Του θάνατο, ὅτι ὄντως εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός ἀληθινός. Ἀλλά καί μεταμορφώνεται γιά νά πεῖ καί σέ μᾶς πώς ὅ,τι συνέβη σέ μένα πρέπει νά γίνει καί σέ σᾶς. Εἴμεθα κεκλημένοι ὅλοι νά μεταμορφωθοῦμε. Βέβαια, ὁ Κύριος μετεμορφώθη δι’ ἰδίας Αὐτοῦ δυνάμεως. Ἐμεῖς θά πρέπει νά μεταμορφωθοῦμε «ἀπό δόξης εἰς δόξαν», πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ὄχι διά τῆς δικῆς μας δυνάμεως, ἀλλά διά τῆς Χάριτος καί τοῦ Φωτός τοῦ Μεταμορφωθέντος Κυρίου.

 

 Γιά τό Φῶς αὐτό μιλοῦσε καί ἡ Παλαιά Διαθήκη καί κάποιοι ὅπως ὁ Μωϋσῆς, ὅπως ἀκούσαμε, ἔλαβαν δόξαν Θεοῦ. Ἀλλά κανείς δέν τόλμησε νά πεῖ στήν Παλαιά Διάθηκη, ὅσο κι ἄν ἔλαβε κάποια Χάριν καί Δόξαν ἀπό τόν Θεόν, ὅτι «ἐγώ εἰμι τό Φῶς τοῦ Κόσμου». Μόνο ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐτόλμησε νά τό πεῖ γιατί Αὐτός εἶναι καί ἡ ζωή, εἶναι τό πᾶν. Καί τώρα πῶς ἐμεῖς, οἱ ἐμπαθεῖς, οἱ ἁμαρτωλοί, θά μετάσχουμε τοῦ Θείου Φωτός; Πῶς θά γίνουμε κι ἐμεῖς φῶς; Πῶς θά ὑποχωρήσουν τά πάθη μας πού εἶναι σκότος; Καί οἱ ἁμαρτίες πού εἶναι σκότος; Καί πῶς σιγά – σιγά τό σκότος πού εἶναι ἐν ἡμῖν θά λιγοστεύει καί θά αὐξάνει τό φῶς τοῦ Χριστοῦ; Αὐτός εἶναι ὁ ἀγῶνας μας καί γι’ αὐτό βλέπουμε τόν Κύριο Μεταμορφωθέντα καί βλέπουμε ποῦ πρέπει νά φθάσουμε κι ἐμεῖς. Διότι κάθε Χριστιανός πρέπει νά γίνει μιμητής τοῦ Χριστοῦ καί ὅ,τι συνέβη στόν Χριστό νά γίνει καί στήν δική μας ζωή, ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὅτι πρέπει νά ὁδεύσωμεν διά τῶν βαθμίδων τῆς πνευματικῆς τελειώσεως, τῆς πνευματικῆς ἡλικίας τοῦ Χριστοῦ κι ὅ,τι συνέβη στόν Χριστό νά γίνη καί σέ μᾶς.

 

Ἄρα, λοιπόν, καί σέ μᾶς πρέπει νά γίνη Μεταμόρφωσις διά τοῦ φωτός τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου μας. Κι ἐδῶ εἶναι ὁ ἀγῶνας μας. Πῶς μέ τήν μετάνοιά μας, μέ τήν προσευχή μας, μέ τήν ταπείνωσί μας, μέ τήν ὑπακοή μας, μέ τήν συμμετοχή στό φωτιστικό Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Κυρίου -διότι καί ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι Φῶς- ὡς μετέχοντες αὐτῶν ὅλων τῶν ἁγίων χαρισμάτων τοῦ Τριαδικοῦ μας Θεοῦ, θά μπορέσουμε κι ἐμεῖς λίγο – λίγο νά λιγοστεύουμε μέσα μας τό σκότος καί νά αὐξάνη τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ;

 

Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι βλέποντας τόν Μεταμορφωθέντα Κύριον βλέπουν καί τόν ἑαυτόν τους. Διά μέν τόν ἑαυτόν μας λυπούμεθα, διότι δέν βλέπουμε τό Φῶς αὐτό νά λάμπη στήν ὕπαρξή μας. Διά δέ τόν Μεταμορφωθέντα Κύριον χαιρόμεθα καί τόν εὐχαριστοῦμε καί τόν δοξάζουμε. Τόν παρακαλοῦμε ὅμως σήμερα ταπεινά νά μᾶς βοηθήση νά ποθήσωμε τό ἄκτιστον Φῶς, τό Φῶς τοῦ Προσώπου Του. Νά ποθήσωμε νά ἀντικαταστήσωμε τόν ἔσω ἄνθρωπο, νά τόν κάνουμε φωτεινό, ὅπως φωτεινός εἶναι ὁ Χριστός, πού εἶναι ὅλος Φῶς καί ὅλος Ζωή καί ὅλος Ἀνάστασις καί ὅλος Ἀλήθεια.

 

Κι ἔτσι, ἀγωνιζόμενοι τόν καλόν ἀγῶνα, ἐφαρμόζουμε τό Ἅγιον Θέλημα τοῦ Κυρίου, γιατί τό Θέλημα τοῦ Κυρίου, ὅπως πολλές φορές τό ἔχουμε πεῖ, εἶναι νά γίνουμε θεοί κατά Χάριν. Καί πῶς θά γίνει κανείς θεός κατά Χάριν ἄν εἶναι μέσα στό σκότος καί ἄν τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ δέν ἔχει πλημμυρίσει τήν ὕπαρξί του;

 

 Ψάλλουμε δέ καί στήν Δοξολογία «ἐν τῷ φωτί Σου ὀψόμεθα φῶς». Πράγματι μποροῦμε νά δοῦμε φῶς μόνο ἐν τῷ φωτί τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ. Ἔχομεν Χριστόν λάμποντα. Ἔχομεν Θεοτόκον φωτεινοτάτην. Ἔχομεν Ἁγίους φωτεινούς καί ἐμεῖς καλούμεθα νά γίνουμε φῶς.

 

Ὁ Θεός νά μᾶς βοηθήση καί οἱ εὐχές ὅλων τῶν Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ἐπέτυχαν τόν φωτισμόν, τήν ἔλλαμψι, τήν θέωσι, εἶδαν τό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως καί ἐθεάθησαν πολλοί ἀπό αὐτούς μέσα στό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως. Διότι, οἱ Ἅγιοι ὄχι μόνο εἶδαν τό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως, ἀλλά καί τούς εἶδαν μέσα σ’ αὐτό τό φῶς ὅσοι ἦσαν ἄξιοι νά τούς ἴδουν. Θυμᾶστε ἀπό τόν βίο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὅτι ὅταν ἦταν ἡ ὥρα νά παραδώση τήν ἁγία του ψυχή, δύο ἱερεῖς πού ἦταν ἐκεῖ, ἕνας ἱερομόναχος καί ἕνας ἔγγαμος, ἄξιοι ἱερεῖς, εἶδαν τό πρόσωπό του νά λάμπη ὅλο μές στό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως. Μποροῦσε ὁ Ἅγιος Παλαμᾶς, πού ἦρθε στό Ἅγιο Ὄρος εἴκοσι ἐτῶν καί λαχταροῦσε νά ἀπαλλαγῆ ἀπό τό σκότος φωνάζοντας συνεχῶς «φώτισόν μου τό σκότος», μποροῦσε νά μήν εἰσακουσθῆ ἡ προσευχή του καί νά μήν λάμψη μέσα του τό φῶς τοῦ Χριστοῦ; Αὐτό τό φῶς λοιπόν ἄς ζηλέψουμε κι ἐμεῖς κατά κάποιον τρόπο. Μέ ἕναν ἅγιον ζῆλον κι ἄς παρακαλέσουμε τόν Κύριον νά μᾶς ἀξιώση νά ἀγωνιστοῦμε γι’ αὐτό τό φῶς, τό αἰώνιο φῶς, τό ἄκτιστο φῶς, τό φῶς πού εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί γιά τό ὁποῖο εἴμεθα κεκλημένοι. Καί ἐάν ἀπό αὐτή τή ζωή κάτι κι ἐμεῖς δοῦμε ἀπό αὐτό τό φῶς ἔχωμε ἐλπίδα ὅτι θά μᾶς ἀξιώση ὁ Κύριος νά ζήσωμε καί ἐν τῷ φωτί τῆς οὐρανίου Βασιλείας, τήν ὁποίαν εὔχομαι εἰς πάντας ὑμᾶς. Ἀμήν.

 

-------------------------------------------------------------

 πηγή

Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος: Ποιὸ εἶναι τὸ νόημα τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Χριστιανοσύνης

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ  ΠΑΤΡΩΝΟΣ

Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος εἶναι μία ἀπὸ τὶς ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἑορτὲς τῆς Χριστιανοσύνης. Ἕως τὸν 4ο αἰώνα ἡ Μεταμόρφωση γιορταζόταν πρὶν το Πάσχα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῶν ἐγκαινίων τοῦ Ναοῦ τῆς Μεταμορφώσεως, τὸν ὁποῖο ἔχτισε ἡ Ἁγία Ἑλένη στὸ ὅρος Θαβώρ, ἐπικράτησε ὁ ἑορτασμὸς τοῦ γεγονότος νὰ γίνεται στὶς 6 Αὐγούστου.

 

Ἡ Μεταμόρφωση συνιστᾶ ὕπατη μύηση, ἀποτελεῖ τὸ μέγιστο μάθημα μυστικῆς θεολογίας. Και ἡ ἐλάχιστη λεπτομέρεια εἶναι διδακτική: τί ἤθελε νὰ ἀποκαλύψει ὁ Ἰησοῦς μὲ τὴ Μεταμόρφωση, γιατί πῆρε μόνο τρεῖς μαθητές του, γιατί ἔπρεπε νὰ ἀνεβοῦν σὲ ὅρος, γιατί ἔπρεπε νὰ πέσουν σὲ ὕπνο οἱ μαθητὲς καὶ τί συμβολίζει αὐτό, τί συμβολίζει τὸ λευκὸ φῶς, γιατί ἦταν μαζί Του ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Προφήτης Ἠλίας, γιατί δὲν μπορεῖ ἡ μυστικὴ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ νὰ περιγραφεῖ καὶ νὰ ὁρισθεῖ, καὶ ἄλλα πολλὰ ποὺ νιώθει ὁ ἔχων μυστικὴ ἐμπειρία.

 

Μία λαογραφικὴ συνήθεια ποὺ ἀξίζει ἐδῶ νὰ ἀναφερθεῖ: στὶς ἀγροτικὲς περιοχὲς συνηθίζεται ἀνήμερα τῆς Μεταμόρφωσης νὰ προσκομίζονται στὶς ἐκκλησίες γιὰ νὰ εὐλογηθοῦν μὲ εἰδικὴ εὐχὴ τὰ πρῶτα σταφύλια τῆς χρονιᾶς, τὰ ὁποία στὴ συνέχεια διανέμονται στὸ ἐκκλησίασμα.

 

Διαβάζουμε ἀπὸ τὸ «Κήρυγμα καὶ Θεολογία Β’» τοῦ Γεωργίου Π. Πατρώνου (ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, 2003)

 

Ἡ Μεταμόρφωση ὡς ἱστορικὸ γεγονὸς

Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα δὲν ἀφήνει καμιὰ ἀμφιβολία γιὰ τὴν ἱστορικότητα τοῦ γεγονότος τῆς μεταμόρφωσης τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Κύριος παραλαμβάνει τρεῖς ἀπὸ τοὺς μαθητές του, τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη καὶ μεταμορφώνεται «ἔμπροσθεν αὐτῶν». Ἡ μαρτυρία τῶν τριῶν εἶναι ἰδιαίτερα σημαντική. Δὲν πρόκειται, ἑπομένως, γιὰ θεολογικὸ μύθο. Βέβαια πρόκειται γιὰ μία πνευματικὴ ἐμπειρία τῶν τριῶν μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ, ὅμως ἡ ἐμπειρία αὐτὴ ἑδράζεται σὲ ἱστορικὸ γεγονὸς καὶ συνδέεται μὲ ἐξωτερικὰ εὔληπτα φαινόμενα. Βλέπουν τὸν Κύριο στὴν κορυφὴ τοῦ ὅρους νὰ λάμπει τὸ πρόσωπο του «ὡς ὁ ἥλιος» καὶ τὰ ἐνδύματά του νὰ γίνονται «λευκὰ ὡς τὸ φῶς». Παρατηρούν δίπλα στὸν μεταμορφούμενο Διδάσκαλο νὰ παρίστανται ὡς «μάρτυρες» τοῦ γεγονότος δύο σημαντικὰ πρόσωπα τῆς ἰουδαϊκῆς ἀποκαλυπτικῆς καὶ τῆς ἐσχατολογικῆς παράδοσης τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, τὸν Μωυσῆ καὶ τὸν Ἠλία. Ὅλα αὐτὰ φανερώνουν ἕνα εἶδος θεοφάνειας μέσα στὸν μεσσιανολογικὸ χαρακτήρα τοῦ γεγονότος.

 

Παράλληλα ὁ λαὸς εἶναι συγκεντρωμένος, κατὰ τὴ διήγηση τῆς περικοπῆς, κάτω στοὺς πρόποδες τοῦ Ὅρους, μαζὶ μὲ τοὺς ὑπόλοιπους μαθητὲς καὶ περιμένουν τὸν Κύριο νὰ κατέβει ἀπὸ τὸ Θαβώρ, νὰ τοὺς κηρύξει τὴ νέα πίστη καὶ νὰ θεραπεύσει τοὺς βασανισμένους ἀσθενεῖς τους. Ὅλη ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἔχει μία θαυμαστὴ ρεαλιστικὴ προσέγγιση τοῦ γεγονότος. Δὲν ἀφήνει περιθώρια γιὰ καμιὰ ἀμφισβήτηση, ὅτι ἐδῶ πρόκειται γιὰ μία ἁπλὴ ἀλλὰ γεμάτη σαφήνεια περιγραφὴ ἑνὸς πραγματικοῦ ἱστορικοῦ συμβάντος. Αὐτὸ τὸ συμβὰν πραγματοποιεῖται «ἔμπροσθεν» ὄχι μόνο τῶν μαθητῶν ἀλλὰ καὶ τοῦ λαοῦ καὶ ἑπομένως δὲν ἐπιδέχεται καμιὰ ἀμφισβήτηση. Ἀντίθετα ἕνα τέτοιο ἱστορικὸ γεγονὸς ὑπόκειται σὲ ἱστορικὴ διερεύνηση καὶ θεολογικὴ ἑρμηνεία, ὥστε νὰ ἐξαχθοῦν τὰ κατάλληλα συμπεράσματα πρὸς ἐνίσχυση τῆς πίστεως καὶ τῆς οἰκοδομῆς τῶν πιστῶν.

 

Τὰ εὐαγγελικὰ ἱστορικὰ γεγονότα δὲν πρέπει νὰ ἀπομονώνονται καὶ νὰ τὰ ἐπενδύουμε μὲ τὸ ἔνδυμα τοῦ θεολογικοῦ μύθου. Εἶναι μέρος τῆς γενικότερης ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητας, ἡ δὲ ἀποκάλυψη τοὺς ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὴν παγκόσμια ἱστορία καὶ ἰδιαίτερα μὲ τὴν ἱστορία τοῦ σχεδίου τῆς θείας Οἰκονομίας. Τὸ γεγονὸς τῆς μεταμορφώσεως, μάλιστα, ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὸ ἱστορικὸ γίγνεσθαι καὶ μὲ τὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς ἀνθρωπότητας πρὸς τὴν τελείωση καὶ τὴ θέωση.

 

Ἡ θεολογικὴ ἑρμηνεία τοῦ γεγονότος

Στὸ γεγονὸς τῆς μεταμόρφωσης ἔχουμε τὰ ἕξης ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα γιὰ μία οὐσιαστικὴ θεολογικὴ προσέγγιση. Καταρχὴν ἔχουμε τὴν ἐμφάνιση τοῦ Μωϋσῆ καὶ τοῦ Ἠλία, δύο προσώπων τῆς ἱερῆς ἱστορίας τοῦ Ἰσραὴλ ποὺ συνδέονται ἄμεσα μὲ τὴν ἔλευση καὶ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Μεσσία. Ὁ χαρακτήρας τοῦ γεγονότος, ἑπομένως, εἶναι σαφῶς μεσσιανολογικὸς καὶ ἄρα ἡ ὅλη εὐαγγελικὴ διήγηση εἶναι καθαρὰ χριστοκεντρικὴ. Μὲ ἄλλα λόγια ἔρχεται νὰ φωτίσει τὸ μυστήριο τοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ δώσει σαφῆ ἀπάντηση στὸ ἱστορικὸ ἐρώτημα «τὶς γὰρ οὗτος ἔστιν;».

 

Ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι μόνο ἱστορικὸ πρόσωπο, ποὺ γεννᾶται σὲ κάποιο συγκεκριμένο χῶρο καὶ χρόνο, «ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας καὶ ἐν ἡμέραις Ἡρώδου τὸν Μεγάλου»,ποὺ γενεαλογεῖται ὡς μέλος κάποιας συγκεκριμένης οἰκογένειας τῆς φυλῆς καὶ τοῦ γένους Δαβίδ, ἀλλὰ εἶναι καὶ ὁ ἀναμενόμενος διὰ μέσου τῶν αἰώνων Χριστὸς τοῦ Κυρίου ποὺ θὰ ἔρθει γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτὴ δὲ ἡ ἔλευσή του θὰ ἐπιβεβαιωθεῖ, κατὰ τὴν παράδοση, ἀπὸ τὴν παρουσία τῶν ἀποκαλυπτικῶν προσώπων τοῦ Μωϋσῆ καὶ τοῦ Ἠλία.

 

Ἡ παρουσία δὲ αὐτὴ τοῦ Μωϋσῆ καὶ τοῦ Ἠλία ἔχει μία βαθιὰ παράδοση στὴν ἐσχατολογία καὶ τὴ μεσσιανολογία τοῦ Ἰσραήλ. Ὅπως καὶ ἡ ἐμφάνιση, κατὰ μία ἄλλη παράλληλη παράδοση, τοῦ Μωϋσῆ καὶ τοῦ Ἐνώχ. Τὰ πρόσωπα αὐτὰ ἀποτελοῦν τὴν ἐγγύηση καὶ τὴν ἐπιβεβαίωση μίας ἀληθινῆς μεσσιανικῆς παρουσίας ἀλλὰ καὶ θεοφάνειας . Καὶ δὲν ἐπιβεβαιώνουν μόνο τὴν παρουσία τοῦ Μεσσία -Χριστοῦ στὸ ἱστορικὸ παρόν, ἀλλὰ τὰ ἴδια τὰ πρόσωπα αὐτὰ ὑπάρχει παράδοση ὅτι θὰ συνοδεύσουν τὸν Χριστὸ καὶ κατὰ τὴ δευτέρα καὶ ἔνδοξη ἐσχατολογικὴ παρουσία. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ τὸ γεγονὸς τῆς μεταμόρφωσης ἀποτελεῖ πρόγευση καὶ προμήνυμα καὶ τῆς ἔνδοξης δευτέρας παρουσίας. Ἔτσι στὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔχουμε τὴν ἱστορία τῆς μεταμόρφωσης, ἀλλὰ καὶ τὴν προοπτική της ἐσχατολογικῆς ἐξέλιξης καὶ πλήρωσης.

 

Τὸ δεύτερο ἐνδιαφέρον στοιχεῖο τῆς μεταμόρφωσης εἶναι ἡ ἐμφάνιση καὶ ἡ παρουσία τοῦ ἀκτίστου φωτός. Τὸ φῶς τῆς μεταμόρφωσης περιβάλλει κατὰ κύριο λόγο τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ κατ’ ἐπέκταση τοὺς μαθητές, τὸν κόσμο ὅλο καὶ ὅλη τὴν κτίση. Διερωτᾶται βέβαια κανεὶς τί εἴδους φῶς εἶναι αὐτὸ καὶ ποιὰ ἡ σημασία του. Μήπως πρόκειται γιὰ μία ἁπλὴ ἀνταύγεια ἀκτίνων τοῦ ἡλίου ποὺ φωτίζουν τὰ πράγματα καὶ λαμπρύνουν τὰ ἀντικείμενα, ἢ πρόκειται γιὰ κάποιο ἄλλο «φῶς», ἄλλης φύσεως καὶ ἄλλης ποιότητας; Τὸ ἐρώτημα αὐτὸ ποὺ τίθεται ἀπὸ πολλοὺς ἀπαιτεῖ ὄχι μόνο ἱστορικὴ προσέγγιση ἀλλὰ καὶ θεολογικὴ διερεύνηση.

 

Ἡ πατερικὴ ἑρμηνευτικὴ θεολογία κάνει ἐνδιαφέρουσες προσεγγίσεις. Εἰδικότερα ὁ Μέγας Βασίλειος στὸ ἔργο τοῦ «Ἑξαήμερος», σχολιάζοντας τὰ γεγονότα τῆς ἀρχικῆς δημιουργίας, ὁμιλεῖ σὲ κάποιο σημεῖο γιὰ ἕνα πρωταρχικὸ «φῶς» τῆς πρώτης ἡμέρας. Αὐτὸ τὸ «φῶς» τὸ ἀποκαλεῖ «φῶς καθαρότατον», «εἰλικρινὲς» καὶ « ἄϋλον ».

 

Τὸ διακρίνει δὲ μὲ κάθε σαφήνεια ἀπὸ τὸ γνωστό μας φῶς τοῦ ἡλίου καὶ τῆς σελήνης καὶ ἀφήνει νὰ νοηθεῖ ὅτι μᾶλλον πρόκειται γιὰ κάποιο «ἄκτιστο» φῶς ποὺ νὰ δηλώνει τὴν παρουσία τοῦ δημιουργοῦ Θεοῦ. Πολὺ ἀργότερα, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς θὰ μιλήσει καὶ αὐτὸς πάλι μὲ μεγάλη σαφήνεια γιὰ τὴν ὕπαρξη ἑνὸς « ἀκτίστου φωτὸς» καὶ θὰ τὸ διακρίνει ἀπὸ κάθε κτιστὸ καὶ ὑλικῆς φύσεως φῶς. Τὸ κτιστὸ ἀνήκει στὴ δημιουργία καὶ στὸν κόσμο μας, τὸ ἄκτιστο ἀνήκει στὸ θεὸ καὶ στὴν παρουσία του. Τὸ ἕνα εἶναι ὑλικὸ καὶ θαμπό, τὸ ἄλλο εἶναι « ἄϋλο » καὶ «καθαρότατο». Ἑπομένως, ἡ θεολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου συναντᾶται μὲ τὴν ἑρμηνεία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὡς προηγούμενο γιὰ μᾶς γιὰ τὴν κατανόηση τοῦ φωτὸς τῆς μεταμόρφωσης καὶ τοῦ φωτὸς τοῦ κενοῦ τάφου καὶ τῆς ἀνάστασης. Αὐτὸ τὸ ἴδιο φῶς πληροὶ τὴν πνευματική μας πορεία καὶ μεταμορφώνει τὶς ὑπάρξεις μας. Ὑπ’ αὐτὴ τὴν ἔννοια τὸ φῶς τῆς μεταμόρφωσης τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος ἐπιδέχεται βαθιὰ θεολογικὴ προσέγγιση καὶ δὲν μᾶς ἐπιτρέπει μονοσήμαντες καὶ ἀφελεῖς ἑρμηνεῖες.

 

Ἡ πνευματικὴ προοπτική της Μεταμόρφωσης

Ἡ μεταμόρφωση, πέρα ἀπὸ ἱστορικὸ γεγονὸς μὲ βαθύτατη θεολογικὴ σημασία, προβάλλεται καὶ ὡς πρόταση γιὰ ἐμπειρία ζωῆς. Ἡ ἐμπειρία αὐτὴ δὲν πρέπει νὰ συσχετίζεται μόνο μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ μεταμορφωθέντος Χριστοῦ, ἀλλὰ νὰ ἀναφέρεται καὶ στὴν προσωπικὴ ζωὴ ὅλων μας. Ἡ θεία ἐμπειρία ἀποτελεῖ τὸν τύπο καὶ τὸ σταθερὸ σημεῖο ἀναφορᾶς γιά μας. Ἀκριβῶς, ὅπως ἡ ἐμπειρία αὐτή, καθαρὰ πνευματικῆς φύσεως, χαρακτήρισε ἀρχικά τους μαθητὲς τοῦ Κυρίου καὶ στὴ συνέχεια ὅλο τὸ λαὸ ποὺ παρίσταται στὸ θαῦμα, ὡς συνέχεια καὶ ἐπακόλουθό του γεγονότος τῆς μεταμόρφωσης.

 

Ὁ Χριστὸς μὲ τὴ μεταμόρφωση ἔδειξε στὸν κόσμο τὸ ἀληθινό του πρόσωπο καὶ τὸ μυστήριο τῆς παρουσίας του. Δὲν εἶναι μόνο ἄνθρωπος, εἶναι καὶ Θεός. Προσέλαβε τὴν κτιστὴ ἀνθρώπινη φύση. Ὅμως στὴ μεταμόρφωση φάνηκε καὶ ἡ ἄκτιστη θεία λαμπρότητα καὶ δόξα του. Στὸν κόσμο μᾶς παρουσιάσθηκε ὡς ἀνθρώπινη καὶ θεία παρουσία. Ἡ προαιώνια θεία φύση τοῦ εἰσέρχεται στὸν κόσμο καὶ ἐνανθρωπίζεται . Τὸ ἄκτιστο συναντᾶ καὶ προσλαμβάνει τὸν κτιστὸ ἄνθρωπο καὶ τὸν θεώνει . Αὐτὸ εἶναι ἕνα ἀρχικὸ ἀλλὰ βαθύτατα οὐσιαστικὸ στοιχεῖο τοῦ γεγονότος τῆς μεταμόρφωσης.

 

Ὡς συνέπεια αὐτοῦ του γεγονότος ἔχουμε καὶ τὴ συγκλονιστικὴ ἐμπειρία τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου. Καὶ ἡ ἐμπειρία αὐτὴ δὲν ἦταν τυχαία. Ἡ συγκλονιστικὴ ἐντύπωσή τους καὶ ἡ ἐλκτικότητα τοῦ γεγονότος ἦταν τόσο ἰσχυρὴ ποὺ ἐκφράζουν ἀμέσως τὴν ἐπιθυμία τους ἡ ἐμπειρία αὐτὴ νὰ εἶναι διαρκείας καὶ νὰ τοὺς συνοδεύσει σὲ ὅλη τους τὴ ζωή. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἐκφράζει ἡ πρότασή τους νὰ φτιάξουν σκηνὲς καὶ νὰ παραμείνουν στὸ Θαβώρ, βιώνοντας ἀδιάκοπα τὴν ἐμπειρία τῆς μεταμόρφωσης. Δὲν γνωρίζουμε ἐπακριβῶς τὸ περιεχόμενο αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας τους. Ὁ Εὐαγγελιστὴς δὲν μᾶς περιγράφει δυστυχῶς τί ἐσήμαινε γιὰ τοὺς μαθητὲς ἡ κορυφαία ἐκείνη στιγμὴ τῆς μεταμόρφωσης τοῦ Κυρίου. Αὐτὸ ὅμως ποὺ γνωρίζουμε εἶναι ἡ ἀρχικὴ συγκλονιστική τους ἐντύπωση καὶ ὅτι οἱ ἴδιοι ἄρχισαν νὰ γεύονται τοὺς ἐσχατολογικοὺς καρποὺς τῆς μεταμόρφωσης στὴν προσωπική τους ζωή.

 

Ἡ μεταμόρφωση, ἑπομένως, στὴν πνευματικὴ διάσταση δὲν πρέπει νὰ ἑρμηνεύεται καὶ νὰ κατανοεῖται ὡς ἀτομικὸ γεγονός, ποὺ ἄφορα μόνο στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ. Και οὔτε ἀκόμη περιοριστικὰ καὶ ἐπιλεκτικά, ὡσὰν νὰ ἀναφέρεται μόνο σὲ τρεῖς ἐκλεκτοὺς μαθητὲς καὶ σὲ δύο ἀποκαλυπτικὲς μορφὲς τοῦ παρελθόντος. Εἶναι ἕνα γεγονὸς καθολικῆς σημασίας. Ἀρχικὰ ξεκινάει ἀπὸ τὸν Κύριο, συνεπαίρνει στὴ συνέχεια τοὺς τρεῖς μαθητές, προεκτείνεται πρὸς τοὺς Δώδεκα καὶ δὶ’ αὐτῶν φτάνει σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ σὲ ὅλη τὴν κτίση. Ἔτσι, κατὰ συνέπεια, δικαιούμαστε νὰ ὁμιλοῦμε γιὰ τὴ μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ κόσμου, τῆς φύσης καὶ τῆς κτίσης, γιὰ τὴ μεταμόρφωση ὅλης της δημιουργίας, εἴτε ὑλικῆς εἴτε πνευματικῆς.

 

Σχέση τῆς Μεταμόρφωσης μὲ τὸ θαῦμα

 Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος σχετίζει τὸ γεγονὸς τῆς μεταμόρφωσης μὲ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας ἑνὸς υἱοῦ ποὺ «σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει». Ἐνῶ οἱ τρεῖς μαθητὲς ἐπιμένουν γιὰ μία μόνιμη κατοίκηση στὸ Θαβὼρ καὶ οὐσιαστικὰ γιὰ «ἰδιοποίηση» τοῦ γεγονότος τῆς μεταμόρφωσης, ὁ μεταμορφωθεῖς Κύριος τούς λέει ὅτι πρέπει νὰ κατέβουν κάτω στὴν κοιλάδα, ὅπου οἱ ὑπόλοιποι μαθητὲς καὶ ὁ λαός. Ἐκεῖ κάτω ὅλοι ἀναμένουν ὄχι μόνο ν’ ἀκούσουν τὸ κήρυγμα ἀπὸ τὸν Διδάσκαλο, ἀλλὰ καὶ νὰ γευθοῦν τοὺς θαβώριους καρποὺς τῆς μεταμόρφωσης.

 

 Γνωρίζουμε ἀπὸ τὴ σχετικὴ εὐαγγελικὴ διήγηση, ὅτι κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ γεγονότος τῆς μεταμόρφωσης ἕνας πατέρας ἔχει μεταφέρει τὸν ἄρρωστο γιό του καὶ οἱ μαθητὲς προσπαθοῦν νὰ τὸν θεραπεύσουν χωρὶς κανένα ἀποτέλεσμα. Ὅλοι καὶ ὅλα βρίσκονται σὲ ἀδιέξοδο. Ἡ πίστη παραμένει ἀνενεργός, ἡ δύναμη τῶν μαθητῶν δὲν εἶναι ἀποτελεσματικὴ καὶ τὸ θαῦμα δὲν τελεσιουργεῖται . Καὶ αὐτὸ ὀφείλεται στὸ γεγονὸς τῆς «ἀπουσίας» τοῦ Κυρίου, ἀφοὺ «ἄνευ αὐτοῦ οὐ δύνασθε ποιῆσαι οὐδέν». Η μεταμόρφωση δὲν εἶναι μία μαγικὴ λέξη, ἀλλὰ ἐνεργὸς δύναμη πίστεως ποὺ τελεσιουργεῖ τὸ θαῦμα. 

 

--------------------------------------------------------

πηγή

Δευτέρα 2 Αυγούστου 2021

Ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι κυνηγοῦμε τόν διάβολο καί αὐτός μπορεῖ νά εἶναι μέσα στήν ψυχή μας (π. Συμεών Κραγιόπουλος)


 Ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, καθώς ὁ Κύριος ἄφησε νά ἐννοηθεῖ ὅτι ὅπου νά ᾿ναι θά ξανάρθει νά κρίνει ζῶντας καί νεκρούς, οἱ πρῶτοι χριστιανοί ζοῦσαν μέ τίς λεγόμενες ἐνθουσιαστικές τάσεις. «Ὁ Κύριος ἐγγύς», «ἰδού ἔρχομαι ταχύ». Καί, φαίνεται, ὄχι μόνο στούς πρώτους χριστιανικούς χρόνους, στίς πρῶτες δεκαετίες ζοῦσαν οἱ χριστιανοί μέ αὐτή τήν προσδοκία, ὅτι ὅπου νά ᾿ναι θά ἔρθει ὁ Κύριος καί ὅτι ὅπου νά ᾿ναι θά τελειώσει ὁ κόσμος. Καί ἑπομένως, ὅσα κι ἄν περνοῦμε ἐδῶ σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, νά κάνουμε ὑπομονή, διότι ὅπου νά ᾿ναι θά τελειώσουν· θά ξανάρθει ὁ Κύριος καί θά τιμωρήσει ὅλους αὐτούς οἱ ὁποῖοι εἶναι ἐναντίον του καί ἐναντίον τῶν δικῶν του ἀνθρώπων, καί θά ἀποκαταστήσει πλήρως στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι πιστεύουν σ᾿ αὐτόν.

 

Κανονικά δηλαδή, ὁ κάθε χριστιανός, ὅσο καιρό κι ἄν ζήσει σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, πρέπει νά ζεῖ μέ αὐτή τήν προσμονή. Ὅποιος δέν εἶναι δεμένος μέ τήν αἰωνιότητα, μέ τήν αἰώνια ζωή, μέ τήν οὐράνια βασιλεία, μέ τό μέρος στό ὁποῖο τελικά θά βρεθοῦμε, ὅποιος δέν ἔχει τέτοια ἐπικοινωνία, τέτοια κοινωνία, τέτοιο ἄνοιγμα μέ τόν οὐρανό, καί ἁπλῶς πασχίζει ἐδῶ σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο νά ζήσει ὡς χριστιανός, δέν θά μπορέσει νά ζήσει ποτέ ὡς ἀληθινός χριστιανός. Ὅλοι ὅσοι εἶναι κολλημένοι στή γῆ, ὅσο καλοί ἄνθρωποι κι ἄν εἶναι, ὅσο κι ἄν πιστεύουν, ὅσο κι ἄν κάνουν ἀγώνα, πνίγονται, φυτοζωοῦν· ἔχει μιά νοθεία ἡ πνευματικότητά τους καί φθίνει· δέν μπορεῖ νά ζήσει αὐτή ἡ πνευματική ζωή.

 

 Ἀποφεύγει κανείς τήν ἀλήθεια, ἀποφεύγει τήν πραγματικότητα, ἀποφεύγει ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἀκριβῶς φανερώνει ὁ Θεός, ἀποκαλύπτει ὁ Θεός, δίνει ὁ Θεός, ἐκεῖνο τό ὁποῖο σέ κάνει ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ. Καί ἤ χαλαρώνει κανείς καί δέν δίνει καμιά σημασία, ἤ δείχνει ὅτι ξυπνάει, ὅτι ἔχει μιά φροντίδα, μιά ἀνησυχία κτλ., ἀλλά ὄχι γιά νά κάνει ἐκεῖνο τό ὁποῖο πρέπει νά κάνει, τό σωστό δηλαδή: νά μετανοήσει, νά ταπεινωθεῖ, νά ἐμπιστευθεῖ στόν Κύριο, νά τά ἀφήσει ὅλα στόν Κύριο, ὅταν τά ἐπιτρέψει ὁ Κύριος, ὅταν τά δώσει ὁ Κύριος, ὅταν θά ἔρθει ἡ ὥρα τους. Τίποτε. Ἀρχίζει καί ψάχνει πότε θά γίνει, πῶς θά γίνει, τί νά κάνω νά μή μοῦ συμβεῖ αὐτό, νά μή μοῦ συμβεῖ ἐκεῖνο· πού ἔχουν ἐντελῶς μή χριστιανικό χαρακτήρα αὐτά. Μή σᾶς φαίνεται παράδοξο.

 

Ὅλη αὐτή ἡ ἀνησυχία πού κάνει τούς ἀνθρώπους νά προβαίνουν σέ ἐνέργειες καί ἐκδηλώσεις πού δέν στέκονται, δέν θά ὑπῆρχε, ἐάν οἱ ἄνθρωποι, οἱ χριστιανοί, εἶχαν μέσα τους τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.

 

Τό γνήσιο, τό ἀληθινό, τό ὄντως χριστιανικό, τήν ὄντως πραγματικότητα, τήν ὄντως πνευματική ζωή πού δίνει ὁ Χριστός, δέν τήν ἀντέχουν οἱ ἄνθρωποι.

 

 Θά γίνουν αὐτά τά φοβερά, ὅταν ἔρθουν οἱ ἔσχατες ἡμέρες, πού πότε εἶναι ξέρουμε; Ξέρουμε πότε εἶναι; Καί εἶναι ἁμαρτία νά ψάχνουμε νά βροῦμε πότε εἶναι. Ἀφοῦ τό λέει ρητῶς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ὅτι δέν ξέρει κανένας. Καί τό κάνει ἐπίτηδες ὁ Θεός αὐτό, πού δέν θέλει νά ξέρουμε. Δέν τό καταλαβαίνουν μερικοί ὅτι τήν ὥρα πού ἀρχίζουν καί ψάχνουν νά βροῦν καί νά ἐντοπίσουν καί νά καθορίσουν ὧρες, φεύγουν ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ. Τό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι νά ἀφηνόμαστε σ᾿ αὐτόν, νά ἀφηνόμαστε στό ἔλεός του. Νά ἀφήνουμε τόν ἑαυτό μας στήν πρόνοια τή δική του, στή δική του οἰκονομία, στό πῶς θά τά οἰκονομήσει αὐτός καί πῶς θά μᾶς στηρίξει ἐκεῖνος. Δέν εἶναι δικό μας θέμα τό πότε θά γίνει τό ἕνα καί τό ἄλλο. Δικό μας θέμα εἶναι νά πιστεύουμε στόν Χριστό ὅ,τι κι ἄν γίνει. Ἄν παραστεῖ ἀνάγκη, νά δώσουμε καί τή ζωή μας. Αὐτά ὁ Κύριος θά τά κανονίσει· ὁ Κύριος τά γνωρίζει κι ἐκεῖνος θά μᾶς δώσει καί τή δύναμη.

 

Ἀπό τό ἕνα μέρος εἶναι καλό αὐτό, τό ὅτι οἰκονομεῖ ἔτσι τά πράγματα ὁ Θεός καί μᾶς πιάνει ἄς ποῦμε ἕνας φόβος ὅτι κάτι θά γίνει, κάτι θά συμβεῖ. Ἀλλά ὅμως αὐτό νά τό χρησιμοποιήσουμε πνευματικά γιά νά ὠφεληθοῦν οἱ ψυχές μας, καί ὄχι νά κάνουμε δέν ξέρω τί καί νά ἐμπαιζόμαστε ἀπό τόν διάβολο. Τό ὅλο θέμα νά τό ἀντιμετωπίσουμε πνευματικά.

 

Ἐνῶ τόσο πολύ πειράζονται ὁρισμένοι –«Τί γίνεται μέ τήν ταυτότητα; Θά τήν πάρουμε ἤ δέν θά τήν πάρουμε;»– καθόλου δέν ἀνησυχοῦν γιά τό ὅτι εἶναι μέσα στήν ψυχή τους ὁ διάβολος καί τούς χορεύει ὅπως θέλει, τούς βάζει σέ ἀνησυχία –ὄχι μόνο ἐν σχέσει μέ αὐτά ἀλλά γενικῶς στή ζωή– τούς βάζει σέ ταραχή, καί μοιάζουν οἱ ἄνθρωποι σάν νά μήν εἶναι καθόλου βαπτισμένοι, σάν νά μήν ἔχουν καθόλου μέσα τή χάρη τοῦ Χριστοῦ, σάν νά μήν τούς κυβερνάει ὁ Χριστός. Χριστιανοί, πού ὁμολόγησαν τήν ὥρα τοῦ βαπτίσματος ὅτι ἀφήνουν τόν διάβολο καί τήν πομπή αὐτοῦ καί τούς ἀγγέλους αὐτοῦ καί συντάσσονται μέ τόν Χριστό, καί δέν φαίνεται καθόλου ὅτι ἔτσι εἶναι ἡ ζωή τους. Καί αὐτό δέν τούς ἀνησυχεῖ, δέν τούς τρομάζει, καί κυνηγοῦν κάπου ἀλλοῦ νά βροῦν τόν ἀντίχριστο, κάπου ἀλλοῦ νά βροῦν τόν διάβολο, νά τόν πολεμήσουν τάχα.

 

Ἐκεῖνος πού εἶναι μέσα του ἔνοχος νοιάζεται πῶς θά καθησυχάσει τή συνείδησή του καί πῶς θά δικαιολογήσει τόν ἑαυτό του ἀπέναντι σέ τρίτους. Ἔτσι λοιπόν παραφυλάει νά τοῦ ἔρθει καμιά καλή εὐκαιρία –ἡ εὐκαιρία εἶναι νά βρεῖ κάποια δεδομένα– νά πλήξει κάποιον. Ἤ περιμένει κανείς εὐκαιρία –ἄν βρεῖ ἕνα θέμα ὅτι τάχα κινδυνεύουμε ἀπό τοῦτο, κινδυνεύουμε ἀπό ἐκεῖνο– καί μόλις παρουσιαστεῖ κάποια εὐκαιρία, κάποιο θέμα, ἐπάνω του λοιπόν. Καί αὐτός μαζί μέ ἄλλους γιά νά κάνουν τάχα ἀγώνα· ὅπως ἔλεγαν κάπου: «Ὀρθοδοξία ἤ θάνατος».

 

 Δέν γίνονται τυχαῖα αὐτά. Δέν εἶναι ὅτι πέφτει ἔξω κανείς, ὅτι ἔκανε λάθος. Ἀπό μέσα του ἔχει ἀνάγκη νά δείξει ὅτι αὐτός εἶναι μέγας καί πολύς καί εἶναι ἕτοιμος νά κάνει ἀγώνα καί εἶναι ἕτοιμος λοιπόν νά πεθάνει. Ἐδῶ σέ θέλω· νά πεθάνει τό θέλημά σου, νά πεθάνει ὁ ἐγωισμός σου, νά πεθάνει μέσα σου αὐτό πού δέν λογαριάζει τούς ἄλλους, πού ὑποτιμᾶς τούς ἄλλους, πού δέν ἀγαπᾶς τούς ἄλλους, πού δέν συμπεριφέρεσαι καλά. Αὐτό νά πεθάνει μέσα σου.

 

 Ἔτσι μοιάζει νά κάνουν πολλοί· ξεσηκώνονται καί νομίζουν ὅτι ἔχουν νά κάνουν μεγάλους ἀγῶνες καί ὅτι θά περάσουν μεγάλους κινδύνους. Μέσα στήν καρδιά μας, ἐκεῖ θά γίνει ἡ ἀληθινή μάχη, ἐκεῖ θά γίνει ὁ ἀληθινός πόλεμος, κι ἐκεῖ θά νικήσουμε. Ὄχι ἐμεῖς. Ἄν πιστεύουμε στόν Χριστό καί ἄν ἔχουμε μέσα μας τή χάρη τοῦ Χριστοῦ, ὁ Χριστός θά νικήσει τήν ἁμαρτία, θά νικήσει τόν διάβολο· καί θά τόν νικήσει καί ἐξωτερικά μετά.

 

Ὑπάρχει κανένα ἀντικείμενο πού δέν κινεῖται στήν ἀγορά μέ βάση αὐτόν τόν γραμμικό κώδικα πού ἔχει τό 666; Ἔτσι δέν κινεῖται ἡ ἀγορά; Τά πάντα κινοῦνται μέσα ἀπό αὐτόν τόν γραμμικό κώδικα. Καί ὑπάρχει κανένας πού δέν εἶναι λίγο πολύ ἀνακατεμένος μέ αὐτό τό πράγμα; Πῶς θά τό ποῦμε λοιπόν ὅτι εἶναι τό χάραγμα τοῦ σατανᾶ; Τότε σατανοποιηθήκαμε ὅλοι. Ἄλλο τώρα τί θά κάνει ὁ ἀντίχριστος κάποτε, ἀλλά ὄχι ὅμως ὅτι αὐτά εἶναι τώρα ἀντίχριστος. Νά μήν πέσουμε σέ καμιά παγίδα ὅτι ἐδῶ ὁ διάβολος… Μακριά.

 

Ἄν φοβόμασταν πράγματι τόν Θεό, δέν θά φοβόμασταν αὐτό τό πράγμα. Θά τρέχαμε στόν Θεό μέ μετάνοια. Καί γι᾿ αὐτό ὁ Θεός τά ἐπιτρέπει αὐτά, γιά νά ταρακουνηθοῦμε λιγάκι, νά ξυπνήσουμε λιγάκι, νά βγοῦμε ἀπό τόν λήθαργο καί νά τρέξουμε στόν Θεό, νά γίνουμε τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς δέν κάνουμε ἔτσι. Δέν φοβόμαστε τόν Θεό, πού εἶναι γραμμένες ὅλες οἱ ἁμαρτίες μας καί θά δώσουμε λόγο στόν Θεό καί γιά τά κρυφά, καί γιά ἐκεῖνα πού δέν τά ξέρουν ἄλλοι καί τά ξέρουμε μόνοι μας. Δέν τό φοβόμαστε αὐτό, δέν τό σκεπτόμαστε αὐτό, ὥστε νά ζητοῦμε συγχώρηση ἀπό τόν Θεό, ἀλλά φοβόμαστε ὅτι κάτι θά γίνει. Καί ἄφησε ὁ Θεός τόν διάβολο, λοιπόν, νά ἀναστατώσει τήν ὅλη οἰκουμένη, ἀλλά ἰδιαίτερα τούς χριστιανούς, καί ἰδιαίτερα, ἄν θέλετε, ἐμᾶς τούς ὀρθοδόξους. Κι ἐμεῖς νά πέσουμε στήν παγίδα αὐτή!

 

Μπορεῖ νά ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά ἔρθει αὐτό τό πράγμα, κι ἐμεῖς τώρα, ἀντί νά συμμαζευτοῦμε στήν ψυχή μας, νά πάρουμε ἀφορμή ἀπό αὐτό καί νά ποῦμε: «Ἄ, εἶναι ἀλήθεια αὐτά τά πράγματα, ὅτι τελειώνει κάποτε ἡ ζωή, ὅτι κάποτε θά ἔρθει ὁ Κύριος καί θά δώσουμε λόγο τῶν πράξεών μας», καί νά στρωθοῦμε κάτω λοιπόν νά δοῦμε τίς ἁμαρτίες μας, νά ἐξομολογηθοῦμε ἀληθινά, νά προσευχηθοῦμε ἀληθινά, νά ἐκκλησιαστοῦμε ἀληθινά, νά κοινωνήσουμε ἀληθινά, νά γίνουμε τοῦ Χριστοῦ ἀληθινά, ἀντί νά κάνουμε αὐτό, κυνηγοῦμε τάχα τόν διάβολο. Κι ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι κυνηγοῦμε τόν διάβολο, καί αὐτός μπορεῖ νά εἶναι μέσα στήν ψυχή μας, καθώς βρίσκει ἀφύλακτη τήν ψυχή μας καί μπαίνει μέσα καί ἁλωνίζει.

 

Πολύ σωστά καί συνετά λοιπόν ἔλεγε ἕνας Γέροντας: «Μέ τόν Χριστό νά ἀσχολεῖστε, ὄχι μέ τόν ἀντίχριστο». 

15/16-9-1997

 

-----------------------------------------------------------------

πηγή: Ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι κυνηγοῦμε τόν διάβολο καί αὐτός μπορεῖ νά εἶναι μέσα στήν ψυχή μας

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2021

Η "πνευματικότητα" του γούστου και ο Άγιος Παΐσιος (π. Χαράλαμπος Παπαδόπουλος)


Δυστυχώς οι περισσότεροι άνθρωποι γνώρισαν τον Άγιο Παΐσιο μέσα από τις προφητείες και συνωμοσιολογίες των εφημερίδων και περιοδικών, οι οποίες κατα 99% είναι ψευδείς. Δηλαδή είτε δεν τις είπε ποτέ ο Άγιος Παΐσιος είτε δεν της είπε έτσι ακριβώς όπως τις μεταφέρουν και κυρίως όπως τις ερμηνεύουν. Αφήνω και το 1% που όντως είπε ο Άγιος και είναι για πολύ συγκεκριμένα θέματα. 'Όταν ένας Άγιος προφητεύει  δεν δεσμεύει την ελευθερία του Θεού. Ο Θεός είναι εκείνος που κινεί τα πάντα. Οπότε μπορεί ακόμη και να αλλάξει και πορεία στην εξέλιξη των γεγονότων της ιστορίας. Ο Προφήτης αναφέρει τι συμβεί εάν..... δίχως αυτό να είναι απόλυτο, διότι η τελική κρίσις  ανήκει μόνο στον Θεό και στις άγνωστες  βουλές Του. 


Στην σύγχρονη εκκλησιαστική και θρησκευτική πραγματικότητα, έχει χαθεί το γνήσιο Ευαγγελικό κριτήριο, για δε το πατερικό, δεν αναφέρομαι καθόλου, διότι πίσω από τίτλο πατερικός ή πατερική θεολογία ο καθένας λέει ότι θέλει και όπως το θέλει. Αποτέλεσμα; Αυτοί που αυτοαποκαλούνται ως συνεχιστές των πατέρων να είναι και εκείνοι που τους παραμορφώνουν και παραχαράζουν καταστροφικά. 


Σήμερα ανθεί στην εκκλησία η πνευματικότητα του γούστου. Ο καθένας λέει, κάνει και πιστεύει ότι γουστάρει. Το εκκλησιαστικό φρόνημα και η εκκλησιαστική συνείδηση είναι πλέον άγνωστα βιώματα για τους σύγχρονους "πνευματικούς" ανθρώπους που μπορούν να ακούσουν τους πάντες, από τον εαυτό και λογισμό τους, μέχρι αμφιβόλου εκκλησιαστικής ποιότητας γέροντες αλλά σε καμία περίπτωση την Σύνοδο της Εκκλησίας. Μια και όπως μου είχε πει μια "ευσεβής" κυρία, εγώ κάνω υπακοή στον πνευματικό μου και όχι στην Εκκλησία. Και αναρωτιέται κανείς, του πνευματικού της ποιος του έδωσε την ιεροσύνη; Ποιος τον έκανε πνευματικό; Την βρήκε από τον πατέρα ή παππού του; Ήταν οικογενειακή ιδιοκτησία ή κληρονομιά; Δεν του την έδωσε η εκκλησία; Και όταν η εκκλησία του παρέδιδε την ιεροσύνη ήταν σωστή και τώρα που κάναμε οπαδούς και τους στρατούς και είδαμε τον ίσκιο μας, είναι προδότες και αιρετικοί; Αστεία πράγματα για να μην πούμε βλάσφημα. 


Μια άλλη κυρία από εκείνες που όπως είπα ακολουθούν την πνευματικότητα του γούστου , μου ανέφερε, "εσύ πάτερ μου καλά κάνεις και ακολουθείς την Σύνοδο της Εκκλησίας, αλλά εγώ ακολουθώ τον Χριστό...". Ε μα τότε αγαπητή μου αφού έχεις απευθείας σχέση με τον Χριστό δεν χρειάζεσαι την Εκκλησία, ούτε την ιεροσύνη, ούτε τα μυστήρια της, ούτε την μετοχή στο Ευχαριαστικό Σώμα, ουτε τις σχέσεις με τους αδελφούς μας και την εκκλησιατική κοινότητα. Κάθισε σπίτι σου να μιλάτε με τον "Χριστό", δεν χρειάζεται να μετέχεις στην Θεία Λειτουργία. Γιατί αυτή την τελεί η Εκκλησία ως κλήρος και λαός. Ως σώμα εννιαίο, και αδιαίρετο. 


Ο δε Άγιος Παΐσιος ο οποίος σήμερα γιορτάζει και ο οποίος υπήρξε υπόδειγμα εκκλησιαστικού φρονήματος, είπε σε δικό του πνευματικό παιδί ιερομόναχο ότι "εάν αυτά που σας λέω δεν συμφωνούν με αυτά που λέει η εκκλησία, να μην τα κάνετε, να κάνετε αυτά που σας λέει η Εκκλησία". Ας θυμηθούμε τι έλεγε ο Άγιος Πορφύριος όταν τον ρωτούσαν τόσο για χάραγμα όσο και τις ταυτότητες "θα κάνουμε προσευχή να φωτίσει ο Άγιον Πνεύμα την Σύνοδο και έπειτα θα πράξουμε ότι μας πει. Θα κάνουμε υπακοή στην εκκλησία..." Ο δέ Όσιος Ιωσήφ Ησυχαστής και ο Όσιος Εφραίμ Κατανουνακιώτης σε παρόμοιες δύσκολες περιπτώσεις που τέθηκαν μεγάλα διχαστικά διλήμματα για την εκκλησία, όπως το παλαιμερολογητικό ζήτημα, έπεσαν σε νηστεία, προσευχή και αγρυπνία, μέχρι να λάβουν πληροφορία για το τι πρέπει να κάνουν, και το Αγιον Πνεύμα τους πληροφόρησε ότι η αλήθεια είναι με την Σύνοδο της Εκκλησίας και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, εκεί αναπαύεται ο Θεός. Και ενώ αρχικά είχαν αποκοπεί από τα Αγιορείτικα μοναστήρια έπειτα αποκατέστησαν τις σχέσεις τους, ζητώντας μάλιστα συγνώμη και βάζοντας μετάνοια για το λάθος τους. Αξίζει να διαβάσετε την μαρτυρία αυτή από το βιβλίο του μακαριστού Γέροντα Εφραίμ Αριζονίτη, "Ο όσιος Γέροντας μου Ιωσήφ ο Ησυχαστής.." 


Αυτό είναι το ήθος των Αγίων της εκκλησίας που τόσο λέμε ότι αγαπάμε και θέλουμε να ακολουθούμε. Ήθος που βάζει το συλλογικό πάνω από τον ατομικό λογισμό και άποψη. Πάνω από όλα την ενότητα του εκκλησιαστικού σώματος. Ο μέγας Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος έλεγε "καλύτερα μέσα στην εκκλησία και ας κάνω λάθος, πάρα έξω από αυτή κι ας είμαι σωστός".  Η αλήθεια κατα την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία ποτέ δεν είναι στον έναν, θεσμικό ή χαρισματικό, αλλά πάντα στούς πολλούς. στο σύνολο, στο σώμα, διότι βασικό στοιχείο του Αγίου Πνεύματος είναι να συγκροτεί κοινότητες και κοινωνία όχι ατομικότητες. Ακόμη και εάν ένας άγιος μένει  να σώσει την αλήθεια αυτός θα εκφράζει το σώμα της εκκλησίας και ποτέ τον εαυτό του, θα εκφράσει δηλαδή το βίωμα και εμπειρία του λαού του Θεού και όχι της "άποψης" ή του "λογισμού" του. 


Ξεκίνησα το σημερινό κειμενάκι μου, λέγοντας ότι δυστυχώς οι περ θαισσότεροι γνώρισαν τον Άγιο Παΐσιο μέσα από τις εφημερίδες και τα περιοδικά που έβαζαν για λόγους οικονομικούς τις προφητείες του. Έτσι όμως δεν ήρθαν σε επαφή με τις μεγάλες αρετές του, που ήταν ο πόθος και έρωτας του για τον Χριστό, η νηστεία και προσευχή του, η ταπείνωση και απίστευτη αγάπη του για τον κόσμο, τους ανθρώπους, τα βάσανα και τους καημούς τους. 


Ένα μόνο περιστατικό θα σας πω και με αυτό θα κλείσω, "κάποτε πήγε ένα παλικάρι δυσκολεμένο στον Άγιο. Εκείνος είδε πνευματικά το πρόβλημα του, και κατάλαβε ότι κανείς ποτέ δεν του είχε δώσει αξία και σημασία. Κανένας, ούτε οι γονείς του δεν είχε κάνει το απλό, να καθίσουν να τον ακούσουν, να τον νοιαστούν. Οπότε ο Άγιος έκατσε μαζί του ακούγοντας τον επί ώρες δίχως να κουνήσει το σώμα του ούτε στο ελάχιστο. Πονούσε, αλλά δεν άλλαζε θέση ούτε κουνιόταν, μονάχα τον άκουγε. Γιατί όπως έλεγε αργότερα, "δεν ήθελα να του δείξω ότι κουράστηκα ή βαρέθηκα", να μην τον πονέσει κι αυτός όπως τόσοι άλλοι με την κόλαση της απόρριψης...". Αυτός ήταν ο Άγιος Παΐσιος ένας άνθρωπος γεμάτος αγάπη για τον Χριστό και τα ταλαιπωράκια του. 

Σάββατο 10 Ιουλίου 2021

ΓΙΑΤΡΟΙ ΚΑΙ ΦΑΡΜΑΚΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ (π. Κωνσταντίνος Παπαγιάννης)

Σχολιασμός του 38ου κεφαλαίου στίχ. 1-15 του βιβλίου της Παλαιάς Διαθήκης  "ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ" από τον π. Κωνσταντίνο Παπαγιάννη. 

Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο "ΟΜΙΛΙΕΣ ΣΤΗ ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ", το οποίο αποτελείται από απομαγνωτοφωνήμενες ομιλίες του π. Κωνσταντίνου Παπαγιάννη και οι οποίες έγιναν από τον Οκτώβριο του 1996 έως τον Μάιο του 1999.



 

Συνηθισμένο φαινόμενο στη ζωή μας οι αρρώστιες· σχεδόν καθημερινό. Άλλοτε πάσχουμε οι ίδιοι και άλλοτε πάσχουν κάποιοι δικοί μας, συγγενείς ή φίλοι, και υποφέρουμε και εμείς μαζί τους. Για τη θεραπεία μας από τις αρρώστιες καταφεύγουμε στους γιατρούς και παίρνουμε φάρμακα. Δεν είναι αυτό κακό και αξιοκατάκριτο. Πέρα από τους γιατρούς και τα φάρμακα όμως υπάρχει ο Θεός, και σε αυτόν πρέπει κυρίως να καταφεύγουμε, γιατί στην πραγματικότητα αυτός είναι που δίνει τη θεραπεία. Αυτές τις σκέψεις αναπτύσσει ο σοφός Ιησούς* στο λη΄ κεφάλαιο του βιβλίου του. Τη σχετική περικοπή θα μελετήσουμε σήμερα.

 

Τίμα ἰατρόν πρός τάς χρείας αὐτοῦ τιμαῖς αὐτοῦ, καί γάρ αὐτόν ἔκτισε Κύριος (λη' 1). 

Να τιμάς τον γιατρό με τις τιμές που του ανήκουν σύμφωνα με τις ανάγκες, στις οποίες σε εξυπηρετεί. Να τον τιμάς, γιατί ο Κύριος τον εδημιούργησε και τον ανέδειξε, δίνοντάς του τις ιατρικές γνώσεις και τη θεραπευτική ικανότητα. Μερικοί Ιουδαίοι απέφευγαν να ζητήσουν τη βοήθεια των γιατρών στις αρρώστιες τους, γιατί είχαν την ιδέα ότι η προσφυγή στους γιατρούς δείχνει έλλειψι πίστεως στόν Θεό. Ίσως και σήμερα μερικοί Χριστιανοί να έχουν παρόμοιες αντιλήψεις. Έρχεται λοιπόν ο θεόπνευστος συγγραφεύς και βάζει τά πράγματα στη θέσι τους. Τον γιατρό -λέει- πρέπει να τον τιμούμε όπως του αξίζει. Εκείνος μας παρέχει τις υπηρεσίες του· εμείς πρέπει να τον τιμήσουμε, δίνοντάς του την ανάλογη αμοιβή γι’ αυτές και δείχνοντας προς αυτόν την εκτίμησι και την ευγνωμοσύνη μας.

 

Τιμώντας τον γιατρό τιμούμε τον ίδιο τον Θεό που τον ανέδειξε. Παρά γάρ Ὑψίστου ἐστίν ἴασις, καί παρά βασιλέως λήψεται δόμα (λη΄ 2). Η θεραπεία από τις ασθένειες προέρχεται από τον Θεό. Δια μέσου των γιατρών θεραπεύει ο Θεός. Αυτός δίνει σε αυτούς την ικανότητα να εξακριβώσουν από τι πάσχει ο ασθενής και να τον θεραπεύσουν είτε με κατάλληλα φάρμακα είτε με χειρουργικές επεμβάσεις. Ακόμη και ο βασιλεύς - ο οποίος κατά τις αντιλήψεις και τις συνήθειες της εποχής εκείνης ήταν απόλυτος κύριος των υπηκόων του και δεν είχε καμιά υποχρέωσι προς αυτούς - δίνει ευχαρίστως δώρα στους γιατρούς που του παρέχουν τις υπηρεσίες τους

 

 Οι γιατροί θεωρούνταν πάντοτε αξιοθαύμαστα και αξιοσέβαστα πρόσωπα. Κατά την αρχαιότητα η ιατρική ήταν πολύ ανεπτυγμένη στην Αίγυπτο. Εκεί, όπως αναφέρει ο ιστορικός Ηρόδοτος, υπήρχαν πολλοί γιατροί και μάλιστα είχαν διακριθή σε πολλές και λεπτές ειδικότητες. Αλλά και στην Ελλάδα αναδείχθηκαν περίφημοι γιατροί, όπως ο Ιπποκράτης, που έζησε τον 5ο π.Χ. αιώνα και θεωρείται πατέρας της ιατρικής, και ο Γαληνός, που έζησε τον 2ο μ.Χ. αιώνα.

 

 Οι αρχαίοι τιμούσαν πολύ τους γιατρούς, τούς θεωρούσαν φιλοσόφους, και πολλοί βασιλείς είχαν και γιατρούς ανάμεσα στους αυλικούς των. 

Αυτή την πραγματικότητα εκφράζει και ο Ιησούς λέγοντας: Ἐπιστήμη ἰατροῦ ἀνυψώσει κεφαλήν αὐτοῦ καί ἔναντι μεγιστάνων θαυμασθήσεται (λη' 3). Οι επιστημονικές γνώσεις του γιατρού και οι θεραπευτικές του ικανότητες τον ανυψώνουν και τον δοξάζουν, τον αναδεικνύουν σε διακεκριμένη προσωπικότητα, που προκαλεί τον θαυμασμό στους μεγάλους και επισήμους ανθρώπους. Και πολύ λογικά και δίκαια, γιατί τις θαυμαστές αυτές γνώσεις, που υπηρετούν ένα μεγάλο αγαθό, την υγεία, δεν τις έχουν ούτε μπορούν να τις αποκτήσουν όλοι. Ο θαυμασμός αυτός είναι πολύ μεγαλύτερος και δικαιολογημένος σήμερα, με τις τεράστιες προόδους πού σημείωσε και σημειώνει συνεχώς η ιατρική.

 

Όχι μόνο τους γιατρούς αναδεικνύει και καθοδηγεί ο Κύριος, αλλά και τα φάρμακα αυτός τα χορηγεί. Κύριος ἔκτισεν ἐκ γῆς φάρμακα, και ἀνήρ φρόνιμος οὐ προσοχθιεῖ ἐν αὐτοῖς (λη' 4). Ο Κύριος παρήγαγε από τη γη τα φάρμακα, και κάθε φρόνιμος άνθρωπος δεν τα περιφρονεί και δεν τα απορρίπτει. Την εποχή εκείνη και για πολλούς αιώνες τα περισσότερα φάρμακα ήταν ιαματικά βότανα· γι' αυτό ο συγγραφεύς λέει ότι από τη γη παρήγαγε ο Κύριος τα φάρμακα. Αλλά και σήμερα, παρ’ όλη την ανάπτυξι της φαρμακοβιομηχανίας, χρησιμοποιούνται σε ευρεία κλίμακα τα θεραπευτικά βότανα. Υπολογίζεται ότι υπάρχουν περισσότερα από πεντακόσια είδη ιαματικά βότανα, δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο· και πολλά φάρμακα παρασευάζονται από τα βότανα αυτά.

 

 Για να αποδείξη δε ο συγγραφεύς ότι διά μέσου των φαρμάκων ο Θεός θεραπεύει, αναφέρει ένα γεγονός από την ιστορία του ισραηλιτικού λαού. Οὐκ ἀπό ξύλου ἐγλυκάνθη ὕδωρ εἰς τό γνωσθῆναι τήν ἰσχύν αὐτοῦ; (λη' 5). Με ένα κομμάτι ξύλο δεν γλυκάθηκε κάποτε το νερό, για να γίνει γνωστή έτσι η δύναμις του ξύλου αυτού; Το περιστατικό αυτό στο οποίο αναφέρεται ο συγγραφεύς, συνέβη λίγο μετά την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. Μόλις είχαν περάσει την Ερυθρά θάλασσα και βρέθηκαν σε έναν τόπο που ονομαζόταν Μερρά, που σημαίνει πικρία. Και το όνομα αυτό δεν ήταν τυχαίο και αδικαιολόγητο, αφού εκεί υπήρχαν πολλά νερά, αλλά ήταν πικρά. Οι Ισραηλίται, διψασμένοι από την πορεία, έσπευσαν να πιουν, αλλά απογοητεύθηκαν και ξέσπασαν σε παράπονα και γογγυσμούς. Τότε ο Μωυσής έκανε θερμή προσευχή προς τον Κύριο, και εκείνος του υπέδειξε ένα ξύλο, που μόλις το έβαλε στο νερό, από πικρό έγινε γλυκό και πόσιμο. Δεν ήταν βέβαια το ξύλο που γλύκανε τα νερά, αλλά ο Θεός διά του ξύλου. Και αυτό ακριβώς θέλει να πη και εδώ ο Ιησούς: ότι διά μέσου των φαρμάκων ο Θεός δίνει τη θεραπεία. Είτε με γιατρούς λοιπόν είτε με φάρμακα, ο Θεός θεραπεύει. 

 

Καί γάρ αὐτός ἔδωκεν ἀνθρώποις ἐπιστήμην ἐνδοξάζεσθαι ἐν τοῖς θαυμασίοις αὐτοῦ (λη' 6). Ο Θεός έδωσε στους ανθρώπους τη γνώσι και την επιστήμη, για να δοξάζωνται αυτοί με τα θαυμάσια έργα του. Ἐν αὐτοῖς ἐθεράπευσε καί ἦρε τόν πόνον αὐτῶν (λη' 7). Διά μέσου της ιατρικής επιστήμης ο Θεός θεραπεύει τις ασθένειες. Και ο γιατρός, με τη βοήθεια των φαρμάκων που έδωσε ο Θεός, επιτυγχάνει τις θεραπείες και παίρνει τον πόνο από τούς ανθρώπους. Μυρεψός ἐν τούτοις ποιήσει μεῖγμα, καί οὐ μή συντελέση ἔργα αὐτοῦ, καί εἰρήνη παρ’ αὐτοῦ ἐστιν ἐπί προσώπου τῆς γῆς (λη' 8). Από αυτά τα βότανα που εδημιούργησε ο Θεός, ο φαρμακοποιός και ο αρωματοποιός κατασκευάζουν μείγματα και συνθέσεις φαρμάκων. Και δεν θα δώση τέλος ο Θεός στα έργα του, αλλά θα προσφέρη τις θεραπείες του και θα χαρίζη την ειρήνη σε όλους τους ασθενείς της γης.

 

Ας ζητούμε λοιπόν τη βοήθεια των γιατρών ας χρησιμοποιούμε τα φάρμακα που μας συνιστούν. Είναι προσφορές, δώρα του Θεού πολύτιμα και ανεκτίμητα, και δεν πρέπει να τα απορρίπτουμε, περιμένοντας να μας θεραπεύση ο Θεός. Όταν εκείνος ορίζη αυτόν τον τρόπο της θεραπείας, είναι ασέβεια να απαιτούμε να κάνη θαύματα για χάρι μας. Θα κάνη βέβαια και θαύματα ο Θεός, όταν όμως κρίνη εκείνος ότι είναι αναγκαία και ωφέλιμα.

 

Αυτά μας λέει ο θεόπνευστος συγγραφεύς για τους γιατρούς και τα φάρμακα. Θέλει όμως να προλάβη και ένα άλλο άτοπο, στο οποίο ωδηγούνταν πολλοί και οδηγούνται και σήμερα. Όπως δηλαδή υπήρχαν μερικοί που δεν κατέφευγαν σε γιατρούς και δεν χρησιμοποιούσαν φάρμακα, γιατί αυτό το θεωρούσαν επέμβασι στο σχέδιο του Θεού, έτσι υπήρχαν και άλλοι που κατέφευγαν μόνο στους γιατρούς και στα φάρμακα και στήριζαν όλες τους τις ελπίδες στην ιατρική και λησμονούσαν τον Θεό στόν καιρό της αρρώστιας.

 

Γι’ αυτό αμέσως ο Ιησούς συμβουλεύει: Τέκνον, ἐν ἀρρωστήματί σου μή παράβλεπε, ἀλλ’ εὖξαι Κυρίῳ, και αὐτός ἰάσεταί σε (λη’ 9). Είναι ανάγκη λοιπόν παράλληλα με την ιατρική να καταφεύγουμε στον Θεό και από αυτόν να ζητούμε τη θεραπεία. Και ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, συνιστώντας το μυστήριο του Ευχελαίου για τη θεραπεία μας από τις ασθένειες, παραγγέλλει: «Εὔχεσθε ὑπέρ ἀλλήλων ὅπως ἰαθῆτε» (Ιακ. ε' 16). Να προσεύχεσθε δηλαδή ο ένας για τον άλλον, για να θεραπευθήτε. Όχι μόνο ο ασθενής, αλλά και οι άλλοι, οι συγγενείς και οι φίλοι, να προσεύχωνται για τη θεραπεία του. Και συμπληρώνει ο άγιος Ιάκωβος: «Καί ἡ εὐχή τῆς πίστεως σώσει τον κάμνοντα, καί ἐγερεῖ αὐτόν ὁ Κύριος» (Ιακ. ε' 15). Η προσευχή που θα γίνη με πίστι, θα σώση τον πάσχοντα, και ο Κύριος θα τον σηκώση από το κρεβάτι της αρρώστιας.

 

Για να γίνη όμως η προσευχή μας δεκτή από τον Θεό, πρέπει να προσέχουμε τη ζωή μας, ώστε να είναι σύμφωνη με τον θείο νόμο. Γι' αυτό ο Ιησούς συνεχίζοντας συμβουλεύει: Απόστησον πλημμέλειαν καί εὔθυνον χεῖρας, καί ἀπό πάσης ἁμαρτίας καθάρισον καρδίαν (λη΄ 10). Διώξε μακριά κάθε σφάλμα και φταίξιμο, έχε καθαρά τα χέρια σου από κάθε αδικία και καθάρισε την καρδιά σου από κάθε αμαρτία. Φρόντιζε να είναι καθαρό το εσωτερικό σου από λογισμούς και επιθυμίες ακάθαρτες, αλλά και οι εξωτερικές σου ενέργειες να είναι σύμφωνες με το θέλημα του Θεού. Δεν είναι λογικό να ζητούμε από τον Θεό να μας δώση αυτό που θέλουμε, αλλά να μη δίνουμε εμείς σ’ εκείνον αυτό που μας ζητεί. 

 

Η αίτησις της θείας βοηθείας γινόταν τότε με την προσφορά θυσιών. Μια συνηθισμένη αναίμακτη θυσία ήταν η προσφορά σιμιγδαλιού μαζί με λάδι και θυμίαμα. Ο ιερεύς έπαιρνε μια χούφτα σιμιγδάλι από αυτό που έφερνε εκείνος που τελούσε τη θυσία, μαζί με το λάδι που ήταν χυμένο επάνω του και με όλο το θυμίαμα, και τα έριχνε στη φωτιά του θυσιαστηρίου, για να καούν (Λευϊτ. β' 1-2). Υπήρχαν και πολλές άλλες θυσίες αιματηρές, δηλαδή θυσίες ζώων. Η προσφορά θυσιών θεωρούνταν καθήκον κάθε Ισραηλίτου, και ο νόμος ώριζε λεπτομερώς ποιές τέτοιες θυσίες έπρεπε να προσφέρωνται σε κάθε περίπτωσι. Σε τέτοιες θυσίες που συνώδευαν κάποιο αίτημα, αναφέρεται στη συνέχεια ο Ιησούς. Δός εὐωδίαν καί μνημόσυνον σεμιδάλεως καί λίπανον προσφοράν ὡς μη ὑπάρχων (λη' 11). Πρόσφερε θυμίαμα ευωδιαστό και θυσία αναίμακτη από σιμιγδάλι, για να σε θυμηθή ο Θεός, και δώσε πλούσια και παχιά την αιματηρή θυσία σου, σαν να πρόκειται να πεθάνης και να μην υπάρχεις πια στη ζωή· σαν να είναι δηλαδή η τελευταία θυσία που προσφέρεις.

 

Σήμερα βέβαια δεν προσφέρουμε θυσίες εκτός από την αναίμακτη θυσία της θείας Ευχαριστίας. Υπάρχει όμως μια άλλη θυσία που πρέπει διαρκώς να προσφέρουμε: είναι η προσφορά του εαυτού μας στον Θεό με την αγία και ενάρετη ζωή μας. Γι' αυτή την προσφορά λέει ο απόστολος Παύλος: «Παρακαλῶ ὑμᾶς, ἀδελφοί, διά τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Θεοῦ παραστῆσαι τά σώματα ὑμῶν θυσίαν ζῶσαν, ἁγίαν, εὐάρεστον τῷ Θεῷ, τήν λογικήν λατρείαν ὑμῶν» (Ρωμ. ιβ' 1). Αξιοπρόσεκτη είναι η σύστασις του σοφού Ιησού να προσφέρουμε τη θυσία σαν να είναι η τελευταία της ζωής μας. Και τη λογική λατρεία, την πνευματική θυσία του εαυτού μας, πρέπει να την προσφέρουμε πάντοτε, σαν να βρισκώμαστε στην τελευταία μέρα της ζωής μας, για να παρουσιασθούμε με καθαρό πρόσωπο στον αδέκαστο κριτή.

 

Έπειτα από αυτά ο συγγραφεύς επανέρχεται στη σύστασί του να ζητούμε τη βοήθεια των γιατρών στις αρρώστιες μας. Καί ἰατρῷ δός τόπον, καί γάρ αὐτόν ἔκτισε Κύριος, καί μή ἀποστήτω σου, καί γάρ αὐτοῦ χρεία (λη΄ 12). Παρακάλεσε τον Κύριο για την υγεία σου, παράλληλα όμως δώσε θέσι και στον γιατρό, γιατί ο Κύριος τον εδημιούργησε, και μην τον κρατάς σε απόστασι, γιατί τον έχεις ανάγκη. Με τη βοήθειά του έχεις ελπίδες να σωθής. Ἔστι γάρ καιρός ὅτε καί ἐν χερσίν αὐτοῦ εὐοδία (λη' 13). Υπάρχουν περιπτώσεις, κατά τις οποίες οι προσπάθειες των γιατρών επιτυγχάνουν και χαρίζουν στόν άνθρωπο την υγεία. Ο συγγραφεύς εκφράζεται έτσι, γιατί στην εποχή του οι ιατρικές γνώσεις ήταν περιωρισμένες, και οι προσπάθειες των γιατρών πολύ συχνά κατέληγαν σε αποτυχία. Παρά τούτο ο συγγραφεύς συνιστά να καταφεύγουμε στους γιατρούς με την ελπίδα της θεραπείας. Πολύ περισσότερο βέβαια ισχύει αυτό σήμερα, που χάρις στις μεγάλες προόδους της ιατρικής επιστήμης οι πιθανότητες θεραπείας είναι πολύ μεγαλύτερες ακόμη και στις δυσκολότερες και βαρύτερες αρρώστιες. 

 

Και οι γιατροί όμως αισθάνονται συχνά την ανάγκη να καταφύγουν στην προσευχή. Καί γάρ αὐτοί Κυρίου δεηθήσονται, ἵνα εὐοδώση αὐτοῖς ἀνάπαυσιν καί ἴασιν χάριν ἐμβιώσεως (λη΄ 14). Και οι γιατροί θα παρακαλέσουν τον Κύριο να ευοδώση τις προσπάθειές τους και να τις κατευθύνη με επιτυχία, ώστε να ζήση ο ασθενής. Και βέβαια οι πιστοί γιατροί το κάνουν αυτό, γιατί πιστεύουν ότι ο Θεός είναι ο γιατρός, και αυτοί είναι τα όργανά του. Και ακούμε πολλές φορές να αποθέτουν οι γιατροί τις ελπίδες τους στον Θεό, όταν διαπιστώνουν την αδυναμία τους και βλέπουν τις προσπάθειές τους να αποτυγχάνουν.

 

 Και μια τελευταία παρατήρησι κάνει ο Ιησούς σχετικά με τις αρρώστιες και τους γιατρούς. Ὁ ἁμαρτάνων ἔναντι τοῦ ποιήσαντος αὐτόν ἐμπεσεῖται εἰς χεῖρας ἰατροῦ (λη' 15). Εκείνος που αμαρτάνει απέναντι του Θεού που τον εδημιούργησε, θα αρρωστήση και θα πέση στα χέρια του γιατρού. Με τα λόγια αυτά ο συγγραφεύς εκφράζει και πάλι την αντίληψι της εποχής του ότι όλες οι αρρώστιες οφείλονται στις αμαρτίες του πάσχοντος. Αυτό βέβαια δεν είναι απολύτως ακριβές, γιατί ξέρουμε πολύ καλά ότι υπάρχουν πολλές και ποικίλες ασθένειες, για τις οποίες δεν ευθύνεται ο άνθρωπος. Είναι όμως εξ ίσου αναμφισβήτητο ότι και πολλές άλλες είναι συνέπειες μιας αμαρτωλής και άτακτης ζωής. Η πολυφαγία, η πολυποσία, το κάπνισμα, τα ναρκωτικά, η άτακτη ηθική ζωή, οι παντός είδους καταχρήσεις προκαλούν σοβαρώτατες βλάβες στην υγεία, πολύ συχνά ανεπανόρθωτες. Καταφεύγει τότε ο ασθενής στους γιατρούς και υποβάλλεται σε θεραπείες πολυδάπανες και οδυνηρές· πολλές φορές όμως είναι δυστυχώς πολύ αργά.

 

Απ’ όσα διαβάσαμε και είπαμε, διδασκόμαστε ότι για την αντιμετώπιση των ασθενειών μας δύο μέσα έχουμε στη διάθεσί μας: αφ’ ενός μεν τους γιατρούς και τα φάρμακα, αφ’ ετέρου δε τη βοήθεια του Θεού. Δεν πρέπει όμως ποτέ να ξεχνούμε ότι «παρά Ὑψίστου ἐστίν ἴασις» (λη' 2). Είτε ἀπ’ ευθείας είτε διά μέσου της ιατρικής, ο Θεός δίνει τη θεραπεία. Ας χρησιμοποιούμε λοιπόν τα μέσα της επιστήμης, ας ζητούμε όμως και την ιατρική δύναμι του Κυρίου. Ας τελούμε και το μυστήριο του Ευχελαίου σε σοβαρές ασθένειες. «Καί ἡ εὐχή τῆς πίστεως σώσει τόν κάμνοντα καί ἐγερεῖ αὐτόν ὁ Κύριος» (Ιακ. ε' 16). Αν ο Θεός κρίνη ότι αυτό είναι για το συμφέρον της ψυχής μας, θα ξαναδώση την υγεία. Και τότε ας μην παραλείψουμε να του αναπέμψουμε θερμή ευχαριστία. 

 

*Πρόκειται για τον Ιησού τον υιό του Σειράχ, που είναι και ο συγγραφέας του βιβλίου ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ. 

 

-----------------------------------------------------------------------------

π. Κωνσταντίνου Παπαγιάννη, "ΟΜΙΛΙΕΣ ΣΤΗ ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ", Εκδ. ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ, σελ. 426-431. 

Πέμπτη 8 Ιουλίου 2021

Πώς γεννιέται μέσα μας η πείρα του πνευματικού πολέμου (Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου)

 Γιατί όλα μου έρχονται ανάποδα; Τα ανάποδα όμως είναι τα πιο χρήσιμα.


Ἥν (πεῖραν) οἶδε γεννᾶν ὁ φόβος ὁ διττός καί αἱ ὑπό Θεοῦ ἐγκαταλείψεις καί αἱ παιδευτικαί τῶν πειρασμῶν συμβάσεις. (Άγιος Ησύχιος ο Πρεσβύτερος) 

Μετάφραση: Την οποίαν πείρα τη γεννά ο διπλός φόβος: τόσο οι εγκαταλείψεις από το Θεό, όσο και οι πειρασμοί που έρχονται για παιδαγωγία.

Θέλεις πραγματικά να γεννηθή μέσα σου η πείρα του πνευματικού πολέμου; Τότε να φοβάσαι την αορασία του πονηρού, ο οποίος δουλεύει μέσα σου, και την βαναυσότητα, την ψευδότητα και την υποκρισία του λογισμού. Να πιστεύης δηλαδή ότι ο δαίμων σε πειράζει αδιαλείπτως, οπότε πάντα να είσαι εν εγρηγόρσει. Αλλά και κάτι ακόμη: Να ξέρης ότι σου είναι χρήσιμα δύο πράγματα. Πρώτον, αἱ ὑπό Θεού ἐγκαταλείψεις, το να σε εγκαταλείπη ο Θεός. Καταλιμπάνει κανέναν ο Θεός; Ο Θεός ποτέ δεν μας εγκαταλείπει, εις τον αιώνα τον άπαντα. 

 

Αλλά εμείς βιούμε ως εγκαταλείψεις όσα δεν είναι κατά την γνώμη μας, κατά την κρίσι μας, κατά την πρόθεσί μας, κατά τα σχέδιά μας, όσα δεν συμφωνούν με εκείνα που περιμέναμε. Όταν εγώ παρακαλώ στην προσευχή μου, Κύριε, θεράπευσε το κεφάλι μου που πονάει, τότε νομίζω ότι αγάπη του Θεού είναι το να μου θεραπεύση το κεφάλι. Εάν ο Θεός δεν ανταποκριθή, νοιώθω πως δεν με αγαπάει, και εγκαταλείπω την προσευχή. Όταν λοιπόν δεν συμφωνή το θέλημα και η κρίσις του Θεού με όσα θέλω εγώ, τότε νοιώθω ότι είμαι εγκαταλελειμμένος από τον Θεόν. Στην πραγματικότητα όμως, εγώ εγκαταλείπω τον Θεόν, εγώ δεν τον παρακολουθώ, διότι θέλω ο Θεός να παρακολουθή εμένα.

 

Δεύτερον, μας είναι χρήσιμες αἱ παιδευτικαί τῶν πειρασμῶν συμβάσεις. Τέτοιες είναι, όταν έχωμε σκοτεινιά στο μυαλό μας ή στην καρδιά μας, όταν μας καταλαμβάνη πειρασμός υπνηλίας, αγωνίας, αιφνίδιος επιδρομή λογισμών που δεν τους σπείραμε εμείς, αλλά που οφείλονται σε παλαιές παραστάσεις ή σε άλλες αιτίες που τις επιτρέπει ο Θεός. Βγαίνω επί παραδείγματι έξω να περπατήσω και πέφτω, γιατί δεν πρόσεξα ή γιατί έχει πάγο. Εγώ όμως θα νοιώσω ότι έπεσα, επειδή ο Θεός θέλει να με παιδέψη.

 

Αλλά, εάν θέλωμε να έχωμε νίκας κατά βαρβάρων δωρουμένας υπό του Θεού, είναι ανάγκη να μάθωμε να χαιρώμαστε όταν μας εγκαταλείπη ο Θεός και όταν μας παιδαγωγή. Να χαιρώμαστε δηλαδή, όταν μαζί με τις εγκαταλείψεις επισυμβαίνουν και παιδαγωγικοί πειρασμοί που δεν τους περιμέναμε, όπως διάφορες δυσκολίες, προβλήματα, θλίψεις, πόνοι, αρρώστιες, ακόμη και πτώσεις, διότι είμαστε άνθρωποι. Τότε δεν είναι σωστό να τα χάσωμε, διότι έτσι εμποδίζομε την χάρι του Θεού, αλλά να εξομολογηθούμε «τῷ Θεῷ, τῷ εἰδότι τήν καρδίαν ἡμῶν». 

 

Ας αναφέρωμε δύο ακόμη παραδείγματα πειρασμικής συμβάσεως: Αρχίζω να προσεύχωμαι πιστεύοντας ότι, όσα δεν έκανα τριάντα χρόνια, θα τα κάνω μέσα σε έναν μήνα. Μετά από έναν μήνα όμως βλέπω ότι ακόμη νυστάζω, ότι ο πειρασμός με νικάει, ότι οι λογισμοί με χτυπούν, ότι ο σατανάς δεν με αφήνει. Ή έχεις έναν μοναχό, ο οποίος ποτέ του δεν είχε κανέναν πειρασμό, και ξαφνικά, εκεί που κάθεται, νοιώθει να μισή τον αδελφό του, ενώ ποτέ κανέναν δεν μισούσε, ή κρίνει μέσα του τους πάντες, ενώ ποτέ δεν έκρινε. Ή, αν είναι δόκιμος, του μπαίνουν κάτι ιδέες! Πω, πω, πώς θα ζήσης εδώ μια ολόκληρη ζωή; Τώρα που είσαι ακόμη δόκιμος, σκέψου το καλά. Διότι μετά τι θα κάνης; Θα μπορέσης να αντέξης;

 

Αἱ παιδευτικαί τῶν πειρασμῶν συμβάσεις είναι τόσο χρήσιμες στην ζωή μας, όσο και η παρουσία του Θεού. Εμείς βέβαια τις νοιώθομε κουραστικές, πικρές, δύσκολες, μας παιδεύουν, αλλά τελικώς από παιδευτικές γίνονται μορφωτικές, καθ’ ότι μορφώνουν, παιδαγωγούν την ύπαρξί μας.

 

Αἱ παιδευτικαί τῶν πειρασμῶν συμβάσεις καί αἱ ἐγκαταλείψεις τοῦ Θεοῦ είναι, κατά κάποιον τρόπο, τα στηλώματα του Θεού. Έχομε τα στηλώματα του πονηρού, τα στηλώματα του νοός μας, και τώρα έχομε τα στηλώματα του Θεού, που είναι τα σημάδια της παρουσίας Του. Ο διάβολος γράφει επάνω στους λογισμούς μας, εκεί κάνει τα στηλώματά του, αλλά και ο Θεός γράφει, μορφώνοντας, παιδαγωγώντας την ύπαρξί μας. Χρωστήρας του είναι οι πειρασμικές συμβάσεις, με τις οποίες γράφει την εικόνα που Αυτός θέλει, για να μας βοηθήση.

 

Αποφασίζεις, παραδείγματος χάριν, να κάνης νηστεία και παθαίνεις γαστρορραγία. Λες να κάνης υπακοή, και σπάζεις το πόδι σου. Και αναρωτιέσαι: Μήπως δεν σκέπτομαι καλά που αποφάσισα να κάνω νηστεία και υπακοή; Γιατί όλα μου έρχονται ανάποδα; Τα ανάποδα όμως είναι τα πιο χρήσιμα. Όπως είναι χρήσιμο το φως και ο καθαρός αέρας, έτσι είναι χρήσιμες και αἱ ἐγκαταλείψεις τοῦ Θεοῦ καί αἱ παιδευτικαί τῶν πειρασμῶν συμβάσεις, διότι από αυτά γεννάται η πείρα και το αποτέλεσμα του πολέμου, η σπορά και ο θερισμός του Θεού. 

 

------------------------------------------------------

Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου "ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΝΗΨΕΩΣ", εκδ. Ίνδικτος, σελ. 98-101.